Μύρων ο ένδοξος Μάρτυς ήκμασε κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου και Αντιπάτρου άρχοντος της επαρχίας Αχαϊας εν έτει σν΄ (250), πρεσβύτερος το αξίωμα, αγαθός την γνώμην, εντίμου καταγωγής, πλούτον έχων πολύν και παρά Θεού και ανθρώπων φιλούμενος. Επειδή λοιπόν ο ρηθείς Αντίπατρος μετέβη εις την Εκκλησίαν κατά την ημέραν των Χριστουγέννων, επί τω σκοπώ να συλλάβη και να τιμωρήση πολλούς Χριστιανούς, ο Άγιος ούτος Μύρων, ζήλου θείου πλησθείς, ύβρισε τον Αντίπατρον και ένεκα τούτου εκρέμασαν αυτόν και εξέσχισαν. Είτα τον έρριψαν εντός καμίνου, ήτις τόσον πολύ ηνάφθη, ώστε ο κτύπος του πυρός ηκούετο εις πολύ διάστημα τόπου· αλλ’ όμως η κάμινος τον μεν Άγιον δεξαμένη εφύλαξεν αυτόν αβλαβή, το δε πυρ κατέκαυσεν εκατόν πεντήκοντα απίστους.
Ύστερον ηνάγκασαν τον Άγιον να θυσιάση εις τα είδωλα και επειδή δεν επείσθη, απέσπασαν το δέρμα του εις λωρίδας από των ώμων μέχρι των ποδών του, μίαν εκ των οποίων λαβών ο Μάρτυς την έρριψεν εις το πρόσωπον του Αντιπάτρου· αφ’ ου δε εξέδαρον αυτόν, πάλιν εξέσχισαν τας εκδεδαρμένας σάρκας του. Μετά ταύτα έδωκαν τον Άγιον εις βοράν των θηρίων, αλλ’ εκείνα τον διεφύλαξαν σώον και αβλαβή, τουθ’ όπερ ιδών ο Αντίπατρος δεν υπέφερε την εντροπήν και ηυτοχειριάσθη. Ο δε Άγιος μεταφερθείς ει την Κύζικον, εκεί εδέχθη παρά του Ανθυπάτου την του θανάτου απόφασιν· όθεν αποκεφαλισθείς, απέλαβεν ο μακάριος τον αμάραντον στέφανον του Μαρτυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου