2. Έπρεπε να δέχονται την «κοινωνία» με τους επισκόπους του Νέου
1. Όσοι δέχτηκαν την αλλαγή του ημερολογίου, όταν λένε ότι οι πιστοί στο Παληό έφυγαν από την Εκκλησία, εννοούν ότι οι Ορθόδοξοι αυτοί αρνήθηκαν και αρνούνται να έχουν «κοινωνία» μαζί τους. Τους κατηγορούν δε, ότι αν είχαν μαζί τους «κοινωνία», όλοι μαζί θα αγωνίζονταν να επανέλθει το Παληό ημερολόγιο στη ζωή της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, αυτοί που «φράγκεψαν», με την αποδοχή του Νέου ημερολογίου, λένε πως έπρεπε και όσοι έμειναν πιστοί στο Παληό ημερολόγιο να «φραγκέψουν», και όλοι μαζί στη συνέχεια να αγωνισθούν για το «ξεφράγκεμά» τους! Όσοι αρνήθηκαν να δεχθούν το Νέο ημερολόγιο, το έκαναν, γιατί έκαναν υπακοή στις αποφάσεις των Οικουμενικών και Πανορθοδόξων Συνόδων, αλλά και τις εντολές των αγίων Πατέρων. Έτσι, η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος αναθεματίζει όσους κοινωνούν «εν γνώσει» με τους καινοτόμους. Ο Μέγας Βασίλειος λέγει, ότι πρέπει να αποκόπτεται κάθε πιστός από όσους προσποιούνται ότι έχουν την ορθή πίστη και κοινωνούν με κακοδόξους. Αυτούς, λέγει, δεν πρέπει να τους ονομάζουμε καν αδελφούς. Ο άγιος Μάξιμος χαρακτηρίζει καινοτομία και την ελάχιστη παρέκκλιση. Ο άγιος Θεόδωρος Στουδίτης λέγει, ότι στους επισκόπους δεν έχει δοθεί εξουσία να παραβαίνουν τους Κανόνες, αλλά να συντονίζονται μ’ αυτούς και ν’ ακολουθούν τους Πατέρες. Οι αγιορείτες μοναχοί τον 13 ο αιώνα, επί ημερών του λατινόφρονα Πατριάρχη Βέκκου, στην Επιστολή την οποία έστειλαν στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο, λέγουν ότι «μολυσμόν έχει η κοινωνία, εκ μόνου του αναφέρειν αυτόν, καν ορθόδοξος είη ο αναφέρων». Η δε Σύνοδος της Κπόλεως του 1724 αποφάνθηκε:
«Εκείνοι οπού αποσκιρτήσωσι από την ευσέβειαν και αφήσουσι μεν τα πάτρια και ορθά της πίστεως ημών δόγματα και τας κοινάς παραδόσεις της Εκκλησίας, περιπέσωσι δε και εξολισθήσωσιν εις νεωτερισμούς και νοθεύσωσι και την της ευσεβείας αλήθειαν, οι τοιούτοι ούτε πλέον είναι, ούτε ονομάζονται τη αληθεία χριστιανοί, αλλ’ ως ετερόδοξοι και νεωτερισταί εκκόπτονται και χωρίζονται της εκκλησιαστικής και χριστιανικής Ολομελείας και της ιεράς μάνδρας εκβάλλονται ως πρόβατα ψωριώντα και μέλη σεσηπότα». Γι’ αυτό, πολύ ορθά, ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Αγίου Όρους ιερομόναχος π. Γεώργιος Καψάνης, γράφει: «Όσοι με ταπείνωση δέχονται και υποτάσσονται στην Ιερά Παράδοση είναι άξια μέλη της Εκκλησίας. Όσοι από υπερηφάνεια την αρνούνται ή θέλουν ανθρωποκεντρικά να αλλοιώσουν τον θεανθρωπικό χαρακτήρα της εξέρχονται του σώματος της Εκκλησίας, που είναι το σώμα του Χριστού». Πως είναι δυνατόν επομένως ένας συνειδητά γνήσιος Ορθόδοξος χριστιανός να έχει εκκλησιαστική «κοινωνία» με όσους οι Ιερούς Κανόνες και οι άγιοι Πατέρες απαγορεύουν να έχει τέτοια «κοινωνία»; 2. Οι Ιεροί Κανόνες και οι άγιοι Πατέρες απαγορεύουν την «κοινωνία» των πιστών με ανθρώπους, που έχουν αποκλίνει από την Ορθόδοξη Πίστη και Παράδοση. Αυτό συμβαίνει, πέραν των άλλων, γιατί πάντα υπάρχει σοβαρός κίνδυνος σιγά σιγά και ανεπαίσθητα να αλλοιωθούν και οι Ορθόδοξοι πιστοί στο φρόνημά τους από τα κακόδοξα κηρύγματά τους. Κι’ αν υπάρξουν άτομα, των οποίων θα εξεγερθεί τυχόν η Ορθόδοξη συνείδηση για την προδοσία της Ορθοδοξίας, πάντα θα καθησυχάζονται να περιμένουν, για να δουν πότε θα κάνουν το επόμενο βήμα οι ηγέτες τους, οπότε τότε και μόνο θα αντιδράσουν δυναμικά!α. Η επισήμανση του
κινδύνου αυτού φαίνεται καθαρά στο παράδειγμα του βατράχου. Λένε, ότι αν ένας
βάτραχος πέσει σ’ ένα δοχείο με καυτό νερό, αμέσως πετάγεται έξω. Αν όμως
κάποιος βάλει ένα βάτραχο σ’ ένα δοχείο με κρύο νερό κι’ αρχίσει να θερμαίνει
το νερό σιγά σιγά, ο βάτραχος δεν φεύγει μέχρι να ψηθεί. Το ίδιο συμβαίνει και
με την αλλοίωση στο φρόνημά ενός πιστού από την αναστροφή και κοινωνία του με
ανθρώπους, που είναι έξω από την Παράδοση της Ορθοδοξίας. Σιγά σιγά «ψήνεται»
στην πλάνη και πεθαίνει «ενδόξως» στην κακοδοξία!
β. Παλιότερα, το 1967, ο
«Ορθόδοξος Τύπος» έγραψε ένα ωραιότατο και πολύ διδακτικό θαλασσινό μύθο,
όπως τον διηγήθηκε ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου, σε ιερομόναχο. Ο μύθος αυτός
ταιριάζει απόλυτα για τον τρόπο που ενεργούν ορισμένοι, για να τιθασεύουν τις
αντιδράσεις των πιστών, για την διάβρωση του Οικουμενισμού, στο χώρο της
Ορθοδοξίας. Διαβάζουμε λοιπόν, στον «Ορθόδοξο Τύπο», για μια «χταπόδα» με το
«χταποδάκι» της: «Κάθεται η χταπόδα με το χταποδάκι στον πάτο της θάλασσας. Με
την απόχη πιάνουνε το χταποδάκι και το ανεβάζουνε επάνω. Το μικρό φωνάζει στη
μάνα του
- Με πιάσανε μάνa!
Εκείνη του αποκρίνεται: Μη
φοβάσαι, παιδί μου!
Το χταποδάκι φωνάζει πάλι:
Με βγάλανε απ’ το νερό, μάνα!
- Με σβουρίζουνε, μάνα!
- Μη φοβάσαι, παιδί μου!
- Με βράζουνε στο
τσουκάλι!
- Μη φοβάσαι!
- Με τρώνε, με μασάνε!
- Μη φοβάσαι, παιδί μου!
- Με καταπίνουνε!
- Μη φοβάσαι!
- Πίνουνε κρασί, μάνα!
- Αχ! Σ’ έχασα, παιδί μου!
Ο μύθος θέλει να πει, λέει
το δημοσίευμα του “Ορθοδόξου Τύπου”, ότι όλα τα σκληρά παιδέματα, που κάνανε
στο χταποδάκι, δεν ήτανε για θάνατο. Μήτε το πιάσιμο, μήτε το σγούρισμα, μήτε
το μαχαίρι, μήτε το βράσιμο, μήτε το μάσημα. Μα, σαν άκουσε η μάνα του, πως
πίνανε κρασί εκείνοι που το φάγανε για να χωνέψουνε, φώναξε «σ’ έχασα, παιδί μου!».
Το κρασί, που φαίνεται το πιο ήμερο πράγμα μπροστά στο μαχαίρι και στο μάσημα, στο
βάθος είναι για το χταπόδι ο πιο μεγάλος εχθρός. Έτσι και για μας τους Έλληνες.
Ο πιο μεγάλος εχθρός είναι….για τη θρησκεία μας ο Οικουμενισμός»!
γ. Όσοι αντέδρασαν το 1924
στην αλλαγή του ημερολογίου, αν κοινωνούσαν με τους καινοτόμους, όχι μόνο δεν
θα επανέφεραν το Παληό ημερολόγιο, αλλά θα «φράγκευαν» και αυτοί!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου