Παράμονος ο Άγιος Μάρτυς και οι συν αυτώ ασκήσαντες Άγιοι Μάρτυρες ήσαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου και Ακυλίνου άρχοντος της Ανατολής εν έτει σν΄ (250), η δε αιτία του Μαρτυρίου αυτών υπήρξε τοιαύτη. Εις ένα τόπον, Ιερόν ονομαζόμενον, της Βαλσατίας, ήτοι της νυν λεγομένης Μπάστρας ή Βασόρας της ευρισκομένης παρά το στόμιον του Τίγρητος ποταμού, αναβρύουσι θερμά νερά πλούσια, τα οποία ιατρεύουσιν ασθενείας. Εις τα θερμά λοιπόν ταύτα επήγεν ο άρχων Ακυλίνος, ίνα ιατρευθή από ασθένειαν σωματικήν, η οποία τον ηνώχλει. Όθεν προσέταξε να ακολουθώσιν αυτόν από την Νικομήδειαν όσοι Χριστιανοί ήσαν εκεί δεδεμένοι δια την του Χριστού πίστιν· μεταβάς δε εις τον ναόν της ψευδοθεάς Ίσιδος και τας μιαράς του θυσίας τελέσας, προσέταξε και τους Μάρτυρας του Χριστού να προσκυνήσωσι και να θυσιάσωσιν εις τα είδωλα.
Επειδή δε εκείνοι δεν επείσθησαν, προσέταξε να τους θανατώσωσιν όλους και ούτως έλαβον οι γενναίοι τους στεφάνους της αθλήσεως παρά του Παμβασιλέως Χριστού, τον αριθμόν όντες τριακόσιοι εβδομήκοντα. Τούτους λοιπόν βλέπων ούτως ασπλάγχνως θανατωθέντας ο Άγιος Παράμονος, με μεγάλην φωνήν ανεβόησε λέγων· «Μεγαλωτάτην ασέβειαν βλέπω, διότι ο μιαρός ούτος άρχων τόσους πολλούς δικαίους και μάλιστα ξένους όντας κατασφάζει, ως να ήσαν άλογα ζώα». Ο δε άρχων, ταύτα ακούσας, ήναψεν από οργήν και ευθύς προστάσσει να τον θανατώσωσι· τούτο δε ηγνόει ο Μάρτυς. Όθεν συλλαβόντες αυτόν αιφνιδίως οι απεσταλμένοι εκεί που αφόβως περιεπάτει, άλλοι μεν τον εκτύπων με λόγχας, άλλοι δε ετρύπων την γλώσσαν και τα λοιπά μέλη του με καλάμια κοπτερώτατα· και ούτως έμπροσθεν του άρχοντος εθανάτωσαν αυτόν και προς τας ουρανίους Μονάς τον απέστειλαν, ίνα χαίρη αιωνίως μετά των λοιπών τριακοσίων εβδομήκοντα. Το δε άγιον αυτού λείψανον ενεταφιάσθη μετά των λειψάνων των ανωτέρω Αγίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου