«Χαίρε κυοφορούσα οδηγόν πλανωμένοις»
Ο απόστολος Παύλος με θεόπνευστο τρόπο επισημαίνει την τραγική αυτή κατάσταση της πτώσεως στην αμαρτία: «(Οι άνθρωποι) ενώ γνώρισαν τον Θεό μέσα από τη δημιουργία, ούτε Τον δόξασαν ούτε Τον ευχαρίστησαν ως Θεό. Αντίθετα, η σκέψη τους ακολούθησε λαθεμένο δρόμο, και η ασύνετη καρδιά τους βυθίστηκε στο σκοτάδι της πλάνης. Έτσι ενώ θριαμβολογούσαν για τη σοφία τους, κατάντησαν ανόητοι, ως το σημείο αντί για τον Δημιουργό αθάνατο Θεό, να προσκυνούν είδωλα…Γι’ αυτό τους παρέδωσε ο Θεός στις βρωμερές επιθυμίες τους…» (Ρωμ. 1, 21 εξ.).
2. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ερχόμενος στον κόσμο μέσα από το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου αποκαθιστά τον άνθρωπο καθώς αίρει την αμαρτία του και κάνει τον άνθρωπο κομμάτι δικό Του. Φωτίζεται έτσι εν Χριστώ ο νους του ανθρώπου με αποτέλεσμα να αποκτά την αληθινή γνώση του Θεού και να αποκαθιστά και όλες τις σχέσεις του: μπορεί να ζει πια με αγάπη προς τον συνάνθρωπο και τον εαυτό του, να είναι προσγειωμένος με επίγνωση της θέσης του, να βλέπει τη φύση ως δημιουργία του Θεού. Στο πρόσωπο δηλαδή του Χριστού βλέπει ο άνθρωπος τα όρια του αληθινού ανθρώπου. Ο Χριστός γίνεται ο οδηγός του για την αληθινή ζωή, όπως άλλωστε ο Ίδιος το απεκάλυψε και το βεβαίωσε: «Εγώ είμι η οδός, η αλήθεια και η ζωή». Έκτοτε το κήρυγμα των αγίων αποστόλων προς κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο είναι το «Εν Αυτώ (τω Χριστώ) περιπατείτε».
3. Προϋπόθεση βεβαίως για τη χαρισματική αυτή πραγματικότητα είναι ο άνθρωπος να παραμένει εν Χριστώ. Όσο ο άνθρωπος εν πίστει παραμένει προσκολημμένος σ’ Εκείνον: με τα μυστήρια της Εκκλησίας και τον αγώνα τηρήσεως των αγίων Του εντολών, τόσο ξέρει πού και πώς να βαδίζει, τόσο η διάκριση στη ζωή του ως γνώση κάθε φορά περί του πρακτέου γίνεται το χαρακτηριστικό γνώρισμά του. Αν όμως ο πιστός περιέλθει σε λήθη, αν ξεχαστεί σ’ αυτό που συνιστά την προτεραιότητα της ζωής του: την αδιάκοπη προσήλωσή του στον Χριστό και τη ζωή Του, τότε δυστυχώς χάνεται η διάκριση αυτή, το φως του Χριστού τον εγκαταλείπει και η πλάνη επανέρχεται δριμύτερη στον σκοτεινιασμένο και πάλι νου του. Από την άποψη αυτή πλανεμένος δεν θεωρείται μόνον κατά φυσικό τρόπο ο προ Χριστού άνθρωπος, αλλά και ο μετά Χριστόν, ακόμη και ο θεωρούμενος πιστός, ακριβώς διότι χάνει την επαφή του με τον Κύριο.
4. Η λύση συνεπώς είναι μία σε κάθε περίπτωση: να κρατάμε διαρκώς ζωντανή τη σχέση μας με τον Κύριο, που θα πει να επιμένουμε να λειτουργούμε κατά εκκλησιαστικό τρόπο ως μέλη Χριστού. Η επιμονή αυτή γινόμενη εν υπομονή μάς κάνει να ξέρουμε κάθε στιγμή πού βρισκόμαστε από πλευράς πνευματικής στον κόσμο τούτο, δηλαδή πάντοτε βρισκόμαστε έχοντας τον οδηγό ενώπιόν μας. Αλλά κι όταν έλθουν στιγμές θόλωσης της διανοίας μας, ακόμη και τότε δεν χανόμαστε: αφενός ο Κύριος μάς έχει δώσει εκείνους που μας φανερώνουν το άγιο θέλημά Του: τους πνευματικούς πατέρες μας («επερώτησον τον πατέρα σου και αναγγελεί σοι» λέει ο λόγος του Θεού γι’ αυτές τις περιπτώσεις), αφετέρου η απλή ερώτηση που μπορεί να θέτουμε στον εαυτό μας με ειλικρίνεια: τι θα έκανε ο Κύριος στη θέση μας; θα μας δείχνει την ορθή κατεύθυνση.
5. Η εκκαθάριση αυτή στη ζωή μας προκαλεί μεγάλη χαρά. Και δοξολογούμε τον Θεό και για την παρουσία Εκείνης, της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου μας, η οποία Τον έφερε στον κόσμο ως άνθρωπο, που σημαίνει γέννησε Εκείνον που ήταν, είναι και θα είναι ο απόλυτος οδηγός σε όλους τους πλανεμένους ανθρώπους, συνεπώς η Ίδια κατέχει τη θέση της μοναδικής Οδηγήτριας που παραπέμπει πάντοτε προς τον Χριστό. Αλλά και πέραν τούτου: γινόμαστε κι εμείς συνέχεια της Παναγίας και αφορμή δοξολογίας του Θεού, γιατί ζώντας εν Χριστώ μπορούμε να λειτουργούμε και οι ίδιοι ως οδηγοί για άλλα πλανεμένα αδέλφια μας.
(Χαίρε Παναγία που κυοφορείς τον οδηγό σ’ αυτούς που πλανώνται)
1. Η αμαρτία ως εκτροπή από το θέλημα του Θεού οδήγησε τον άνθρωπο στην πλάνη: να μην μπορεί να προσανατολιστεί σωστά, να μην μπορεί να σχετισθεί ορθά με τον συνάνθρωπό του, με τον εαυτό του, με την ίδια τη φύση. Κι αυτό γιατί διαγράφοντας ο άνθρωπος το φως της ζωής του, τον Πατέρα και Δημιουργό του, οδηγείται στο σκοτάδι της άγνοιας: στον σκοτασμό του νου, με αποτέλεσμα αντί του Κτίστη να λατρεύει τα κτίσματα, αντί της αγάπης να εχθρεύεται τον συνάνθρωπο, αντί της συναίσθησης των κτιστών ορίων του να καυχάται και να υπερηφανεύεται, αντί της αίσθησης της διακριτικής βασιλικής εξουσίας του να φοβάται ως δούλος και αυτήν τη φύση.
1. Η αμαρτία ως εκτροπή από το θέλημα του Θεού οδήγησε τον άνθρωπο στην πλάνη: να μην μπορεί να προσανατολιστεί σωστά, να μην μπορεί να σχετισθεί ορθά με τον συνάνθρωπό του, με τον εαυτό του, με την ίδια τη φύση. Κι αυτό γιατί διαγράφοντας ο άνθρωπος το φως της ζωής του, τον Πατέρα και Δημιουργό του, οδηγείται στο σκοτάδι της άγνοιας: στον σκοτασμό του νου, με αποτέλεσμα αντί του Κτίστη να λατρεύει τα κτίσματα, αντί της αγάπης να εχθρεύεται τον συνάνθρωπο, αντί της συναίσθησης των κτιστών ορίων του να καυχάται και να υπερηφανεύεται, αντί της αίσθησης της διακριτικής βασιλικής εξουσίας του να φοβάται ως δούλος και αυτήν τη φύση.
Ο απόστολος Παύλος με θεόπνευστο τρόπο επισημαίνει την τραγική αυτή κατάσταση της πτώσεως στην αμαρτία: «(Οι άνθρωποι) ενώ γνώρισαν τον Θεό μέσα από τη δημιουργία, ούτε Τον δόξασαν ούτε Τον ευχαρίστησαν ως Θεό. Αντίθετα, η σκέψη τους ακολούθησε λαθεμένο δρόμο, και η ασύνετη καρδιά τους βυθίστηκε στο σκοτάδι της πλάνης. Έτσι ενώ θριαμβολογούσαν για τη σοφία τους, κατάντησαν ανόητοι, ως το σημείο αντί για τον Δημιουργό αθάνατο Θεό, να προσκυνούν είδωλα…Γι’ αυτό τους παρέδωσε ο Θεός στις βρωμερές επιθυμίες τους…» (Ρωμ. 1, 21 εξ.).
2. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ερχόμενος στον κόσμο μέσα από το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου αποκαθιστά τον άνθρωπο καθώς αίρει την αμαρτία του και κάνει τον άνθρωπο κομμάτι δικό Του. Φωτίζεται έτσι εν Χριστώ ο νους του ανθρώπου με αποτέλεσμα να αποκτά την αληθινή γνώση του Θεού και να αποκαθιστά και όλες τις σχέσεις του: μπορεί να ζει πια με αγάπη προς τον συνάνθρωπο και τον εαυτό του, να είναι προσγειωμένος με επίγνωση της θέσης του, να βλέπει τη φύση ως δημιουργία του Θεού. Στο πρόσωπο δηλαδή του Χριστού βλέπει ο άνθρωπος τα όρια του αληθινού ανθρώπου. Ο Χριστός γίνεται ο οδηγός του για την αληθινή ζωή, όπως άλλωστε ο Ίδιος το απεκάλυψε και το βεβαίωσε: «Εγώ είμι η οδός, η αλήθεια και η ζωή». Έκτοτε το κήρυγμα των αγίων αποστόλων προς κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο είναι το «Εν Αυτώ (τω Χριστώ) περιπατείτε».
3. Προϋπόθεση βεβαίως για τη χαρισματική αυτή πραγματικότητα είναι ο άνθρωπος να παραμένει εν Χριστώ. Όσο ο άνθρωπος εν πίστει παραμένει προσκολημμένος σ’ Εκείνον: με τα μυστήρια της Εκκλησίας και τον αγώνα τηρήσεως των αγίων Του εντολών, τόσο ξέρει πού και πώς να βαδίζει, τόσο η διάκριση στη ζωή του ως γνώση κάθε φορά περί του πρακτέου γίνεται το χαρακτηριστικό γνώρισμά του. Αν όμως ο πιστός περιέλθει σε λήθη, αν ξεχαστεί σ’ αυτό που συνιστά την προτεραιότητα της ζωής του: την αδιάκοπη προσήλωσή του στον Χριστό και τη ζωή Του, τότε δυστυχώς χάνεται η διάκριση αυτή, το φως του Χριστού τον εγκαταλείπει και η πλάνη επανέρχεται δριμύτερη στον σκοτεινιασμένο και πάλι νου του. Από την άποψη αυτή πλανεμένος δεν θεωρείται μόνον κατά φυσικό τρόπο ο προ Χριστού άνθρωπος, αλλά και ο μετά Χριστόν, ακόμη και ο θεωρούμενος πιστός, ακριβώς διότι χάνει την επαφή του με τον Κύριο.
4. Η λύση συνεπώς είναι μία σε κάθε περίπτωση: να κρατάμε διαρκώς ζωντανή τη σχέση μας με τον Κύριο, που θα πει να επιμένουμε να λειτουργούμε κατά εκκλησιαστικό τρόπο ως μέλη Χριστού. Η επιμονή αυτή γινόμενη εν υπομονή μάς κάνει να ξέρουμε κάθε στιγμή πού βρισκόμαστε από πλευράς πνευματικής στον κόσμο τούτο, δηλαδή πάντοτε βρισκόμαστε έχοντας τον οδηγό ενώπιόν μας. Αλλά κι όταν έλθουν στιγμές θόλωσης της διανοίας μας, ακόμη και τότε δεν χανόμαστε: αφενός ο Κύριος μάς έχει δώσει εκείνους που μας φανερώνουν το άγιο θέλημά Του: τους πνευματικούς πατέρες μας («επερώτησον τον πατέρα σου και αναγγελεί σοι» λέει ο λόγος του Θεού γι’ αυτές τις περιπτώσεις), αφετέρου η απλή ερώτηση που μπορεί να θέτουμε στον εαυτό μας με ειλικρίνεια: τι θα έκανε ο Κύριος στη θέση μας; θα μας δείχνει την ορθή κατεύθυνση.
5. Η εκκαθάριση αυτή στη ζωή μας προκαλεί μεγάλη χαρά. Και δοξολογούμε τον Θεό και για την παρουσία Εκείνης, της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου μας, η οποία Τον έφερε στον κόσμο ως άνθρωπο, που σημαίνει γέννησε Εκείνον που ήταν, είναι και θα είναι ο απόλυτος οδηγός σε όλους τους πλανεμένους ανθρώπους, συνεπώς η Ίδια κατέχει τη θέση της μοναδικής Οδηγήτριας που παραπέμπει πάντοτε προς τον Χριστό. Αλλά και πέραν τούτου: γινόμαστε κι εμείς συνέχεια της Παναγίας και αφορμή δοξολογίας του Θεού, γιατί ζώντας εν Χριστώ μπορούμε να λειτουργούμε και οι ίδιοι ως οδηγοί για άλλα πλανεμένα αδέλφια μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου