Γράφει ὁ κ. Παῦλος Τρακάδας, θεολόγος
Κατὰ τὰ ὀνομαστήριά του καὶ ἕως τῆς μεγάλης
ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐξετράπη εἰς διακηρύξεις περὶ
τοῦ «πρωτείου» καὶ «ἀλαθήτου» αὐτοῦ.
9η Ἰουνίου
Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος κατὰ τὸν
Ἑσπερινὸν τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγ. Ἀποστόλου Βαρνάβα ἀνέφερε τὰ ἑξῆς:
«Σήμερον παρίστανται… διὰ νὰ λάβουν ἐκ τῶν ἡμετέρων χειρῶν τὴν Πατριαρχικὴν καὶ Συνοδικὴν Πρᾶξιν τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μετ’ αὐτῶν κοινωνίας τῆς Μητρός των, Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καὶ συνεπῶς ἐξ αὐτῆς καὶ δι’ αὐτῆς καὶ μετὰ τῶν λοιπῶν κατὰ τόπους Ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν…
Σήμερον ἐπιβεβαιοῦται ἡ ἀκρίβεια τῆς
πίστεώς μας… φανεροῦται ἡ ἀξία οὐχὶ μόνον τοῦ Ὅρου τῆς Ἁγίας ἐν Χαλκηδόνι Δ΄
Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀλλὰ καὶ τῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι περιφυλάττουν τὴν ἑνότητα
καὶ τὴν θεραπείαν ἐν τῷ Κυριακῷ Σώματι διὰ τῆς ἀναθέσεως εἰς τοὺς ὤμους τοῦ
ἑκάστοτε Ἀρχιεπισκόπου τῆς Κωνσταντινουπόλεως εὐθύνας βαρείας καὶ ἱεράς… Ἡ
ἔκκλητος εὐθύνη… δὲν ὑπάρχει κενὸν γράμμα καὶ πρωτεῖον τιμῆς, ὡς νεόκοποι καὶ
ληρολόγοι προσπαθοῦν ἐπ’ ἐσχάτων νὰ ὑποστηρίξουν. Ἡ ἔκκλητος εὐθύνη τοῦ
Κωνσταντινουπόλεως αἰῶνας πολλοὺς περικρατεῖ τὸ Ὀρθόδοξον Σῶμα καὶ δι’ αὐτῆς
διαφυλάττεται ἡ ἑνότης καὶ ἡ ἀκρίβεια τῆς πίστεως.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι αἱ ἐθνοφυλετικαὶ ἐπιρροαὶ
δυστυχῶς καὶ εἰς τὴν ἐνδοεκκλησιαστικὴν θεώρησιν τῶν πραγμάτων συνέδραμον
ἀρνητικῶς εἰς ὁλόκληρον τὴν καθ’ ἡμᾶς κατὰ Ἀνατολὰς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν…
Αὐτῆς τῆς ὀδυνηρᾶς καὶ ἐσφαλμένης ὀπτικῆς πλευρᾶς τὰ ἀποτελέσματα ἔφερον τὴν
ὑφ’ ὑμᾶς Ἐκκλησιαστικὴν ὀντότητα, ἀδελφὲ ἅγιε Ἀχρίδος, εἰς τὴν ἀπομόνωσιν καὶ
εἰς τὴν κατάστασιν τοῦ σχίσματος.
…Προέτρεψε δὲ ὑμᾶς πρὸς ἤρεμον καὶ ἡσύχιον
ἀναζήτησιν μετ’ αὐτῆς (ἐνν. Σερβίας) τοῦ ἐν συνεχείᾳ ποιμαντικοῦ-διοικητικοῦ
σχήματος πρὸς -κατὰ τὴν καθηγιασμένην πρᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας- ἔγκρισιν ὑφ’ ἠμῶν
καὶ ἀκολούθως ἐνημέρωσιν τοῦ πανορθοδόξου Σώματος… ἐλπίζομεν ὅτι θὰ ἀναδειχθῆτε
ἀντάξιοι τῆς πρὸς ὑμᾶς εὐνοίας… Εὐλογοῦμεν τὸ πλήρωμα τῆς Ἁγιωτάτης
Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀχρίδος, ὅλον τὸν λαὸν τῆς Δημοκρατίας τῆς Βορείου Μακεδονίας».
Ὅσα διεκήρυξεν ὁ Πατριάρχης εἶναι καθαρῶς
παπικὴ θεολογία. Κατ’ ἀρχὰς ὄχι μόνον πιστεύει ὅτι ἡ Κωνσταντινούπολις ὁρίζει
ἁπλῶς ποῖος εἶναι ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. ὅποιος εὑρίσκεται εἰς κοινωνίαν
μαζί του, ἀλλὰ καὶ ὅτι «δι’ αὐτῆς» συγκοινωνοῦν καὶ αἱ ὑπόλοιποι Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι,
δηλ. εἶναι ἡ κεφαλὴ διὰ τῆς ὁποίας τὰ μέλη τοῦ σώματος εὑρίσκονται εἰς
ἁρμονίαν. Αὐταὶ αἱ ἰδιότητες ἀνήκουν μόνον εἰς τὸν Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας, διὰ
τοῦτο καὶ ὁ Πάπας ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι «ipsus Christi»: μόνο «ἐξ αὐτοῦ καὶ δι’ αὐτοῦ» ὑφίσταται ἡ κοινωνία τῆς
Ἐκκλησίας καὶ δὲν ἐρωτᾶ κανένα. Ἀκριβῶς ὅπως δὲν χρειάζεται καμία ἔστω συμφωνία
τῶν ὑπολοίπων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, καθὼς θεωρεῖ
δεσμευτικὴν δι’ ὅλους τὴν ἀπόφασίν του!
Κατὰ δεύτερον, τὸ ὑποτιθέμενον «ἔκκλητον»
(τὸ ὁποῖον δὲν ἦτο τότε τίποτε περισσότερον ἀπὸ β΄ βάθμιον δικαστήριον, τὸ
ὁποῖον σήμερον διαθέτουν ὅλαι αἱ Αὐτοκέφαλοι Ἐκκλησίαι) ἀνάγεται εἰς τὸ ὕψος
δόγματος! Ἔχει παραβῆ ὅλους τοὺς Ἱ. Κανόνας ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ἀλλὰ τὸν
ἐνδιαφέρει μόνον ἡ «τήρησις» τοῦ κανόνος τοῦ ἀναφερομένου εἰς τὸ «ἔκκλητον».
Ὁ Πατριάρχης ἀναπτύσσει καθαρῶς εἰς τὸν
λόγον του (καὶ θὰ φανῆ ἐναργῶς εἰς ὅσα εἶπε κατὰ τὴν Πεντηκοστὴν) ἕνα «παπικὸν
πρωτεῖον». Ἤδη ἐνταῦθα ἀπορρίπτει διαρρήδην οἱονδήποτε «πρωτεῖον τιμῆς», καθὼς
τὸ ἰδικόν του «πρωτεῖον» ἔχει περιεχόμενον, περιλαμβάνει ἐξουσίας. Βεβαίως,
συμφώνως πρὸς τὰς Ἁγίας Οἰκουμενικὰς Συνόδους οὔτε «πρωτεῖον τιμῆς» δὲν
ὑφίσταται, ἁπλῶς ἔχει «πρεσβεῖα», δηλ. εἶναι πρῶτος εἰς τὴν σειράν, κατὰ τὴν
διάταξιν τῶν βυζαντινῶν ἐπαρχιῶν. Τὸ «πρωτεῖον», τὸ ὁποῖον ἐπιθυμεῖ ὁ ἴδιος
«περικρατεῖ τὸ Ὀρθόδοξον Σῶμα» καὶ δι’ αὐτοῦ «διαφυλάττεται ἡ ἑνότης καὶ ἡ
ἀκρίβεια τῆς πίστεως»! Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἄνευ «πρωτείου»: α) δὲν ὑπάρχει
Ἐκκλησία καὶ β) ὅλοι θὰ περιπέσουν εἰς τὴν πλάνην. Ἡ σκέψις του καταλήγει
σιωπηρῶς εἰς τὸ ὅτι ὅστις δὲν δέχεται τὸ «πρωτεῖον» εἶναι αἱρετικὸς καὶ μόνον
τὸ Φανάρι, τὸ κατέχον τὸ «πρωτεῖον», ἐνσαρκώνει τὴν πίστιν.
Αὐτὸ τὸ «πρωτεῖον» τοῦ παρέχει ὑποτίθεται
τὸ προνόμιον: α) νὰ ἀπαιτῆ, νὰ «ἐγκρίνη» ὁ ἴδιος (ἴσως καὶ νὰ ἀπορρίπτη;) τὸ
ἀποτέλεσμα τῆς διεκκλησιαστικῆς σχέσεως μεταξὺ Ἐκκλησίας Σερβίας καὶ Σκοπίων,
β) νὰ θέτη ὡς ὅρον εἰς τοὺς Σκοπιανοὺς τὴν ἐπιδίωξιν «εὐνοίας» ἀπὸ τὸ Φανάρι,
καὶ γ) αἱ ἄλλαι Ἐκκλησίαι ἁπλῶς νὰ ἐνημερώνωνται (οὔτε κἄν νὰ συγκατατίθενται)
ἀπὸ τὸ Φανάρι. Διαζωγραφεῖται σαφῶς ἡ σχέσις μεταξὺ τοῦ «ἀφέντου» (Φανάρι) καὶ
τῶν ὑπεξουσίων (Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι), δηλ. τῶν Πάπων καὶ τῶν ὑποδούλων του.
Διὰ τὰ περὶ ἐθνοφυλετισμοῦ θὰ θέσωμεν μόνον
ἐρωτήματα: Δὲν εἶναι ἡ «κατασκευασμένη» δῆθεν «Μακεδονικὴ Ἐκκλησία» προϊὸν
ἐθνοφυλετισμοῦ; Οἱ ψευδοαυτοκέφαλοι Οὐκρανοὶ δὲν εἶναι ἀπόγονοι τοῦ Ληπκώβ, τὸν
ὁποῖον τὸν τιμοῦν σχεδὸν ὡς ἅγιον, πλήρως ἐθνοφυλετισταί; Τὸ Φανάρι, τοῦ ὁποίου
οἱ πιστοὶ ἀκόμη καὶ εἰς τὸ ἐξωτερικὸν εἶναι Ἕλληνες, δὲν εἶναι ἐθνοφυλετικόν;
Ὅταν, τέλος, εὐλογῆ τοὺς πιστοὺς τῆς «Βόρειας Μακεδονίας» μήπως δὲν εὐλογεῖ
«Μακεδόνες» ὡς ὑπέρμαχος τῆς «Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν»;
12η Ἰουνίου
Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος κατὰ τὴν Θ.
Λειτουργίαν τῆς Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς ἀνέφερε τὰ ἑξῆς:
«Οἱ Πνεύματι Θεοῦ ἀγόμενοι Θεῖοι Πατέρες…
ἀνέθεντο εἰς τοὺς κατὰ τὸ φαινόμενον μικροὺς ὤμους τοῦ Ἀρχιεπισκόπου
Κωνσταντινουπόλεως τὸν Σταυρὸν τῆς ἱεροκανονικῆς ἐποπτείας τοῦ κατὰ Ἀνατολὰς
Κυριακοῦ Σώματος, ἤτοι τοῦ κρίνειν τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Οἰκουμένης, καὶ ὥρισαν
ἐξαίρεσιν παράδοξον μέν, πλήν, ὡς ἔδειξεν ἡ πρᾶξις τῆς Ἐκκλησίας, ἀρίστην,
σοφὴν καὶ ἁγίαν εἰς τὴν ἐνόριον διάρθρωσίν της… Ἂς ἀναλογισθῆ ἕκαστος ἐξ ἡμῶν
πῶς θὰ ἦτο ἡ Ἐκκλησία ἄνευ τῆς ἐκ τοῦ Ἐκκλήτου ἀπορρεούσης χάριτος…
Ἀλεξάνδρεια, Ἀντιόχεια, Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ
καὶ αὐτὴ ἀκόμα ἡ μικρά, πλὴν καλῶς καὶ ἁγίως θεσμοθετημένη, κατὰ Κύπρον
Ἐκκλησία δὲν θὰ ὑφίσταντο χωρὶς τὴν μέριμναν καὶ τὴν πρόνοιαν τῶν κατὰ καιροὺς
Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν…
Μία ὑποφώσκουσα παρερμηνεία, ἐπ’ ἐσχάτων
ἐπικίνδυνος καὶ ζημιογόνος διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ὑπάρχει ἡ θεωροῦσα τοὺς
καθέκαστα Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησιαστικοὺς σχηματισμοὺς ὡς ἀπόλυτον πληρότητα μὴ
ἐπιδεομένην τῆς παραμικρᾶς συναντιλήψεως καὶ συνεπικουρίας καὶ αἰσθανομένην
τὴν ἐν Ἁγίω Πνεύματι κοινωνίαν ὡς συμβατικὴν ὑποχρέωσιν ἄνευ ἀντικρύσματος καὶ
οὐσίας…
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως δὲν
εἶναι μόνον ὁ ἐφ’ ἅπαξ χειραφετῶν, ἀλλὰ κανονικῷ χρέει καὶ ἀμεταπτώτῳ ὀφειλῇ, ὁ
διαρκῶς ἐπιτηρῶν τὴν εὐστάθειαν τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν. Ἡ ἀδιατάρακτος
κοινωνία τοῦ Κωνσταντινουπόλεως μετὰ τῶν πρεσβυγενῶν Πατριαρχῶν καὶ ἡ
ἀπρόσκοπτος κοινὴ μετὰ τούτων πορεία τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ἔδωκε τὴν δυνατότητα
διὰ τὴν ἐν ἑνότητι ἔκφρασιν πρὸς σύστασιν καὶ θεμελίωσιν τῶν ἀρχῶν καὶ τῶν
προϋποθέσεων τῶν λεγομένων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν…
Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία κληροδοτεῖ εἰς τὰ τέκνα
της ὅλα τὰ ἰδιώματά της… ἐν ἑνὶ λόγῳ ἅπαντα τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
…ἵνα καὶ ἡμεῖς, ὁ κοινὸς ὑμῶν πατὴρ καὶ
προστάτης, ὁ πρῶτος καὶ ἔσχατος τῶν Ἐπισκόπων τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ἁγίας τοῦ
Χριστοῦ Ἐκκλησίας εὐφραινώμεθα πνευματικῶς ἐφ’ ὑμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ ἔργα ὑμῶν.
…Νὰ εὐχαριστήσω τοὺς ἀδελφοὺς Ἀρχιερεῖς τῆς
Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου, μαζὶ μὲ τοὺς ὁποίους πήραμε αὐτὴ τὴν ἱστορικὴ ἀπόφαση
γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀχρίδος».
Ἀφοῦ εἰς τήν ὁμιλίαν του κατὰ τὴν 9ην
ἀνέπτυξεν ὁ Πατριάρχης τὸ «παπικὸν πρωτεῖον» καὶ τὴν «παπικὴν θεολογίαν»,
ἐπέλεξε τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς, διὰ νὰ ἀναπτύξη περαιτέρω καὶ τὸ «παπικὸν
ἀλάθητον», ἐκκινῶν πάλι ἐκ τοῦ «ἐκκλήτου».
Δὲν παραξενεύει κανένα ὅτι καίτοι ὁ ἴδιος
παραδέχεται τὸ «παράδοξον» τοῦ «ἐκκλήτου», τὸ δικαιολογεῖ πλήρως; Ὄχι μόνον τὸ
δικαιολογεῖ, ἀλλὰ ὑπογραμμίζει ὅτι ἀπορρέει «χάρις» ἐξ αὐτοῦ! Πρόκειται δηλαδὴ
διὰ ἄκτιστον ἐνέργειαν τῆς Τριαδικῆς Θεότητος, τὴν ὁποίαν μόνος διαχειρίζεται ὁ
Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, κανεὶς ἄλλος! Εἶναι ἡ ὑπεραρχιερωσύνη ποὺ διαθέτει ὡς
Πάπας, ἡ ὁποία τὸν καθιστᾶ «κριτὴν» ὅλων τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ «ἐπόπτην»,
τοποτηρητὴν («vicarius»), ὅλων τῶν
Ἐπισκοπῶν! Προσοχὴ ὅμως μόνο τῆς «Κατὰ Ἀνατολάς», διότι ὑπάρχει καὶ «Κατὰ
Δυσμάς»! Εἷς Πάπας τῆς Δύσεως καὶ εἷς τῆς Ἀνατολῆς, καθὼς ἀμφότεροι ἔχουν «πρωτεῖον»…
Εἰς τοιοῦτον ἀπενενοημένον σημεῖον φθάνει,
ὥστε νὰ διατείνεται ὅτι ἄνευ τοῦ Φαναρίου δὲν θὰ ὑπῆρχε καμία ἄλλη Ἐκκλησία!
Πρὶν ὑπάρξη τὸ Φανάρι δὲν ὑπῆρχαν Ἐκκλησίαι; Ἀλλὰ καὶ μετέπειτα κατὰ τὴν
Τουρκοκρατίαν ἂς ἀναγνώση κανεὶς ἐκκλησιαστικὴν ἱστορίαν, διὰ νὰ διαπιστώση ὅτι
τὰ πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα, τὰ ὁποῖα ἰσχυρίζεται ὅτι διέσωσε, τὰ εἶχεν ὑποτάξει
ὡς Μητροπόλεις του!
Ὅσον διὰ τὰς Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας, ὁ
ἴδιος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ «σκασίλα μου» ἀπέδειξεν ὅτι εἶναι πλήρως
αὐτάρκης καὶ δὲν χρειάζεται νὰ τὸν μνημονεύη κανεὶς ἢ -κατὰ τὴν λογικήν του- οἱ
ἄλλοι ἔχουν ἀνάγκην νὰ τὸν μνημονεύουν, διότι «ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν
οὐδὲν» ὡς βλασφήμως εἶχε ἀναφέρει ἄλλοτε! Εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς
Ἐκκλησίας!
Ἐφ’ ὅσον εἶναι –ὡς γράφει- ὁ «χειραφετῶν»
Ἐκκλησίας, ὁ «διαρκῶς ἐπιτηρῶν τὴν εὐστάθειαν» αὐτῶν, ὁ κληροδοτῶν «ἅπαντα τὰ
χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ὁ «κοινὸς πατὴρ καὶ προστάτης», ὁ «πρῶτος καὶ
ἔσχατος τῶν Ἐπισκόπων», τότε ἔχει ὑποχρεωτικῶς τὸ ἀλάθητον, διότι εἰς
περίπτωσιν ποὺ αὐτὸς ἦτο δυνατὸν νὰ παρεκκλίνη ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν τότε ὁλόκληρος
ἡ Ἐκκλησία θὰ ἠφανίζετο! Εἶναι «κριτὴς» καὶ «ἐπόπτης», ἄρα εἶναι τὸ κριτήριον
τῆς ἀληθείας καὶ τῆς πίστεως!
Κατέχει τὸ ἀλάθητον αὐτὸς προσωπικά, καθώς:
Δὲν ὑπάρχουν Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι, ἀφοῦ αὐταὶ τοῦ ἀνέθεσαν τὸ ἔργο των. Δὲν
ὑπάρχει συμφωνία τῶν 14 Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, παρὰ μόνον «ὁ Κων/λεως καὶ οἱ
πρεσβυγενεῖς Πατριάρχαι», ὑπὸ τὴν προϋπόθεσιν, βεβαίως, ὅτι κοινωνοῦν μαζί του.
Δὲν ὑπάρχει οὔτε Ἱεραρχία τοῦ Φαναρίου, ἀφοῦ τὴν ἀπόφασιν –ὡς ὁμολογεῖ- τὴν
ἔλαβε μὲ μερικοὺς (κυρίως τιτουλαρίους), τοὺς ὁποίους ἐναλλάσσει ἀνὰ ἕξι μῆνας.
Μετ’ ὀδύνης παρατηρεῖ κανεὶς ὅτι δὲν εἶναι
πλέον οἱ αὐλικοί, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι προπαγανδίζουν τὸ «πρῶτος ἄνευ ἴσων», ἀλλὰ
ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος. Ἡ κατάστασις ἔχει ἐκτραπῆ πλήρως καὶ
διαφαίνεται ἡ ὁλοκληρωτικὴ βύθισις τοῦ Φαναρίου. Προσδοκῶμεν ὅτι ὁ Θεὸς θὰ
ἐπέμβη, ἂν εὑρεθοῦν μερικοὶ δίκαιοι νὰ συνεργασθοῦν μαζί του ὑπὲρ τῆς
Ἐκκλησίας.
1 σχόλιο:
Ὁ γνωστός εἰς τούς θεολογικούς κύκλους χαρακτηρισμός τοῦ Βαρθολομαίου ὡς «πάπα τῆς Ἀνατολῆς» οὐδόλως τόν ἀδικεῖ!
Δημοσίευση σχολίου