Σχολιασμός και ερωτήματα στις κριτικές θέσεις του Σεβ. Μητροπολίτη Ναύπακτου κ. Ιερόθεου σε μέρος του άρθρου του στην παρέμβαση με τίτλο :

Οἱ ἐκκλησιολογικές μετα-πτώσεις τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας
4. «Κοινή Δήλωση» τοῦ Πάπα καί τοῦ Πατριάρχου Μόσχας στήν Ἀβάνα


Σεβασμιότατοι, σεβαστοί πατέρες, αδερφοί και αδερφές εν Κυρίω, 
Χαίρετε και ελπίζετε πάντοτε, 

Παρακολουθώντας εναγωνίως την προσπάθεια τουλάχιστον εξίσωσης του Οικουμενισμού μεταξύ των δυο ισχυρών Πατριαρχείων της Ορθόδοξης Εκκλησίας και το διαφαινόμενο οριστικό σχίσμα, μελέτησα τόσο τις επίσημες θέσεις της ρωσικής πλευράς, όσο και την (σύμφωνα με τον π. Άγγελο Αγγελακόπουλο της Ι. Μητρόπολης Πειραιώς)  «αποδεικτική» κορωνίδα του υπό εξέταση ρωσικού πατριαρχικού οικουμενισμού, την κοινή δήλωση Πάπα – και Πατριάρχη Κύριλλου στην Αβάνα το 2016 [2]. Αυτή συνοψίζεται επίμαχα στην κριτική του άρθρου του Σεβ. Ναύπακτου. Οι αριθμημένες απαντήσεις εδώ αναλογούν στις δικές του αριθμημένες παρατηρήσεις και κριτικές του προεκτάσεις. 


Ταυτόχρονα, η ξεκάθαρη ομολογιακή χροιά του ρωσικού πατριαρχείου στην ιστοσελίδα του, με έβαλε σε σκέψεις και μεγάλες αμφιβολίες ως προς την κριτική του Σεβασμιότατου Ναύπακτου, που απορεί για την μη ..καταδίκη των Ρώσων από τους επικριτές των φαναριώτικων καμωμάτων. Χαρακτηριστικά  όμως, στο ρωσικό πατριαρχείο αναφέρεται: 

«Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ανταποκρίθηκε με ετοιμότητα στη διεξαγωγή του διαλόγου της αλήθειας και της αγάπης με τους ετερόδοξους χριστιανούς, ενός διαλόγου εμπνευσμένου από την κλήση του Χριστού και τον εντεταλμένο από τον Θεό σκοπό της χριστιανικής ενότητας.»
«..να τους αποκαλύψουμε την πίστη μας και την ακλόνητη πεποίθηση ότι μόνο η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία διατήρησε απαρασάλευτα ακέραιη την παρακαταθήκη του Χριστού είναι κατά το παρόν η Οικουμενική Εκκλησία και με τον τρόπο αυτό να αποδείξουμε έμπρακτα αυτά, τα οποία πρέπει να λάβουν υπόψη τους»

Επίσης διευκρινίζεται κάθε υποψία οικουμενισμού:

2.2. Στα πλαίσια της Θείας εντολής για ενότητα, η αδιαφορία απέναντι στο στόχο αυτό ή η απόρριψη αυτού είναι αμαρτία. Σύμφωνα με τον Μέγα Βασίλειο «κύριο μέλημα όσων εργάζονται ειλικρινά και αυθεντικά για τον Κύριο είναι η επαναφορά στην ενότητα των διαιρεμένων μεταξύ τους Εκκλησιών».
2.3. Όμως, αναγνωρίζοντας την ανάγκη της αποκατάστασης της διαταραγμένης χριστιανικής ενότητας, η Ορθόδοξη Εκκλησία ισχυρίζεται ότι η πραγματική ενότητα θα καταστεί εφικτή μόνο στους κόλπους της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Όλα τα υπόλοιπα «πρότυπα» για την ένωση αποδεικνύονται απαράδεκτα.
2.4. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν μπορεί να δεχθεί την θέση ότι, παρά τις ιστορικές διαιρέσεις η θεμελιακή και βαθιά ενότητα των χριστιανών δεν διαταράχθηκε και η Εκκλησία πρέπει να νοείται ως συμπίπτουσα με όλο τον «χριστιανικό κόσμο»·
2.5. Είναι επίσης εντελώς απαράδεκτη και η λεγόμενη «θεωρία των κλάδων», η οποία συνδέεται με το ως άνω δόγμα και ισχυρίζεται ότι η κατάσταση, μέσα στην οποία ο χριστιανισμός υπάρχει με μορφή των διάφορων κλάδων, είναι ομαλή και συμφωνεί με την Πρόνοια.
2.7. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αδυνατεί να αναγνωρίσει την «ισοτιμία των ομολογιών»…
.. η μόνη οδός προς την ενότητα είναι η οδός της μετάνοιας, της επιστροφής και της ανανέωσης.
2.11. Η διαίρεση του χριστιανικού κόσμου είναι η διαίρεση στην εμπειρία της πίστεως και όχι μόνο στις διατυπώσεις της διδασκαλίας. Πρέπει να επιτευχθεί πλήρης και ειλικρινής συμφωνία στην εμπειρία της πίστεως και όχι μόνο στην τυπική της έκφραση.


Ας επανέρθουμε όμως στα σχόλια και την κριτική του Σεβασμιώτατου Ναυπάκτου προς τον Αγιώτατο Πατριάρχη Κύριλλο με βάση την κοινή δήλωση της Κούβας. 

1.       Σε αντιπαράθεση με την Πανορθόδοξη Σύνοδο, τι είναι αυτό που κάνει τον Σεβασμιότατο να ΜΗΝ αναλογιστεί γραπτώς, ότι η χρήση της λέξης εκκλησίας είναι σε αυτή την περίπτωση καθαρά τεχνικός, διπλωματικός και μεταφραστικός όρος; Που προκύπτει καθαρά ομότιμη εκκλησιαστικότητα, αγιότητα αιρεσιάρχη, αναγνώριση μυστηρίων στους αιρετικούς άνευ επιστροφής στην ορθοδοξία ή ανάλογο ατόπημα; Είχε διαβάσει άραγε ο Σεβασμιώτατος από τις ρωσικές πηγές την καταδίκη της θεωρίας των κλάδων, την ομολογία της αδιαπραγμάτευτης μοναδικότητας της ορθόδοξης εκκλησίας και την στρατηγική της αλήθειας και της αγάπης στις διαχριστιανικές σχέσεις; Και αν ο εκάστοτε συνοδικός, π.χ Σεβ.Ιλαρίων, παρεκτράπηκε κατ’ εξαίρεση κάπου και κάποτε εκφραστικά ή αλλοιώθηκε το νόημα και οι λέξεις από δημοσιογράφους, σημαίνει απαραίτητα ότι έχει ίδια άποψη ακόμη ο ίδιος ή ο Πατριάρχης και η σύνοδος; Έχουμε σωρεία θεολογικών ελέγχων και σαφών κατά συρροή αποδείξεων και πτώσεων;  Bαπτίσαμε το Ρωσικό Πατριαρχείο, χωρίς άσκηση διευκρινήσεων οικουμενιστικό; Έτσι έκαναν οι Πατέρες σε αιρετικούς Πατριάρχες; Έστειλε επιστολή ο Σεβασμιότατος Ναύπακτου ως όφειλε ή κάποιος άλλος στον Ρώσο Πατριάρχη προς διευκρίνηση και έλεγχο φρονημάτων;  

Μήπως η σκοπιμότητα για να αναδείξει, τον όποιο αμφίβολο οικουμενισμό της Ρωσικής Εκκλησίας, στο επίπεδο της Κωνσταντινούπολης ή και υπεράνω κατά το συμπέρασμα του μάλιστα, οδήγησε σε υπερβολή και διαστροφή των λόγων και των νοημάτων; Ας υπάρξει επιτέλους ένας διαχωρισμός μεταξύ διπλωματίας και παναίρεσης. Από την μια έχουμε συνοδικές αποφάσεις για κατ' οικονομία συνεργασίες για ανθρωπιστικούς λόγους με ταυτόχρονη ωφέλεια της εκκλησίας και προσπάθειες ένωσης με απαραίτητη εισαγωγική βάση την απαράλλακτη και αδιαπραγμάτευτη πιστή των οικουμενικών συνόδων και από την άλλη πλευρά, τον γνωστό επάρατο οικουμενισμό. Διαφορετικά, η κάθε συνάντηση με αιρεσιάρχη, χωρίς συμπροσευχής αναγνώσματα  και τελετουργικά, θα εκλαμβάνεται ως οικουμενισμός από τους αδαείς και τους ουκ κατ’ επίγνωση ζηλωτές. Το ρωσικό Πατριαρχείο κάθε τέτοια στάση παραπληροφόρησης ενάντια στον σκοπό σωτηρίας των αλλόδοξων, την θεωρεί (και σωστά), σοβαρή αμαρτία.  

2 & 3) Η ορθή επισήμανση του Σεβασμιότατου για την πληρέστερη εκφραστική και ιστορική ακρίβεια της χιλιόχρονης κοινής πορείας μέσω της λέξης "μετείχαμε" αντί "μετέχουμε", δεν λαμβάνει υπόψη της την διπλωματική υφή του κειμένου και τη στρατηγική προσέγγισης των σχισματο-αιρετικών παπικών, όπως και του μεγέθους και της μοναδικής ιστορικά επιρροής μάλιστα, του Πάπα. Η αξία της μεταστροφής του Πάπα άλλωστε είχε επισημανθεί από τον μέντορα του Σεβασμιότατου, τον π. Ι. Ρωμανίδη. Ούτως ή άλλως όμως, η διευκρίνηση των χίλιων ετών, υποκαθιστά τον χρόνο του ρήματος και ξεκαθαρίζει αρκετά το ότι πρόκειται για ιστορικό χρόνο και όχι παρούσα κατάσταση. Συνεπώς άσφαιρα πυρά ρίχνονται και ενοχοποιητικός λεκτικός ιστός εξυφαίνεται. 

Το να προσπαθούμε να εφαρμόσουμε οπωσδήποτε και κατά γράμμα τις ιστορικές πατερικές κινήσεις και στρατηγικές παλαιότερων εποχών και αιρετικών, δεν ωφελεί πλέον και τόσο ως άλλοτε, όπως έχει αποδειχτεί εκ του αποτελέσματος για αιώνες και κορυφώνεται στην αποστασία των ημερών μας. Η παπική αίρεση είναι γιγαντωμένη υπερθετικά και η πλάνη τόσο εμποτισμένη, που χρειάζεται συνοδική διάκριση άδολων καρδιών για να διδάξουν στους πλανεμένους την εμπειρική καρδιακή αναζήτηση μετά της ασκήσεως. Αυτό που μένει, είναι η κατά πνεύμα πατερική προσέγγιση, ως αγιοπνευματικό κριτήριο και οδοδείκτη, με αγάπη και αλήθεια. 

Τόσο ο Άγιος Νεκτάριος στο σχετικό του κείμενο [1], όσο και ανάλογο παράδειγμα σωστής και αποτελεσματικής προσέγγισης αιρετικού [1], με αποφυγή της απότομης, επιθετικής πλήρους απομόνωσης και καταδίκης, δικαιώνουν την διπλωματική προσέγγιση. Αυτό όταν βέβαια σαφώς, έστω περιληπτικά, αναφέρονται και οι διαφορές και τα εμπόδια. Αυτή η διαφοροποίηση υπάρχει στο κείμενο της Αβάνας και ο καθένας καταλαβαίνει ότι είναι αποτρεπτικό της ένωσης, άρα πρόκειται για κάτι σοβαρό. Δεν πρόκειται για προσπάθεια πλήρους εξίσωσης των "εκκλησιών", ούτε για μια ακόμα περίληψη θεολογικού διαλόγου. Δεν πρόκειται  ούτε για θεωρία κλάδων, ούτε για υπονόηση αγιοπνευματικής μυστηριακής εγκυρότητας, πόσο μάλλον αγιότητας του Αιρεσιάρχη κ,τ.λ, αλλά για μια ακόμα ωραιοποιημένη έκφραση της ωμής και πικρής για αυτούς αλήθειας. Αυτό γίνεται προς διατήρηση των ισορροπιών και αποφυγή κατάστασης απογοήτευσης, προσβολής και πλήρους διακοπής επικοινωνίας. Το ρωσικό  πατριαρχείο, όπως γράφει,  σαφώς και γνωρίζει ότι η ορθή πίστη και ζωή οδηγεί στην βιωματική εμπειρία και ορθόδοξη πεμπτουσία και ότι το δόγμα είναι βασικό θέμα εφαπτόμενο της εσωτερικής και καρδιακής κατανόησης και όχι απλά μια εκφραστική διαφορά σε σχέση με την επιφανειακή σχολαστική αλλόδοξη θεολογία. Αυτό δείχνει ότι η ρωσική εκκλησία δεν στερείται στελεχών και Χάριτος προς προστασία εκ των πλανών στις συναναστροφές με τους αιρετικούς συνανθρώπους.  

Στη στρατηγική προσέγγιση, δεν πρέπει να παραθεωρείται ό,τι το αρχικό όργωμα του χωραφιού του Ευαγγελίου μπορεί να γίνει, και ούτως ή άλλως γίνεται  και από την Ρωμαιοκαθολική αίρεση για αιώνες, κατ΄οικονομία βέβαια , ώστε το έδαφος να είναι πιο έτοιμο, για όσους αναζητήσουν τον γόνιμο ορθόδοξο σπόρο. Η στρατηγική αυτή αφήνει περιθώριο γνωριμίας της ορθόδοξης εκκλησίας και ελεύθερης επιλογής των χριστιανών άλλων ομολογιών, σε μέρη όπου αγνοούσαν καν την ύπαρξη της.  

Ιστορικά, υπήρξαν χριστιανοί οι οποίοι γνωρίστηκαν με το Ευαγγέλιο μέσω αίρεσης αρχικά,  μέχρι την επιστροφή και ένωση τους στην μοναδική αληθινή εκκλησία. Τα όποια κοινά στοιχεία της πρώτης χιλιετίας έχει ακόμα η παπική αίρεση, ίσως δικαιολογημένα κρίθηκαν αρκετές φορές έμμεσά συνοδικά, ως κατ' οικονομία αρκετά για το πρώτο αρχικό επίπεδο των μη πληροφορημένων τα βασικά ή και αυτή την ύπαρξη του Ευαγγελίου. Η επιλεκτική κατάταξή του ποιμνίου άλλων ομολογιών, ως πιθανών μελλοντικών υποψήφιων κατηχούμενων της ορθοδόξου αλήθειας, μέσω της  αρχικής και ατελούς έστω γνώσης και βιώματος του Θείου Λόγου, ως αλίευση ανθρώπων μέσω της Θείας παρέμβασης σε τυχών σοβαρότερη ενασχόληση τους, δεν μπορεί να αποκλειστεί. Δεν συμφωνήθηκαν αλλόθρησκοι για τον σκοπό. 

Η ελπίδα της επιστροφής των ρωμαιοκαθολικών οδηγεί στην ύπαρξη γέφυρας σωτηρίας από πλευράς ορθοδόξου εκκλησίας. Αν κάποιοι επιθυμούν την συνεχή αφοριστική καταδίκη όλων των άλλων σε μη λατρευτικό επίπεδο επικοινωνίας, έχουν πρόβλημα κατανόησης και συνάφειάς των κανόνων και της  υπαγορευμένης συμπεριφοράς του Ευαγγελίου προς τους ανθρώπους και θα πρέπει να προσευχηθούν για την βοήθεια του Αγ. Νεκταρίου. 

4.) Μία διπλωματική έκφραση περί διαφωνιών, σε κοινή δήλωση και όχι στο θεολογικό κείμενο, γίνεται αφορμή για αστήρικτη ερμηνευτική επέκταση του Σεβασμιότατου. Μήπως θα ήταν καλύτερα να αναζητήσει διευκρινίσεις από το Πατριαρχείο Μόσχας για το πραγματικό εσωτερικό πιστεύω της συνόδου του, αντί να πιάνεται από λέξεις διπλωματίας με διφορούμενες ερμηνείες; 
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει αυτές τις ιστορικές αλήθειες σαν σημείο και  συγκριτικό στοιχείο αναφοράς ως προς το σήμερα. Δεν είναι ο μοναδικός εφευρέτης της παπικής θεολογίας ο Φραγκίσκος σήμερα. Γιατί πρέπει να κατευθύνει την σκέψη του με μόνη την φαντασία, άνευ διευκρινήσεων και να μεγαλύνει ως προς το δήθεν προσβλητικό των Α.Πατέρων ο Σεβασμιότατος;  Γιατί αυθαίρετα θα πρέπει να βάζει εκ του λογισμού του τα «Ασφαλώς» και τα «ἐξ ἴσου» χρεώνοντας τα στον πατριάρχη; Δεν υπάρχει «ἐξ ἴσου»  και η πιθανότητα του 100 – 0 από το 50 -50;  Γιατί απέκλεισε ο Σεβασμιότατος την λύπη του Πατριάρχη για τους πλανεμένους εγωιστές Φράγκους και την ανθρώπινη αδυναμία, εννοώντας διπλωματικά τα δυτικά και μόνο θεολογικά λάθη; Δεν λυπήθηκε καθόλου ποτέ του δηλαδή ο Σεβασμιότατος παρομοίως για τα πλήθη των παπικών και τον επερχόμενο όλεθρο εξ’ αυτής της αναλγησίας τους;  Οι λογισμοί της μοιρασιάς των ευθυνών Σεβασμιότατε, θα είχαν υπόσταση αλήθειας εάν δεν υπήρχε σαφώς εκπεφρασμένη η πλήρης ορθόδοξη συνείδηση της αυθεντικότητάς της ορθοδοξίας από το ρωσικό πατριαρχείο.  

5). Το να γίνεται αναφορά στο κλίμα διαμάχης του παρελθόντος με την εγωιστική ευθύνη των αιρετικών και η οποία διπλωματικά αποκρύβεται από τον Πατριάρχη , δεν σημαίνει απαραιτήτως προσβολή και υποτίμηση των αντιαιρετικών αγώνων των Πατέρων. Ειδικά σήμερα, ο θησαυρός τους κατά πνεύμα ερμηνευμένος, αποτελεί Χρυσό Οδηγό για τους σύγχρονους αληθινά ορθόδοξους θεολόγους και αναγνωρίζεται από το ρωσικό Πατριαρχείο ως απαραίτητη βάση. Χρησιμοποιώντας το ίδιο περιεχόμενο, σε πιο σύγχρονη γλώσσα, εμπλουτισμένους τρόπους και μέσα επικοινωνίας, γίνεται προσπάθεια εκμηδενισμού του ιστορικά πολωτικού κλίματος και καλοπροαίρετης νέας πολλαπλής προσπάθειας, ως οφείλουμε μέχρι το τέλος του παρόντος κόσμου. Δεν βλέπω πως η «συμπεφωνημένη μαρτυρία τῆς ἀληθείας» του κειμένου της Αβάνας, διαχωρίζεται από την αρχική έστω αποκάλυψη της αληθούς θεολογίας που συμπεριλαμβάνει και αυτά που λέτε αυτονοήτως. Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε Σεβασμιότατε! 
 Ενόχλησε ο όρος και η έλλειψη στυγνής αγαπολογίας άνευ προϋποθέσεων και έπρεπε να εφευρεθεί κάτι; Εσείς δεν κάνετε εποικοδομητική κριτική και εκφραστική διόρθωση στο κείμενο, αλλά χρησιμοποιείτε τις προχωρημένες εκφραστικές γνώσεις σας ως σαν κριτήριο σύγκρισης με το κείμενο που προσυπογράφει ο αιρεσιάρχης. Θα ήταν απίθανο να ήταν του θεολογικού επιπέδου που θα θέλατε συγκριτικά, κάτι δεν θα πήγαινε καθόλου καλά. Υπάρχει και το «γάλα» για τα πνευματικά νήπια ξέρετε και ο καλός ποιμήν προσαρμόζεται αναλόγως..    

Ελπίζω ότι ο Σεβασμιότατος είναι συνεπής στην συμπερασματική δήλωση του περί κριτηρίων ορθοδοξότητας κειμένου, εσωτερικά τουλάχιστον, γιατί εξωτερικά παραστράτησε τελευταία στα πεδία του δικαίου, όπως διαπιστώθηκε. Ας κατανοήσει το ότι ένα διπλωματικό κείμενο με μέγα και σημαντικότατο αιρεσιάρχη υπό το πρίσμα του σεβασμού και της αγάπης, δεν μπορεί να είναι πάντα αμιγώς ορθόδοξο, όπως απαιτεί προκατειλημμένα. Αλλά ένα αναμενόμενα ορθόδοξο, όπως η απόφαση μιας μεγάλης συνόδου, θα πρέπει να εμπεριέχει τα συγκεκριμένα στοιχεία που ανέφερε. Γίνεται άραγε λόγος περί «διαβόλου» ή και αιρετικής «αμαρτίας» στο Κολυμπάρι Σεβασμιώτατε; 

6) Από την στιγμή που αναγνωρίζεται η «αμαρτωλότητα» στο κείμενο, εξυπακούεται και η μετάνοια προς διόρθωσή της, το γνωρίζουν και οι παπικοί. Δεν χρειάζεται τόση προσπάθεια επίδειξης θεολογικών γνώσεων για να «αποδείξετε» απεγνωσμένα ως αιρετικό τον Πατριάρχη επειδή συμβιβάστηκε με συνοπτικές θεολογικές φράσεις στο κοινό κείμενο που αναδεικνύουν την προαίρεση και τον σκοπό  της βασικής ορθόδοξης διδασκαλίας προς έναρξη της μετάνοιας των αιρετικών και όχι την κατάσταση τελείωσης της Πεντηκοστής.
 Δηλαδή πιστεύετε Σεβασμιότατε ό,τι όταν χρησιμοποιείται υποβοηθητικά και με την καλοπροαίρετη σκοπιμότητα σωτηρίας των ανθρώπων, ένα χωριό της Αγίας Γραφής, πρόκειται περί κοινωνικοποίησης; Πιστεύετε άραγε ότι ο καθένας από το ποίμνιο σας, που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο χωρίο ως αφορμή συζήτησης και έκφρασης της χριστιανικής του κοινωνικότητας, κατανοεί την σημασία της ένωσης με τον αδερφό του μόνο μέσα στο άκτιστο φως; Μήπως και έχετε απαγορεύσει στους ναούς να χρησιμοποιούνται οπουδήποτε από τους χριστιανούς χωρία για λόγους αύξησης και προσέλκυσης στην ορθή πίστη χωρίς την άδεια του πνευματικού, πτυχίου ορθόδοξης θεολογίας, οσιακής θαυματουργικής βιωτής ή την ευλογία σας; 

7) Δεν προκύπτει από πουθενά από την κοινή δήλωση ότι η απλή αναφορά των διωγμών και της συρρίκνωσης του χριστιανικού πληθυσμού ως κάτι ανθρωπιστικά αποτρόπαιο, είναι βάση για την ένωση με υποστήριξη του Πατριάρχη, όπως προσπαθείτε εσφαλμένα να προβάλετε. Αν κάποιοι οικουμενιστικοί κύκλοι προσπαθούν να το εκμεταλλευτούν πέραν της σωτηρίας του εκάστοτε μάρτυρα, ως ορθότητα για το δόγμα τους, δεν ευθύνεται στο συγκεκριμένο ο Πατριάρχης Κύριλλος.

8) Είναι σωστή η επισήμανση του Σεβ.Ναυπάκτου για τον διαφοροποιημένο συμβιβασμό σε σχέση με την ορθόδοξη απαίτησή για την Ουνία. Παρόλα ταύτα, εάν έχουν δικαίωμα ύπαρξης οι αλλόθρησκοι, το αξίωμα της ανεξιθρησκίας και της ελεύθερης βούλησης υπαγορεύει το ίδιο και για τη συγκεκριμένη θρησκευτική ομάδα,  η οποία ίσως και να αντιδρά σε απαίτηση διάλυσης της. Η σχετική εξασκούμενη ουνιτική δολιότητα όμως, ένα χρόνιο άλυτο πρόβλημα, δεν είναι δυνατόν να χρεώνεται στον Πατριάρχη σαν να το υποστηρίζει για τους προσηλυτιστικούς και οικουμενιστικούς σκοπούς, για τους οποίους δύναται να χρησιμοποιείται. Άλλωστε η αντισταθμιστική έκφραση περί αποφυγής προσηλυτισμών στο ίδιο κείμενο, είναι δηλωτική της καλύτερης δυνατής προσπάθειας για μετριασμό των συνεπειών.

9) Εδώ υπάρχει προσπάθεια κατηγορίας για μη πλήρη ανάπτυξη των όρων διαθρησκειακού διαλόγου, ανάμεσα μάλιστα μόνο σε δύο χριστιανούς προκαθήμενους. Μπορεί να φανταστεί ο Σεβασμιότατος τον αντίκτυπο και το αποτέλεσμα που θα είχε μία τέτοια αναλυτική απαίτηση στους εκπροσώπους άλλων θρησκειών εν απουσία τους; Δεν είναι παντού και πάντα ο χώρος και ο χρόνος για κάτι τέτοιο. Και αυτό το "μειονέκτημα" όπως αναφέρεται, η αυτονόητη έλλειψη αναλυτικότητας εκ της δομής της περιληπτικής δήλωσης στο συγκεκριμένο, δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται ως ενισχυτική κατηγορία οικουμενισμού του Πατριάρχη. Δείχνει καθαρά απεγνωσμένη προσπάθεια και προκατάληψη. 

10) Αν διαφωνούσαν οι άλλοι προκαθήμενοι και οι συνοδοί των Πατριαρχείων, με την κοινή δήλωση , θα μπορούσαν να κάνουν δηλώσεις κρατώντας αποστάσεις. Kάτι τέτοιο δεν έγινε και συνεπώς εξυπακούεται μία σιωπηρή συναίνεση και αντιπροσώπευση. Δεν μπορεί να αμφιβάλει έγκυρα κάποιος και για τις άλλες πιθανές πολιτικές, πνευματικά και ποιμαντικά αμυντικές ή και επεκτατικά δικαιοδοτικές σκοπιμότητες. Δεν μας ενδιαφέρει άμεσα και πνευματικά αυτό όμως. Το πρώτο κριτήριο είναι η ορθή πίστη και η καλή ενότητα της εκκλησίας. Μέχρι τώρα  κατά τεκμήριο, ο πολύ αμφίβολος ρωσικός οικουμενισμός κινείται στα επιτρεπτά όρια της διπλωματίας και είναι ανοικτός σε παρερμηνείες. Αποτελεί δε, στην ακραία ερμηνευτική περίπτωση, ένα εξυπηρετικό και βολικό ίσως υποσύνολο του φαναριώτικου οικουμενισμού, που χρησιμοποιείται για την αμνήστευση των δικών του πρωτεργατών και των πνευματικών εγκλημάτων κατά της σωτηρίας των ανθρώπων. 

Κατά την άλλη όμως περίπτωση και πιθανότερα, ο οικουμενικά ομολογιακός και θεάρεστος σκοπός του Πατριάρχη Ρωσίας, ως εκπροσώπου της μεγάλης ρωσικής εκκλησίας, μήπως γίνεται ταυτόχρονα ακόμα μια παγίδα του Εωσφόρου σε τρίτους, που ενδιαφέρονται για προσωρινές μικροσκοπιμότητες και όχι την διαχρονική  αποστολή της εκκλησίας;
Μήπως ο καρδιογνώστης Κύριος αφήνει ώστε να πειραχτούν κάποιοι εκ του πονηρού με κακόβουλους λογισμούς και συκοφαντικές σκοτοδίνες;

Φαίνεται πάντως έως τώρα και με τα υπάρχων στοιχεία, ότι υπάρχει πρόβλημα αντικειμενικής αξιολόγησης του διεθνή ομολογιακού επιπέδου των δύο Πατριαρχείων από τον Σεβασμιότατο. Γιατί άραγε; 

Ας ευχηθούμε ότι το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης θα ακολουθήσει ομολογιακά πλέον το παράδειγμα της Μόσχας στην μετά παρρησίας διασαφήνιση της ορθόδοξης ομολογίας στις διαχριστιανικές σχέσεις και θα ελέγξει με δριμύτητα τις απαράδεκτες κοινές ποιμαντικές παραστάσεις και φρικαλέες «ποιμαντικές ευλογίες» αλλόδοξων ιερέων σε ορθόδοξο ποίμνιο και σε ναούς, κυρίως της Ευρώπης. Ο αλλόδοξος ιερέας είναι σε υπερβολικά χειρότερη θέση από τον ορθόδοξο λαϊκό, χαριτωμένο ή μη,  όσο παραμένει συνειδητά στην αίρεση. Η παράδοση απαιτεί να αποχωρεί από τον ναό στο γνωστό σημείο της Θ. Λειτουργίας και σίγουρα όχι να προβάλλεται σε τιμητικές θέσεις. Ας ελπίσουμε ότι  το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα αποτελέσει με την ταπεινή διόρθωση των κακώς κειμένων και τον σεβασμό στο ορθόδοξο πλήρωμα, κατά το ταπεινά δηλωθέν παράδειγμα της Μόσχας περί σεβασμού στο πλήρωμα της, και πάλι φωτεινό σεβάσμιο παράδειγμα και οδηγό μας. 

Μετά Χριστού Αγάπης και Σεβασμού, 
Καλό Αγώνα και Παράδεισο εις πάντες! 
Εύχεστε οι έχοντες παρρησία εις Κύριον, 
Ο άθλιος αδερφός σας, 
Βασίλης Πίκουλας.

Επιπρόσθετες Πηγές: 
1.)      Ο άγιος Νεκτάριος περί τής σχέσεως Χριστιανών με αιρετικούς
2.)      Κοινή Δήλωση Πάπα Φραγκίσκου και Πατριάρχου Κυρίλλου


Δεν υπάρχουν σχόλια: