εφημέριος του Ι.Ν. αγ. Σπυρίδωνος Τριανδρίας Θεσσαλονίκης
Για τον "Στύλο Ορθοδοξίας" (Ιούνιος 2015, αρ. φ. 168)
Ευαγγέλιο της Κυρ. Θ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιδ’ 22-34)
Κήρυγμα στο «23 καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ' ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ.[1]».
«Και αφού διέλυσε τα πλήθη, ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθεί μόνος. Και όταν βράδιασε ήταν εκεί μόνος[2]».
Θα ασχοληθούμε σήμερα με το παρεμφερές θέμα της ερημίας και της μονώσεως κατά την προσευχή. Αποτελεί ένα τεράστιο θέμα από μόνο του για το οποίο μόνο ολίγα πράγματα θα πούμε ελπίζοντας να καλύψουμε το κενό που θα δημιουργήσουμε από την μη ενασχόλησή μας με το μοναδικό θαύμα του περιπάτου του Ιησού πάνω στη λίμνη.
Ο ιερός Χρυσόστομος αναρωτιέται για ποιον λόγο ανεβαίνει ο Κύριος στο Όρος. Μας λέγει λοιπόν πως θέλει να μας διδάξει ότι είναι καλό πράγμα η ερημία και η μόνωση όταν πρέπει να επικοινωνήσουμε με τον θεό. Για τον λόγο αυτό βέβαια καταφεύγει συχνά στις ερήμους και εκεί πολλές φορές διανυκτερεύει προσευχόμενος, για να μας διδάξει να επιδιώκουμε την απόλυτη ησυχία κατά την προσευχή και από το χρόνο και από τον τόπο! Διότι η έρημος είναι μητέρα της ησυχίας και τόπος γαλήνης και λιμάνι που μας απαλλάσσει από κάθε θόρυβο.
Ένας σύγχρονος γέροντας της Εκκλησίας μας, ο ακάματος λευίτης και ανύστακτος λειτουργός του θείου ησυχαστηρίου, μακαριστός παπα Δημήτρης Γκαγκαστάθης, όταν τον ρωτούσαν γιατί στην ενορία του έκανε τόσο συχνά, σχεδόν καθ εκάστην, αγρυπνίες, απαντούσε: «Όταν κοιμάται ο λαός, ακούει ο Θεός»!. Βίωνε ο μακάριος αυτός άνθρωπος τις μυστικές ευωδίες του Παραδείσου κατά την διάρκεια των ατελείωτων αγρυπνιών, όπως άλλωστε τόσοι και τόσοι εραστές της ησυχίας και της μονώσεως.
«Η ησυχία, καθώς βλέπω και από της μικράς πείρας, χωρίς τα τόσα πολλά που έχουν γράψει οι άγιοι Πατέρες, είναι η ρίζα της αναμαρτησίας και η αιτία της αυτογνωσίας»[3], έγραφε ο άγιος γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο σύγχρονος αναγεννητής του ησυχαστικού πνεύματος στο αγιώνυμο Όρος και συνέχιζε:
«Ο άνθρωπος αν δεν ησυχάση δεν μπορεί να ιδή τον εαυτόν του και επομένως τι του λείπει και σιγά σιγά ξεχνάει και αυτό που επιδιώκει. Η πρακτική εργασία της αρετής μεταξύ των ανθρώπων δεν μπορεί να νικήση πρώτα τον μετεωρισμόν, που αποτελεί το πλέον εισαγωγικόν σημείον της πνευματικής ζωής. Τον μετεωρισμόν τον αποβάλλει η διαρκής μνήμη του Θεού και αυτή πάλιν κάμνει τον άνθρωπον ισχυρόν κατά των αλλοιώσεων που είναι έμφυτες εις την φύσιν μας. Η ησυχία κατά πάντα ωφελεί, όταν γίνεται εν γνώσει, διότι και τον ασθενή φυλάττει από τα αίτια διά της απουσίας του απ’ αυτά και τον ισχυρόν προάγει διά της αμεριμνίας εις την αρετήν.
Το κυριώτερον έργον του ησυχαστού είναι η ευχή· και ευχή χωρίς ησυχίαν και αμεριμνίαν δεν μπορεί να επιτευχθή. Εκείνος που λέγει ότι έχει ευχήν, πρέπει να την έχη κτήμα και όχι παροδικά, γιατί έτσι κάθε ένας την λέγει. Εκείνος όπου χάριτι Θεού αξιωθεί να έχη κτήμα του την ευχήν, εκείνος λέγεται ότι έχει μνήμην Θεού και ο τοιούτος λαμβάνει πείραν θείας αντιλήψεως, πράγμα όχι μικρόν εις το στάδιον της πνευματικής ζωής. Όταν η θεία Χάρις αρχίσει να δίδη πείραν εις την ψυχή του ησυχαστού, τότε ακριβώς αρχίζει και το στάδιόν του να ανοίγη. Τότε ακριβώς λαμβάνει εκ του κόπου του αμοιβήν και δυναμώνει εις την πίστιν. Τότε ξυπνά η ψυχή και λαμβάνει θάρρος, αψηφά τους κινδύνους και την λύμην της ανθρωπίνης επικρίσεως, που, κατ’ εμέ τουλάχιστον, είναι το πρώτον όπλον του σατανά κατά των αγωνιστών. Η πείρα της προτέρας αντιλήψεως τον πείθει να επιχειρίση και πάλιν, γιατί τώρα δεν τον πείθει έτερος, αλλ’ αυτή η Χάρις του Θεού, της οποίας η γεύσις είναι υπέρ παν άλλο, εξ όσων υπάρχουν υπό τον ουρανόν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου