Αν πεις στον άνθρωπο της εποχής μας ότι η ανάληψη του
Χριστού έχει ένα πολύ προσωπικό μήνυμα γι΄ αυτόν, το λιγώτερο, θα σε κοιτάξει
με δυσπιστία. Στέκεται τόσο απρόσιτη πάνω στο θεολογικό της βάθρο και πως
μπορεί να ανταποκριθεί στις ανησυχίες των καιρών μας; Και όμως, η ανάληψη του
Χριστού πέρα από το θεολογικό της νόημα, ή μάλλον μέσα απ΄ αυτό εκπέμπει ένα
πολύ επίκαιρο κοινωνικό και ανθρώπινο μήνυμα. Μόνο, που για να το πιάσουμε, δεν
θα ξεκινήσουμε από την κορυφή της προς την εποχή μας, διότι οι περισσότεροι δεν
θα μπορέσουν ούτε την αφετηρία να βρουν ούτε στην πορεία να ενταχθούν, αλλά θα
ξεκινήσουμε από την εποχή μας, που είναι εύκολο να την παρακολουθήσουμε όλοι,
αφού είναι η ίδια η ζωή μας, ο εαυτός μας, για να φθάσουμε στην κορυφή της.
Μ΄ αυτόν τον τρόπο δεν υπάρχει κίνδυνος να λαθέψουμε, φθάνει να είμαστε τίμιοι στην αναζήτησή μας και ειλικρινείς στην εξομολόγησή μας. Καθώς καταντήσαμε τη ζωή μας πολύ πεζή, πολύ στενή, πολύ πληκτική, για τους πόθους της ψυχής μας, υψώθηκε τραγική η ορμή και η λαχτάρα μας να ξεφύγουμε από τα όρια, που μας συγκλείνουν και μας συνθλίβουν. Παγκόσμια και καθολική σ΄ όλους τους καιρούς και ιδιαίτερα στον δικό μας μια τάση φυγής, θα έλεγα, έξω από το σπίτι μας, το κατάστημά μας, την πόλη μας, τη χώρα μας, προς το βουνό, τη θάλασσα, τον καθαρό αέρα, το άγνωστο. Από τότε μάλιστα, που ο μύθος του Δαιδάλου και του Ικάρου έγινε πραγματικότητα, ο άνθρωπος ρίχθηκε στο μεθύσι των αιθέρων, που του δίνει την ψευδαίσθηση της αποδεσμεύσεως και της απελευθερώσεως από ό,τι βαρύ του πλακώνει το στήθος. Με το αερόστατο, το αεροπλάνο, το διαστημόπλοιο, τέλος, κερδίζει την εντύπωση ότι ξεκόβεται από τα χαμηλά και χαμαίζηλα και πετά στα ψηλά και ελεύθερα. Πόσο όμως απατάται! Όχι ότι δεν είναι αληθινό επίτευγμα να νικάς τους νόμους της βαρύτητας και να εξερευνάς τους γαλαξίες. Όχι ότι δεν είναι θαυμαστό και υπέροχο να σπαθίζεις σαν πουλί τους ουρανούς. Σπουδαίο και μεγάλο προνόμιο μας χάρισε η επιστήμη και η τέχνη. Αλλά τόσο φτωχό και μικρό μπρος στην εσώτερη επιθυμία του ανθρώπου να ξεκολλήσει από τα γήϊνα και να εισδύσει στο άπειρο και στο αιώνιο ενός άλλου κόσμου! Όσο ψηλά κι αν πετάει, στην ουσία τίποτε το αλλιώτικο δεν απολαμβάνει, εφόσον κουβαλάει μέσα του τον ίδιο ανικανοποίητο εαυτόν του. Εφόσον εδώ κάτω στη γη δεν αποσπάται από τη φθορά, και πάνω στη σελήνη ακόμη θα μεταφέρει το φόβο και τον θάνατο. Έτσι ο αστροναύτης των ημερών μας, ενώ διατρέχει το απέραντο σύμπαν, νιώθει να ασφυκτιά εσωτερικά, σαν να είναι κλεισμένος στον «μπαλαούρο», στο πιο βαθύ και αποπνικτικό μέρος του πλοίου. Απ΄ αυτή την άποψη μπορούμε να πούμε, τηρουμένων των αναλογιών, ότι η ανάβασή του στους αιθέρες δεν διαφέρει από το ότι ανέβηκε πάνω στη στέγη μιας καλύβας ή στην κορυφή ενός δένδρου, από το ότι σκαρφάλωσε πάνω στο βουνό κι από ΄κει αγνάντεψε γύρω του. Απογοητευμένος και τσακισμένος μένει ο εξερευνητής άνθρωπος του αιώνα μας. Δεν βρίσκει διέξοδο στην ψυχική του ανάγκη κι επιθυμία. Γι΄ αυτό και εύκολα γίνεται θύμα των επιτηδείων, που στο όνομα της επιστήμης και της κουλτούρας αναλαμβάνουν να ικανοποιήσουν τη μάζα, να θρέψουν τη φαντασία της και να χορτάσουν την ανησυχία της με ανοησίες και νοσηρότητες. Έτσι επινόησαν τα U.F.O. και ζήτησαν να απομυθοποιήσουν την ιστορία με μύθους! Πλούτισαν οι επιτήδειοι κατεβάζοντας εξωγήϊνους στη γη, εξευτελίζοντας την ανθρώπινη λογική, αλλά και ιεροσυλώντας στους ευγενείς ανθρώπινους πόθους. Κι όμως! Ανάμεσα στην επιστήμη, που δεσμεύεται από τη φυσική διάσταση και συχνότητα και στο γελοίο παραμύθι των U.F.O. , που εκμεταλλεύεται ασύστολα το ψέμα, στέκεται ένα γεγονός ιστορικό, αληθινό, γεμάτο νόημα, χάρη και ζωή· η ανάληψη του Χριστού! Το απορρίπτουν οι άθεοι, το χλευάζουν οι άπιστοι, το αγνοεί ο αφηνιασμένος από τα πάθη κόσμος. Εντούτοις, τόσοι αιώνες, τόσοι εχθροί, τόσες προσβολές ούτε το μείωσαν ούτε το αντικατέστησαν με σαχλά υποκατάστατα. Μένει λαμπρό και ζωντανό, τόσο αληθινό όσο η ενανθρώπηση του Θεού, όσο η σταύρωση και η ανάσταση, όσο η Πεντηκοστή και η Εκκλησία, που ζη και αναπνέει μέχρι σήμερα. Είναι ένα γεγονός, που δεν μπορεί να το γκρεμίσει η άρνηση, διότι το χτίζει η ιστορία, το κατοχυρώνει η προφητεία, το στηρίζει η εμπειρία των πιστών. Ο Ιησούς Χριστός με το αναστημένο του σώμα, νικώντας το θάνατο, το χώρο και το χρόνο, δοξασμένος και ένδοξος αναλήφθηκε, μπήκε μέσα στη διάσταση του αιωνίου Πνεύματος και έβαλε την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του Πατέρα! Τι περισσότερο να ζητήσει η καρδιά μας η διψασμένη για Θεό; Με το πρόσωπο του Κυρίου μας σπάμε κάθε γήϊνο φράγμα προσωρινότητος και μπαίνουμε στην τροχιά της αιωνιότητος, που λαχταρά η ύπαρξή μας. Και μόνο αυτό; Γινόμαστε θεοί! Αλλά, για να κατακτήσουμε αυτά τα ουράνια και θεϊκά, απαιτείται να είμαστε μέλη του ανειλημμένου σώματος του Χριστού, χριστιανοί γνήσιοι. Δεν είναι αλλιώς εύκολο να πιστέψεις στην ανάληψη. Χρειάζεται πρώτα να μαθητεύσεις στον Ιησού Χριστό και στο Ευαγγέλιο, να ξεπεράσεις την αντίρρηση και την αποδοκιμασία του κόσμου, να σταθείς στο πραιτώριο, ν΄ ανεβείς στο σταυρό, για να φθάσεις στην ανάσταση κι από ΄κει να πορευθείς στη δόξα της αναλήψεως. Με απλά λόγια, για να γίνει η ανάληψη του Χριστού προσωπικά δική μας, πρέπει εμείς οι ίδιοι πρώτα να αναληφθούμε εσωτερικά, να ξεκολλήσουμε από τα φθαρτά και γήϊνα, να αποδεσμευθούμε από τα πάθη και τις αμαρτίες μας, να αφήσουμε τον κάσμο και τη νοοτροπία του και να στραφούμε στο σωτήρα Κύριό μας Ιησού Χριστό, που τον ξεπροβοδίσαμε στους ουρανούς απ΄ όπου τον περιμένουμε να ξανάρθει. Αυτό σημαίνει ότι απορρίπτουμε αυτή τη ζωή· αντίθετα την κερδίζουμε, για την αιωνιότητα, την αξιοποιούμε και την χαιρόμαστε χωρίς την πίκρα της αμαρτίας, χωρίς το φόβο του θανάτου. Και προ πάντων δεν σημαίνει ότι πιστεύουμε σε μία ουτοπία· οι ουρανοί για μας δεν είναι ένας χώρος παραμυθένιος, αλλά είναι η διάσταση του πνεύματος, μέσα στην οποία ζούμε από τώρα, από τη στιγμή, που το αίμα του Χριστού πέφτει πάνω μας και μας καθαρίζει μυστηριακά με τη μετάνοια και τη θεία κοινωνία. Οι ουρανοί είναι ένας τρόπος ζωής, η ζωή των λυτρωμένων, είναι μία κατάσταση, όπου βρίσκεται ο θησαυρός μας, ο αναστημένος και ζωντανός Κύριός μας, κι όπου λαχταρούμε να βρισκόμαστε κι εμείς μαζί του. «Τα άνω ζητείτε», μας παρακινεί ο απόστολος, «ου ο Χριστός εστιν εν δεξιά του Θεού καθήμενος, τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης!» (Κλ. 3: 1). Μ΄ αυτόν τον τρόπο κατανοείται η ανάληψη, μ΄ αυτόν τον τρόπο πιστεύεται και βιώνεται. Όσοι, όμως, δεν καθαρίζουν τα μάτια τους και την καρδιά τους, τις αισθήσεις της ψυχής τους, δεν μπορούν να αντικρύσουν και να αγαπήσουν το φως της αναλήψεως. Διότι η ανάληψη είναι φως, κι εκείνοι, που κάνουν τα φαύλα μισούν το φως και δεν το πλησιάζουν. Η ανάληψη είναι ζωή, κι εκείνοι που αυτοκτονούν πνευματικά, δεν την νιώθουν. Είναι δόξα η ανάληψη, αλλά εκείνοι που αγαπούν τη δόξα των ανθρώπων θαμπώνονται και δεν την βλέπουν. Προτιμούν τα ψεύτικα χρυσαφικά από τα αληθινά, διότι εκείνα γυαλίζουν περισσότερο και χάνουν τον ατίμητο θησαυρό. Έτσι επαληθεύονται τα λόγια του Κυρίου που είπε: «Εγώ ήλθα με το όνομα του Πατέρα μου και δεν με δέχεσθε· έρχονται άλλοι με το δικό τους όνομα κι εκείνους τους δέχεσθε» (Ιω. 5: 43). Γι΄ αυτό τόση απογοήτευση, γι΄ αυτό τόση απελπισία, γι΄ αυτό τόση τραγικότητα στον σύγχρονο άνθρωπο, που ξεγελιέται από μάσκες και υποκατάστατα. Αυτοί που απορρίπτουν τον Χριστό, προσκυνούν τον αντίχριστο. Αυτοί που δεν δέχονται τον αστροναύτη, που ήλθε από τη χώρα του ουρανού στη γη και πήρε την ανθρώπινη φύση και τη δόξασε, πιστεύουν στα παραμύθια της Χαλιμάς και του Μυνχάουζεν. Αλλά ο Χριστός αναλήφθηκε και εγκαινίασε, για μας «οδόν πρόσφατον και ζώσαν» (Εβρ. 10: 20), άνοιξε μπροστά μας δρόμο καινούργιο, που βγάζει στον αιώνιο χορτασμό των πόθων μας. Εκεί μας καλεί η καρδιά μας να πορευθούμε, εκεί μας περιμένει η δόξα του Θεού να αγκαλιάσει τη ζωή μας.
Μ΄ αυτόν τον τρόπο δεν υπάρχει κίνδυνος να λαθέψουμε, φθάνει να είμαστε τίμιοι στην αναζήτησή μας και ειλικρινείς στην εξομολόγησή μας. Καθώς καταντήσαμε τη ζωή μας πολύ πεζή, πολύ στενή, πολύ πληκτική, για τους πόθους της ψυχής μας, υψώθηκε τραγική η ορμή και η λαχτάρα μας να ξεφύγουμε από τα όρια, που μας συγκλείνουν και μας συνθλίβουν. Παγκόσμια και καθολική σ΄ όλους τους καιρούς και ιδιαίτερα στον δικό μας μια τάση φυγής, θα έλεγα, έξω από το σπίτι μας, το κατάστημά μας, την πόλη μας, τη χώρα μας, προς το βουνό, τη θάλασσα, τον καθαρό αέρα, το άγνωστο. Από τότε μάλιστα, που ο μύθος του Δαιδάλου και του Ικάρου έγινε πραγματικότητα, ο άνθρωπος ρίχθηκε στο μεθύσι των αιθέρων, που του δίνει την ψευδαίσθηση της αποδεσμεύσεως και της απελευθερώσεως από ό,τι βαρύ του πλακώνει το στήθος. Με το αερόστατο, το αεροπλάνο, το διαστημόπλοιο, τέλος, κερδίζει την εντύπωση ότι ξεκόβεται από τα χαμηλά και χαμαίζηλα και πετά στα ψηλά και ελεύθερα. Πόσο όμως απατάται! Όχι ότι δεν είναι αληθινό επίτευγμα να νικάς τους νόμους της βαρύτητας και να εξερευνάς τους γαλαξίες. Όχι ότι δεν είναι θαυμαστό και υπέροχο να σπαθίζεις σαν πουλί τους ουρανούς. Σπουδαίο και μεγάλο προνόμιο μας χάρισε η επιστήμη και η τέχνη. Αλλά τόσο φτωχό και μικρό μπρος στην εσώτερη επιθυμία του ανθρώπου να ξεκολλήσει από τα γήϊνα και να εισδύσει στο άπειρο και στο αιώνιο ενός άλλου κόσμου! Όσο ψηλά κι αν πετάει, στην ουσία τίποτε το αλλιώτικο δεν απολαμβάνει, εφόσον κουβαλάει μέσα του τον ίδιο ανικανοποίητο εαυτόν του. Εφόσον εδώ κάτω στη γη δεν αποσπάται από τη φθορά, και πάνω στη σελήνη ακόμη θα μεταφέρει το φόβο και τον θάνατο. Έτσι ο αστροναύτης των ημερών μας, ενώ διατρέχει το απέραντο σύμπαν, νιώθει να ασφυκτιά εσωτερικά, σαν να είναι κλεισμένος στον «μπαλαούρο», στο πιο βαθύ και αποπνικτικό μέρος του πλοίου. Απ΄ αυτή την άποψη μπορούμε να πούμε, τηρουμένων των αναλογιών, ότι η ανάβασή του στους αιθέρες δεν διαφέρει από το ότι ανέβηκε πάνω στη στέγη μιας καλύβας ή στην κορυφή ενός δένδρου, από το ότι σκαρφάλωσε πάνω στο βουνό κι από ΄κει αγνάντεψε γύρω του. Απογοητευμένος και τσακισμένος μένει ο εξερευνητής άνθρωπος του αιώνα μας. Δεν βρίσκει διέξοδο στην ψυχική του ανάγκη κι επιθυμία. Γι΄ αυτό και εύκολα γίνεται θύμα των επιτηδείων, που στο όνομα της επιστήμης και της κουλτούρας αναλαμβάνουν να ικανοποιήσουν τη μάζα, να θρέψουν τη φαντασία της και να χορτάσουν την ανησυχία της με ανοησίες και νοσηρότητες. Έτσι επινόησαν τα U.F.O. και ζήτησαν να απομυθοποιήσουν την ιστορία με μύθους! Πλούτισαν οι επιτήδειοι κατεβάζοντας εξωγήϊνους στη γη, εξευτελίζοντας την ανθρώπινη λογική, αλλά και ιεροσυλώντας στους ευγενείς ανθρώπινους πόθους. Κι όμως! Ανάμεσα στην επιστήμη, που δεσμεύεται από τη φυσική διάσταση και συχνότητα και στο γελοίο παραμύθι των U.F.O. , που εκμεταλλεύεται ασύστολα το ψέμα, στέκεται ένα γεγονός ιστορικό, αληθινό, γεμάτο νόημα, χάρη και ζωή· η ανάληψη του Χριστού! Το απορρίπτουν οι άθεοι, το χλευάζουν οι άπιστοι, το αγνοεί ο αφηνιασμένος από τα πάθη κόσμος. Εντούτοις, τόσοι αιώνες, τόσοι εχθροί, τόσες προσβολές ούτε το μείωσαν ούτε το αντικατέστησαν με σαχλά υποκατάστατα. Μένει λαμπρό και ζωντανό, τόσο αληθινό όσο η ενανθρώπηση του Θεού, όσο η σταύρωση και η ανάσταση, όσο η Πεντηκοστή και η Εκκλησία, που ζη και αναπνέει μέχρι σήμερα. Είναι ένα γεγονός, που δεν μπορεί να το γκρεμίσει η άρνηση, διότι το χτίζει η ιστορία, το κατοχυρώνει η προφητεία, το στηρίζει η εμπειρία των πιστών. Ο Ιησούς Χριστός με το αναστημένο του σώμα, νικώντας το θάνατο, το χώρο και το χρόνο, δοξασμένος και ένδοξος αναλήφθηκε, μπήκε μέσα στη διάσταση του αιωνίου Πνεύματος και έβαλε την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του Πατέρα! Τι περισσότερο να ζητήσει η καρδιά μας η διψασμένη για Θεό; Με το πρόσωπο του Κυρίου μας σπάμε κάθε γήϊνο φράγμα προσωρινότητος και μπαίνουμε στην τροχιά της αιωνιότητος, που λαχταρά η ύπαρξή μας. Και μόνο αυτό; Γινόμαστε θεοί! Αλλά, για να κατακτήσουμε αυτά τα ουράνια και θεϊκά, απαιτείται να είμαστε μέλη του ανειλημμένου σώματος του Χριστού, χριστιανοί γνήσιοι. Δεν είναι αλλιώς εύκολο να πιστέψεις στην ανάληψη. Χρειάζεται πρώτα να μαθητεύσεις στον Ιησού Χριστό και στο Ευαγγέλιο, να ξεπεράσεις την αντίρρηση και την αποδοκιμασία του κόσμου, να σταθείς στο πραιτώριο, ν΄ ανεβείς στο σταυρό, για να φθάσεις στην ανάσταση κι από ΄κει να πορευθείς στη δόξα της αναλήψεως. Με απλά λόγια, για να γίνει η ανάληψη του Χριστού προσωπικά δική μας, πρέπει εμείς οι ίδιοι πρώτα να αναληφθούμε εσωτερικά, να ξεκολλήσουμε από τα φθαρτά και γήϊνα, να αποδεσμευθούμε από τα πάθη και τις αμαρτίες μας, να αφήσουμε τον κάσμο και τη νοοτροπία του και να στραφούμε στο σωτήρα Κύριό μας Ιησού Χριστό, που τον ξεπροβοδίσαμε στους ουρανούς απ΄ όπου τον περιμένουμε να ξανάρθει. Αυτό σημαίνει ότι απορρίπτουμε αυτή τη ζωή· αντίθετα την κερδίζουμε, για την αιωνιότητα, την αξιοποιούμε και την χαιρόμαστε χωρίς την πίκρα της αμαρτίας, χωρίς το φόβο του θανάτου. Και προ πάντων δεν σημαίνει ότι πιστεύουμε σε μία ουτοπία· οι ουρανοί για μας δεν είναι ένας χώρος παραμυθένιος, αλλά είναι η διάσταση του πνεύματος, μέσα στην οποία ζούμε από τώρα, από τη στιγμή, που το αίμα του Χριστού πέφτει πάνω μας και μας καθαρίζει μυστηριακά με τη μετάνοια και τη θεία κοινωνία. Οι ουρανοί είναι ένας τρόπος ζωής, η ζωή των λυτρωμένων, είναι μία κατάσταση, όπου βρίσκεται ο θησαυρός μας, ο αναστημένος και ζωντανός Κύριός μας, κι όπου λαχταρούμε να βρισκόμαστε κι εμείς μαζί του. «Τα άνω ζητείτε», μας παρακινεί ο απόστολος, «ου ο Χριστός εστιν εν δεξιά του Θεού καθήμενος, τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης!» (Κλ. 3: 1). Μ΄ αυτόν τον τρόπο κατανοείται η ανάληψη, μ΄ αυτόν τον τρόπο πιστεύεται και βιώνεται. Όσοι, όμως, δεν καθαρίζουν τα μάτια τους και την καρδιά τους, τις αισθήσεις της ψυχής τους, δεν μπορούν να αντικρύσουν και να αγαπήσουν το φως της αναλήψεως. Διότι η ανάληψη είναι φως, κι εκείνοι, που κάνουν τα φαύλα μισούν το φως και δεν το πλησιάζουν. Η ανάληψη είναι ζωή, κι εκείνοι που αυτοκτονούν πνευματικά, δεν την νιώθουν. Είναι δόξα η ανάληψη, αλλά εκείνοι που αγαπούν τη δόξα των ανθρώπων θαμπώνονται και δεν την βλέπουν. Προτιμούν τα ψεύτικα χρυσαφικά από τα αληθινά, διότι εκείνα γυαλίζουν περισσότερο και χάνουν τον ατίμητο θησαυρό. Έτσι επαληθεύονται τα λόγια του Κυρίου που είπε: «Εγώ ήλθα με το όνομα του Πατέρα μου και δεν με δέχεσθε· έρχονται άλλοι με το δικό τους όνομα κι εκείνους τους δέχεσθε» (Ιω. 5: 43). Γι΄ αυτό τόση απογοήτευση, γι΄ αυτό τόση απελπισία, γι΄ αυτό τόση τραγικότητα στον σύγχρονο άνθρωπο, που ξεγελιέται από μάσκες και υποκατάστατα. Αυτοί που απορρίπτουν τον Χριστό, προσκυνούν τον αντίχριστο. Αυτοί που δεν δέχονται τον αστροναύτη, που ήλθε από τη χώρα του ουρανού στη γη και πήρε την ανθρώπινη φύση και τη δόξασε, πιστεύουν στα παραμύθια της Χαλιμάς και του Μυνχάουζεν. Αλλά ο Χριστός αναλήφθηκε και εγκαινίασε, για μας «οδόν πρόσφατον και ζώσαν» (Εβρ. 10: 20), άνοιξε μπροστά μας δρόμο καινούργιο, που βγάζει στον αιώνιο χορτασμό των πόθων μας. Εκεί μας καλεί η καρδιά μας να πορευθούμε, εκεί μας περιμένει η δόξα του Θεού να αγκαλιάσει τη ζωή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου