Μέρος Α΄
Δύο σχολαστικές ερμηνείες συγκρούονται για την – σε αυτούς «ξένη» – υπεράνω των αισθητών κατάσταση της θέωσης.
Σήμερα το όραμα του Δανιήλ ερμηνεύεται κατά κανόνα με δύο σχολαστικές θεωρίες, οι οποίες, επιφανειακά ή κατ’ επίφασιν, αντιμάχονται μεταξύ τους. Καθεμιά καυχάται ότι κατέχει την αλήθεια και προσπαθεί να αποδείξει το ψέμα της άλλης. Το παράξενο είναι ότι ο καθένας τους βλέπει το πρόβλημα, αλλά μόνο στον άλλον· διακρίνει τη σχολαστική διάθεση μόνο στην απέναντι πλευρά. Ενώ αμφότεροι διαιρούν τον Θεό, αμφότεροι κατηγορούν τους άλλους ότι Τον διαιρούν. Κι ενώ έχουν καρφωμένο στο μυαλό τους το ψέμα, βλέπουν το καρφί στο μάτι του άλλου. Ωστόσο χρειάζεται άνωθεν βοήθεια για να δουν μέσα τους, «ἐν τῷ φωτὶ ἰδεῖν φῶς», ώστε να προσεγγίσουν την απάντηση πέρα από τη σχολαστική ερμηνεία.
Διαστρεβλώνουν τον απλό Θεό, Τον κάνουν σύνθετο, απρόσιτο και ακατάληπτο. Τον παρουσιάζουν συμβολικό και Τον μετατρέπουν σε άθροισμα θεών, οι οποίοι, με ξεχωριστά πρόσωπα, προβάλλονται σε εικόνες. Τον ένα Θεό, είτε Τον ερμηνεύουν ως τρεις ατομικές μονάδες, είτε διαχωρίζουν τη μία υπόσταση του Χριστού σε δύο χωριστές φύσεις. Αρνούνται να σεβαστούν την αλήθεια ότι ο Θεός δεν είναι σύνθεση κανενός, δεν διαιρείται σε κομμάτια και είναι ο μόνος πραγματικά και πάντοτε Απερίγραπτος. Παραβλέπουν ότι αποκαλείται “Ἀσχημάτιστος” όχι για σχολαστικούς ή σωματικούς λόγους· -πρέπει να Τον αφήνουμε έξω από τους φυσικούς νόμους και συνήθειες, διότι ο Απερίγραπτος Θεός σημαίνει παντελή άγνοια εκ μέρους μας – γι’ αυτό και στερείται κάθε συμβόλου.
Ο αόρατος άγγελος, η ψυχή και το πνεύμα του ανθρώπου είναι κτιστές υπάρξεις και αυτά μπορούν να συμβολιστούν. Ας μη συγχέουν κάποιοι, τα δεύτερα με τα πρώτα· το γεγονός ότι στα κτιστά αποδίδονται συμβολικά σχήματα δεν σημαίνει πως μπορούμε να κάνουμε το ίδιο στα πρόσωπα του Θεού. Τα ατομικά σύμβολα και η τριπρόσωπη παράσταση δηλώνουν τριθεΐα.
Μόνο τα κτιστά όντα έχουν διαστάσεις, τοπικό περιορισμό, χρόνο εμφάνισης, σύμβολα και κοινωνική θέση στον κόσμο. Ο Θεός είναι “ὁ Ὤν”, ο μόνος άκτιστος. Δεν έχει ορισμό, καθορισμό, σύμβολο, όνομα ή αντιπροσώπους, παρά μόνον τον Χριστό. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων· Αυτός είναι η “ὁδός”, η “Θύρα”, ο “Αρχιερέας”, το ενυπόστατο “Σύμβολο”, το “ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα” και η μόνη “εἰκών” του Πατρός. Κάθε άλλος «θεός» ή «σύμβολο» δίπλα στη μοναδική μορφή Του εκφράζει χριστομαχία. Μόνον Αυτός, χωρίς παράλληλες ενέργειες και σύμβολα, μας έφερε τη σωτηρία, δηλαδή την ενυπόστατη κοινωνία ανθρώπου και Θεού.
«Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Πατρός».
Εντούτοις οι άνθρωποι, χωρίς τη χάρη του Θεού, ρέπουν στην πλάνη και στην αμαρτία. Από τα προϊστορικά χρόνια θέλουν να έχουν μορφή, εικόνα, είδωλο του Θεού τους· επιζητούν με κάθε τρόπο την οικειότητα μαζί Του.
Ας επανέλθουμε, λοιπόν, για να δούμε τι πράττει και πώς ερμηνεύει καθεμιά από τις δύο ομάδες.
Η πρώτη σχολαστική ομάδα «κομματιάζει» τον Τριαδικό Θεό. Θέτει αυτοτελώς τον Πατέρα· εισάγει την ατομική Του υπόσταση αυτόνομα στον χρόνο και στον χώρο. Μαζί Του – δίπλα ή χωριστά Του και πάντως με αυτόνομη, ή κατ’ άλλους μερικώς αυτόνομη, παρουσία – πλαισιώνουν τη μορφή που αποδίδεται στον Πατέρα, τοποθετώντας δίπλα Του τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Αν θελήσουμε να αποδώσουμε εικαστικά τη διάταξή τους, θα λέγαμε ότι σχηματίζεται μια σαφής τριάδα, με ξεκάθαρο «προσωπικό χώρο» για καθέναν: ο ένας βρίσκεται εδώ, ο άλλος είναι εκεί και, παραπέρα, τοποθετείται το Άγιο Πνεύμα.
Η ομάδα αυτή, ενώ η ίδια τεμαχίζει τον Θεό σε τρία ατομικά πρόσωπα, εντούτοις παρατηρεί και κατηγορεί τη δεύτερη ομάδα, η οποία ερμηνεύει το όραμα του Δανιήλ υποστηρίζοντας σαν ερμηνεία, τον διαχωρισμό των δύο φύσεων του Χριστού. Με άλλα λόγια, η πρώτη ομάδα προσπερνά επιπόλαια τον εαυτό της, το γεγονός ότι η ίδια αποδέχεται χωριστά τα θεία πρόσωπα και παρουσιάζει αυτοτελώς τον Πατέρα και τον Υιό, ενώ διαμαρτύρεται όταν κάποιοι άλλοι «διαιρούν» τον Χριστό στα δύο, σύμφωνα με τις δύο φύσεις Του.
Η δεύτερη ομάδα, με τη σειρά της, ερμηνεύει «αθεολόγητα» το όραμα του Δανιήλ. Υποστηρίζει ότι αποκαλύπτεται εκεί η έλευση και η ένωση των δύο φύσεων του Χριστού: δήθεν φαίνεται ο «Υιός του ανθρώπου», να πλησιάζει και να κάθεται στα δεξιά από τον «άσαρκο Υιό του Θεού», που είναι – κατά την ερμηνεία τους – ο «Παλαιός των Ημερών». Έτσι, ενώ και οι ίδιοι ασεβούν χωρίζοντας το πρόσωπο του Χριστού στα δύο, εναντιώνονται στην πρώτη ομάδα. Έτσι, περιορίζουν την υπεράσπιση της αλήθειας στην μισή πλάνη των άλλων, κρύβοντας την άλλη μισή που είναι σε αυτούς: τους ενοχλεί μόνο η ερμηνεία που ξεχωρίζει τα τρία πρόσωπα και εικονίζει τον Πατέρα αυτοτελώς.
Ωστόσο ούτε οι μεν, ούτε οι δε, κατορθώνουν να ξεφύγουν από ολόκληρο τον σχολαστικισμό και από την υποδούλωσή τους στη λογική. Δεν μπορούν να πιστέψουν ότι υπάρχει και μία άλλη, μη λογικά κατανοητή, ερμηνεία. Δεν αντιλαμβάνονται ότι άλλο είναι η ύπαρξη των τριών προσώπων – Πατήρ, Υιός, Πνεύμα –, άλλο η ένωση των δύο φύσεων του Χριστού – Θεϊκή και ανθρώπινη φύση - και άλλο το Απρόσιτο και το Απερίγραπτο του Θεού. Αυτή η διαφορά μάς υποχρεώνει να δεχθούμε ότι κανείς δεν μπορεί να Τον προσεγγίσει· κι ενώ μένουμε μακριά Του, μπορούμε, διά της μίας και μοναδικής “Γέφυρας”, του ενός “Μεσίτη”, να έχουμε το ένα “Όνομά” Του, τη μία “Εικόνα” Του, τη μία “Προσκύνησή” Του, μπορούμε χριστοκεντρικά να προσεγγίζουμε τον Όλο Θεό.
Στο όραμα, λοιπόν, του Δανιήλ φαίνεται μόνον η πνευματική διάσταση των δύο «υπάρξεων» του Θεού. Αυτή η δυάδα της ύπαρξης του Θεού και όχι της διαίρεσης Του, φαίνεται είτε αναφερόμαστε στα τρία πρόσωπά Του είτε στις δύο φύσεις του Χριστού. Ούτε στην πρώτη ούτε στη δεύτερη περίπτωση διασαλεύεται η ενότητα του Θεού, η μορφή, το όνομα και η μοναδική προσκύνηση του Θεού. Μιλάει πάντοτε για αυτήν την Μονάδα του Θεού η υμνολογία, αν τη δει κανείς συνολικά και όχι αποσπασματικά. Άλλοτε αναφέρεται στον Πατέρα και στον Υιό Του, άλλοτε στη θεϊκή και στην ανθρώπινη φύση του Χριστού.
Έτσι τα λόγια του οράματος δεν «κομματιάζουν» τον Θεό, αλλά μιλούν για το μυστήριο της αδιαιρέτου διακρίσεώς Του. Σε καμία περίπτωση, με κανένα σύμβολο και σε κανέναν βαθμό, τα λόγια αυτά δεν εισέρχονται στο «είναι» του Θεού – στο ποιος είναι ο Θεός. Απλά τονίζουν ότι υπάρχει Τριαδικός Θεός και ότι, κατά την ύπαρξή Του, έχει τρία πρόσωπα. Επιπλέον προαναγγέλλουν ότι θα έρθει ο Μεσσίας τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος και, κατά την ύπαρξή Του, θα έχει – αχώριστα – ενωμένες τις δύο φύσεις σε ένα πρόσωπο.
Όλα αυτά συνιστούν πράγματι μια τρέλα: ενώ οι δύο ερμηνείες συμπλέουν μεταξύ τους και διαδίδουν τα ίδια ψεύδη, η «πόλωση» τους, αντί να τους οδηγήσει στο ράγισμα και στον προβληματισμό των ιδίων, αυτοί σχίζουν και συνθέτουν τον Θεό τους· και, σαν να μην αρκεί αυτό, αλληλοαφορίζονται!
Τελικά, όμως, είναι περισσότερα αυτά που τους ενώνουν απ’ όσα δήθεν τους διαφοροποιούν. Στις ουσιαστικές αρχές συμφωνούν μεταξύ τους: διαχωρίζουν, τεμαχίζουν και περιγράφουν σχολαστικά τον Θεό τους, ενώ η φαινομενική διαφωνία έγκειται μόνο στο πού εντοπίζεται η διαίρεση και ποιος είναι ο «συμβολικά» περιγραπτός Θεός. Στην πρώτη περίπτωση διαιρούν τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, στη δεύτερη τις δύο φύσεις του Χριστού. Στη μία περίπτωση εικονίζεται ο Πατήρ, στην άλλη ο Υιός. Έτσι, η «διαφωνία» τους, δεν είναι εποικοδομητική, δεν συμβάλει στο να θεραπεύσει, αλλά προσθέτει πλάνη στην πλάνη. Αδιαμαρτύρητα παραδέχονται και οι δύο ότι υπάρχει, έστω, ένα πρόσωπο του Θεού που μπορεί να φανερωθεί, να εικονιστεί και να προσκυνηθεί ατομικά· η διαφορά τους είναι στο ποια είναι η ονομασία Του! Η μία ομάδα λέει ο ασώματος πατέρας και η άλλη η ασώματος φύση του Χριστού!
Η αιτία της πλάνης σε αμφότερες τις δύο ομάδες, είναι η έλλειψη σεβασμού στο άρρητο του Θεού. Όπως συμβαίνει σε κάθε ιστορικό γεγονός, η σχολαστική ερμηνεία θέλει να ξέρει και για τον Θεό «ποιος είναι ποιος» και ποιες οι κινήσεις του. Έτσι στέκονται και στον «Παλαιό των Ημερών» – δίνει αυθαίρετες ερμηνείες στα σημεία που η διήγηση τα καλύπτει με γνόφο – . Ενώ η Γραφή τα προσπερνά με υποτυπώδη αναφορά, επειδή ακριβώς πρόκειται για μυστήριο, εκείνοι κομπάζουν ότι μπορούν να τα ερμηνεύσουν, να τα καταστήσουν απλά και κατανοητά σε όλους και να αποδώσουν το περιστατικό με κάθε λεπτομέρεια. Έτσι τολμούν να ερμηνεύουν τα άρρητα, αποπειρώνται να μας πούνε “ποιος είναι ποιος”, “ποια είναι η θέση του καθενός προσώπου” και ποια η “συνολική εικόνα” Του. Έτσι, εξιχνιάζουν τα «ἀνερμήνευτα» ρήματα της Αγία Γραφής και ταυτοποιούν σχολαστικά τα πρόσωπα του Θεού, ρυθμίζοντας – δήθεν – το βίωμα και την παρουσία Του!
Η διαφορά των δικών τους ερμηνειών, από ό,τι λέμε εμείς, είναι ότι εμείς επιμένουμε στο να προηγείται και να οδηγεί την ερμηνεία το δόγμα. Ο Τριαδικός Θεός είναι πάντοτε απερίγραπτος, με τρία πρόσωπα αδιαίρετα, ομοούσια και με μία φύση. Επιπλέον ο Χριστός είναι περιγραπτός, «κατελθὼν ἐξ οὐρανοῦ» για τη σωτηρία μας, έφερε την δυνατότητα και Αυτός είναι η όραση του Θεού, έχοντας δύο φύσεις «ἀδιαιρέτως» σε ένα πρόσωπο. « Ἐξ Αὐτοῦ, δι’ Αὐτοῦ καὶ εἰς Αὐτὸν» είναι η σωτηρία. Ο Χριστός δεν είναι αποκομμένο πρόσωπο – το ένα από τα τρία-, αλλά είναι πλήρης Θεός: στο πρόσωπό Του προσκυνείται: ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα.
Η εικονική παράσταση
Συμπερασματικά, καθεμιά ομάδα κατέχει τη μισή αλήθεια και όλο το ψέμα. Η μία ισχυρίζεται ότι στην Παλαιά Διαθήκη φάνηκε ο Πατήρ, η άλλη ότι φάνηκε ο Υιός – κι υπάρχουν κι άλλοι που λένε ότι άλλοτε φάνηκε ο ένας Θεός, άλλοτε ο άλλος. Αμφότερες πάντως αποδέχονται ότι το όραμα μπορεί να αποδοθεί εικαστικά με ένα γέροντα που έχει στα δεξιά του, ένα νεότερο, τον Χριστό. Συμφωνούν ότι ο ένας εικονιζόμενος είναι «κατάλευκος» και ονομάζεται «Παλαιός των Ημερών», ενώ στον νεότερο σχηματίζουν το φωτοστέφανο Του με ένα σταυρό.
Ενώ οι ίδιοι δεν παραδέχονται ότι ομοδοξούν, εντούτοις τούς προδίδει η αποδοχή της ίδιας εικόνας. Έτσι ακόμα και η κοινή παραδοχή μιας παράστασης με τους δύο άντρες, επιβεβαιώνει την ομοπιστία τους, αποδεικνύοντας ότι μόνο επιφανειακή είναι η διαφωνία τους.
Οι μεν λένε: «Δεχόμαστε την εικόνα των δύο στον θρόνο, διότι εκφράζει τη διάκριση Πατρός και Υιού». Οι δε λένε: «Δεχόμαστε την ίδια εικόνα, αλλά ο “Παλαιός των Ημερών” είναι ο Υιός, ενώ ο νεότερος συμβολίζει την ανθρώπινη φύση του Χριστού». Και οι δύο, λοιπόν, κρατούν την ίδια εικόνα· η μόνη διαφορά δηλώνεται στις επιγραφές του φωτοστέφανου Τους! Και οι δύο κομματιάζουν τον Θεό και, ενώ διαφωνούν για το πού αναφέρεται η διαίρεση, συνασπίζονται γύρω από μια διαιρεμένη παράσταση. Συμφωνούν και προσκυνούν και οι δύο, πλήθος «θεών» – . Ο γέροντας στα αριστερά, ο νεαρότερος στα δεξιά. Διαφωνούν στο “ποιος είναι ποιος”· συμφωνούν στην σχολαστική ερμηνεία, αποπειρώνται και οι δύο στο να πουν “ποιος είναι ποιος”. Οι μεν δέχονται διαίρεση στα τρία πρόσωπα, οι δε στις δύο φύσεις. Έτσι αμφότεροι αποδέχονται την αισθητή παράσταση δύο ανδρών· οι μεν λένε ότι εικονίζεται ο Πατήρ και ο Υιός, οι δε ότι εικονίζεται ο Υιός και η ανθρώπινη φύση του Χριστού.
Δεν παρατίθεται αντίγραφο της εν λόγω παράστασης, διότι αποτελεί ύβρη προς τον Θεό. Αντίθετα λέμε: «Εἷς ὁ Θεός» – Αυτός είναι Απρόσιτος και Αΐδια ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα· Αυτός, ο «Παλαιός των Ημερών», ο «Παντοκράτωρ»· και η προσκύνηση Του, αναφέρεται πάντοτε και μόνο σε Εκείνον.
2 σχόλια:
Αντιπατερικά και αντίχριστα τα όσα γράφει ο κ.Ασλανίδης.Ας διαβάσει να δει τι γράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για το θέμα.
Απάντηση στον "Ιωβ".
Αχώριστη και Αδιαίρετη είναι τόσο η τριάδα του Θεού, όσο και οι δύο φύσεις του Χριστού. Επίσης, Ομότιμος, Ομόδοξος και Μια η Προσκύνηση στον Θεό. Για αυτό και ο υμνωδός λέει Τὸν Σταυρόν σου Χριστὲ προσκυνοῦμεν καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν, ἐκτὸς σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν ...
Επιπλέον το σύμβολο της πίστεως και το ευαγγέλιο του Ιωάννη λένε τα πάντα έγιναν, γίνονται και θα γίνονται "δια Χριστού".
Μεσίτης θεού και ανθρώπων, δεν είναι φθηνά και από το πουθενά σύμβολα, ανυπόστατες καρυκατούρες, αλλά η τέλεια μορφή του Χριστού, η οποία δεν είναι προιόν επιλογής, αλλά ήλθε από την ένωση της θεικής φύσης μαζί με την ανθρώπινη φύση στο πρόσωπο του Χριστού.
Αλλά εκτός από την τριθεία και την χριστομαχία που φέρνει η παράσταση σχισμένου στα δύο ή τρια αναλόγως, με αυτά που λέτε διαστρεβλώνεται και η οδός της πνευματικής ζωής. Δεν έρχεται κατι πνευματικό με το θεαθήναι, από τον ουρανό, τζάμπα, αλλά η πνευματική ανύψωση έρχεται με τον σταυρό και την άφεση των αμαρτιών. Αυτά τα λέει ο Χριστός και αφήνουμε μακρυά όσα λέει ο "Ιώβ".
ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰμὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου. (Ματθ. 12,39). γιατί άραγε δεν είπε ότι δόθηκε αυτό που ζητάται στον Δανιήλ και αλλού;;;
Στον φίλιπο δεν είπε ο Χριστός το πατερα τον είδε ο Δανιήλ αλλά ότι αυτός που βλέπει τον Χριστό βλέπει τον Πατέρα.
Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τοσοῦτον χρόνον μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα; (Ιω. 14,8-9).
Δημοσίευση σχολίου