Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ, αποτελεί μία φάση του ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ, το οποίο κυοφορήθηκε, μέσα στο ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ. Το Μακεδονικό Ζήτημα, καλλιεργήθηκε κατά τους 17ο, 18ο και 19ο Αιώνες και γεννήθηκε το 1876, με την ίδρυση στην Κωνσταντινούπολη, της Βουλγαρικής Εξαρχίας.
Το Ανατολικό Ζήτημα, δεν είναι ανακάλυψη της εποχής μας, ούτε ενεφανίσθη προσφάτως, αλλά υπάρχει από τότε που υπάρχουν κάτοικοι στα παράλια του Αιγαίου, το οποίο αποτελεί γέφυρα μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Επομένως, όποιος θέλει να κυριαρχήσει στην περιοχή (και κατ’ επέκταση σε όλο τον κόσμο), πρέπει να καταλάβει το Αιγαίο.
Το Ανατολικό Ζήτημα, πήρε την σημερινή του μορφή κατά τον 18ο Αιώνα, όταν άρχισε η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε, κάθε μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις, θέλησε να κυριαρχήσει στην ΕΥΡΩΠΗ, στην ΑΣΙΑ και την ΑΦΡΙΚΗ. Άρα σε όλο τον κόσμο.
Εκείνη η οποία προσπάθησε τις περισσότερες φορές να καταλάβει, με κάθε τρόπο τα παράλια του Αιγαίου, ήταν η ΡΩΣΙΑ. Ο κύριος λόγος ήταν, ότι καίτοι η ΡΩΣΙΑ ήταν το μεγαλύτερο κράτος της Ευρώπης, δεν είχε διέξοδο σε ανοιχτή Θερμή Θάλασσα. Όμως, όσες φορές η ΡΩΣΙΑ προσπάθησε κάτι τέτοιο, συνάντησε την αντίδραση των υπολοίπων Μεγάλων Δυνάμεων και για τον λόγο αυτό, θέλησε να αλλάξει Τρόπο Ενεργείας και Δράσεως.
Οι Ρώσοι, ανακάλυψαν ότι στα Βαλκάνια, κατοικούσαν δύο λαοί, οι ΣΕΡΒΟΙ και οι ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ, οι οποίοι ήσαν, φυλετικά, συγγενείς προς αυτούς, δηλαδή Σλάβοι.
Τότε, δημιουργήθηκε η ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ, που σκοπό είχε, να ενώσει όλους τους Σλάβους, σε ένα κράτος.
Έτσι, οι Ρωσικές προσπάθειες, θα παρουσιάζονταν ως Εθνική Επανάσταση των Νοτίων Σλάβων και όχι ως Ρωσικός κατακτητικός πόλεμος!
Κύριος υποκινητής και εκπρόσωπος του Πανσλαβισμού, ήταν ο Ρώσος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, ΙΓΝΑΤΙΕΦ. Οι Ρώσοι, αποφάσισαν να βασιστούν τότε (μέσα του 19ου Αιώνος), περισσότερο στους Βουλγάρους, τους οποίους θεώρησαν, και έτσι ήταν, πιο κατάλληλους να χρησιμοποιηθούν ως όργανα της επεκτατικής πολιτικής τους.
Στόχος η Μακεδονία, η οποία βρισκόταν, υπό Οθωμανική κατοχή. Εάν η Μακεδονία γινόταν Βουλγαρική, τότε η Ρωσία θα κατέβαινε, εμμέσως στο Αιγαίο και θα ήλεγχε με τον στόλο της, την «Θερμή Θάλασσα» και τα παράλιά της.
Μεγάλο εμπόδιο στα Ρωσικά σχέδια, αποτελούσε ο Ελληνισμός της Μακεδονίας, που κατοικούσε σε συμπαγείς μάζες, στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Τι έπρεπε να γίνει με τον Ελληνισμό της Μακεδονίας, που δυσκόλευε την εφαρμογή των ρωσικών σχεδίων; Έπρεπε να εξοντωθεί οπωσδήποτε. Γι’ αυτό, ως πρώτο βήμα στην προσπάθεια εξοντώσεως του Ελληνισμού, οι Ρώσοι, με την βοήθεια των Τούρκων, ίδρυσαν την Βουλγαρική Εξαρχία.
Η Βουλγαρική Εξαρχία, ήταν ένα Βουλγαρικό Πατριαρχείο, ανεξάρτητο από το Οικουμενικό, με το οποίο οι Βούλγαροι, άρχισαν ένα όργιο προπαγάνδας και βίας, εις βάρος των Πατριαρχικών Ελλήνων της Μακεδονίας. Έτσι, το ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ, μετατρέπεται σε ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ.
Η πρώτη φάση, του ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ, ήταν ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
Με τον όρο «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ», εννοούμε τον ένοπλο αγώνα, που διεξήχθη μέσα σε ένα ξένο κράτος, δηλαδή την Οθωμανική Αυτοκρατορία, μεταξύ δύο υποδούλων σ’ αυτήν, δηλαδή την ΕΛΛΑΔΑ και την ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ.
Οι Τούρκοι, είχαν διαιρέσει την Μακεδονία σε δύο Βιλαέτια, τα όρια των οποίων, δεν συνέπιπταν με τα όρια της ιστορικής Μακεδονίας. Το Βιλαέτι της Θεσσαλονίκης και το Βιλαέτι του Μοναστηρίου.
Σύμφωνα με αντικειμενικές στατιστικές της εποχής, (η μία μάλιστα ήταν του Γερμανού Στρατηγού Φον Ντερ Γκολτς, οργανωτού του τουρκικού στρατού) στην περιοχή της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ κατοικούσαν: Τούρκοι: 600.000, Έλληνες: 650.000, Βούλγαροι: 250.000 και μερικές χιλιάδες Σέρβοι, Εβραίοι και άλλοι.
Οι γλώσσες που μιλούσαν οι κάτοικοι, ήταν η Τουρκική (επίσημη), η Ελληνική, η Βουλγαρική η Σερβική, καθώς και μερικά τοπικά ιδιώματα, χωρίς συντακτικό και γραμματική
Ο Μακεδονικός Αγώνας, διήρκεσε περίπου 40 χρόνια (1870-1908) και διεξήχθη σε τρεις Περιόδους: Η 1η Περίοδος (1870-1897): Προπαγανδιστική Δράση. Η 2α Περίοδος (1897-1904): Τρομοκρατική (εκ μέρους των Βουλγάρων) Δράση και η 3η Περίοδος (1904-1908): Ένοπλη Αναμέτρηση.
Τον Μακεδονικό Αγώνα, κατά τα αρχικά στάδια, το κυρίαρχο κράτος, δηλαδή η Οθωμανική Αυτοκρατορία, όχι μόνον δεν τον απέτρεψε, αλλά εφαρμόζοντας την Αρχή του «Διαίρει και Βασίλευε», σε πολλές περιπτώσεις, ευνοούσε τους Βουλγάρους.
Το 1870, ιδρύθηκε η Βουλγαρική Εξαρχία, ενώ το 1877, κηρύσσεται ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, ο οποίος το 1878, καταλήγει στην «Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου», η οποία προέβλεπε την, με τις ευλογίες της Ρωσίας, δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας, δηλαδή την δημιουργία ενός κράτους-τέρας, το οποίο - και αυτό ήταν το ζητούμενο - αποκτούσε έξοδο στο Αιγαίο, από την ευρεία περιοχή της Καβάλας
Οι λοιπές Μεγάλες Δυνάμεις αντιδρούν και η Συνθήκη αυτή, δεν εφαρμόσθηκε ποτέ.
Το 1885, η Βουλγαρία προσαρτά βιαίως την Ανατολική Ρωμυλία, με την ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων
Η γενικότερη προσπάθεια των Βουλγάρων στην περιοχή της Μακεδονίας, άρχισε με ειρηνικά μέσα και απέβλεπε στο να πείσει τους κατοίκους της Μακεδονίας, να υπαχθούν στην σχισματική εκκλησία, με απώτερους, φυσικά, Γεωπολιτικούς Στόχους. Η προπαγάνδα, γινόταν στις Εκκλησίες και τα Σχολεία με ιερείς και δασκάλους, που στέλνονταν από τη Βουλγαρία.
Οι Έλληνες, αντέδρασαν με τα ίδια μέσα, ιδρύοντας περισσότερα Σχολεία και Εκκλησίες, με περισσότερους ιερείς και δασκάλους. Πολύ μεγάλη δραστηριότητα σημειώθηκε και στον Πολιτιστικό Τομέα, με την ίδρυση Σωματείων Φιλεκπαιδευτικών, Μουσικών και Μορφωτικών. Η αφοσίωση του Κλήρου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αποτελούσε στοιχείο συσπειρώσεως του Ελληνορθόδοξου ποιμνίου, γύρω από την «Ελληνική Ιδέα».
Μεγάλη Εθνική Δράση, αναλαμβάνει ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄, ο οποίος αντιλαμβανόμενος την σοβαρότητα του Αγώνα, τοποθετεί στην Μακεδονία, νεαρούς, φωτισμένους και δυναμικούς Ιεράρχες, οι οποίοι με το θάρρος και το φρόνημά τους, πέτυχαν να ανατρέψουν το κλίμα. Ανάμεσά τους υπάρχουν σημαντικές προσωπικότητες, όπως: Στην Καστοριά, ο Γερμανός Καραβαγγέλης. Στην Δράμα, ο Χρυσόστομος, ο μετέπειτα Εθνομάρτυς Σμύρνης και στην Στρώμνιτσα, ο Γρηγόριος.
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών, ήταν εξ’ ίσου σημαντικός, αφού εκτός από την εξύψωση του Εθνικού Φρονήματος των Ελλήνων, ήταν και Πληροφοριοδότες και Σύνδεσμοι με το Ελληνικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης.
Μπροστά στην νέα αυτή κατάσταση και την σθεναρή αντίδραση των Ελλήνων της Μακεδονίας, η Βουλγαρία αποφάσισε την χρήση βίας. Έτσι μπαίνουμε στην 2α Περίοδο (1897-1904, Τρομοκρατική Δράση).
Την Άνοιξη του 1895, ένοπλες βουλγαρικές ομάδες, περίπου 600 ανδρών, μπήκαν στην Μακεδονία για να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες.
Από το 1897 μέχρι τον Νοέμβριο του 1904, δολοφονήθηκαν μόνο στην περιοχή της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας, πάνω από 500 Έλληνες. Ταυτοχρόνως, η βουλγαρική προπαγάνδα, γίνεται όλο και πιο έντονη.
Ενώ όμως η ΣΟΦΙΑ έτσι έκανε, η ΑΘΗΝΑ, παρέμενε σε αδράνεια, ακόμα και σε αδυναμία, να βοηθήσει.
Έτσι, οι Έλληνες της Μακεδονίας είχαν αφεθεί στην τύχη τους, μη έχοντας όχι Υλική, αλλά ούτε καν Ηθική, στήριξη. Η αλήθεια βέβαια είναι, ότι η τότε Ελεύθερη Ελλάδα, βρισκόταν, ακόμη, σε αδυναμία να βοηθήσει, αφού αντιμετώπιζε τις συνέπειες του Ε/Τ Πολέμου του 1897 και ήταν διστακτική να αναμειχθεί στην διαμάχη για την Μακεδονία.
Την 20ή Ιουλίου 1903, οι Βούλγαροι προφασιζόμενοι τουρκική κακοδιοίκηση, εκδηλώνουν την εξέγερση του Ήλιντεν (Ημέρα του Προφήτη Ηλία). Σκοπός της εξεγέρσεως ήταν να προκληθούν αντίποινα των Μουσουλμανικών πληθυσμών, εις βάρος των Χριστιανικών. Όπερ και εγένετο.
Όλα πλέον, οδηγούν στην 3η Φάση του Μακεδονικού Αγώνα. Δηλαδή στην Ένοπλη Αναμέτρηση. Η διαμορφωθείσα κατάσταση, αλλά και η συνεχιζόμενη αδράνεια της Αθήνας, αναγκάζει τον Ελληνισμό της Μακεδονίας, να αντιδράσει διαφορετικά.
Ο φλογερός πατριώτης Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, οργανώνει αντάρτικα σώματα, με κορυφαίο τον γενναίο Μακεδόνα Καπετάν Κώττα.
Ζητά την συνδρομή του Εθνικού Κέντρου, αλλά η Αθήνα κωφεύει. Δεν εγκαταλείπει όμως την προσπάθεια. Γράφει πύρινα άρθρα στις εφημερίδες. Έρχεται σε επαφή με τον Υποπρόξενο στο Μοναστήρι ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ και τον (γαμπρό αυτού) Ανθυπολοχαγό ΠΑΥΛΟ ΜΕΛΑ. Οι δύο αυτές μορφές του Μ.Α, ανταποκρίνονται αμέσως και το 1903 αποστέλλουν στον Καραβαγγέλη, οπλισμό και εθελοντές (κυρίως Κρήτες).
Ταυτοχρόνως το Ελληνικό Προξενείο στην Θεσσαλονίκη (σήμερα Μουσείο Μ.Α.), γίνεται κέντρο Εθνικής Δράσεως. Πρωτοπόρος στην προσπάθεια αυτή, είναι ο ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ (από το Βογατσικό Καστοριάς).
Ο Δραγούμης, δραστηριοποιείται προς κάθε κατεύθυνση, σε ολόκληρη την Μακεδονία και προετοιμάζει το έδαφος για τον μεγάλο ξεσηκωμό.
Επί τέλους, η Αθήνα αρχίζει να αφυπνίζεται…
Νεαροί Διπλωμάτες, απλοί Ιδιώτες, Δημοσιογράφοι, Λογοτέχνες και Αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού, ενεργώντας μόνοι τους και χωρίς επίσημη κρατική εντολή, πηγαίνουν στην Μακεδονία το 1903.
Βλέπουν την κατάσταση και επιστρέφοντας στην Αθήνα, δίνουν το σήμα του συναγερμού.
Ο Ίων Δραγούμης, στο έργο του «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα», στέλνει εγερτήριο σάλπισμα στην και τότε (όπως και σήμερα) μακαρίως κοιμωμένη Ελληνική κοινή γνώμη και καταπιεζομένη Εθνική μας συνείδηση.
Τοποθετούνται ως Πρόξενοι άνθρωποι, που θα πάρουν ενεργό μέρος στον αγώνα, όπως: Ο Δημήτριος Καλλέργης στο Μοναστήρι με υποπρόξενο τον Ίωνα Δραγούμη. Ο Αντώνιος Σαχτούρης στις Σέρρες. Ο Λάμπρος Κορομηλάς στην Θεσσαλονίκη.
Έλληνες Αξιωματικοί μεταβαίνουν στην Μακεδονία και είτε τοποθετούνται ως Γραμματείς στα Ελληνικά Προξενεία, είτε αναλαμβάνουν την οργάνωση και την ηγεσία των Ενόπλων Τμημάτων, που μάχονται με σκοπό να προστατεύσουν τον ελληνικό πληθυσμό και να τονώσουν το Εθνικό Φρόνημα.
Παραλλήλως, οργανώνεται ένα περίπλοκο σύστημα προωθήσεως ανδρών και οπλισμού, μέσω των Ε/Τ συνόρων. Εξ’ άλλου, σε αρκετές πόλεις της Ελλάδος ανοίγουν γραφεία στρατολογήσεως εθελοντών, τα οποία παρουσιάζονται ως Γραφεία Ταξιδίων.
Στον αγώνα για την Μακεδονία, συστρατεύθηκαν όλοι οι Έλληνες, με πρώτους τους Κρητικούς και τους Μανιάτες. Ανάμεσά τους πρωτοπόροι δεκάδες νέοι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού αλλά και του Ναυτικού, πολλοί από τους οποίους, έδωσαν και την ζωή τους για την Μακεδονία.
Χαρακτηριστικές τραγικές, αλλά και συνάμα ηρωικές μορφές, οι νεαροί Ανθυπολοχαγοί Παύλος Μελάς και Τέλος Άγρας.
Ο Παύλος Μελάς χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο «Μίκης Ζέζας» (Το «Μίκης» ήταν το όνομα του γιού του, ενώ το «Ζέζας», σημαίνει «μελαχρινός») και εργάστηκε άοκνα και συστηματικά: Για την οργάνωση ανταρτικών εθελοντικών σωμάτων στην Δυτική Μακεδονία, για την προστασία των Ελληνικών χωριών και για την αφύπνιση του Ελληνικού πληθυσμού.
Στις 13 Οκτ. 1904, ο Παύλος Μελάς βρίσκεται για ανάπαυση του τμήματός του, στο χωριό ΣΤΑΤΙΣΤΑ (νυν «Π. Μελάς») των Κορεστίων Καστοριάς. Το γεγονός, προδόθηκε στις τουρκικές αρχές, από την βουλγαρική IMRO (= ΕΜΕΟ: Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση) και ένα τούρκικο απόσπασμα, περικύκλωσε το σπίτι, που αναπαυόταν ο Μελάς
Μετά από μία σύντομη ανταλλαγή πυροβολισμών, ο Μελάς τραυματίσθηκε σοβαρά και σε λίγο ξεψύχησε, περνώντας στο Πάνθεον των Ηρώων του Ελληνισμού
Ο Παύλος Μελάς, δεν ήταν βέβαια ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος νεκρός του Μακεδονικού Αγώνα. Η αυτοθυσία του όμως ενήργησε ως καταλύτης εμπνέοντας και άλλους εθελοντές, που έσπευσαν από την Ελεύθερη Ελλάδα, για να σμίξουν με τους Μακεδόνες αντάρτες. Στο γεγονός αυτό, συνετέλεσε και το ότι ο Παύλος Μελάς, καταγόμενος από μεγάλη και πλούσια αθηναϊκή οικογένεια, παντρεμένος με δύο μικρά παιδιά, τα εγκατέλειψε όλα για τον Αγώνα.
Ιδιαίτερη ένταση, είχε ο Αγώνας στην Δυτ. Μακεδονία και ιδιαίτερα στο Βιλαέτι του ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ, το οποίο περιελάμβανε γενικώς την περιοχή Μοναστηρίου, Φλωρίνης, Καστοριάς και Κοζάνης. Εκεί ευρίσκοντο, Έδρα Τουρκικού ΣΣ, Έδρα του Ελληνικού Προξενείου, Άτυπο αρχηγείο για τα μαχόμενα Ελληνικά Τμήματα στην περιοχή και Έδρα της Βουλγαρικής προπαγάνδας για ολόκληρη σχεδόν την Μακεδονία. Ήταν δηλαδή μία σκέτη πυριτιδαποθήκη.
Σκληρότατος ήταν επίσης ο αγώνας στην ελώδη, τότε, Λίμνη των ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ, σημείο Στρατηγικής σημασίας, για τον έλεγχο των συγκοινωνιών.
Εκεί αγωνίσθηκε ο Ανθυπολοχαγός ΤΕΛΟΣ ΑΓΑΠΗΝΟΣ (Καπετάν ΑΓΡΑΣ), ο οποίος συνελήφθη δολίως, ενώ είχε κληθεί για συζητήσεις για παύση εχθροπραξιών, τον Ιούνιο του 1907 και απαγχονίστηκε από τους Βουλγάρους έξω από την Έδεσσα. Μαζί με τον Άγρα, απαγχονίστηκε και ο συνεργάτης του Αντ. Μίγκας, από την Νάουσα.
Άλλες ηρωικές μορφές του Μ.Α. υπήρξαν ο Υπομοίραρχος Σπηρομήλιος, ο Υπλγός Μαζαράκης, ο Λγός Μωραϊτης, ο Γεώργιος Κατεχάκης, υπαρχηγός των Σωμάτων Δυτ. Μακεδονίας και ο Ανθλγός Σουλιώτης Νικολαϊδης, που οργάνωσε τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης, καθώς και μια πληθώρα άλλων.
Το 1908 εκδηλώνεται στην Θεσσαλονίκη και επικρατεί σε όλη την Αυτοκρατορία, το Κίνημα των Νεοτούρκων, το οποίο και έδωσε τέλος στον Μακεδονικό Αγώνα
Έτσι το 1909 λήγει θεωρητικώς ο Μακεδονικός Αγώνας, (διότι ουσιαστικώς, συνεχίζεται μέχρι σήμερα), ο οποίος παρά τις θυσίες και το αίμα, αποδείχθηκε πολύτιμος για τον Ελληνισμό και τούτο διότι τα στελέχη του Ελληνικού Στρατού, απέκτησαν Εμπειρίες, Οργανωτικές Ικανότητες και Γνώση του χώρου της Μακεδονίας. Οι γνώσεις αυτές, θα εξαργυρωθούν αργότερα, στους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους
Παραλλήλως, οι Ένοπλες Δυνάμεις, ανέκτησαν τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη του Ελληνικού λαού, ανυψώνοντας το πολεμικό φρόνημα, που είχε καταρρακώσει ο ατυχής Ε/Τ πόλεμος του 1897.
Το Ανατολικό Ζήτημα, δεν είναι ανακάλυψη της εποχής μας, ούτε ενεφανίσθη προσφάτως, αλλά υπάρχει από τότε που υπάρχουν κάτοικοι στα παράλια του Αιγαίου, το οποίο αποτελεί γέφυρα μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Επομένως, όποιος θέλει να κυριαρχήσει στην περιοχή (και κατ’ επέκταση σε όλο τον κόσμο), πρέπει να καταλάβει το Αιγαίο.
Το Ανατολικό Ζήτημα, πήρε την σημερινή του μορφή κατά τον 18ο Αιώνα, όταν άρχισε η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε, κάθε μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις, θέλησε να κυριαρχήσει στην ΕΥΡΩΠΗ, στην ΑΣΙΑ και την ΑΦΡΙΚΗ. Άρα σε όλο τον κόσμο.
Εκείνη η οποία προσπάθησε τις περισσότερες φορές να καταλάβει, με κάθε τρόπο τα παράλια του Αιγαίου, ήταν η ΡΩΣΙΑ. Ο κύριος λόγος ήταν, ότι καίτοι η ΡΩΣΙΑ ήταν το μεγαλύτερο κράτος της Ευρώπης, δεν είχε διέξοδο σε ανοιχτή Θερμή Θάλασσα. Όμως, όσες φορές η ΡΩΣΙΑ προσπάθησε κάτι τέτοιο, συνάντησε την αντίδραση των υπολοίπων Μεγάλων Δυνάμεων και για τον λόγο αυτό, θέλησε να αλλάξει Τρόπο Ενεργείας και Δράσεως.
Οι Ρώσοι, ανακάλυψαν ότι στα Βαλκάνια, κατοικούσαν δύο λαοί, οι ΣΕΡΒΟΙ και οι ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ, οι οποίοι ήσαν, φυλετικά, συγγενείς προς αυτούς, δηλαδή Σλάβοι.
Τότε, δημιουργήθηκε η ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ, που σκοπό είχε, να ενώσει όλους τους Σλάβους, σε ένα κράτος.
Έτσι, οι Ρωσικές προσπάθειες, θα παρουσιάζονταν ως Εθνική Επανάσταση των Νοτίων Σλάβων και όχι ως Ρωσικός κατακτητικός πόλεμος!
Κύριος υποκινητής και εκπρόσωπος του Πανσλαβισμού, ήταν ο Ρώσος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, ΙΓΝΑΤΙΕΦ. Οι Ρώσοι, αποφάσισαν να βασιστούν τότε (μέσα του 19ου Αιώνος), περισσότερο στους Βουλγάρους, τους οποίους θεώρησαν, και έτσι ήταν, πιο κατάλληλους να χρησιμοποιηθούν ως όργανα της επεκτατικής πολιτικής τους.
Στόχος η Μακεδονία, η οποία βρισκόταν, υπό Οθωμανική κατοχή. Εάν η Μακεδονία γινόταν Βουλγαρική, τότε η Ρωσία θα κατέβαινε, εμμέσως στο Αιγαίο και θα ήλεγχε με τον στόλο της, την «Θερμή Θάλασσα» και τα παράλιά της.
Μεγάλο εμπόδιο στα Ρωσικά σχέδια, αποτελούσε ο Ελληνισμός της Μακεδονίας, που κατοικούσε σε συμπαγείς μάζες, στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Τι έπρεπε να γίνει με τον Ελληνισμό της Μακεδονίας, που δυσκόλευε την εφαρμογή των ρωσικών σχεδίων; Έπρεπε να εξοντωθεί οπωσδήποτε. Γι’ αυτό, ως πρώτο βήμα στην προσπάθεια εξοντώσεως του Ελληνισμού, οι Ρώσοι, με την βοήθεια των Τούρκων, ίδρυσαν την Βουλγαρική Εξαρχία.
Η Βουλγαρική Εξαρχία, ήταν ένα Βουλγαρικό Πατριαρχείο, ανεξάρτητο από το Οικουμενικό, με το οποίο οι Βούλγαροι, άρχισαν ένα όργιο προπαγάνδας και βίας, εις βάρος των Πατριαρχικών Ελλήνων της Μακεδονίας. Έτσι, το ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ, μετατρέπεται σε ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ.
Η πρώτη φάση, του ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ, ήταν ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
Με τον όρο «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ», εννοούμε τον ένοπλο αγώνα, που διεξήχθη μέσα σε ένα ξένο κράτος, δηλαδή την Οθωμανική Αυτοκρατορία, μεταξύ δύο υποδούλων σ’ αυτήν, δηλαδή την ΕΛΛΑΔΑ και την ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ.
Οι Τούρκοι, είχαν διαιρέσει την Μακεδονία σε δύο Βιλαέτια, τα όρια των οποίων, δεν συνέπιπταν με τα όρια της ιστορικής Μακεδονίας. Το Βιλαέτι της Θεσσαλονίκης και το Βιλαέτι του Μοναστηρίου.
Σύμφωνα με αντικειμενικές στατιστικές της εποχής, (η μία μάλιστα ήταν του Γερμανού Στρατηγού Φον Ντερ Γκολτς, οργανωτού του τουρκικού στρατού) στην περιοχή της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ κατοικούσαν: Τούρκοι: 600.000, Έλληνες: 650.000, Βούλγαροι: 250.000 και μερικές χιλιάδες Σέρβοι, Εβραίοι και άλλοι.
Οι γλώσσες που μιλούσαν οι κάτοικοι, ήταν η Τουρκική (επίσημη), η Ελληνική, η Βουλγαρική η Σερβική, καθώς και μερικά τοπικά ιδιώματα, χωρίς συντακτικό και γραμματική
Ο Μακεδονικός Αγώνας, διήρκεσε περίπου 40 χρόνια (1870-1908) και διεξήχθη σε τρεις Περιόδους: Η 1η Περίοδος (1870-1897): Προπαγανδιστική Δράση. Η 2α Περίοδος (1897-1904): Τρομοκρατική (εκ μέρους των Βουλγάρων) Δράση και η 3η Περίοδος (1904-1908): Ένοπλη Αναμέτρηση.
Τον Μακεδονικό Αγώνα, κατά τα αρχικά στάδια, το κυρίαρχο κράτος, δηλαδή η Οθωμανική Αυτοκρατορία, όχι μόνον δεν τον απέτρεψε, αλλά εφαρμόζοντας την Αρχή του «Διαίρει και Βασίλευε», σε πολλές περιπτώσεις, ευνοούσε τους Βουλγάρους.
Το 1870, ιδρύθηκε η Βουλγαρική Εξαρχία, ενώ το 1877, κηρύσσεται ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, ο οποίος το 1878, καταλήγει στην «Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου», η οποία προέβλεπε την, με τις ευλογίες της Ρωσίας, δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας, δηλαδή την δημιουργία ενός κράτους-τέρας, το οποίο - και αυτό ήταν το ζητούμενο - αποκτούσε έξοδο στο Αιγαίο, από την ευρεία περιοχή της Καβάλας
Οι λοιπές Μεγάλες Δυνάμεις αντιδρούν και η Συνθήκη αυτή, δεν εφαρμόσθηκε ποτέ.
Το 1885, η Βουλγαρία προσαρτά βιαίως την Ανατολική Ρωμυλία, με την ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων
Η γενικότερη προσπάθεια των Βουλγάρων στην περιοχή της Μακεδονίας, άρχισε με ειρηνικά μέσα και απέβλεπε στο να πείσει τους κατοίκους της Μακεδονίας, να υπαχθούν στην σχισματική εκκλησία, με απώτερους, φυσικά, Γεωπολιτικούς Στόχους. Η προπαγάνδα, γινόταν στις Εκκλησίες και τα Σχολεία με ιερείς και δασκάλους, που στέλνονταν από τη Βουλγαρία.
Οι Έλληνες, αντέδρασαν με τα ίδια μέσα, ιδρύοντας περισσότερα Σχολεία και Εκκλησίες, με περισσότερους ιερείς και δασκάλους. Πολύ μεγάλη δραστηριότητα σημειώθηκε και στον Πολιτιστικό Τομέα, με την ίδρυση Σωματείων Φιλεκπαιδευτικών, Μουσικών και Μορφωτικών. Η αφοσίωση του Κλήρου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αποτελούσε στοιχείο συσπειρώσεως του Ελληνορθόδοξου ποιμνίου, γύρω από την «Ελληνική Ιδέα».
Μεγάλη Εθνική Δράση, αναλαμβάνει ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄, ο οποίος αντιλαμβανόμενος την σοβαρότητα του Αγώνα, τοποθετεί στην Μακεδονία, νεαρούς, φωτισμένους και δυναμικούς Ιεράρχες, οι οποίοι με το θάρρος και το φρόνημά τους, πέτυχαν να ανατρέψουν το κλίμα. Ανάμεσά τους υπάρχουν σημαντικές προσωπικότητες, όπως: Στην Καστοριά, ο Γερμανός Καραβαγγέλης. Στην Δράμα, ο Χρυσόστομος, ο μετέπειτα Εθνομάρτυς Σμύρνης και στην Στρώμνιτσα, ο Γρηγόριος.
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών, ήταν εξ’ ίσου σημαντικός, αφού εκτός από την εξύψωση του Εθνικού Φρονήματος των Ελλήνων, ήταν και Πληροφοριοδότες και Σύνδεσμοι με το Ελληνικό Προξενείο της Θεσσαλονίκης.
Μπροστά στην νέα αυτή κατάσταση και την σθεναρή αντίδραση των Ελλήνων της Μακεδονίας, η Βουλγαρία αποφάσισε την χρήση βίας. Έτσι μπαίνουμε στην 2α Περίοδο (1897-1904, Τρομοκρατική Δράση).
Την Άνοιξη του 1895, ένοπλες βουλγαρικές ομάδες, περίπου 600 ανδρών, μπήκαν στην Μακεδονία για να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες.
Από το 1897 μέχρι τον Νοέμβριο του 1904, δολοφονήθηκαν μόνο στην περιοχή της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας, πάνω από 500 Έλληνες. Ταυτοχρόνως, η βουλγαρική προπαγάνδα, γίνεται όλο και πιο έντονη.
Ενώ όμως η ΣΟΦΙΑ έτσι έκανε, η ΑΘΗΝΑ, παρέμενε σε αδράνεια, ακόμα και σε αδυναμία, να βοηθήσει.
Έτσι, οι Έλληνες της Μακεδονίας είχαν αφεθεί στην τύχη τους, μη έχοντας όχι Υλική, αλλά ούτε καν Ηθική, στήριξη. Η αλήθεια βέβαια είναι, ότι η τότε Ελεύθερη Ελλάδα, βρισκόταν, ακόμη, σε αδυναμία να βοηθήσει, αφού αντιμετώπιζε τις συνέπειες του Ε/Τ Πολέμου του 1897 και ήταν διστακτική να αναμειχθεί στην διαμάχη για την Μακεδονία.
Την 20ή Ιουλίου 1903, οι Βούλγαροι προφασιζόμενοι τουρκική κακοδιοίκηση, εκδηλώνουν την εξέγερση του Ήλιντεν (Ημέρα του Προφήτη Ηλία). Σκοπός της εξεγέρσεως ήταν να προκληθούν αντίποινα των Μουσουλμανικών πληθυσμών, εις βάρος των Χριστιανικών. Όπερ και εγένετο.
Όλα πλέον, οδηγούν στην 3η Φάση του Μακεδονικού Αγώνα. Δηλαδή στην Ένοπλη Αναμέτρηση. Η διαμορφωθείσα κατάσταση, αλλά και η συνεχιζόμενη αδράνεια της Αθήνας, αναγκάζει τον Ελληνισμό της Μακεδονίας, να αντιδράσει διαφορετικά.
Ο φλογερός πατριώτης Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, οργανώνει αντάρτικα σώματα, με κορυφαίο τον γενναίο Μακεδόνα Καπετάν Κώττα.
Ζητά την συνδρομή του Εθνικού Κέντρου, αλλά η Αθήνα κωφεύει. Δεν εγκαταλείπει όμως την προσπάθεια. Γράφει πύρινα άρθρα στις εφημερίδες. Έρχεται σε επαφή με τον Υποπρόξενο στο Μοναστήρι ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ και τον (γαμπρό αυτού) Ανθυπολοχαγό ΠΑΥΛΟ ΜΕΛΑ. Οι δύο αυτές μορφές του Μ.Α, ανταποκρίνονται αμέσως και το 1903 αποστέλλουν στον Καραβαγγέλη, οπλισμό και εθελοντές (κυρίως Κρήτες).
Ταυτοχρόνως το Ελληνικό Προξενείο στην Θεσσαλονίκη (σήμερα Μουσείο Μ.Α.), γίνεται κέντρο Εθνικής Δράσεως. Πρωτοπόρος στην προσπάθεια αυτή, είναι ο ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ (από το Βογατσικό Καστοριάς).
Ο Δραγούμης, δραστηριοποιείται προς κάθε κατεύθυνση, σε ολόκληρη την Μακεδονία και προετοιμάζει το έδαφος για τον μεγάλο ξεσηκωμό.
Επί τέλους, η Αθήνα αρχίζει να αφυπνίζεται…
Νεαροί Διπλωμάτες, απλοί Ιδιώτες, Δημοσιογράφοι, Λογοτέχνες και Αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού, ενεργώντας μόνοι τους και χωρίς επίσημη κρατική εντολή, πηγαίνουν στην Μακεδονία το 1903.
Βλέπουν την κατάσταση και επιστρέφοντας στην Αθήνα, δίνουν το σήμα του συναγερμού.
Ο Ίων Δραγούμης, στο έργο του «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα», στέλνει εγερτήριο σάλπισμα στην και τότε (όπως και σήμερα) μακαρίως κοιμωμένη Ελληνική κοινή γνώμη και καταπιεζομένη Εθνική μας συνείδηση.
Τοποθετούνται ως Πρόξενοι άνθρωποι, που θα πάρουν ενεργό μέρος στον αγώνα, όπως: Ο Δημήτριος Καλλέργης στο Μοναστήρι με υποπρόξενο τον Ίωνα Δραγούμη. Ο Αντώνιος Σαχτούρης στις Σέρρες. Ο Λάμπρος Κορομηλάς στην Θεσσαλονίκη.
Έλληνες Αξιωματικοί μεταβαίνουν στην Μακεδονία και είτε τοποθετούνται ως Γραμματείς στα Ελληνικά Προξενεία, είτε αναλαμβάνουν την οργάνωση και την ηγεσία των Ενόπλων Τμημάτων, που μάχονται με σκοπό να προστατεύσουν τον ελληνικό πληθυσμό και να τονώσουν το Εθνικό Φρόνημα.
Παραλλήλως, οργανώνεται ένα περίπλοκο σύστημα προωθήσεως ανδρών και οπλισμού, μέσω των Ε/Τ συνόρων. Εξ’ άλλου, σε αρκετές πόλεις της Ελλάδος ανοίγουν γραφεία στρατολογήσεως εθελοντών, τα οποία παρουσιάζονται ως Γραφεία Ταξιδίων.
Στον αγώνα για την Μακεδονία, συστρατεύθηκαν όλοι οι Έλληνες, με πρώτους τους Κρητικούς και τους Μανιάτες. Ανάμεσά τους πρωτοπόροι δεκάδες νέοι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού αλλά και του Ναυτικού, πολλοί από τους οποίους, έδωσαν και την ζωή τους για την Μακεδονία.
Χαρακτηριστικές τραγικές, αλλά και συνάμα ηρωικές μορφές, οι νεαροί Ανθυπολοχαγοί Παύλος Μελάς και Τέλος Άγρας.
Ο Παύλος Μελάς χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο «Μίκης Ζέζας» (Το «Μίκης» ήταν το όνομα του γιού του, ενώ το «Ζέζας», σημαίνει «μελαχρινός») και εργάστηκε άοκνα και συστηματικά: Για την οργάνωση ανταρτικών εθελοντικών σωμάτων στην Δυτική Μακεδονία, για την προστασία των Ελληνικών χωριών και για την αφύπνιση του Ελληνικού πληθυσμού.
Στις 13 Οκτ. 1904, ο Παύλος Μελάς βρίσκεται για ανάπαυση του τμήματός του, στο χωριό ΣΤΑΤΙΣΤΑ (νυν «Π. Μελάς») των Κορεστίων Καστοριάς. Το γεγονός, προδόθηκε στις τουρκικές αρχές, από την βουλγαρική IMRO (= ΕΜΕΟ: Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση) και ένα τούρκικο απόσπασμα, περικύκλωσε το σπίτι, που αναπαυόταν ο Μελάς
Μετά από μία σύντομη ανταλλαγή πυροβολισμών, ο Μελάς τραυματίσθηκε σοβαρά και σε λίγο ξεψύχησε, περνώντας στο Πάνθεον των Ηρώων του Ελληνισμού
Ο Παύλος Μελάς, δεν ήταν βέβαια ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος νεκρός του Μακεδονικού Αγώνα. Η αυτοθυσία του όμως ενήργησε ως καταλύτης εμπνέοντας και άλλους εθελοντές, που έσπευσαν από την Ελεύθερη Ελλάδα, για να σμίξουν με τους Μακεδόνες αντάρτες. Στο γεγονός αυτό, συνετέλεσε και το ότι ο Παύλος Μελάς, καταγόμενος από μεγάλη και πλούσια αθηναϊκή οικογένεια, παντρεμένος με δύο μικρά παιδιά, τα εγκατέλειψε όλα για τον Αγώνα.
Ιδιαίτερη ένταση, είχε ο Αγώνας στην Δυτ. Μακεδονία και ιδιαίτερα στο Βιλαέτι του ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ, το οποίο περιελάμβανε γενικώς την περιοχή Μοναστηρίου, Φλωρίνης, Καστοριάς και Κοζάνης. Εκεί ευρίσκοντο, Έδρα Τουρκικού ΣΣ, Έδρα του Ελληνικού Προξενείου, Άτυπο αρχηγείο για τα μαχόμενα Ελληνικά Τμήματα στην περιοχή και Έδρα της Βουλγαρικής προπαγάνδας για ολόκληρη σχεδόν την Μακεδονία. Ήταν δηλαδή μία σκέτη πυριτιδαποθήκη.
Σκληρότατος ήταν επίσης ο αγώνας στην ελώδη, τότε, Λίμνη των ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ, σημείο Στρατηγικής σημασίας, για τον έλεγχο των συγκοινωνιών.
Εκεί αγωνίσθηκε ο Ανθυπολοχαγός ΤΕΛΟΣ ΑΓΑΠΗΝΟΣ (Καπετάν ΑΓΡΑΣ), ο οποίος συνελήφθη δολίως, ενώ είχε κληθεί για συζητήσεις για παύση εχθροπραξιών, τον Ιούνιο του 1907 και απαγχονίστηκε από τους Βουλγάρους έξω από την Έδεσσα. Μαζί με τον Άγρα, απαγχονίστηκε και ο συνεργάτης του Αντ. Μίγκας, από την Νάουσα.
Άλλες ηρωικές μορφές του Μ.Α. υπήρξαν ο Υπομοίραρχος Σπηρομήλιος, ο Υπλγός Μαζαράκης, ο Λγός Μωραϊτης, ο Γεώργιος Κατεχάκης, υπαρχηγός των Σωμάτων Δυτ. Μακεδονίας και ο Ανθλγός Σουλιώτης Νικολαϊδης, που οργάνωσε τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης, καθώς και μια πληθώρα άλλων.
Το 1908 εκδηλώνεται στην Θεσσαλονίκη και επικρατεί σε όλη την Αυτοκρατορία, το Κίνημα των Νεοτούρκων, το οποίο και έδωσε τέλος στον Μακεδονικό Αγώνα
Έτσι το 1909 λήγει θεωρητικώς ο Μακεδονικός Αγώνας, (διότι ουσιαστικώς, συνεχίζεται μέχρι σήμερα), ο οποίος παρά τις θυσίες και το αίμα, αποδείχθηκε πολύτιμος για τον Ελληνισμό και τούτο διότι τα στελέχη του Ελληνικού Στρατού, απέκτησαν Εμπειρίες, Οργανωτικές Ικανότητες και Γνώση του χώρου της Μακεδονίας. Οι γνώσεις αυτές, θα εξαργυρωθούν αργότερα, στους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους
Παραλλήλως, οι Ένοπλες Δυνάμεις, ανέκτησαν τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη του Ελληνικού λαού, ανυψώνοντας το πολεμικό φρόνημα, που είχε καταρρακώσει ο ατυχής Ε/Τ πόλεμος του 1897.
O Χρήστος Μπολώσης, είναι Υποστράτηγος ε.α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου