Eυχαριστούμε τον αδελφό μας Ιουστίνο για την ενημέρωση
Η έξαρση του θρησκευτικού φανατισμού τα τελευταία χρόνια με την ανελέητη σφαγή χριστιανικών πληθυσμών από τους τζιχαντιστές μουσουλμάνους στο όνομα του Αλλάχ, στις χώρες της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής, αλλά και οι συνεχείς τρομοκρατικές ενέργειες φανατικών ισλαμιστών αποτελεί πλέον μια ζοφερή πραγματικότητα, που έχει συγκλονίσει την παγκόσμια κοινή γνώμη. Μια πραγματικότητα που έκανε αισθητή την εμφάνισή της ήδη από την δεκαετία του 80 και που αντί να υποχωρεί όλο και περισσότερο γιγαντώνεται και τείνει να λάβει τρομακτικές διαστάσεις με αποτέλεσμα να απειλείται πλέον σαφέστατα η παγκόσμια ειρήνη και η ευημερία των λαών. Στην πολιτική εφημερίδα «Αυγή» δημοσιεύθηκε πρόσφατα (29.5.2015), άρθρο με τίτλο «Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΗΓΕΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ» ανωνύμου συντάκτου, ο οποίος αφ’ ενός μεν επισημαίνει την κρισιμότητα της καταστάσεως και αφ’ ετέρου υποδεικνύει ότι ο μόνος τρόπος αντιμετωπίσεώς της είναι ο διάλογος μεταξύ των πολιτισμών και των θρησκειών και κατ’ επέκτασιν μεταξύ των πολιτικών και των θρησκευτικών ηγετών. Κάνει ακόμη λόγο για τα μέχρι σήμερα διεξαχθέντα παγκόσμια Διαθρησκειακά Συνέδρια, τα οποία θεωρεί αναγκαιότατα για την επίτευξη της παγκόσμιας ειρήνης και αναγγέλλει, ότι φέτος θα διεξαχθεί στην Αστάνα του Καζακστάν το 5ο Συνέδριο των παγκόσμιων παραδοσιακών θρησκευμάτων με γενικό θέμα «Ο διάλογος των θρησκευτικών ηγετών και των πολιτικών για την κυριαρχία της ειρήνης και της ανάπτυξης».
Και άλλες φορές στο παρελθόν ασχοληθήκαμε με το θέμα των Διαθρησκειακών Διαλόγων και Συνεδρίων σε άρθρα και μελέτες μας, όπου ετονίσαμε ότι η διοργάνωση των εν λόγω Διαλόγων και Συνεδρίων, εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Τα Συνέδρια αυτά προωθήθηκαν από πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες, διότι θεωρήθηκαν ως μία αναγκαιότητα για την αντιμετώπιση όχι μόνον του θρησκευτικού και ιδιαίτερα του ισλαμικού φανατισμού, αλλά και άλλων ποικίλων κοινωνικών προβλημάτων που μαστίζουν την ανθρωπότητα, για την προώθηση της παγκόσμιας ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της αδελφοσύνης μεταξύ των λαών. Στην πραγματικότητα όμως εξυπηρετούν και προωθούν τα σκοτεινά σχέδια της Νέας Εποχής, την ομογενοποίηση όλων των θρησκειών, προκειμένου έτσι να οικοδομηθεί το νέο θρησκευτικό μοντέλο της πανθρησκείας του Αντιχρίστου.
Το τραγικό σ’ όλη αυτή την ιστορία είναι το γεγονός, ότι η αγία Ορθόδοξος Εκκλησίας μας θεωρήθηκε ως θρησκευτικό και πολιτιστικό μέγεθος, ως μια από τις πολλές θρησκείες του κόσμου. Θεωρήθηκε συνυπεύθυνη για το φαινόμενο της θρησκευτικής βίας και επιστρατεύθηκε μαζί με τις άλλες θρησκείες για να υπηρετήσει εγκόσμιους ρόλους,για να συμβάλλει και αυτή στην καταστολή του θρησκευτικού φανατισμού και στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών.
Ωστόσο, όπως ήδη έχουμε τονίσει σε προηγούμενες δημοσιεύσεις μας, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι θρησκεία, «αλλά καινή κτίσις» (Β΄ Κορ.5,17), είναι αποκάλυψη Θεού και όχι ανθρώπινη ανακάλυψη. Όσοι δε εσφαλμένα την θεωρούν ως θρησκεία, ουσιαστικά την υποβιβάζουν σε ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα και την εξισώνουν με τις άλλες θρησκείες, οι οποίες ευθύνονται τα μέγιστα για τη διαχρονική κακοδαιμονία του κόσμου, καθώς και για τη σύγχρονη φρίκη της θρησκευτικής βίας. Για την θρησκειοποίηση της Εκκλησίας βαρύτατη ευθύνη φέρουν οι θιασώτες του Οικουμενισμού, οι οποίοι όχι μόνον δέχονται να συμμετέχουν ως ισότιμα μέλη στα εν λόγω Διαθρησκειακά Συνέδρια, αλλά επί πλέον διακηρύσσουν και προβάλλουν την βλάσφημη ιδέα, ότι οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, ο Χριστιανισμός, ο Ιουδαϊσμός και το Ισλάμ πιστεύουν στον ίδιο Θεό. Δεν έχουν επίσης κατανοήσει και συνειδητοποιήσει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ποτέ δεν καλλιέργησε μέσα στους κόλπους της τον θρησκευτικό φανατισμό και ποτέ δεν ενεθάρρυνε τα μέλη της σε άσκηση σωματικής βίας σε αιρετικούς και αλλοθρήσκους και αθέους, εξ αιτίας της αλλότριας πίστης των. Ούτε ποτέ βεβαίως αρνήθηκε την συνύπαρξη και συμβίωση με ανθρώπους διαφορετικών πίστεων, έχοντας υπ’ όψιν της τον λόγο του Κυρίου μας «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν…» (Μαρκ.8,34) και σεβόμενη την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου.Κατ’ αντίθεση βέβαια με άλλες θρησκείες, συμπεριλαμβανομένων των τραγικών εκπτώσεων του Χριστιανισμού, του Παπισμού και τουΠροτεσταντισμού, όπου έχουμε πάμπολλα συγκεκριμένα παραδείγματα θρησκευτικής βίας. Η ιστορική τους πορεία μέχρι σήμερα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας αδιάκοπος αγώνας επιβολής της θρησκευτικής των ιδεολογίας δια της βίας.
Μία ακόμη αλήθεια η οποία δεν έχει κατανοηθεί δεόντως,είναι το γεγονός, ότι η Εκκλησία δεν μπορεί να μεταβληθεί σε έναν εγκόσμιο ειρηνευτικό οργανισμό, ούτε είναι δυνατόν να εγκλωβιστεί σε εγκόσμιους ρόλους, διότι τότε μοιραία εκκοσμικεύεται και εκφυλίζεται, χάνει την σωτηριολογική της αποστολή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός, που σκοπό έχει να προσλάβει και να θεώσει τον κόσμο, και όχι να γίνεται η ίδια κόσμος. Αποστολή της Εκκλησίας είναι να ειρηνεύσει τον άνθρωπο με τον Θεό, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ειρηνεύσουν και οι άνθρωποι στη συνέχεια μεταξύ τους. Να προσφέρει τον Χριστόν, τον μόνον ειρηνοποιόν, ο οποίος είναι «η ειρήνη ημών» (Εφ.2,14) κατά τον απόστολο. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία ειρήνη δεν σημαίνει την απουσία πολέμου, αλλά είναι καρπός του αγίου Πνεύματος: «ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη…» (Γαλ.5,22). Εξ άλλου και ο ίδιος ο Χριστός την αντιδιαστέλλει από την κοσμική ειρήνη: «ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν» (Ιω.14,27). Πέραν τούτου τόσον οι άγιοι απόστολοι, όσον και οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας εν μέσω πολέμων και αιματοχυσιών έζησαν και έδρασαν. Ποτέ όμως δεν διανοήθηκαν να συμμαχήσουν και να συνεργαστούν με άλλες θρησκείες και αιρέσεις για να υπηρετήσουν μία κοσμικού τύπου παγκόσμια ειρήνη. Πέραν τούτου, η ειρήνη δεν είναι πάντοτε επαινετή, ούτε ο πόλεμος πάντοτε κακός.Υπάρχει κακή ειρήνη, όταν συμβιβαζόμαστε με την πλάνη και προδίδουμε την πίστη και καλός πόλεμος, για τον οποίον ομιλεί ο ίδιος ο Χριστός: «Μη νομίσητε, ότι ήλθον βαλείν ειρήνην επί την γην, ουκ ήλθονβαλείν ειρήνην αλλά μάχαιραν. Ήλθον γαρ διχάσαι άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής και εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ.10,34-36). Ο δε άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σχολιάζει: «Ου γαρ πανταχού ομόνοια καλόν. Και επί του πύργου εκείνου, (της Βαβέλ), την κακήν ειρήνην η καλή διαφωνία έλυσε και εποίησε ειρήνην». Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος επιβεβαιώνει: «Κρείττων γαρ επαινετός πόλεμος ειρήνης χωριζούσης Θεού».
Αλλά μήπως οι μέχρι τώρα γενόμενοι Διάλογοι έφεραν κάποιο αποτέλεσμα; Ίσχυσαν να καταστείλουν τον θρησκευτικό φανατισμό, να αποτρέψουν την ανελέητη σφαγή χιλιάδων αθώων θυμάτων από τους τζιχαντιστές; Όχι βέβαια. Απεναντίας μάλιστα ο θρησκευτικός φανατισμός γιγαντώνεται όλο αι περισσότερο. Ας λάβουν λοιπόν υπ’ όψιν τουλάχιστον αυτή την διαπίστωση οι θιασώτες του Οικουμενισμού και ας σταματήσουν τους άκαρπους και επιζήμιους διαλόγους για να παύσει το σκάνδαλο και να ειρηνεύσει ο πιστός λαός του Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου