Είναι τόσον
ακτινοβόλος η μορφή του αγίου Νικοδήμου εις τας ημέρας μας, ώστε το παρόν
άρθρον να δικαιολογήται μόνον από την επιθυμίαν μας να τον ζωντανεύσωμεν εις
την μνήμην μας επί τη εορτή του, την οποίαν, από του 1955, καθώρισε να τελήται
η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία υφ’ όλου του ορθοδόξου κόσμου κατά την 14ην
Ιουλίου. Το
ασκίαστον και άφθαρτον μεγαλείον των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, συνίσταται
εις την δι’ όλους τους αιώνας ισχύουσαν πνευματέμφορον διδασκαλίαν των. Και ο
άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης δεν ωμίλησε μόνον εις την εποχήν του. Ό,τι εδίδαξε
τον 18ον αιώνα, Θεοφωτίστως, το ίδιον θα εδίδασκε και σήμερον και
εις το αόριστον μέλλον. Διατί; Διότι «ο Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και
εις τους αιώνας». Και η από τον Χριστόν απορρέουσα ζωοποιός Θεολογία ουδέποτε
παλαιούται.
Ο καταρράκτης της χάριτος δεν σταματά ούτε αλλάσσει ουσίαν. Η αξία των αγίων Πατέρων οφείλεται εις το ότι κατέστησαν εαυτούς δεκτικά δοχεία της χάριτος. Δεν παρέμειναν εις την φυσικήν κατάστασιν, δεν διηκόνησαν τον ορθόν λόγον. Εξηγίασαν την φύσιν, ανήλθον εις το υπέρ φύσιν και μετέσχον του υπερλόγου θείου κόσμου. Εντεύθεν εδίδαξαν τον λόγον της αληθείας. Εκαθάρθησαν, εφωτίσθησαν, ηγιάσθησαν. Δεν ανεζήτησαν την αλήθειαν από τον εαυτόν των, δεν ενεπιστεύθησαν εις τα πλάσματα της διανοίας των. Ανεζήτησαν τον Θεόν δια προσευχής και ταπεινώσεως κατόπιν αγνισμού από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος. Και ο υπέρ φύσιν και υπέρ λόγον Θεός απεκαλύφθη εις αυτούς δι’ ελλάμψεως ακτίστου. Και εθεολόγησαν. Και από το ΕΝ Άγιον πνεύμα ήντλησαν τας αυτάς αληθείας δια την οικοδομήν της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Ούτως εξηγείται η θαυμαστή ενότης, ήτις διακρίνει την Πατερικήν διδασκαλίαν. Όπως πάντες οι άγιοι Πατέρες ηκολούθησαν την οδόν της καθάρσεως, της ελλάμψεως και της μυστικής ενώσεως με τον Χριστόν, ούτω και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εισήλθεν εις το εσώτερον του καταπετάσματος των μυστηρίων του Χριστού, αναδειχθείς ισοστάσιος τούτων και συνεχίσας την πνευματικήν παράδοσιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την παράδοσιν της αληθείας.
Ο καταρράκτης της χάριτος δεν σταματά ούτε αλλάσσει ουσίαν. Η αξία των αγίων Πατέρων οφείλεται εις το ότι κατέστησαν εαυτούς δεκτικά δοχεία της χάριτος. Δεν παρέμειναν εις την φυσικήν κατάστασιν, δεν διηκόνησαν τον ορθόν λόγον. Εξηγίασαν την φύσιν, ανήλθον εις το υπέρ φύσιν και μετέσχον του υπερλόγου θείου κόσμου. Εντεύθεν εδίδαξαν τον λόγον της αληθείας. Εκαθάρθησαν, εφωτίσθησαν, ηγιάσθησαν. Δεν ανεζήτησαν την αλήθειαν από τον εαυτόν των, δεν ενεπιστεύθησαν εις τα πλάσματα της διανοίας των. Ανεζήτησαν τον Θεόν δια προσευχής και ταπεινώσεως κατόπιν αγνισμού από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος. Και ο υπέρ φύσιν και υπέρ λόγον Θεός απεκαλύφθη εις αυτούς δι’ ελλάμψεως ακτίστου. Και εθεολόγησαν. Και από το ΕΝ Άγιον πνεύμα ήντλησαν τας αυτάς αληθείας δια την οικοδομήν της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Ούτως εξηγείται η θαυμαστή ενότης, ήτις διακρίνει την Πατερικήν διδασκαλίαν. Όπως πάντες οι άγιοι Πατέρες ηκολούθησαν την οδόν της καθάρσεως, της ελλάμψεως και της μυστικής ενώσεως με τον Χριστόν, ούτω και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εισήλθεν εις το εσώτερον του καταπετάσματος των μυστηρίων του Χριστού, αναδειχθείς ισοστάσιος τούτων και συνεχίσας την πνευματικήν παράδοσιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την παράδοσιν της αληθείας.
Γόνος αρχοντικής
οικογενείας της Νάξου, των Καλλιβούρτση, μετά σπανίαν μορφωτικήν συγκρότησιν
εις την Ευαγγελικήν Σχολήν της Σμύρνης, ανεχώρησε δια το άγιον Όρος, μη θεωρών
την μάθησιν και τα αγνώ ήθη ως επαρκή εφόδια δια τον μέλλοντα να διδάξη τα του
Θεού. Έπρεπε να ανέλθη εις την πνευματικήν θεωρίαν δι’ ασκητικής πράξεως,
ησυχίας και αδιαλείπτου προσευχής. Και αυτήν την αγωγήν να συνεχίση δι’ όλου
του βίου του, ως εάν άνευ ασκήσεως συνεχούς να μη δύναται η ψυχή να συντηρήση
την λαμπάδα της αληθείας άσβεστον. Η Ι. Μονή Αγίου Διονυσίου εν Άθω και η
Έρημος Καψάλα έχουν να διηγούνται αφώνως τα πνευματικά αθλήματα του θείου
Νικοδήμου, τα δάκρυά του, τας ολονυκτίους προσευχάς του, τας νηστείας του, την
βαθυτάτην ταπείνωσίν του, την προς Θεόν και τον πλησίον αγάπην του. Και όταν
πλέον εφωτίσθη άνωθεν, επεδόθη εις την συγγραφήν, κατόπιν συστάσεως Πατέρων του
αγίου Όρους. Τα συγγράμματά του, αποτελούν το αμάλγαμα της αγίας του ψυχής, της
σπανίας φιλοπονίας του, και της προς τον πλησίον αγάπης. Η δε μνήμη του ήτο
έκτακτον φαινόμενον αποταμιεύσεως ποικίλης γνώσεως, ώστε εκ της μνήμης μόνης να
συγγράφη ολόκληρα βιβλία με πλήθος παραπομπών και παράθεσιν αυτουσίων Πατερικών
κειμένων, και όσα «έκρυψεν εις την καρδίαν του, όπως μη αμάρτη». Με ίσην
επίδοσιν ησχολήθη με θέματα δογματικά, ηθικά, λειτουργικά, ερμηνευτικά,
αγιολογικά. Εις τον Άγιον Νικόδημον οφείλει η Εκκλησία το «Πηδάλιόν» της, ένα
έργον μνημειώδες, ένα πηδάλιον αληθείας εις την εκκλησιαστικήν ποντοπορίαν. Του
οσιακού του βίου καρπός είναι τα αθάνατα «Πνευματικά Γυμνάσματα», ο «Αόρατος
πόλεμος», η συμπεπυκνωμένη υμνολογική θεολογία του «Εορτοδρομίου» και της «Νέας
Κλίμακος». Γέννημα πάγκαλον της χρυσής διανοίας του και των βαθυτάτων μυστικών
του εμπειριών αποτελεί το «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιόν» του, ένα βιβλίον γραφέν
υπό μόνης της εκπληκτικής μνήμης του, εις ένα κατάξηρον ερημονήσιον, την
Σκυροπούλλαν. Έργον Νικοδημικόν είναι η έκδοσις της «Φιλοκαλίας», προ αυτού τελείως
αγνώστου, χάρις εις την οποίαν εγνωρίσαμεν την ορθόδοξον μυστικήν θεολογίαν και
αντελήφθημεν την περί θεώσεως διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων. Επίσης καρπός της
εν ερήμω σπουδής του είναι το «Εξομολογητάριον», ο «Ευεργετινός», η έκδοσις των
απάντων του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, το «Περί συνεχούς θείας
Μεταλήψεως», η ερμηνεία των δέκα τεσσάρων Επιστολών του Αποστόλου Παύλου και
των επτά «Καθολικών». Πρώτος ο άγιος Νικόδημος έδωσε τα –δυστυχώς—απολεσθέντα
Άπαντα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Τίποτε δεν άφησεν ασχολίαστον και δια
κάθε ανάγκην της Εκκλησίας έδωκε και από ένα βιβλίον. Υπήρξεν ένα εκθαμβωτικόν
μετέωρον εις τον ουρανόν της Ορθοδοξίας από του δευτέρου ημίσεως του 18ου
αιώνος, δια των αφθάρτων εν Ορθοδοξία έργων του. Ο άγιος Νικόδημος ήδη κατέχει
ιδιαιτέραν θέσιν μέσα εις την χορείαν των αγίων Πατέρων, ως ανανεώσας την
διδασκαλίαν της Εκκλησίας και αποδείξας την εσωτερικήν ενότητα αυτής. Προσέφερε
τόσα εις την αγιωτάτην Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας, ώστε και αυτοί οι εχθρικοί προς
αυτόν κύκλοι του Βατικανού να είπουν ότι «ο Νικόδημος εδόξασεν ύστερα από
πολλούς αιώνας την Ορθόδοξον Εκκλησίαν».
Γράφομεν ότι
υπήρξαν εχθρικοί προς τον άγιον Νικόδημον τον Αγιορείτην οι κύκλοι του
Βατικανού. Πράγματι. Μετά τον Μ. Φώτιον και τον άγιον Γρηγόριον τον Παλαμάν,
ουδείς ήλεγξε τόσον τας πολυμόρφους πλάνας και αιρέσεις των Λατίνων, όσον ο
θείος ούτος Πατήρ. Αποδεικνύει την Παπικήν Εκκλησίαν ως εστερημένην βαπτίσματος
και χάριτος, και τον Πάπαν ως πάσχοντα το πάθος του εωσφόρου, ως οδηγούντα
εκατομμύρια λαών εις την απώλειαν. Όπου δεν ελέγχει με δριμύτητα τας λατινικάς
αιρέσεις, εκεί διακωμωδεί επιχαρίτως τους Παπικούς. Ω, εάν είχομεν σήμερον
ζώσαν την φωνήν του Παπομάστιγος αγίου Νικοδήμου! Αλλ’ ας ευχαριστήσωμεν τον
Θεόν, διότι έχομεν τα συγγράμματά του, τα οποία είναι τόσον «σύγχρονα», ώστε να
νομίζη κανείς ότι εγράφησαν εις τας ημέρας μας. Οι ορθοδόξως νοούντες βλέπουν
εις αυτά θαυμαστήν επικαιρότητα. Όσα θέματα θίγει και όπως τα θίγει, καλύπτουν
απολύτως τας σημερινάς ανάγκας και εις το δόγμα και εις την ηθικήν και εις την
λατρείαν και εις την πνευματικότητα. Και αυτό είναι λογικόν, αφού ούτε ο Θεός
ηλλοιώθη, ούτε ο διάβολος μετεβλήθη, ούτε οι άνθρωποι ήλλαξαν. Αν ο διάβολος
μετέρχεται διαφορετικάς μεθόδους και οι άνθρωποι ψυχρανθέντες εις την προς τον
Θεόν αγάπην σκέπτονται «σύγχρονα», όμως με την ιδίαν «πεπαλαιωμένην» προσευχήν
καίεται ο σατάν, και οι άνθρωποι εις τας ιδίας διαστροφάς και τα πάθη
υπόκεινται και τώρα και δια των «παλαιών» ευαγγελικών και πατερικών μέσων και
καθαίρονται και θεούνται και σώζονται. Αν ο δαίμων της υπερηφανείας έχη φθείρει
τα νοήματα τινών «ορθοδόξων» και ούτε γνωρίζουν τι λέγουν ή «περί τίνων
διαβεβαιούνται», τούτο δεν σημαίνει ότι η Αγία Εκκλησία μας οφείλει να
παρακολουθήση την έξαλλον και πεπλανημένην πορείαν των. αλλοίμονον, αν η
δογματική, ηθική και πνευματική διδασκαλία της Εκκλησίας δεν έχει αιώνιον
κύρος. Τότε δεν θα είχομεν Εκκλησίαν με τον αιώνιον Χριστόν ως Κεφαλήν, αλλά
ομάδας παρανοϊκάς. Αυτοί που νομίζουν ότι οι καιροί μας επιβάλλουν αλλαγήν εις
την δογματικήν, ηθικήν και πνευματικήν διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων, είναι
ψευδοχριστιανοί, «πλανώντες και πλανώμενοι», αξιολύπητα όντα, δουλεύοντα εις
τον δαίμονα της οιήσεως. Εστερημένοι της αισθήσεως, της «νικησάσης τον κόσμον
πίστεως», έχουν θορυβηθή από τα εκπληκτικά έργα των υιών των ανθρώπων και
αρχίζουν να εντρέπωνται δια τα «παλαιά», που διδάσκουν οι Πατέρες. Εντεύθεν,
εμφανίζονται ελευθερίως σκεπτόμενοι και ζώντες και προσαρμοζόμενοι εις τας
αμαρτωλάς ιδιοτροπίας του κόσμου, που ζητεί «αγάπην» και «ένωσιν» των ανθρώπων
και κάμνει το ευαγγέλιον του αιωνίου Θεού υπόθεσιν λογοτεχνίας και προσωπικών
μωριών. Αλλ’ οι άγιοι Πατέρες ζουν εις την εποχήν μας και διδάσκουν εις την
εποχήν μας, του Θεού ουρανόθεν επιμαρτυρούντος του λόγου το ασφαλές. Και ο
άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εγεννήθη μεν κατά τα μέσα του 18ου
αιώνος, αλλά ευρίσκεται ολόκληρος,προσηρμοσμένος εις την εποχήν μας, εις τας
ημέρας μας. Και τότε και τώρα και εις το μέλλον και μέχρι τερμάτων αιώνων, θα
ισχύη ο λόγος του Πορφυρίου Ουσπένσκη, δια τον «πάντοτε πενία τρυχόμενον και
γιγαντωθέντα προ της ασήμου ημών γενεάς», κατά τον οποίον: «Να αναμετρηθή τις
με τον θεόσοφον τούτον άνδρα αδύνατον, να τον μιμηθή όμως αναγκαιότατον».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου