Καθεύδει ὁ Χριστός; -- Τοῦ κ. Χρήστου Κ. Λιβανοῦ

 Ζοῦµε, ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστες, κατὰ κοινὴ ὁµολογία, ἡµέρες θλιβερές. Ἕνα πέπλο φόβου, ἀνησυχίας καὶ ἀνασφάλειας ἔχει καλύψει τοὺς τελευταίους καιροὺς τὴν ἀνθρωπότητα. Στὴν πολύπαθη Συρία, στὸ Ἰράκ, στὸ Ἀφγανιστάν, στὴ Λιβύη, στὴν Ὑεµένη, κ.ἀ. καθηµερινῶς ἀκούγονται ἐκκωφαντικὲς ἐκρήξεις, ἄλλες ἀπὸ βόµβες, ποὺ ρίχνουν µαχητικὰ ἀεροπλάνα, καὶ ἄλλες ἀπὸ παγιδευµένα αὐτοκίνητα καὶ καµικάζι αὐτοκτονίας, καὶ οἱ δρόµοι γεµίζουν ἀπὸ νεκροὺς καὶ τραυµατίες. Πρόσφυγες ἀπ’ ὅλα αὐτὰ τὰ µέρη ἐγκαταλείπουν ἔντροµοι τὶς πόλεις τους, οἱ ὁποῖες ἔχουν καταντήσει, κατὰ τὴν προφητεία τοῦ Ἁγίου Κοσµᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, σὰν παράγκες, καὶ κατακλύζουν τὴν Ἰορδανία, τὸ Λίβανο, τὴν Τουρκία, τὴν Ἑλλάδα καὶ ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη, γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ νὰ ἐξασφαλίσουν ἕνα καλύτερο µέλλον. Πολλοὶ δὲν τὰ καταφέρνουν νὰ φθάσουν στὸν προορισµό τους καὶ µὲ φρίκη βλέποµε καθηµερινῶς τὸ Αἰγαῖο καὶ τὴ Μεσόγειο νὰ γίνωνται γι’ αὐτοὺς ὁ ὑγρὸς τάφος τους. Στὴν Εὐρώπη ἡ τροµοκρατία, ἡ ἀναρχία, ὁ ἐθνικισµός, ὁ νεοναζισµὸς δείχνουν τὸ ἀπαίσιο καὶ φρικτό τους πρόσωπο, ἐνῷ στὴν Πατρίδα µας τὸ σκηνικὸ εἶναι διαφορετικό. Κρίσι οἰκονοµικὴ πρωτόγνωρη, ἀνεργία πρωτοφανής, ἄποροι καὶ ἄστεγοι ποὺ τρέφονται στὰ συσσίτια, ἀπεργίες, ταπεινώσεις καὶ ἐξοντωτικὲς ἀπαιτήσεις τῶν δανειστῶν, ἀπώλεια τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας, αὐτοκτονίες, οἱ ὁποῖες, σύµφωνα µὲ δήλωσι τοῦ τ. ∆ιοικητοῦ τοῦ Νοσοκοµείου «ΕΛΠΙΣ» (τὸν ὁποῖον ἔπαυσαν οἱ «ἁρµόδιοι», διότι ἐκτελοῦσε στὸ ἀκέραιο τὰ καθήκοντά του!) ἔχουν ὑπερβῆ µέσα σὲ 5 χρόνια τὶς 11.000!
Ζοφερὴ πράγµατι κατάστασι, καταθλιπτική, ἀφόρητη, στὴν ὁποία, ἐὰν οἱ πιστοὶ καὶ εὐσεβεῖς ἄνθρωποι προσθέσουν καὶ τὶς προδοσίες τῆς Πίστεως ἐκ µέρους τῶν οἰκουµενιστῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἠθικὴ ἐξαχρείωσι καὶ ἀθλιότητα (πανσεξουαλισµός, γυµνισµός, σοδοµισµός, ἐκτρώσεις, διαζύγια, κ.ἄ.) δὲν µποροῦν παρὰ νὰ ἐπαναλάβουν τοὺς λόγους τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «ὁ Νόµος ἠτόνισεν, ἀργεῖ τὸ Εὐαγγέλιονπραγµάτων ἐπιδροµαί, τὰ τῶν φίλων ἄπιστα, τὰ τῆς Ἐκκλησίας ἀποίµαντα. Ἔρρει τὰ καλά, γυµνὰ τὰ κακά, ὁ πλοῦς ἐν νυκτί, πυρσὸς οὐδαµοῦ, Χριστὸς καθεύδει»!1 Ἆραγε , ὅµως, καθεύδει πράγµατι ὁ Χριστός; Κοιµᾶται ὁ Χριστὸς καὶ δὲν βλέπει τὴν Κόλασι, ποὺ ἄφησε τὸ σκοτεινὸ καὶ καταχθόνιο βασίλειό της καὶ ἀνέβηκε στὴ γῆ καὶ βασανίζει τοὺς ἀνθρώπους; Ὑπνοῖ ὁ Χριστὸς καὶ πρέπει νὰ τοῦ ἀπευθύνωµε καὶ ἐµεῖς τὸν ἀνθρωποµορφικὸ ἐκεῖνο λόγο τοῦ ∆αβὶδ «Ἐξεγέρθητι, ἵνα τί ὑπνοῖς Κύριε; Ἀνάστηθι!»;2 Ὄχι, ἀδελφοί, δὲν καθεύδει ὁ Χριστός. Φαίνεται νὰ κοιµᾶται, ἀλλὰ δὲν κοιµᾶται. Νοµίζοµε ὅτι δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ ὅσα κακὰ γίνονται στὴ γῆ, ἀλλὰ κάτι τέτοιο δὲν συµβαίνει. Ἐὰν ὑπάρχη ἕνα µάτι, ποὺ δὲν κλείνει ποτέ, εἶναι τὸ µάτι τοῦ Θεοῦ, ὁ ὀφθαλµὸς «ὃς τὰ πάνθ’ ὁρᾶ». Ἐφ’ ὅσον ὅµως βλέπει τὰ πάντα ὁ Χριστός, γιατί δὲν ἐπεµβαίνει νὰ λύση τὰ προβλήµατα, νὰ δώση διεξόδους στὰ ἀδιέξοδα, νὰ φωτίση τὰ ἐρέβη, νὰ ἁπλώση τὸ χέρι του νὰ µᾶς πιάση καὶ νὰ µᾶς τραβήξη ἔξω ἀπὸ τὰ βαθειὰ νερὰ τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἀποστασίας µας, ὅπως ἔκαµε ἐκείνη τὴ ζοφώδη καὶ ἀσέληνη νύκτα µὲ τὸν ὀλιγόπιστο Πέτρο, ποὺ βυθιζόταν στὰ ἀφρισµένα κύµατα τῆς λίµνης Γεννησαρέτ; Πολλοὶ εἶναι οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος δὲν ἐπεµβαίνει. Ἂς ἀναφέρωµε µερικούς. Ἡ ἀποστασία µας Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήµερα (καὶ ὁµιλοῦµε γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς) ἀποστάτησαν ἀπὸ τὸ Θεό. Ἡ σηµερινὴ ἀποστασία εἶναι πρωτοφανής, ὅλα δείχνουν ὅτι ζοῦµε τὴ µεγάλη ἀποστασία, ἡ ὁποία, ὅπως προεῖπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, θὰ προηγηθῆ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ τῆς ∆ευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.3 Πῶς, λοιπόν, θὰ ἔλθη ὁ Χριστὸς κοντά µας νὰ µᾶς σώση, ὅταν ἐµεῖς φεύγοµε µακριά Του καὶ ἀποστατοῦµε ἀπ’ Αὐτόν; Ὁ Πέτρος, ὅταν συνειδητοποίησε ὅτι ἐκεῖνος, ποὺ περιπατοῦσε ἐπάνω στὰ ὕδατα, ἦταν ὁ Κύριος καὶ ὄχι κάποιο φάντασµα, ζήτησε ἀπὸ τὸ Χριστὸ νὰ διατάξη νὰ ὑπάγη πρὸς Αὐτόν, περιπατώντας καὶ ἐκεῖνος ἐπάνω στὰ νερά. ∆υστυχῶς, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήµερα δὲν πηγαίνουν πρὸς τὸ Χριστό, ὅπως ὁ Πέτρος, ἀλλὰ φεύγουν ἀπὸ τὸ Χριστό. Ἄλλοι δὲ κάνουν κάτι χειρότερο. Ὅταν ἰδοῦν τὸ Χριστὸ καὶ τοὺς πλησιάση, Τὸν διώχνουν, λέγοντάς Του: «ἀπόστα ἀπ’ ἐµοῦ, ὁδούς σου εἰδέναι οὐ βούλοµαι»!4 Φύγε µακριὰ ἀπὸ ἐµέ, Χριστέ, δὲν θέλω νὰ γνωρίζω τὶς ὁδούς, ποὺ παραγγέλλεις νὰ βαδίζουν οἱ ἄνθρωποι. Ἐσὺ ὑποδεικνύεις τὴ στενὴ καὶ τεθλιµµένη ὁδό· ἐµεῖς ἐπιθυµοῦµε τὴν πλατεῖα καὶ εὐρύχωρη. Πῶς µποροῦµε νὰ συνυπάρξουµε; Καὶ ὁ Χριστὸς φεύγει λυπηµένος, ὅπως ἔφυγε τότε, ποὺ τὸν ἐδίωξαν ἀπὸ τὴ χώρα τους οἱ παράνοµοι, ἀγνώµονες, ἀγενεῖς καὶ ἀµετανόητοι Γαδαρηνοί.5 Ἡ ἀπιστία µας Ἕνας ἄλλος λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν ἐπεµβαίνει ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήµερα ἔπαυσαν νὰ πιστεύουν στὸ Χριστὸ καὶ πιστεύουν σὲ ἄλλα πράγµατα, ὅπως εἶναι τὰ χρήµατα, οἱ γνώσεις, τὰ ἀξιώµατα, ἡ κοσµικὴ δύναµι, οἱ ὑποσχέσεις τῶν πολιτικῶν. «Μὴ πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία», συµβουλεύει ὁ Ψαλµῳδός.6 ∆υστυχῶς, ὅµως, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι πιστεύουν περισσότερο σὲ ψεῦτες καὶ λαοπλάνους πολιτικοὺς παρὰ στὸ µόνον ἀληθῆ καὶ ἀξιόπιστο Θεό. Καὶ ἐφ’ ὅσον δὲν Τὸν πιστεύουν, δὲν Τὸν ἐπικαλοῦνται. ∆ὲν προσεύχονται σ’ Αὐτόν. ∆ὲν Τοῦ ζητοῦν νὰ ἐπέµβη. Καὶ ὁ Χριστός, σεβόµενος τὴν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς ἐπιλογές τους, δὲν ἐπεµβαίνει. «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑµῖν· ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε· κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑµῖν», µᾶς συµβουλεύει ὁ Χριστός.7 Πόσοι ἄνθρωποι ὅµως αἰτοῦν, ζητοῦν καὶ κρούουν τὴ θύρα τοῦ Χριστοῦ σήµερα; Πόσοι προσεύχονται σ’ Αὐτόν; Ἡ προσευχὴ προϋποθέτει πίστι, καὶ ἡ πίστι ἐξέλειπε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τὶς ἔσχατες καὶ ἀποκαλυπτικὲς τοῦτες ἡµέρες. Ἐφ’ ὅσον δὲ ὁ Χριστὸς δὲν ἀκούει κτύπους στὴν πόρτα Του, γιατί ν’ ἀνοίξη, γιατί νὰ ἐπέµβη; Ὤ, καὶ νὰ ἐγνώριζαν οἱ ἄνθρωποι τὴ δύναµι τῆς προσευχῆς! Θαύµατα θὰ µποροῦσαν νὰ κάνουν καὶ νὰ κατεβάσουν τὸν Οὐρανὸ στὴ γῆ. Ἡ ἀπιστία ὅµως τῶν πολλῶν, ἀντὶ νὰ κατεβάση τὸν Οὐρανὸ στὴ γῆ, µετέτρεψε τὴ γῆ σὲ Κόλασι. «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡµῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώµεθα», προτρέπει ἡ Ἐκκλησία. Οἱ ἄνθρωποι, ὅµως, ἀντὶ νὰ παραθέσουν τὴ ζωή τους µὲ ἐµπιστοσύνη στὸ Χριστό, τὴν παρέθεσαν, ὑποδουλωµένοι στὰ πάθη τους, στὸ ∆ιάβολο. Πῶς λοιπὸν νὰ ἐπέµβη ὁ Χριστὸς στὴ ζωή τους, ὅταν ἐκεῖνοι τὴν ἔχουν οἰκειοθελῶς παραδώσει στὸ ∆ιάβολο, ποιώντας τὰ δικά του πονηρὰ καὶ σκοτεινὰ ἔργα καὶ ὄχι τὰ ἀγαθὰ καὶ φωτεινὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ; Ἡ ἀµετανοησία µας Θὰ ἀναφέρωµε ἕνα ἀκόµη λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν ἐπεµβαίνει ὁ Χριστὸς νὰ δώση λύσεις στὰ προβλήµατα τῶν ἀνθρώπων καὶ αὐτὸς δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὴν ἀµετανοησία τους. ∆υστυχῶς, παρὰ τὴν τραγικὴ κατάστασι, στὴν ὁποία ἔχει περιέλθει ἡ ἀνθρωπότητα, ὀλίγοι ἄνθρωποι µετανοοῦν. Προτιµοῦν γιὰ τὰ βάσανά τους νὰ κατηγοροῦν τοὺς πολιτικούς, τοὺς δανειστές µας, τὶς σκοτεινὲς δυνάµεις, τὴ στιγµή, ποὺ ἡ ζωή τους εἶναι βυθισµένη στὴν ἁµαρτία. ∆ιατηροῦν προγαµιαῖες σχέσεις, πορνεύουν, µοιχεύουν, συζοῦν παρανόµως ἢ τελοῦν πολιτικοὺς γάµους, βλασφηµοῦν καὶ γενικῶς περιφρονοῦν καὶ καταπατοῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, δίχως συναίσθησι τῆς ἁµαρτωλότητός των καὶ δίχως ἴχνος καὶ διάθεσι µετανοίας. Ὁ δρόµος πρὸς τὸ ἐξοµολογητήριο εἶναι γιὰ τοὺς πολλοὺς ἄγνωστος. Καὶ ὅµως δὲν ὑπάρχει ἄλλο πρᾶγµα, ποὺ νὰ ἑλκύη περισσότερο καὶ γρηγορότερα τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴ µετάνοια. Τρεῖς ἡµέρες ἔµπρακτης µετανοίας καὶ δεήσεων ἦταν ἀρκετές, γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ Νινευΐτες ἀπὸ τὴν καταστροφή, ὀλίγα δὲ µόνο λεπτὰ εἰλικρινοῦς µετανοίας ἐπάνω στὸ σταυρὸ ἦταν ὑπεραρκετά, γιὰ νὰ χαρίσουν στὸν εὐγνώµονα Λῃστὴ τὸν Παράδεισο! Εἴθε αὐτὴ τὴ µετάνοια τῶν Νινευϊτῶν καὶ τοῦ Λῃστοῦ νὰ ἀποκτήσωµε καὶ ἐµεῖς οἱ ὀρθόδοξοι Νεοέλληνες, ἐὰν θέλωµε νὰ ἑλκύσωµε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εὔκολα κατεβαίνοµε σὲ ἀπεργίες, δύσκολα ὅµως ἀπεργοῦµε ἀπὸ τὶς ἁµαρτίες µας καὶ µετανοοῦµε γι’ αὐτές. Ἡ ἀγάπη, ὅµως, τοῦ Θεοῦ σύντοµα θὰ µᾶς ἀπαλλάξη ἀπ’ αὐτὴ τὴ δυσκολία. Τὰ παγκόσµια γεγονότα, ποὺ ἔρχονται, καὶ τὰ ὁποῖα ἔχουν προφητεύσει οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας µας, θὰ συγκλονίσουν τὶς ψυχὲς καὶ θὰ φέρουν µετάνοια στὴν ἁµαρ- τωλὴ Πατρίδα µας. Ἐφ’ ὅσον δὲν µᾶς συγκλονίζουν οἱ ἁµαρτίες µας, θὰ µᾶς συγκλονίσουν τὰ γεγονότα. Καὶ τότε, ὅπως προεῖδε καὶ προεῖπε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, «ἐπειδὴ στὴν Ἑλλάδα ὁ κόσµος θὰ φοβηθῆ, πολλοὶ θὰ στραφοῦν πρὸς τὴν Ἐκκλησία, πρὸς τὸν Θεό, καὶ θὰ µετανοήσουν. Γι’ αὐτό, ἐπειδὴ θὰ ὑπάρξη µετάνοια, δὲν θὰ πάθουµε κακὸ οἱ Ἕλληνες. Ὁ Θεὸς θὰ λυπηθῆ τὴν Ἑλλάδα, ἐπειδὴ ὁ κόσµος θὰ στραφῆ πρὸς τὴν Ἐκκλησία…». Ὅπως τὰ µικρὰ παιδιὰ πρέπει νὰ καοῦν, γιὰ νὰ σταµατήσουν νὰ παίζουν µὲ τὰ σπίρτα, ἔτσι καὶ ἐµεῖς, τὰ ἄτακτα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ αἰσθανθοῦµε τὸν πόνο ἀπὸ τὶς δοκιµασίες καὶ τὶς θλίψεις, γιὰ νὰ σταµατήσωµε νὰ ἁµαρτάνωµε καὶ νὰ µετανοήσωµε. Καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι ἕνα ἀκόµη θαυµαστὸ ἀποτέλεσµα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ µία ἀπόδειξι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν καθεύδει, ἀλλὰ κυβερνᾶ µὲ σοφία τὰ σύµπαντα καὶ κατευθύνει τὴν ἱστορία καὶ τὴν πορεία τοῦ κόσµου, ἐπεµβαίνοντας ὅπου, ὅποτε καὶ ὅπως Αὐτὸς ἐπιλέγει καὶ µὲ µοναδικὸ γνώµονα τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.


Σηµειώσεις: 1. Ἐπιστολή Π΄, Εὐδοξίῳ Ρήτορι, P.G. 37, 153, 2. Ψαλμ. 44:23, 3. Β΄ Θεσ. 2:3, 4. Ἰώβ, 21:14, 5. Λουκ. 8:37, 6. Ψαλμ. 145:3, 7. Ματθ. 7:7.

"Ο.Τ"

Δεν υπάρχουν σχόλια: