Γράφει ο κ. Παναγιώτης Κατραμάδος
Το πλέον επιζήμιον δια ένα αληθινά πιστόν δεν είναι η αίρεσις, διότι αυτήν δύναταί τις να την εντοπίση ευκόλως και να την απορρίψη, αλλά η ανάμειξις αληθείας και ψεύδους. Η Ι. Μ. Βατοπαιδίου έχει επεκταθή τα τελευταία έτη εις πολλά πεδία, τα οποία δεν δύναται να ελέγχη επαρκώς με αποτέλεσμα να εγείρη θεολογικά ζητήματα. Δεν παρήλθε καιρός από τα όσα ανεγνώσαμεν δια τον αθεολόγητον καθαγιασμόν δύο αγίων ποτηρίων και προέκυψεν η έκδοσις βιβλίου, συνοδευομένου από ποικίλας μεγαλοπρεπείς εκδηλώσεις, δια τον γέροντα Ιωσήφ της αυτής Ι. Μονής, ο οποίος είχεν εκφράσει λίαν προβληματικάς θεολογικάς θέσεις.
Εμείς ερευνήσαμεν τον κολοσσόν της Ι. Μ. Βατοπαιδίου, την «Πεμπτουσίαν», τον διαδικτυακόν τόπον που περιλαμβάνει ποικίλου περιεχομένου αναρτήσεις δια τον πολιτισμόν, τον χριστιανισμόν, τας επιστήμας κ.λπ. και ευελπιστεί να καταστή και ειδησεογραφικόν πρακτορείον, ώστε να καλύπτωνται αι εκδηλώσεις του Πατριάρχου κ.α. και διεπιστώσαμεν ότι αναμειγνύεται η αλήθεια με το ψεύδος.Τελευταίως έχει αναπτύξει ηλεκτρονικήν βιβλιοθήκην, δια την οποίαν μας πληροφορεί ότι «Πρόκειται για πολύτιμες πρωτότυπες μελέτες που ευγενώς τις παραχώρησαν συνεργάτες της» και δημοσιεύονται «αφού περάσουν από την κρίση των εξειδικευμένων επιστημονικών μας συμβούλων». Πράγματι, εις τους «συμβούλους» περιλαμβάνονται τόσα σπουδαία ονόματα, που απορεί κανείς αν όντως ασχολούνται η ετέθησαν δια λόγους δημοσίων σχέσεων…
Αναδιφώντες εις τας προσφάτους αναρτήσεις παρετηρήσαμεν ότι η ιστοσελίς μας προέτεινε, με δύο μάλιστα αναρτήσεις, την 8ηνΜαρτιου και έπειτα την 19ην Απριλίου, να ενδιατρίψωμεν εις την μελέτην με τίτλον «Ο μετασχηματισμός της θρησκείας στην Ελλάδα τον 21ο αιώνα», η οποία εις κάθε σελίδα της, 170 εις σύνολον, έφερε το έμβλημα της Πεμπτουσίας. Μελετώντες εμείναμεν έκπληκτοι! Θα παραθέσωμεν ενδεικτικώς και μόνον κάποια αποσπάσματα.
Επίθεσις κατά της Εκκλησίας της Ελλάδος
«Η Εκκλησία κλήθηκε να διασώσει τον Ελληνισμό μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης πράγμα που έκανε, αναλαμβάνοντας τον ρόλο της εξουσίας, της Εθναρχίας, και κατά μία οπτική «εκκένωσε εαυτήν» παραμερίζοντας την εσχατολογική προοπτική της και την αποστολή της, την σωτηρία του κόσμου… Δεν απέφυγε όμως την ταύτιση της εθνικής με τη χριστιανική ταυτότητα και τελικά τον περιορισμό στα όρια του έθνους. Όπως καταγράφει αυστηρά ο κ. Π. Καλαϊτζίδης, η Εκκλησία ταυτίστηκε με το έθνος και η εκκλησιαστική ζωή με την εθνική ζωή και το «γλίστρημα από την ιστορία της θείας οικονομίας στην ιστορία της εθνικής παλιγγενεσίας» αποτυπώνεται σε πρώτο επίπεδο στην συνταύτιση εθνικών εορτών με αντίστοιχες δεσποτικές, θεομητορικές, εορτασμό αγίου κ.α. Όλη αυτή η απώλεια «της πνευματικής, θεολογικής και οικουμενικής αποστολής» της Εκκλησίας και η συνταύτισή της με το έθνος παραπέμπει στον «πειρασμό του Ιούδα» (σελ.66).
Ως παρατηρεί κανείς καταλογίζεται εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος ότι αδιαφόρησε δια την σωτηρίαν του κόσμου και ησχολήθη με την σωτηρίαν ενός έθνους. Πρόκειται δηλαδή δια πλήρη αλλοτρίωσιν της Εκκλησίας! Κατηγορείται τελικώς η Εκκλησία δια προδοσίαν έναντι της κεφαλής της του Ιησού Χριστού. Η προδοσία αυτή συμπληρώνεται και με μερικήν εθνικήν προδοσίαν. Εις την σελίδα 70 γράφει:
«Η Εκκλησία της Ελλάδος, στη διάρκεια της Κατοχής αντέδρασε όπως όλοι οι Έλληνες έναντι των κατακτητών. Δηλαδή, είτε υπάκουσε αναγκαστικά και συνεργάσθηκε παθητικά με τους κατακτητές, είτε αντιστάθηκε και αρνήθηκε να συνεργασθεί, είτε συνεργάσθηκε απροκάλυπτα, είτε εντάχθηκε στην ένοπλη αντίσταση».
Θα είμεθα υπόχρεοι να μας υποδειχθή πότε η Εκκλησία «συνεργάσθηκε απροκάλυπτα» με τους κατακτητάς. Προκαλεί ιδιαίτερα ερωτήματα πως εν μέσω αναθεωρήσεως του Συντάγματος και εν γνώσει ότι παρομοίας φράσεις εξέφρασε δημοσίως ο τ. Υπουργός Παιδείας κ. Ν. Φίλης αναρτάται ένα παρόμοιον κείμενον εις ιστότοπον αγιορειτικής Μονής; Έχει όμως και συνέχειαν καθώς εις την σελίδα 73 γράφεται:
«Η εθνική ιδέα της Ελλάδας ήταν ουσιαστικά ένα «προϊόν», το οποίο υποστηρίχθηκε με σκοπό να ενταχθεί το ελληνικό έθνος στο νεοπαγές κράτος. Ο προσεταιρισμός της Εκκλησίας για τη δημιουργία μιας αδιάσπαστης ελληνικής ιστορίας κρίθηκε ως αναγκαίος. Η Εκκλησία δέχθηκε αυτή τη συνεργασία, διότι μέσα από την κρατική δύναμη δεν θα θίγονταν τα συμφέροντά της, δεν θα μειώνονταν το ποίμνιό της και θα ανέπτυσσε κοινωνικό ρόλο».
Είναι δυνατόν η μάνα Εκκλησία που εθυσιάσθη δια το γένος να παρουσιάζεται εδώ ως «συμφεροντολόγα»; Ακόμη και να υπήρξεν ιδιοτέλεια εις κάποιους κληρικούς την αποδίδομεν εν συνόλω εις την Εκκλησίαν; Η μήπως απουσίαζεν η χάρις του Θεού και παρεσύρθη από τα πάθη της;! Το πλήγμα προς την Εκκλησία ολοκληρώνεται με όσα αναφέρονται εις την σελίδα 78:
«Οι αιτίες των δύσκολων αυτών σχέσεων (ενν. Πολιτείας – Εκκλησίας επί αρχιεπισκοπίας Αθηνών Χριστοδούλου) είναι πολλές και όλες είναι στα όρια της παράβασης του αστικού και ποινικού κώδικα και εναντιώνονται στις νομοθετικές εναρμονίσεις με την Ε.Ε. Θέματα, όπως η εισαγωγή του πολιτικού γάμου, της έκδοσης αυτόματου διαζυγίου, της αποποινικοποίησης της μοιχείας, της αποποινικοποίησης των αμβλώσεων, το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία κ.α. αντιμετωπίζονται με «πύρινους» εκκλησιαστικούς δημόσιους λόγους, αποπροσανατολίζοντας περισσότερο τους εκβιασμένα Ευρωπαίους μικροαστούς Έλληνες πολίτες».
Η Εκκλησία επομένως πρέπει να καθίση με «σταυρωμένα τα χέρια» ενώπιον της ανομίας άλλως θα την κατηγορήσωμεν δια παρανομίαν; Ακόμη χειρότερα ότι αποπροσανατολίζει τον λαόν (δια τον οποίον δεν φείδεται κοσμητικών επιθέτων);
Ως παρατηρεί κανείς καταλογίζεται εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος ότι αδιαφόρησε δια την σωτηρίαν του κόσμου και ησχολήθη με την σωτηρίαν ενός έθνους. Πρόκειται δηλαδή δια πλήρη αλλοτρίωσιν της Εκκλησίας! Κατηγορείται τελικώς η Εκκλησία δια προδοσίαν έναντι της κεφαλής της του Ιησού Χριστού. Η προδοσία αυτή συμπληρώνεται και με μερικήν εθνικήν προδοσίαν. Εις την σελίδα 70 γράφει:
«Η Εκκλησία της Ελλάδος, στη διάρκεια της Κατοχής αντέδρασε όπως όλοι οι Έλληνες έναντι των κατακτητών. Δηλαδή, είτε υπάκουσε αναγκαστικά και συνεργάσθηκε παθητικά με τους κατακτητές, είτε αντιστάθηκε και αρνήθηκε να συνεργασθεί, είτε συνεργάσθηκε απροκάλυπτα, είτε εντάχθηκε στην ένοπλη αντίσταση».
Θα είμεθα υπόχρεοι να μας υποδειχθή πότε η Εκκλησία «συνεργάσθηκε απροκάλυπτα» με τους κατακτητάς. Προκαλεί ιδιαίτερα ερωτήματα πως εν μέσω αναθεωρήσεως του Συντάγματος και εν γνώσει ότι παρομοίας φράσεις εξέφρασε δημοσίως ο τ. Υπουργός Παιδείας κ. Ν. Φίλης αναρτάται ένα παρόμοιον κείμενον εις ιστότοπον αγιορειτικής Μονής; Έχει όμως και συνέχειαν καθώς εις την σελίδα 73 γράφεται:
«Η εθνική ιδέα της Ελλάδας ήταν ουσιαστικά ένα «προϊόν», το οποίο υποστηρίχθηκε με σκοπό να ενταχθεί το ελληνικό έθνος στο νεοπαγές κράτος. Ο προσεταιρισμός της Εκκλησίας για τη δημιουργία μιας αδιάσπαστης ελληνικής ιστορίας κρίθηκε ως αναγκαίος. Η Εκκλησία δέχθηκε αυτή τη συνεργασία, διότι μέσα από την κρατική δύναμη δεν θα θίγονταν τα συμφέροντά της, δεν θα μειώνονταν το ποίμνιό της και θα ανέπτυσσε κοινωνικό ρόλο».
Είναι δυνατόν η μάνα Εκκλησία που εθυσιάσθη δια το γένος να παρουσιάζεται εδώ ως «συμφεροντολόγα»; Ακόμη και να υπήρξεν ιδιοτέλεια εις κάποιους κληρικούς την αποδίδομεν εν συνόλω εις την Εκκλησίαν; Η μήπως απουσίαζεν η χάρις του Θεού και παρεσύρθη από τα πάθη της;! Το πλήγμα προς την Εκκλησία ολοκληρώνεται με όσα αναφέρονται εις την σελίδα 78:
«Οι αιτίες των δύσκολων αυτών σχέσεων (ενν. Πολιτείας – Εκκλησίας επί αρχιεπισκοπίας Αθηνών Χριστοδούλου) είναι πολλές και όλες είναι στα όρια της παράβασης του αστικού και ποινικού κώδικα και εναντιώνονται στις νομοθετικές εναρμονίσεις με την Ε.Ε. Θέματα, όπως η εισαγωγή του πολιτικού γάμου, της έκδοσης αυτόματου διαζυγίου, της αποποινικοποίησης της μοιχείας, της αποποινικοποίησης των αμβλώσεων, το περιεχόμενο του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία κ.α. αντιμετωπίζονται με «πύρινους» εκκλησιαστικούς δημόσιους λόγους, αποπροσανατολίζοντας περισσότερο τους εκβιασμένα Ευρωπαίους μικροαστούς Έλληνες πολίτες».
Η Εκκλησία επομένως πρέπει να καθίση με «σταυρωμένα τα χέρια» ενώπιον της ανομίας άλλως θα την κατηγορήσωμεν δια παρανομίαν; Ακόμη χειρότερα ότι αποπροσανατολίζει τον λαόν (δια τον οποίον δεν φείδεται κοσμητικών επιθέτων);
Υπέρ του Ισλαμικού Τεμένους
«Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, Αναστάσιος προτείνει ως πρώτη αντίδραση στην αύξηση του σύγχρονου φονταμενταλισμού την σοβαρή αυτοκριτική… ως δεύτερη αντίδραση συμβουλεύει να αξιοποιηθούν οι επιθυμούντες την ειρήνη, πιστοί ανεξαρτήτως θρησκείας. Ως τρίτο μέτρο υποδεικνύει την ενίσχυση και την ενδυνάμωση του διαθρησκειακού διαλόγου… Να παιδευθούμε στις άλλες θρησκείες, ώστε να κατανοήσουμε τους Άλλους. Να κατανοήσουμε την ουσία των λέξεων ειρήνη, δικαιολογημένος πόλεμος κ.α.» (σελ. 101).
Οι παραπάνω λόγοι δεν θα μας ανησύχουν, αν απλώς ήσαν μία κοινότυπος διαπίστωσις δι’ όσα έχει υποστηρίξει ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας. Όμως εις επομένους σελίδας αναπτύσσονται περισσότερον ανάλογοι θέσεις.
«Οι Χριστιανοί και οι θεσμικές τους Εκκλησίες, γνωρίζοντας ότι κατέχουν μέρος της Αλήθειας του Θεού, μπορούν χωρίς προβληματισμούς να δώσουν χώρο για την τοποθέτηση των Άλλων και να ενισχύσουν τον ποθητό διάλογο. Στη «δημοκρατία» της Εκκλησίας του Υιού του Θεού, οι Άλλοι επιτρέπεται να μιλήσουν για το δικό τους θεό ακόμα και να λάβουν αποφάσεις» (σελ. 117). «Είναι ανάγκη των καιρών τα κηρύγματα να εκπαιδεύουν το ποίμνιο για τις ανάγκες του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού διαλόγου, πράγμα που απαιτεί μόρφωση και ακαδημαϊκές γνώσεις των κληρικών» (σελ. 125). «Στο πλαίσιο του διαθρησκειακού διαλόγου αλλά και της αποδοχής της ελευθερίας των ανθρώπων πιστεύουμε ότι η Εκκλησία της Ελλάδας θα πρέπει να τοποθετηθεί ανοιχτά και ξεκάθαρα υπέρ της κατασκευής τόπων λατρείας των αλλοθρήσκων. Μέσω κηρυγμάτων, του ιστότοπου της Εκκλησίας της Ελλάδας και έντυπου υλικού στους ιερούς ναούς, οι πιστοί χριστιανοί θα πρέπει να ενημερωθούν για τα θετικά αποτελέσματα της συνειδησιακής αποδοχής κατασκευής τόπων λατρείας των άλλων θρησκειών, έτσι ώστε να μη υπάρχει στο ποίμνιο οργή, φόβος και αμφιβολία» (σελ. 130).
Δηλώνεται ρητώς όχι μόνον η αναγκαιότης των διαχριστιανικών και διαθρησκειακών διαλόγων αλλά και η απαίτησις η Εκκλησία της Ελλάδος να συγκατατεθή, ώστε να εισέλθουν όλαι αι θρησκείαι εις την πατρίδα μας και να οικοδομηθούν ναοί των. Βεβαίως, αν υποστηρίζης ότι όλαι αι χριστιανικαί αιρέσεις έχουν μέρος της Αληθείας τότε διατί να μη έχουν κάποια ψήγματα και αι δαιμονικαί θρησκείαι;
Οι παραπάνω λόγοι δεν θα μας ανησύχουν, αν απλώς ήσαν μία κοινότυπος διαπίστωσις δι’ όσα έχει υποστηρίξει ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας. Όμως εις επομένους σελίδας αναπτύσσονται περισσότερον ανάλογοι θέσεις.
«Οι Χριστιανοί και οι θεσμικές τους Εκκλησίες, γνωρίζοντας ότι κατέχουν μέρος της Αλήθειας του Θεού, μπορούν χωρίς προβληματισμούς να δώσουν χώρο για την τοποθέτηση των Άλλων και να ενισχύσουν τον ποθητό διάλογο. Στη «δημοκρατία» της Εκκλησίας του Υιού του Θεού, οι Άλλοι επιτρέπεται να μιλήσουν για το δικό τους θεό ακόμα και να λάβουν αποφάσεις» (σελ. 117). «Είναι ανάγκη των καιρών τα κηρύγματα να εκπαιδεύουν το ποίμνιο για τις ανάγκες του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού διαλόγου, πράγμα που απαιτεί μόρφωση και ακαδημαϊκές γνώσεις των κληρικών» (σελ. 125). «Στο πλαίσιο του διαθρησκειακού διαλόγου αλλά και της αποδοχής της ελευθερίας των ανθρώπων πιστεύουμε ότι η Εκκλησία της Ελλάδας θα πρέπει να τοποθετηθεί ανοιχτά και ξεκάθαρα υπέρ της κατασκευής τόπων λατρείας των αλλοθρήσκων. Μέσω κηρυγμάτων, του ιστότοπου της Εκκλησίας της Ελλάδας και έντυπου υλικού στους ιερούς ναούς, οι πιστοί χριστιανοί θα πρέπει να ενημερωθούν για τα θετικά αποτελέσματα της συνειδησιακής αποδοχής κατασκευής τόπων λατρείας των άλλων θρησκειών, έτσι ώστε να μη υπάρχει στο ποίμνιο οργή, φόβος και αμφιβολία» (σελ. 130).
Δηλώνεται ρητώς όχι μόνον η αναγκαιότης των διαχριστιανικών και διαθρησκειακών διαλόγων αλλά και η απαίτησις η Εκκλησία της Ελλάδος να συγκατατεθή, ώστε να εισέλθουν όλαι αι θρησκείαι εις την πατρίδα μας και να οικοδομηθούν ναοί των. Βεβαίως, αν υποστηρίζης ότι όλαι αι χριστιανικαί αιρέσεις έχουν μέρος της Αληθείας τότε διατί να μη έχουν κάποια ψήγματα και αι δαιμονικαί θρησκείαι;
Αμνήστευσις της ομοφυλοφιλίας;
Αλγεινήν εντύπωσιν μας προεκάλεσαν όσα εις το τελευταίον κεφάλαιον της μελέτης αναπτύσσονται σχετικώς με κοινωνικά ζητήματα. Εις την σελίδα 126 τίθενται αμφιβολίαι ως προς την αξιοπιστίαν της καθοδηγήσεως υπό αγάμων κληρικών:
«Αναρωτιόμαστε με ποιό τρόπο δύναται ένας άγαμος κληρικός να συμβουλέψει σήμερα ένα νέο η μία νέα στα αγωνιώδη ερωτήματα για το sex η να συμβουλέψει ένα πατέρα, έτσι ώστε να υπερκεράσει τις δυσκολίες ανατροφής των παιδιών του. Σίγουρα η εμπειρική γνώση και η καθημερινή επαφή με το ποίμνιο προσδίδει στον, μη έχοντα ίδια αντίληψη, άγαμο κληρικό προσόντα, για να καλύψει τα ερωτήματα. Αρκούν όμως;»
Τόσοι άνθρωποι που καταφεύγουν πολλάκις και εις το Άγιον Όρος λαμβάνουν ανεπαρκή βοήθειαν; Πως όμως ενώ δια τους αγάμους κληρικούς τίθενται αυτά τα ερωτήματα, υπερθεματίζεται η προσέγγισις των ομοφυλοφίλων;
«Πρόσφατα, ο Πάπας Φραγκίσκος προχώρησε στην επαναπροσέγγιση μιας, ομολογουμένως μεγάλης, μερίδας ανθρώπων, ζητώντας συγγνώμη για την αντιμετώπιση που είχαν έως σήμερα οι ομοφυλόφιλοι από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προτρέποντας τους πιστούς να κάνουν το ίδιο για όλους τους αδικημένους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Εκκλησία μας έχει σκοπό τη σωτηρία των ανθρώπων και του κόσμου, δεν είναι κριτής, αλλά θα κριθεί κατά τη Βασιλεία του Θεού για τις όποιες παραλήψεις της. Πιστεύουμε ότι στο πλαίσιο της αγάπης και της δημοκρατίας του Χριστιανισμού, η Ορθόδοξη Εκκλησία θα πρέπει να προχωρήσει, επίσης στην επαναπροσέγγιση αυτής της μερίδας των ανθρώπων, των ομοφυλοφίλων, αναγνωρίζοντας ότι η σεξουαλική επιλογή τους είτε είναι απόρροια της ελεύθερης βούλησής τους είτε οφείλεται σε βιολογικά αίτια» (σελ. 132).
Δεν θα αναφερθώμεν εις το ότι προσάγεται ως υπόδειγμα ο Πάπας, κατά του οποίου επάλεψε με αίμα το Άγιον Όρος, αλλά εις το ότι βαπτίζεται ως «επιλογή» ένα θανάσιμον πάθος! Ενώ εξαντλείται η επιείκεια εις τους πνευματικά βαραίως νοσούντας, είμεθα τηρηταί του νόμου με τους σωματικώς ασθενούντας:
«Πιστεύουμε ότι μάλλον ευτελίζεται ο μυστηριακός χαρακτήρας του Χριστιανισμού και γι’ αυτό προτείνουμε να μη μεταδίδεται (ενν. από την τηλεόρασιν) η Θεία Λειτουργία… Άλλωστε η συμμετοχή στο Μυστήριο έχει συγκεκριμένο σκοπό και στόχο και δεν επιδέχεται εκπτώσεις και παραχωρήσεις. Οι ασθενείς, οι ανίκανοι μετακίνησης κ.α. ούτως η άλλως δεν μετέχουν. Ας παραμείνουν σε αναμετάδοση οι ακολουθίες του Εσπερινού, του Όρθρου, της υποδοχής ιερών εικόνων και λειψάνων, του καθαγιασμού των υδάτων κ.α.» (σελ. 129).
Ο άρρωστος δεν δύναται να κοινωνή της χάριτος από της θνησιφόρου κλίνης, αλλά ο κατ’ επιλογήν ομοφυλόφιλος δύναται να μετέχη εις την Θ. Λειτουργίαν, επειδή κατηργήσαμεν εις την σύγχρονον εποχήν τους προσκλαίοντας εις τον νάρθηκα; Να παραμείνη όμως η μετάδοσις πχ. της μεταφοράς της Τιμίας Ζώνης της Παναγίας, δια να ωφελήται ο πιστός η η Ι. Μονή;
«Αναρωτιόμαστε με ποιό τρόπο δύναται ένας άγαμος κληρικός να συμβουλέψει σήμερα ένα νέο η μία νέα στα αγωνιώδη ερωτήματα για το sex η να συμβουλέψει ένα πατέρα, έτσι ώστε να υπερκεράσει τις δυσκολίες ανατροφής των παιδιών του. Σίγουρα η εμπειρική γνώση και η καθημερινή επαφή με το ποίμνιο προσδίδει στον, μη έχοντα ίδια αντίληψη, άγαμο κληρικό προσόντα, για να καλύψει τα ερωτήματα. Αρκούν όμως;»
Τόσοι άνθρωποι που καταφεύγουν πολλάκις και εις το Άγιον Όρος λαμβάνουν ανεπαρκή βοήθειαν; Πως όμως ενώ δια τους αγάμους κληρικούς τίθενται αυτά τα ερωτήματα, υπερθεματίζεται η προσέγγισις των ομοφυλοφίλων;
«Πρόσφατα, ο Πάπας Φραγκίσκος προχώρησε στην επαναπροσέγγιση μιας, ομολογουμένως μεγάλης, μερίδας ανθρώπων, ζητώντας συγγνώμη για την αντιμετώπιση που είχαν έως σήμερα οι ομοφυλόφιλοι από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προτρέποντας τους πιστούς να κάνουν το ίδιο για όλους τους αδικημένους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Εκκλησία μας έχει σκοπό τη σωτηρία των ανθρώπων και του κόσμου, δεν είναι κριτής, αλλά θα κριθεί κατά τη Βασιλεία του Θεού για τις όποιες παραλήψεις της. Πιστεύουμε ότι στο πλαίσιο της αγάπης και της δημοκρατίας του Χριστιανισμού, η Ορθόδοξη Εκκλησία θα πρέπει να προχωρήσει, επίσης στην επαναπροσέγγιση αυτής της μερίδας των ανθρώπων, των ομοφυλοφίλων, αναγνωρίζοντας ότι η σεξουαλική επιλογή τους είτε είναι απόρροια της ελεύθερης βούλησής τους είτε οφείλεται σε βιολογικά αίτια» (σελ. 132).
Δεν θα αναφερθώμεν εις το ότι προσάγεται ως υπόδειγμα ο Πάπας, κατά του οποίου επάλεψε με αίμα το Άγιον Όρος, αλλά εις το ότι βαπτίζεται ως «επιλογή» ένα θανάσιμον πάθος! Ενώ εξαντλείται η επιείκεια εις τους πνευματικά βαραίως νοσούντας, είμεθα τηρηταί του νόμου με τους σωματικώς ασθενούντας:
«Πιστεύουμε ότι μάλλον ευτελίζεται ο μυστηριακός χαρακτήρας του Χριστιανισμού και γι’ αυτό προτείνουμε να μη μεταδίδεται (ενν. από την τηλεόρασιν) η Θεία Λειτουργία… Άλλωστε η συμμετοχή στο Μυστήριο έχει συγκεκριμένο σκοπό και στόχο και δεν επιδέχεται εκπτώσεις και παραχωρήσεις. Οι ασθενείς, οι ανίκανοι μετακίνησης κ.α. ούτως η άλλως δεν μετέχουν. Ας παραμείνουν σε αναμετάδοση οι ακολουθίες του Εσπερινού, του Όρθρου, της υποδοχής ιερών εικόνων και λειψάνων, του καθαγιασμού των υδάτων κ.α.» (σελ. 129).
Ο άρρωστος δεν δύναται να κοινωνή της χάριτος από της θνησιφόρου κλίνης, αλλά ο κατ’ επιλογήν ομοφυλόφιλος δύναται να μετέχη εις την Θ. Λειτουργίαν, επειδή κατηργήσαμεν εις την σύγχρονον εποχήν τους προσκλαίοντας εις τον νάρθηκα; Να παραμείνη όμως η μετάδοσις πχ. της μεταφοράς της Τιμίας Ζώνης της Παναγίας, δια να ωφελήται ο πιστός η η Ι. Μονή;
Συμπέρασμα
«Η Ορθόδοξη Εκκλησία κλήθηκε κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, δηλαδή σε ιστορική περίοδο ανάγκης, να λειτουργήσει εκ νέου ως ποιμένας της Ελλάδας. Αυτή η αέναη σχέση ανταλλαγής ρόλων με την κοσμική εξουσία φαίνεται ότι απομάκρυνε την Εκκλησίας της Ελλάδας και τη θεολογία της από τον σκοπό της, την σωτηρία του κόσμου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, μάλλον από ιστορικές συγκυρίες, φαίνεται ότι μάλλον εγκλωβίσθηκε στην Αλήθειά της. Η νέα εποχή, οι νέες ανάγκες, τα σύγχρονα προβλήματα απαιτούν επαναπροσδιορισμό και εκσυγχρονισμό της Ορθόδοξης Εκκλησίας και βέβαια της θεολογίας της» (σελ. 137).
Αυτή είναι η «πεμπτουσία», εις την οποίαν καταλήγει η μελέτη και ερωτώμεν την Ι. Μ. Βατοπαιδίου αν συμφωνή, καθώς ευρίσκεται ανηρτημένη εις τον οικείον ιστοχώρον της. Προφανώς, δεν θα συμφωνή, αλλά είμεθα βέβαιοι ότι θα συμφωνήση πως με τόσα «ανοίγματα» έχει ανεπαρκή εποπτίαν εις το έργον, το οποίον προπαγανδίζεται μεν ως ιεραποστολή, αλλά μάλλον θόρυβον και ζημίαν προκαλεί. Ποίος ο σκοπός που αμείβονται (η ανταμείβονται ηθικώς) από την Ι. Μονήν τόσοι επιστημονικοί σύμβουλοι, όταν τους διαφεύγουν τερατώδη λάθη; Η «πεμπτουσία» της Ι. Μονής είναι η ανασύστασις του αυτοκρατορικού μεγαλείου η η άσκησις;
Ας ακούσωμεν την προτροπήν του Απ. Παύλου: «Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ην υμείς εμάθετε ποιούντας, και εκκλίνατε απ’ αυτών• οι γαρ τοιούτοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ ου δουλεύουσιν, αλλά τη εαυτών κοιλία, και δια της χρηστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων» (Ρωμ. 16,17-18).
Αυτή είναι η «πεμπτουσία», εις την οποίαν καταλήγει η μελέτη και ερωτώμεν την Ι. Μ. Βατοπαιδίου αν συμφωνή, καθώς ευρίσκεται ανηρτημένη εις τον οικείον ιστοχώρον της. Προφανώς, δεν θα συμφωνή, αλλά είμεθα βέβαιοι ότι θα συμφωνήση πως με τόσα «ανοίγματα» έχει ανεπαρκή εποπτίαν εις το έργον, το οποίον προπαγανδίζεται μεν ως ιεραποστολή, αλλά μάλλον θόρυβον και ζημίαν προκαλεί. Ποίος ο σκοπός που αμείβονται (η ανταμείβονται ηθικώς) από την Ι. Μονήν τόσοι επιστημονικοί σύμβουλοι, όταν τους διαφεύγουν τερατώδη λάθη; Η «πεμπτουσία» της Ι. Μονής είναι η ανασύστασις του αυτοκρατορικού μεγαλείου η η άσκησις;
Ας ακούσωμεν την προτροπήν του Απ. Παύλου: «Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ην υμείς εμάθετε ποιούντας, και εκκλίνατε απ’ αυτών• οι γαρ τοιούτοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ ου δουλεύουσιν, αλλά τη εαυτών κοιλία, και δια της χρηστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων» (Ρωμ. 16,17-18).
"O.T"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου