ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ
Ωδή θ΄. Ο
Ειρμός.
Στέργειν μεν ημάς, ως ακίνδυνον φόβω, Ράον σιωπήν· τω πόθω δε Παρθένε,
Ύμνους υφαίνειν, συντόνως τεθηγμένους, Εργώδές εστιν· αλλά και Μήτηρ σθένος,
Όση πέφυκεν η προαίρεσις, δίδου.
Ερμηνεία.
Προς την Αειπάρθενον και λοχεύτριαν του Θεού Λόγου την μουσουργόν της
εννάτης Ωδής προσφωνεί τον παρόντα Ειρμόν ο χαριτώνυμος Μελωδός, ούτω λέγων· ω
Παρθένε και Μήτηρ ενταυτώ (εις εσέ γαρ μόνην ηνώθησαν Παρθενία ομού και
Γέννησις τα κατά φύσιν μαχόμενα), ημείς οι δικοί σου υμνωδοί ερχόμενοι εις την
ιδικήν σου υμνωδίαν και έπαινον, και θέλοντες να σε εγκωμιάσωμεν, πάσχομεν από
δύο εναντία πάθη, φόβον και πόθον· και ο μεν φόβος προξενεί εις ημάς σιωπήν,
ίνα μη αθέμιτον και ανόσιον έργον ποιήσωμεν, τολμώντες με ακάθαρτα χείλη να
υμνήσωμεν Εσέ την καθαρωτάτην και παναμώμητον· είρηκε γαρ ο Θεολόγος Γρηγόριος
εκ του Πλάτωνος ερανισάμενος: «Μη καθαρώ καθαρού εφάπτεσθαι ουχί θεμιτόν»· και
πάλιν «Καθαρτέον πρώτον εαυτόν, είτα τω καθαρώ προσομιλητέον» (Λόγος α΄ περί
Θεολογίας)· ο δε πόθος εκ του εναντίου παρακινεί ημάς έσωθεν δια να Σε
εγκωμιάσωμεν, αν και ακάθαρτοι είμεθα. Ευκολώτερον δε είναι να πεισθώμεν εις
τον φόβον, και να αγαπήσωμεν την σιωπήν, ως μηδένα κίνδυνον έχουσαν· διότι
κανέν πράγμα δεν είναι πλέον ακίνδυνον από την σιωπήν· όθεν πολλοί από τους
Έλληνες ταύτην εγκωμίασαν· ο μεν γαρ Σιμωνίδης είπεν: «Λαλήσας μεν, πολλάκις
μετεμελήθην, σιωπήσας δε, ουδέποτε»· ο δε Πλάτων άδιψον ωνόμασε την σιωπήν·
καθότι οι πολλά λαλούντες εις δίψος εκκαίονται· και ο Ιπποκράτης ου μόνον
άδιψον είπε το σιωπάν, αλλά και άλυτον και ανώδυνον. Κανέν, λέγω, πράγμα δεν
είναι ακινδυνότερον της σιωπής· όθεν και ημείς υπό του φόβου της Θεομητορικής
Σου μεγαλειότητος νικώμενοι, ευκολώτερον είναι να αγαπήσωμεν την σιωπήν ως
ακίνδυνον· το δε να πλέκωμεν εις Εσέ, Παρθένε, ύμνους και εγκώμια τεθηγμένα:
ήτοι ισχυρά, λαμπρά και ακονημένα με συντονίαν και προθυμίαν ψυχής, υπό του
πόθου νικώμενοι, τούτο είναι πράγμα δύσκολον και κινδυνώδες εις ημάς· διότι τα
μεγαλεία Σου υπερβαίνουν κάθε ύμνον και εγκώμιον. Επειδή όμως υπερνικά τον
φόβον ο προς Σε πόθος ημών, και η προαίρεσις έχει μεν τα νικητήρια κατά του
φόβου, πλην δύναμιν δεν έχει, δια τούτο Εσύ, Θεοτόκε, όση είναι η ιδική μας
προαίρεσις, τόσην αναλόγως δίδου εις ημάς την ιδικήν Σου δύναμιν· ίνα με τα δύο
όντες αρματωμένοι υμνήσωμεν καν ολίγον τι Εσέ την αξιϋμνητον και υπερύμνητον.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου