Ως υπηρέτης της Θέμιδος, φρονώ ότι η Δικαιοσύνη κατ’ επιταγή και του εν ισχύ άρθρου 26 του Συντάγματος διατηρεί την λειτουργική της ανεξαρτησία παρά τις όποιες οιονεί «διασταυρώσεις» υφίσταται, τεμνόμενη τόσο υπό την εκτελεστική όσο και υπό την νομοθετική εξουσία κατά το άρθρο 90 παρ. 5 του Συντάγματος ως προς την εκλογή των προέδρων των Ανώτατων Δικαστηρίων της Επικράτειας.
Ανέκαθεν πίστευα ενδομύχως και κραταιώς ότι η Δικαιοσύνη αποτελεί το Θεμέλιο του Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος, αφενός ένεκεν της ιδιαζούσης εκπαιδεύσεως των Δικαστών και εξ ετέρου λόγω ότι υπηρετούν μία ανωτέρα αξία, ιδέα η οποία συνιστά την ακριβοδικαία απονομή της Δικαιοσύνης αυτή καθ’ αυτήν, η οποία εις την σκέψη μου εξομοιώνεται εξ ορισμού με την «Θεία Μετάληψη», ήτοι με το μείζον Μυστήριο, κατά την ζώσα Ορθόδοξη παράδοση, εν άλλοις λόγοις η Ιερά έννοια της δικαιοσύνης αποτελεί ένα σπουδαίο Μυστήριο, το οποίο κείται εγγύς ως προς «Τα Άγια τοις Αγίοις», με όλες τις εγγενείς παθογένειες ή χαίνουσες θεσμικές- κρατικές αβελτηρίες.
Η αναφανδόν όμως και απερίφραστη μεροληπτική ευαισθησία της
Ενώσεως δικαστικών και Εισαγγελέων παραμονή της επετείου του Πολυτεχνείου της
17ης Νοεμβρίου 2020, υπέρ της καθιερωμένης πορείας διαμαρτυρίας,
δηλαδή η τρίτη κατά το Σύνταγμα εξουσία να παρεμβαίνει αντιθεσμικά υπέρ μίας
αμιγώς πολιτικής εκδήλωσης, την στιγμή την οποία όμως δεν έπραξε το ίδιο, δια
όμοιες αντιστοίχως περιπτώσεις όπως λ.χ, δια το θεμελιώδες δικαίωμα των
συναθροίσεων κατά τον εορτασμό της εποποιίας του 1940, ή άλλως σιώπησε
εκκωφαντικά δια τα περίπυστα «μνημόνια»
όπου και εγείρονταν μείζονα ζητήματα συνταγματικότητας κατά την εφαρμογή τους,
ιδίως ως προς το άρθρο 28 του Συντάγματος αναφορικώς προς τους ιδιαζόντως
επαχθείς διαληφθέντες εις αυτές όρους δια τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών.
Ωσαύτως
η εν λόγω Ένωση, ενώ προέβην την προμνησθείσα κομματική παρέμβαση υπέρ του του
Πολυτεχνείου, σήμερον δεν λαμβάνει θέση νομικά δια την καταστρατήγηση ή μη της
θεμελιώδους αρχής της αναλογικότητας συμφώνως προς το άρθρο 25 του Συντάγματος
εξ αφορμής του δεύτερου επί μακρόν εγκλεισμό μας και την στυγνή απαγόρευση της
ελευθέρας κυκλοφορίας.
Περαιτέρω δεν παρεμβαίνει όπως την 17η Νοεμβρίου
δια τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών, βάσει του Συντάγματος αλλά και δυνάμει
της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως του δικαιώματος του ανθρώπου, δια την υποχρεωτική ή μη
επιβολή μίας ιατρικής πράξεως προς τον εκάστοτε πολίτη, εν προκειμένω δια τον
μαζικό εμβολιασμό, άνευ της προσήκουσας ενημερώσεως αυτών ως έδει (ήτοι των
πολιτών) ή της προηγούμενης αναλήψεως αστικών και ποινικών ευθυνών υπό την
παρσκευάστρια εταιρία, ως εγγύηση πιστότητας.
Η καλοπροαίρετη
κριτική εις την δικαιοσύνη συντελείται
ασφαλώς εκ της δικαιολογημένη
αγανακτήσεως, ως συλλειτουργού αυτής ως Δικηγόρου, αλλά και ως Δημοκράτη
πολίτη, η οποία δημιουργήθηκε εξαιτίας και συνεπεία της αμέσως προηγούμενης
κατάφωρα μεροληπτικής δημόσιας παρεμβάσεως της «Ενώσεως Δικαστών και
Εισαγγελέων» προασπίζοντας μονομερώς το Συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα των
πολιτών ως προς τις συναθροίσεις μόνον ως προς την 17η Νοεμβρίου.
Ουδέποτε
η εν λόγω ένωση, ενδιαφέρθηκε πάντοτε θεσμικά, Συνταγματικά και Νομικά, δια τα
τεκταινόμενα ως προς την φαλκίδευση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών αλλά
και την νομική προάσπιση της εθνικής μας κυριαρχίας ως προς τα συμβάντα με την
όμορη Τουρκία.
Εν
τέλει ποίο είναι το διακύβευμα και ποια τα άκρα όρια της ωσεί διελκυστίνδας,
της πολιτικής με την Δικαιοσύνη, εάλω η πόλις ή λογίζεται δίκαιο να υπάρχουν
δύο μέτρα και δύο σταθμά και να ενεργεί κατά το δοκούν η δικαιοσύνη με
υποκειμενικά κριτήρια προασπίζοντας επιλεκτικά Συνταγματικά δικαιώματα των
πολιτών συναρτημένα και αρρήκτως συνδεδεμένα με ορισμένες περιστάσεις ενώ από
την άλλη πλευρά, (η δικαιοισύνη) να εθελοτυφλεί ιταμώς και να κωφεύει
εκκωφαντικά δια έτερα ζητήματα, μολονότι καθίστανται ανικειμενικά ως μείζονα,
όπως τα προαναφερθέντα περί των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Η
ακροτελεύτια διάταξη του άρθρου 120 παρ. 4 του Συντάγματος, πέραν ότι αποτελεί
την επιτομή του Συνταγματικού πατριωτισμού, περαιτέρω, εις την παράγραφο όμως 2
αναφέρει ότι ο σεβασμός εις το Σύνταγμα και εις τους νόμους που συμφωνούν με
αυτό καθώς και η αφοσίωση εις την Δημοκρατία και την Πατρίδα αποτελούν
θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων.
Εν
κατακλείδι, ομιλούμε δια μια στυγνή κομματοκρατία ενός συντεταγμένου κράτους,
το οποίο εξικνείται και πέραν του ιδίου του Συντάγματος, του υπέρτατου δηλαδή
Νόμου του Κράτους, παντελώς αυθαίρετα, πρόκειται ανυπερθέτως δια μία κατάστασή
η οποία καταβαραθρώνει τους θεσμούς υποσκάπτοντας ευθέως τα θεμέλια της
Δημοκρατίας μας : η ίδια η Πολιτεία σήπεται, ενώ δια του
κλυδωνισμού του κόσμου ένεκεν της επαράτου μάστιγας του νεοπαγούς ιού,
αναδύεται μία νέα πολυεθνική αυτοκρατορία, υπό την καθοδήγηση της μειοψηφίας
των ελίτ με πολυώνυμους, εγχώριους και υπερεθνικούς εξαγορασμένους συνεργούς!
Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος
Παρ’Αρείω Πάγω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου