ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟΝ; ΤΙ ΛΕΓΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ; -- Του π. Θεοδώρου Ζήση

Πῶς πρέπει νά χρησιμοποιῆ ὁ πλούσιος τόν πλοῦτον, τόν ὁποῖον τοῦ ἐχάρισε καί τοῦ ἔδωσεν ὁ Θεός. Καί πῶς οἱ πτωχοί πρέπει νά ἀντιμετωπίζουν τήν πτωχείαν καί πῶς τούς πλουσίους. Διατί προέχει ὁ πνευματικός πλοῦτος;

  “Ἄνθρωπος δὲ τις ἦν πλούσιος καὶ πτωχὸς δὲ τις ὀνόματι Λάζαρος” (Λουκ. ιστ´ 19-20). Πλοῦτος καὶ πτωχεία, πλοῦτος καὶ φτώχια, πλούσιοι καὶ πτωχοί, εἶναι καταστάσεις ζωῆς, καταστάσεις βίου, οἱ ὁποῖες ἔχουν καὶ πολλὲς πνευματικὲς διαστάσεις καὶ πολλὲς ἐπίσης πνευματικὲς παρανοήσεις… Στὴ σκέψη καὶ στὸ ὑποσυνείδητο ὅλων μας ἀσφαλῶς ὑπάρχει ἡ ἐπιθυμία νὰ εἴμαστε πλούσιοι καὶ μὲ ἀποστροφὴ σκεφτόμαστε τὴ φτώχια, ἰδιαίτερα μάλιστα αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς οἰκονομικῆς, ὅπως τὴ λέμε, κρίσεως ἔχουμε τὴν αἴσθηση ὅτι ὅλοι ἔχουμε γίνει πτωχότεροι καὶ ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πτωχεύσεώς μας, ἔν τινι μέτρῳ, σὲ πολλοὺς ἀπὸ μᾶς αὐτὴ ἡ κατάσταση ὁδηγεῖ σὲ μελαγχολίες, σὲ ἀπογοητεύσεις, σὲ ἀγωνίες: τί θὰ γίνει στὸ μέλλον, πῶς θὰ τὰ βγάλουμε πέρα, γιατί γίνονται αὐτὲς οἱ ἀδικίες, γιατί ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς ὁρισμένους νὰ πλουτίζουν καὶ μάλιστα ἀθέμιτα, ὄχι μὲ νόμιμους τρόπους, καὶ γιατί ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς ὁρισμένοι νὰ εἶναι πτωχοὶ καὶ νὰ ὑποφέρουν στὴ ζωὴ τους μέσα στὴ φτώχια καὶ μέσα στὴ δυσκολία;

Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ, ἡ ὁποία μᾶς παρουσιάζει τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, ὅπως ἐπίσης καὶ πολλὰ ἄλλα κείμενα μέσα ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀπὸ τὴ διδασκαλία καὶ τοῦ Κυρίου καὶ τῶν Ἀποστόλων καὶ στὴ συνέχεια καὶ ἀπὸ ἑρμηνευτικὲς καὶ θεολογικὲς ἀναλύσεις τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, μᾶς δίνουν ἱκανοποιητικὲς ἀπαντήσεις στὸ πρόβλημα αὐτό, τὸ κοινωνικὸ λεγόμενο πρόβλημα, τῆς ὑπάρξεως πλουσίων καὶ τῆς ὑπάρξεως πτωχῶν. Δικαιολογεῖ ὁ χριστιανισμὸς τὸν πλοῦτο; Τί λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸν πλοῦτο; Πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε στὴ ζωή μας νὰ γίνουμε πλούσιοι, νὰ εἴμαστε πλούσιοι; Ἀπὸ ποῦ προέρχεται ὁ πλοῦτος; Εἶναι νόμιμες ὅλες οἱ πηγὲς τοῦ πλούτου; Κι ἂν συμβεῖ νὰ εἴμαστε πλούσιοι, πῶς πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦμε αὐτὸν τὸν πλοῦτο ποὺ μᾶς ἐχάρισε καὶ μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός; Ἀλλὰ ἀκόμα κι ἂν συμβεῖ νὰ εἴμαστε πτωχοί, πῶς πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ τὴ δική μας τὴν πτώχια κι ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοὺς πλουσίους: πρέπει νὰ τοὺς ζηλεύουμε, νὰ τοὺς φθονοῦμε, νὰ τοὺς μισοῦμε, νὰ κάνουμε κοινωνικὲς ἐπαναστάσεις, νὰ ἀνατρέπουμε κυβερνήσεις καὶ καθεστῶτα εἰς τρόπον ὥστε νὰ ἀπολαύσουμε κι ἐμεῖς αὐτὰ, πού ἀπολαμβάνουν οἱ πλούσιοι, οἱ οἱοδήποτε πλούσιοι; Γνωρίζουμε ὅλοι μας πόσο ταλαιπωρήθηκε ἡ ἀνθρωπότης ἀπὸ τέτοιου εἴδους ἐξεγέρσεις πτωχῶν ἐναντίον τῶν πλουσίων. Ὁ περασμένος μάλιστα αἰώνας, ὁ 20ός αἰώνας, σχεδὸν στὸ σύνολό του διήρεσε τὴν ἀνθρωπότητα σὲ δύο μισά. Ἐκεῖ ὅπου ἐκυριάρχησε ὁ κομμουνισμὸς καὶ ὁ σοσιαλισμός, ὅπου οὐσιαστικῶς οἱ πτωχοί, οἱ προλετάριοι, οἱ ἐργάτες ἐπαναστάτησαν ἐναντίον τῶν πλουσίων καὶ θέλησαν κι αὐτοὶ νὰ μοιραστοῦν τὰ ἀγαθά τῶν πλουσίων, νὰ μοιραστοῦν τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Εἶναι λοιπὸν δικαιολογημένα ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ νὰ ἀπολαμβάνουν οἱ πλούσιοι μόνοι τους τὰ ἀγαθά τους κι ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ καὶ οἱ πτωχοὶ νὰ ζηλεύουν καὶ νὰ φθονοῦν καὶ νὰ μισοῦν τοὺς πλουσίους καὶ νὰ ἐπιχειροῦν νὰ τοὺς ἀνατρέψουν; Καὶ εἶναι δικαιολογημένη ἴσως καὶ αὐτὴ ἡ πικρία κι αὐτὴ ἡ ἀγωνία, ποὺ νιώθουμε καὶ σήμερα ὅλοι μας μπροστὰ σʼ αὐτὴν τὴν οἰκονομικὴ κρίση, μπροστὰ σʼ αὐτὴν τὴ μερικὴ πτωχεία, στὴν ὁποίαν ἔχουμε ὁδηγηθεῖ ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως; Ἄς κάνω ἐξαρχῆς τὴν παρατήρηση ὅτι ἀπὸ κάποιας πλευρᾶς ὅλοι μας, ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες, τὶς τελευταῖες ἰδιαίτερα δεκαετίες, ἤμασταν πλούσιοι καὶ μοιάζαμε στὸν πλούσιο τῆς περικοπῆς: Ἄνθρωπος τις ἦν πλούσιος καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθʼ ἡμέραν λαμπρῶς. (Λουκ. ιστ´ 19). Κι ἐμεῖς ντυνόμασταν καὶ ἀγοράζαμε καὶ ροῦχα καὶ φορέματα καὶ εὐφραινόμασταν καὶ τρώγαμε καὶ πίναμε, στὰ συμπόσια καὶ στὸ σπίτι μας καὶ στὰ κέντρα, εὐφραινόμενοι καθʼ ἡμέραν λαμπρῶς. Πλούσιοι λοιπὸν κι ἐμεῖς, σὰν τὸν πλούσιο τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Εἶναι κακὸ λοιπὸν νὰ εἶναι κανεὶς πλούσιος;

Τί λέγουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες                                                                                 Θὰ κάνω μερικὲς σκέψεις, μὲ βάση τὰ ὅσα οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἔχουν παραδώσει, γιὰ νὰ δοῦμε σήμερα πολὺ σύντομα –αὐτὸ θέλει ἐδῶ, ὧρες πολλὲς παραδόσεων, ἔχουν γραφεῖ χιλιάδες συγγράμματα γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ κοινωνικοῦ λεγομένου προβλήματος, σὲ σχέση μάλιστα μὲ τὴν ἐπανάσταση τῶν πτωχῶν ἐναντίον τῶν πλουσίων. Ποιὰ λοιπὸν εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τῶν Ἁγίων Πατέρων σχετικὰ μὲ τὸ πρόβλημα τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχιας; Πῶς πρέπει κι ἐμεῖς σύντομα νὰ τοποθετηθοῦμε ἀπέναντι σʼ αὐτὲς τὶς δύο καταστάσεις τῆς ζωῆς; Θὰ πρέπει νὰ σᾶς πῶ βέβαια, ὅτι τὸ πρόβλημα τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχιας δὲν ἀπησχόλησε μόνο τὴν χριστιανικὴ σκέψη, οὔτε ὑπάρχει μόνο μέσα στὸ Εὐαγγέλιο σχετικὴ διδασκαλία. Ἂν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀκολουθήσει τὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου δὲν θὰ ὑπῆρχαν προβλήματα στὸν κόσμο, θὰ εἶχε ἐπιλυθεῖ τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα καὶ θὰ εἶχε ἐπιλυθεῖ τὸ πρόβλημα τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχιας. Ἀλλὰ ἐπειδὴ οἱ ἄνθρωποι ἀκολουθοῦν δικές τους σκέψεις, δικές τους διδασκαλίες, δικές τους ἐπιθυμίες, δικά τους συμφέροντα γιʼ αὐτὸ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ κοινωνικὴ ἀναστάτωσις. Νὰ πῶ λοιπὸν σύντομα ὅτι ἀκόμη καὶ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ὁ πλοῦτος ἐκτιμώταν θετικῶς καὶ ὑπολογιζόταν ἀνάμεσα στὰ μεγάλα ἀγαθά τῆς ζωῆς ὅπως ἐπίσης καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. “Ἐὰν εἰσακούσητέ μου τὰ ἀγαθά τῆς γῆς φάγεσθε” (Ἡσαΐας, 1, 19). Καὶ εἶναι σπουδαῖο ἀγαθὸ νὰ εἶναι κανεὶς πλούσιος καὶ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ὅπως ἐπίσης καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Πάντως ἡ ἑλληνικὴ θέση ἀπέναντι στὸν πλοῦτο δὲν ἦταν σκληρὴ καὶ ἄκαμπτη. Πολλὲς φορὲς ἐπενέβαιναν οἱ νομοθέτες καὶ ἐπέβαλαν στοὺς πλουσίους φόρους, γιὰ τὴν ἐνίσχυση τῶν ἀποροτέρων τάξεων. Ἢ μερικὲς φορὲς ἀκόμη προέβαιναν καὶ σὲ ἀνακατανομὴ τῶν κτημάτων. Ἠθικὰ δὲ ἀξιολογούμενος ὁ πλοῦτος στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, στηρίζεται στὸ πῶς ἀποκτάει κανεὶς τὸν πλοῦτο, μὲ νόμιμα μέσα ἢ μὲ ἠθικὰ μέσα ἢ ἂν τὸν ἀποκτάει ἐπίσης μὲ ἀνήθικα μέσα. Ἐπίσης δινόταν μεγάλη σημασία στὴν κοινωνικὴ λειτουργία τοῦ πλούτου: ὠφελεῖ ὁ πλοῦτος τὴν κοινωνία, διατίθεται ὁ πλοῦτος γιὰ νὰ βοηθεῖ τοὺς ἀσθενεστέρους; Καὶ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ἀκόμη. Καὶ ὑπῆρχε ἐπίσης κι ἕνα σπάσιμο αὐτῆς τῆς ἀπεριόριστης ἀντιλήψεως πὼς ὅταν εἶναι κανεὶς πλούσιος κάνει ὅ,τι θέλει τὸν πλοῦτο του: δικά μου εἶναι τὰ χρήματα, δικά μου εἶναι τὰ κτήματα, ὅ,τι θέλω τὰ κάνω! Ἀκόμη καὶ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ἔχει σπάσει αὐτὴ ἡ ἀντίληψις. Ὑπάρχει στὸν Εὐριπίδη μία θέση, ἡ ὁποία λέει: “οὗτοι τὰ χρήματα ἴδια κέκτηνται βρωτοί”. Οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουν δικά τους χρήματα. “Τὰ τῶν θεῶν δʼ ἔχοντες ἐπιμελούμεθα”. Εἴμαστε ἐπιμεληταί, διαχειρισταὶ αὐτῶν τῶν ὁποίων μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Εἶναι ἀκριβῶς σὰν τὴ χριστιανικὴ θέση, ἡ ὁποία δέχεται πὼς ὁ Θεὸς μᾶς τὰ δίνει ὅλα, τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅλα, δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ἰδιοκτῆτες, ἐμεῖς εἴμαστε διαχειρισταὶ τῶν πραγμάτων: “τὰ τῶν θεῶν δʼ ἔχοντες ἐπιμελούμεθα”. Ὁ Ξενοφώντας ἐπίσης στὴν “Κύρου παιδεία” λέει ὅτι δὲν πρέπει νὰ θεωροῦμε εὐτυχεῖς τούς πλουσίους. Εὐτυχεῖς εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἀπέκτησαν ἔντιμα τὸν πλοῦτο καὶ τὸν χρησιμοποιοῦν γιὰ τὸ καλό τῶν ἀνθρώπων. Μόνον ἐκεῖνοι. Ἀφήνω τὸ χωρίο τὸ σχετικό.

Ἡ Ρωμαϊκή ἀντίληψις                                                                                Δυστυχῶς ὅμως ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐλαστική, τὴν ὄχι σκληρὴ ἀντίληψη γιὰ τὸν πλοῦτο, ὑπάρχει μιὰ ἄλλη, ρωμαϊκὴ ἀντίληψη νομική, περὶ ἰδιοκτησίας καὶ πλούτου, ἡ ὁποία θεωρεῖ ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι φυσικὸ δικαίωμα, προέκταση τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἀφοῦ ἐγὼ γεννήθηκα πλούσιος, ἀφοῦ εἶμαι πλούσιος, κάνω ὅ,τι θέλω τὸν πλοῦτο μου! Εἶναι στὴ φύση μου τὸ νὰ ἔχω κτήματα, ἡ ἰδιοκτησία εἶναι μέσα στὴ φύση μου! Δὲν μπορεῖ κανένας νὰ μοῦ καταστρέψει τὸ δικαίωμα αὐτὸ νὰ εἶμαι πλούσιος. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀντίληψη περὶ τοῦ ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι φυσικὴ προέκταση, φυσικὸ δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου, πέρασε δυστυχῶς στὴ Δύση, πέρασε καὶ στὰ νεώτερα χρόνια, στὸν οἰκονομικὸ φιλελευθερισμὸ καὶ στὸν καπιταλισμὸ, ὁ ὁποῖος σὰν μόνο κίνητρο ἔχει τὸ κέρδος: δὲν τὸν νοιάζει γιὰ τὸ κοινωνικὸ καλὸ καὶ γιὰ τὸ ἂν ὑπάρχουν φτωχοί. Ἔ, ἐκεῖ παραμόνευε ὁ κομμουνισμὸς καὶ ὁ μαρξισμός: Ἂν ἐσεῖς νομίζετε ὅτι μπορεῖτε νὰ κάνετε τὰ ἀγαθά τῆς γῆς ὅ,τι θέλετε οἱ πλούσιοι, κάνετε λάθος. Θὰ ἐπαναστατήσουμε καὶ διὰ τῆς βίας θὰ σᾶς τὰ πάρουμε.

Τί διδάσκει ὁ Χριστιανισμός                                                                                  

Ὁ χριστιανισμός, ἀγαπητοί μου, τί διδάσκει γιὰ ὅλα αὐτά; Ὁ χριστιανισμὸς διδάσκει, οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἀγαθά. Ὑπάρχουν τὰ ἐλεύθερα ἀγαθά, τὰ ὁποῖα δίνει ὁ Θεὸς μὲ ἀφθονία σὲ ὅλους ἐξίσου: εἶναι ὁ ἀέρας, τὸ φῶς καὶ τὸ νερό. Ὅλοι ἔχουμε τὸν ἀέρα, ὅλοι ἔχουμε τὸ φῶς κι ὅλοι ἔχουμε τὸ νερό, μολονότι τώρα καὶ τὸ νερὸ τὸ ἀγοράζουμε καὶ θὰ ʻρθεῖ λένε ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία θὰ γίνονται πόλεμοι ἀκόμη καὶ γιὰ τὸ νερό. Ὁ Θεὸς πάντως τὸ νερὸ τὸ δίνει ἴσα σὲ ὅλους. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὰ ἐλεύθερα αὐτὰ ἀγαθά, τά ὁποῖα ὁ Θεὸς δίνει ἐξίσου σὲ ὅλους, ὑπάρχουν καὶ τὰ λεγόμενα οἰκονομικὰ ἀγαθά, τά ὁποῖα ὀφείλονται στὴν ἀνθρώπινη συμβολὴ γιὰ νὰ ἀποκτηθοῦν. Κάποιος εἶναι ἐργατικός, ἐπιμελὴς καὶ ἀποκτάει ἀγαθὰ μὲ τὴ δική του προσπάθεια. Εἶναι τὰ οἰκονομικὰ ἀγαθά, ὑπάρχει ἀνθρώπινη συμβολή, δὲν εἶναι τοῦ Θεοῦ. Αὐτὰ λοιπὸν τὰ ἀνθρώπινα ἀγαθά, τὰ θεωροῦν πολλοὶ πὼς μποροῦν νὰ τὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο διδάσκουν ὅτι ἀκόμη καὶ τὰ οἰκονομικὰ ἀγαθά, αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἀποκτάει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἐργασία του, μὲ ἔντιμα μέσα, ἀκόμη κι αὐτὰ δὲν εἶναι δικά του. Δὲν μπορεῖ π.χ. λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος νὰ διεκδικήσει τὴν ἀπόλυτη κυριότητα τοῦ σπιτιοῦ του. Ὅλοι θεωροῦμε πὼς εἴμαστε ἀπόλυτοι κύριοι τοῦ σπιτιοῦ μας. Γιατί λέει ἐκτός τοῦ ὅτι τὰ ὑλικὰ, ποὺ χρησιμοποιεῖ γιὰ τὴν κατασκευή του, τὸ χῶμα, τὸ νερό, δὲν εἶναι δικά του, ἀλλὰ εἶναι τοῦ Θεοῦ, ἐπιπλέον αὐτὸς ὁ ἴδιος ποὺ κατασκευάζει τὸ σπίτι καὶ τὸ διεκδικεῖ, ἀνήκει στὸν Θεὸ, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. Καὶ ρωτάει ὁ Μέγας Βασίλειος: ποῖα εἰπὲ μοι σαυτοῦ; Ποιὰ δικά σου; Ποιὰ δικά σου, ἰδιοκτησία δική σου; Πόθεν λαβών εἰς τὸν βίον εἰσήνεγκας; Ποῦ τὰ βρῆκες; Στὸν κόσμο ἐρχόμαστε γυμνοί, πόθεν λαβών εἰς τὸν βίον εἰσήνεγκας; Καὶ λέει κι ἄλλα ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἐξαιτίας λοιπὸν αὐτῆς τῆς διδασκαλίας, ὅτι δὲν ἀνήκουν τὰ ἀγαθὰ στοὺς πλουσίους, οἱ Ἅγιοι Πατέρες διαμόρφωσαν τὴ διδασκαλία ὅτι καὶ οἱ πλούσιοι εἶναι ἁπλῶς διαχειρισταὶ καὶ οἰκονόμοι τῶν ἀγαθῶν. Δὲν πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦν γιὰ δική τους ὠφέλεια, γιὰ δική τους ἀπόλαυση τὰ ἀγαθά τους, ἁπλῶς εἶναι ἕνα λειτούργημα ὁ πλοῦτος: οἰκονόμοι Θεοῦ. Κι ὅτι αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ χρησιμοποιοῦν γιὰ τὴν κοινωνικὴ λειτουργία τοῦ πλούτου.

Αἱ διαφοραί μέ τάς ἰδεολογίας                                                                     Ὑπάρχουν στὸ χριστιανισμό, καὶ τελειώνω μʼ αὐτὰ γιὰ νὰ μὴ σᾶς κουράσω πολύ, ὑπάρχουν στὸ χριστιανισμὸ τρεῖς ἀρχὲς, οἱ ὁποῖες διακρίνουν τὴν διδασκαλία γιὰ τὸν πλοῦτο καὶ τὴν πτωχεία σὲ σχέση καὶ μὲ τὸν καπιταλισμό, τὸν νεοφιλελευθερισμό, σὲ σχέση καὶ μὲ τὸν σοσιαλισμὸ καὶ μὲ τὸν κομμουνισμό. Ποιὲς εἶναι αὐτὲς οἱ ἀρχές; Κατʼ ἀρχὴν εἶναι ἡ ἀρχὴ ἡ πρώτη τῆς ἀγάπης. Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη στὸν φιλελευθερισμὸ τὸν οἰκονομικό, τὸ κέρδος εἶναι ἡ ἀρχή: δὲν μὲ νοιάζει, ἄς πεθαίνει ὁ ἄλλος, θὰ δείξω ἐγὼ ἀγάπη σʼ αὐτόν; Κριτήριο εἶναι τὸ κέρδος, ἡ δική μου ἀπόλαυση. Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη οὔτε καὶ στὸν κομμουνισμό: φθονοῦν καὶ μισοῦν οἱ φτωχοί τούς πλουσίους καὶ θέλουν κι ἐκεῖνοι νὰ γκρεμίσουν τοὺς πλουσίους, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν κι αὐτοὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἑπομένως ὑλισμὸς ὑπάρχει καὶ στὴ μιὰ πλευρὰ καὶ στὴν ἄλλη πλευρά. Καὶ στὴν πλευρὰ τῶν πλουσίων, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ ἀπολαύσουν μόνοι τους τὰ ἀγαθὰ καὶ στὴν πλευρὰ τῶν πτωχῶν, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ γίνουν αὐτοὶ πλούσιοι. Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη, δὲν ὑπάρχει ὅμως καὶ ἀσκητικότητα. Νομίζετε πὼς ἂν ὁ κομμουνισμὸς καὶ ὁ σοσιαλισμὸς ἐκεῖ ἔτεινε, ποῦ ἔτεινε ὁ σοσιαλισμὸς καὶ ὁ κομμουνισμός; Ἔτεινε νὰ δημιουργήσει μία κοινωνία τοῦ μέλλοντος, ἔτσι ἔλεγαν, θὰ περάσουν αὐτὲς οἱ δυσκολίες, ἔτσι δίδασκαν τοὺς λαοὺς ἐκεῖ, θὰ περάσουμε τώρα τὶς δυσκολίες καὶ θὰ ʻρθεῖ μιὰ ἐποχὴ ἐδῶ ποὺ θὰ κάνουμε μία κοινωνία, ὅπου ὅλοι θὰ εἶναι πλούσιοι, ὅπου ὅλοι θὰ ἀπολαμβάνουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἑπομένως ὑλισμὸς καὶ ἐδῶ, ἴσοι στὴν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγα θῶν. Ὁ χριστιανισμὸς λέει ὅτι αὐτὴ ἡ ἐκ μέρους καὶ τῶν πλουσίων καὶ τῶν πτωχῶν διεκδίκηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἀναστατώσεως, ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο. Λέει ὁ Μ. Βασίλειος: “Ἕως πότε πλοῦτος; Ἡ τοῦ πολέμου ὑπόθεσις, διʼ ὃν ἀκονᾶται ξίφη, διʼ ὃν συγγενεῖς ἀγνοοῦσι φύσιν καὶ ἀδελφοὶ φονικὸν κατʼ ἀλλήλων βλέπουσι;”. Ἀκόμη καὶ οἱ ἀδελφοὶ γιὰ περιουσιακὰ θέματα ἀρχίζουν καὶ διαιροῦνται καὶ νιώθουν μίσος ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ τάση μας γιὰ τὴν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν.

Οὐδεμίαν ἀξίαν                                                                                                     

Ὁ χριστιανισμὸς διδάσκει ὅτι τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ δὲν ἔχουν καμία ἀξία, εἶναι προσωρινά, φεύγουν. Τί ἔπαθε ὁ φτωχός, ὁ Λάζαρος καὶ τί ἔπαθε ὁ πλούσιος; Πέρασε αὐτὴ ἡ ζωή. Ὁ φτωχὸς ὁ Λάζαρος πῆγε στὶς ἀγκαλιὲς τοῦ Ἀβραὰμ εὐτυχισμένος καὶ ὁ πλούσιος ὀδυνάτω ἐν τῇ φλογί. Περνοῦν αὐτά. “Οὐδαμόθεν ἄλλοθεν ὁ φθόνος ἡ ἐκ τοῦ προστετηκέναι τοῖς παροῦσι, μᾶλλον δὲ πάντα τά κακὰ” λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὁ φθόνος προέρχεται ἀπὸ τὸ ὅτι εἴμαστε κολλημένοι στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. “Εἰ γὰρ μηδὲν εἶναι ἐνόμιζες τὰ χρήματα καὶ τὴν δόξαν τοῦ κόσμου τούτου, οὐκ ἂν τοῖς ἔχουσιν ἐβάσκηνας”. Γιατί ἐσὺ πτωχέ, ἂν θεωροῦσες πὼς τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ δὲν εἶναι τίποτε, δὲν θὰ εἶχες φθόνο καὶ βασκανία ἐναντίον τῶν πλουσίων. Καὶ τελειώνω ἀγαπητοί μου, γιατί μπορεῖ κανεὶς νὰ πεῖ πολλά, ὅτι στὸν χριστιανισμὸ καὶ ἰδιαίτερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στὴν Ἐκκλησία τῶν Πατέρων ἰδεώδης κοινωνικὸς τύπος δὲν εἶναι ὁ homo economicus, δὲν εἶναι ὁ ἔμπορος, δὲν εἶναι ὁ ἐπαγγελματίας, δὲν εἶναι ὁ πλούσιος, ὁ καλοντυμένος, ὁ καλοπερασάκιας, ὁ ὑλιστής, ὁ homo economicus τῶν ἀκραίων συστημάτων, τῶν ἀτομοκρατικῶν εἴτε καπιταλιστικῶν εἴτε σοσιαλιστικῶν. Ἀλλὰ ἰδεώδης τύπος στὸν χριστιανισμὸ εἶναι ὁ ἀσκητής, ὁ ἅγιος, ὁ ὁποῖος περνάει λιτὰ τὴ ζωή του. Ἂν εἴχαμε υἱοθετήσει αὐτὴν τὴν φιλοσοφία, ὅλοι μας, ἀκόμη κι οἱ ἐπίσκοποί μας, οἱ ὁποῖοι προκλητικὰ μερικὲς φορὲς ζοῦν ζωή, καὶ κρίθηκε αὐτὸ ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, ἐπίσκοπος αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἔγραψε ὅτι δίνουμε κακὸ παράδειγμα στὸν λαὸ γιατί ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ κληρικοὶ ζοῦμε μὲ εὐημερία καὶ σπαταλοῦμε. Ἂν ἦσαν ἀσκητικοὶ κι ἂν ἤμασταν ὅλοι ἀσκητικοὶ στὴ ζωή μας, δὲν θὰ ὑπῆρχε κοινωνικὸ πρόβλημα καὶ θὰ ζούσαμε ὅλοι ἀγαπημένοι μεταξύ μας καὶ οἱ πλού σιοι καὶ μὲ τοὺς φτωχούς. Οἱ πλούσιοι θὰ βοηθοῦσαν τοὺς φτωχοὺς καὶ οἱ φτωχοὶ δὲν θὰ φθονοῦσαν τοὺς πλουσίους. Ὁ πνευματικός πλοῦτος Ἀπὸ τὴ σημερινὴ λοιπὸν μικρὴ εὐκαιρία ποὺ μᾶς δόθηκε ἐδῶ νὰ ἀναφερθοῦμε στὸ θέμα τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχιας, ποὺ ταλαιπωρεῖ τὴν ἀνθρωπότητα, τὸ πρόβλημα αὐτό, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς γενέσεώς της, ἄς ἔχουμε στὴν εἰκόνα μας τὴν κατάσταση τοῦ πλουσίου τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς καὶ τοῦ πτωχοῦ. Εὐφραινόταν κάθε ἡμέραν λαμπρῶς ὁ πλούσιος. Ἔτρωγε καὶ ἔπινε καὶ ντυνόταν. Κι ὁ Λάζαρος ἠλικωμένος. Ἀλλὰ τὸ μέλλον,δὲν εἶναι τὸ παρόν, εἶναι τὸ μέλλον. Καὶ ἐμεῖς νὰ μὴ ἐπιδιώκουμε αὐ τὸν τὸν πλοῦτον, ὑπάρχει ἕνας ἄλλος πλοῦτος, πνευματικὸς πλοῦτος. Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὑπάρχει ὁ πλοῦτος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Λέει κάπου τό Εὐαγγέλιο ἂν βρεῖ κάποιος ἕνα διαμάντι, πουλάει λέει ὅλη τὴν περιουσία του γιὰ νὰ πάει νὰ ἀποκτήσει αὐτὸ τὸ διαμάντι. Ὑπάρχει λοιπὸν τὸ διαμάντι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ διαμάντι. Πρέπει νὰ τὰ πουλήσουμε ὅλα γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε τὸ μέλλον μας, νὰ κάνουμε ἐπένδυση πνευματικὰ στὸ μέλλον μας. Καὶ πολλὲς φορὲς λέω, καὶ τὸ ξαναλέω καὶ τώρα, ὅτι οἱ χριστιανοὶ καὶ οἱ ἀσκηταὶ καὶ οἱ μοναχοὶ δὲν εἶναι ἀνόητοι. Ἔτσι τοὺς θεωροῦν οἱ ἄλλοι. Οἱ μοναχοὶ καὶ οἱ ἀσκηταὶ, ποὺ τὰ περιφρονοῦν ὅλα τά πλούτη καὶ τὰ λοιπὰ καὶ πηγαίνουν νὰ ἀσκητέψουν εἶναι οἱ μόνοι ἔξυπνοι, εἶναι οἱ μεγαλέμποροι, εἶναι αὐτοὶ, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν ὅτι ὅλα αὐτὰ ἐδῶ εἶναι σκουπίδια περαστικά, καὶ εἶναι ὅλα περαστικά, κι ἐπιλέγουν τὸν πνευματικὸ πλοῦτο, τὸν πλοῦτο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον μακάρι νὰ χαρίζει καὶ σʼ ὅλους μας, ὅπως τὸν ἐχάρισε ὁ Θεὸς  στοὺς ἁγίους καὶ στὸ φτωχὸ Λάζαρο»

Δεν υπάρχουν σχόλια: