Ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύροςγιὰ τὴν ἔλλειψιν τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ ἀναφέρει «Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος εὐάλωτος στὶς ἐπιθέσεις τοῦ Διαβόλου. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ψυχή του, δὲν προσέχει, ἀδιαφορεῖ, κοιμᾶται ἀφρόντιστα, παραμελεῖ τὶς ἐργασίες του, γίνεται δοχεῖον ἡδονῶν, κάθε τι εὐχάριστο τὸ ἀπολαμβάνει ἐντός του, διότι δὲν φοβᾶται τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου. Καυχιέται γιὰ τὰ πάθη, χαίρεται γιὰ τὴν ἀργόσχολη ζωή, ἀποφεύγει τὴν κακοπάθεια, ἀποστρέφεται τὴν ταπείνωση, δέχεται μὲ χαρὰ τὴν ὑπερηφάνεια».
Ὁ ἀββὰς Δωρόθεος γιὰ τὸν θεῖον φόβον μᾶς διδάσκει «Ἂν οἱ ἅγιοι πού τόσο ἀγαποῦν τὸν Κύριο τὸν φοβοῦνται πῶς λέει “ Ἡ ἀγάπη φυγαδεύει τὸν φόβο”;». Θέλει νὰ μᾶς δείξει ὁ ἅγιος ὅτι εἶναι δύο εἴδη φόβων, ἕνας ἀρχικὸς καὶ ἕνας τέλειος. Καὶ ὅτι ὁ μὲν ἕνας εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν ἀρχαρίων στὴν πνευματικὴ ζωή, ὁ δὲ ἄλλος αὐτῶν ποὺ ἔφτασαν στὸ μέτρο τῆς ἁγίας ἀγάπης. Ὁ ἀρχάριος κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ φόβο τῆς τιμωρίας, ὁ ἄλλος κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπειδὴ ἀγαπάει τὸν Θεό, ἐπειδὴ χαίρεται ἰδιαίτερα μὲ τὸ νὰ εἶναι ἡ ζωὴ του εὐάρεστη στὸ Θεό. Αὐτὸς ἐπειδὴ γεύτηκε τὴν γλυκύτητα ποὺ δοκιμάζει ὅποιος εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸ Θεὸ φοβᾶται μήπως τὴν στερηθεῖ. Εἶναι ὅμως ἀδύνατον νὰ φτάσει κανεὶς στὸ τέλειο φόβο, παρὰ μόνο μὲ τὸν ἀρχικό».
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς μᾶς λέει γιὰ τὸν ἁγνὸ φόβο «Ἐκεῖνος ὁ φόβος ποὺ πάντοτε ὑπάρχει χωρὶς τὴν λύπη γιὰ ἁμαρτήματα, αὐτὸς εἶναι ὁ ἁγνὸς φόβος, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ λείψει ποτέ. Γιατί εἶναι φυτεμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν κτίση καὶ κάνει ὁλοφάνερη σὲ ὅλους τὴν φυσικὴ σεβασμιότητα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ὑπεροχή Του, ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ κάθε βασιλεία καὶ δύναμη».
Ὁ γέροντας Παΐσιος σὲ ἐρώτημα πῶς θὰ αὐξηθῆ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀπαντάει «Ἐγρήγορση χρειάζεται. Σὲ κάθε ἐνέργειά σου, ἀκόμη καὶ στὴν παραμικρή σου κίνηση, κέντρο νὰ εἶναι ὁ Θεός. Στρέψε ὅλον τὸν ἑαυτό σου πρὸς τὸν Θεό. Ἂν ἀγαπήσης τὸν Θεό, ὁ νοῦς σου θὰ εἶναι συνέχεια στὸ πῶς νὰ εὐχαριστήσης τὸν Θεό, στὸ πῶς νὰ ἀρέσης στὸν Θεό, καὶ ὄχι στὸ πῶς νὰ ἀρέσης στοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὸ πολὺ θὰ σὲ βοηθήση νὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ τὶς βαρειὲς ἁλυσίδες τῆς ἀνθρωπαρέσκειας, πού σοῦ εἶναι ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀνώτερη ζωή».
Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἑρμηνεύοντας τὸ «Μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε» σημειώνει «Στὴν πραγματικότητα, οὔτε οἱ κοσμικὲς ἐργασίες, τὰ βιοποριστικά, δὲν μποροῦν νὰ ἐκτελοῦνται χωρὶς φόβο πόσο μᾶλλον τὰ πνευματικά. Πές μου, ποιὸς ἔμαθε γράμματα χωρὶς φόβο; Ποιὸς ἔγινε καλός τεχνίτης χωρὶς φόβο; Κι ἐφόσον ἐκεῖ ὅπου δὲν παραμονεύει ὁ διάβολος, ἀλλὰ μᾶς ἐμποδίζει μόνο ἡ τεμπελιά, χρειάζεται τέτοιος φόβος μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ παραμερίσουμε τὴν ἀνευθυνότητά μας, τότε πῶς μποροῦμε χωρὶς φόβο νὰ οἰκοδομήσουμε τὴν σωτηρία μας μὲ τέτοιο πόλεμο, μὲ τόσα ἐμπόδια; Καὶ μὲ ποιὸ τρόπο μπορεῖ νὰ γεννηθεῖ μέσα μας τέτοιος φόβος; Ἐὰν ἔχουμε στὸ νοῦ μας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ στὴν καρδιά μας καὶ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας».
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος σὲ λόγο του γιὰ τὴν ἁγία Ἄννα μᾶς λέει «Καὶ ὅπως ὅταν οἱ ἄνεμοι, ποὺ φυσοῦν ὁ ἕνας ἀντίθετα πρὸς τὸν ἄλλο, ἔχοντας στὴ μέση τῆς μεταξύ τους μάχης τὸ σκάφος, σηκώνουν πολλὰ κύ-ματα καὶ στὴν πρύμνη καὶ στὴν πρώρα, ὁ κυβερνήτης καθισμένος στὸ τιμόνι σώζει τὸ σκάφος, ἀποκρούοντας τὶς ἐπιθέσεις τῶν κυμάτων μὲ τὴν σοφία τῆς ἐπιστήμης, ἔτσι καὶ ἡ γυναίκα ἐκείνη τότε, ὅταν ἐπέπεσαν στὴν ψυχή της, σὰν ἀντίθετοι ἄνεμοι, ὁ θυμὸς καὶ ἡ θλίψη, σταματοῦσαν τὸ λογικό της καὶ σήκωναν πολλὰ κύματα, ὄχι μόνο δύο καὶ τρεῖς καὶ εἴκοσι μέρες, ἀλλὰ ὁλόκληρα χρόνια, ὑπέμενε τὴν δοκιμασία γενναῖα καὶ δὲν ἄφησε νὰ καταποντισθεῖ ὁ λογισμός της. Γιατί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, καθισμένος σὰν κυβερνήτης στὸ τιμόνι, τὴν ἔπεισε νὰ ὑπομείνει γενναῖα τὴν θαλασ- σοταραχὴ ἐκείνη».
"Ορθόδοξος Τύπος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου