Κύριλλος, ο εν Αγίοις Πατήρ ημών, έζησε κατά τους χρόνους
του βασιλέως Κωνσταντίου, υιού του μεγάλου Κωνσταντίνου, του βασιλεύσαντος κατά
τα έτη τλζ΄ - τξα΄ (337-361), ως υιός δε ευσεβών και Ορθοδόξων γονέων ανετράφη
παρ’ αυτών και εξεπαιδεύθη εις τα ευσεβή και ορθά ιερά δόγματα. Αφ’ ου δε ο
τότε Ιεροσολύμων Μάξιμος Γ΄ (333-348) απήλθε προς Κύριον, ο μακάριος ούτος
Κύριλλος ανήλθεν εις τον θρόνον των Ιεροσολύμων, υπερμαχών των δογμάτων των
Αγίων Αποστόλων και των Πατέρων.
Κατά την εποχήν εκείνην ήκμαζε και ο αρειανός Ακάκιος, ο κατέχων τον θρόνον της εν Παλαιστίνη Καισαρείας, όστις, αν και απεκηρύχθη και καθηρέθη υπό της εν Σαρδική γενομένης Αγίας τοπικής Συνόδου, διότι δεν ήθελε να ομολογήση τον Υιόν ομοούσιον με τον Πατέρα, όμως δεν υπέκυψεν εις την συνοδικήν ταύτην καθαίρεσιν, αλλά τυραννικώς κατεκράτει τον θρόνον της Καισαρείας, διότι ήτο γνώριμος και φίλος του βασιλέως Κωνσταντίου, του φρονούντος εκ κουφότητος τα του Αρείου δόγματα. Ούτος λοιπόν, λαβών εξουσίαν παρά του βασιλέως, κατεβίβασεν εκ του θρόνου τον μακάριον τούτον Κύριλλον και εξώρισεν αυτόν από τα Ιεροσόλυμα. Ο δε θεσπέσιος Κύριλλος, πορευθείς εις την Ταρσόν της Κιλικίας συνανεστρέφετο μετά του εκεί θαυμαστού Επισκόπου Σιλβανού. Όταν δε συνεκροτήθη η εν Σελευκεία Σύνοδος, της οποίας μέλος απετέλεσε και ούτος ο Άγιος Κύριλλος, ο ρηθείς κακόδοξος Ακάκιος απεσκίρτησεν από της Συνόδου και μεταβάς εις την Κωνσταντινούπολιν διέβαλε τον θείον Κύριλλον και εξήψεν εις οργήν τον βασιλέα κατά του Αγίου, όστις κατεδίκασε τούτον εις εξορίαν. Αφ’ ου δε απέθανεν ο Κωνστάντιος έλαβε την βασιλείαν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, εν έτει τξα΄ (361), ο οποίος θέλων να προσελκύση την εύνοιαν και αγάπην των Επισκόπων εκείνων, τους οποίους είχεν εξορίσει ο Κωνστάντιος, διέταξε να επανέλθωσιν όλοι οι εν εξορία εις τας επαρχίας των. Ούτω, μετά των άλλων, απέλαβε τον θρόνον των Ιεροσολύμων και ο Άγιος Κύριλλος. Ποιμάνας λοιπόν καλώς και θεοφιλώς το εμπιστευθέν αυτώ υπό του Χριστού ποίμνιον και καταλιπών εις την Εκκλησίαν του Χριστού, ως μνημόσυνον της αυτού σοφίας, τας φερομένας Κατηχήσεις του ομού με άλλους λόγους και ζήσας ολίγα έτη μετά την επιστροφήν του, ανεπαύθη εν Κυρίω δια μακαρίου αποδημίας. Ήτο δε κατά τα χαρακτηριστικά του σώματος μέτριος μεν κατά το ανάστημα, ωχρός κατά την κεφαλήν, ρίνα δε είχεν ολίγον μικράν· είχε το πρόσωπον τετράγωνον, τας δε οφρύς ευθείας και ίσας και το γένειον λευκόν, δασύ και εις δύο κεχωρισμένον, το δε ήθος του ωμοίαζε με ήθος αγροίκου χωρικού.
Κατά την εποχήν εκείνην ήκμαζε και ο αρειανός Ακάκιος, ο κατέχων τον θρόνον της εν Παλαιστίνη Καισαρείας, όστις, αν και απεκηρύχθη και καθηρέθη υπό της εν Σαρδική γενομένης Αγίας τοπικής Συνόδου, διότι δεν ήθελε να ομολογήση τον Υιόν ομοούσιον με τον Πατέρα, όμως δεν υπέκυψεν εις την συνοδικήν ταύτην καθαίρεσιν, αλλά τυραννικώς κατεκράτει τον θρόνον της Καισαρείας, διότι ήτο γνώριμος και φίλος του βασιλέως Κωνσταντίου, του φρονούντος εκ κουφότητος τα του Αρείου δόγματα. Ούτος λοιπόν, λαβών εξουσίαν παρά του βασιλέως, κατεβίβασεν εκ του θρόνου τον μακάριον τούτον Κύριλλον και εξώρισεν αυτόν από τα Ιεροσόλυμα. Ο δε θεσπέσιος Κύριλλος, πορευθείς εις την Ταρσόν της Κιλικίας συνανεστρέφετο μετά του εκεί θαυμαστού Επισκόπου Σιλβανού. Όταν δε συνεκροτήθη η εν Σελευκεία Σύνοδος, της οποίας μέλος απετέλεσε και ούτος ο Άγιος Κύριλλος, ο ρηθείς κακόδοξος Ακάκιος απεσκίρτησεν από της Συνόδου και μεταβάς εις την Κωνσταντινούπολιν διέβαλε τον θείον Κύριλλον και εξήψεν εις οργήν τον βασιλέα κατά του Αγίου, όστις κατεδίκασε τούτον εις εξορίαν. Αφ’ ου δε απέθανεν ο Κωνστάντιος έλαβε την βασιλείαν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, εν έτει τξα΄ (361), ο οποίος θέλων να προσελκύση την εύνοιαν και αγάπην των Επισκόπων εκείνων, τους οποίους είχεν εξορίσει ο Κωνστάντιος, διέταξε να επανέλθωσιν όλοι οι εν εξορία εις τας επαρχίας των. Ούτω, μετά των άλλων, απέλαβε τον θρόνον των Ιεροσολύμων και ο Άγιος Κύριλλος. Ποιμάνας λοιπόν καλώς και θεοφιλώς το εμπιστευθέν αυτώ υπό του Χριστού ποίμνιον και καταλιπών εις την Εκκλησίαν του Χριστού, ως μνημόσυνον της αυτού σοφίας, τας φερομένας Κατηχήσεις του ομού με άλλους λόγους και ζήσας ολίγα έτη μετά την επιστροφήν του, ανεπαύθη εν Κυρίω δια μακαρίου αποδημίας. Ήτο δε κατά τα χαρακτηριστικά του σώματος μέτριος μεν κατά το ανάστημα, ωχρός κατά την κεφαλήν, ρίνα δε είχεν ολίγον μικράν· είχε το πρόσωπον τετράγωνον, τας δε οφρύς ευθείας και ίσας και το γένειον λευκόν, δασύ και εις δύο κεχωρισμένον, το δε ήθος του ωμοίαζε με ήθος αγροίκου χωρικού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου