Στην ιστορία του
κόσμου συνέβη τούτο το θαυμαστό. Ο Θεός ο Παντοδύναμος, που μόνος δημιούργησε
τα σύμπαντα «εκ του μηδενός», ζήτησε να συνεργασθεί με τους ανθρώπους, για να
αναπλάσει τον κόσμο. Διάλεξε ν΄ αποθέσει στους αδύναμους ανθρώπινους ώμους τη
βαρειά και μεγάλη αποστολή της συνεργασίας μαζί του. Ήδη από την Παλαιά Διαθήκη
καυτό ακούγεται το ερώτημά του μέσα από τη προφητεία του Ησαϊα· «τίνα
αποστείλω;» (Ησ. 6, 8). Ένα ερώτημα, που εκφράζει από τη μια το θεϊκό
ενδιαφέρον, αλλά και τονίζει από την άλλη την πρωτοβουλία της ελεύθερης
ανθρώπινης θέλησης. Είναι ελεύθερος ο άνθρωπος να δεχτεί ή να απορρίψει την
πρόταση του Θεού για αποστολή. Αυτό το ίδιο ενδιαφέρον του Θεού και η ελευθερία
του ανθρώπου συναντώνται και πάλι, όταν ο Θεός γίνεται άνθρωπος κι έρχεται στη
γη. Ο Ιησούς Χριστός από την αρχή της δημόσιας δράσεώς του αναζητά συνεργάτες.
Και τους αναζητά ανάμεσα στους πιο άσημους και ταπεινούς της γης – στους φτωχούς ψαράδες της Γαλιλαίας—δείχνοντας έτσι ότι δεν είναι η κατά κόσμον επισημότητα, που συνιστά τους ανθρώπους στον Θεό. Θέλει να επεκτείνει την παρουσία του ο Χριστός και να διαδώσει το μήνυμά του με ανθρώπους, που θα τον εκπροσωπούσαν. Για το σκοπό αυτό, σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος, «εποίησε δώδεκα» (Μάρκ. 3:14). Στην αρχή της δημιουργίας πήρε πηλό από το χώμα της γης και «εποίησεν ο Θεός άνθρωπον» (Γεν. 1:27). Τώρα ο ίδιος ο Θεός παίρνει ανθρώπους αυτής της γης με πόθους και πάθη σαν όλους, για να τους διαπλάσει και να τους καταστήσει τη ρίζα και απαρχή της Εκκλησίας του. Συγκαταβαίνει ο παντοδύναμος Θεός και «ποιεί» τον ευτελή άνθρωπο δικό του απόστολο. Αλλά η θεϊκή συγκατάβαση επιτελεί το θαύμα μόνο μετά από τη συγκατάνευση του ανθρώπου, την ολόψυχη παράδοση της βουλήσεώς του. Μια καρδιά ανθρώπινη, μ΄ όλη την ατέλεια και την αδυναμία, που μπορεί αυτή να περικλείει μέσα της, αλλά και με ειλικρινή πίστη και άδολη αγάπη προς το Θεό. Να τι ήταν εκείνο, που τράβηξε τη ματιά του Διδασκάλου σ΄ εκείνη τη δωδεκάδα των ανθρώπων της Γαλιλαίας και τον έπεισε να τους αναθέσει την υψηλή αποστολή της συνεργασίας μαζί του, για τη σωτηρία του κόσμου. Η σοβαρότητα του έργου απαιτούσε την κατάλληλη προετοιμασία. Έτσι, πριν αποστείλει τους Δώδεκα ο Κύριος, τους δίδαξε. Πριν γίνουν απόστολοι εκείνοι, έγιναν μαθηταί του Χριστού. Ρούφηξαν το λόγο το θεϊκό, για να τον κάνουν έπειτα σπορά θεία στις ανθρώπινες ψυχές, να τον κάνουν αγκίστρι άγιο, που άγρευσε τους «τεταγμένους εις σωτηρίαν» και τους έβγαλε από τη θάλασσα του σατανοκρατούμενου κόσμου, για να τους φέρει στην αγκαλιά του Θεού· να τους καταστήσει υιούς του αγαπητούς μέλη άγια της Εκκλησίας του. Δεν είναι μονοσήμαντη η αγάπη του Θεού. Δεν είναι εγωκεντρική η πίστη. Αρνείται να χορτάσει με την προσωπική της ικανοποίηση. Αυτόχρημα συνεπάγεται και την αγάπη προς τον άνθρωπο και νοιάζεται, για το καλό του. Σπρώχνει τον αγαπώντα να μοιρασθεί με τον άλλον αυτό, που ο Θεός του χαρίζει. Να γιατί είναι ευεργέτες του κόσμου οι απόστολοι. Απαντώντας καταφατικά στην κλήση του Θεού, έγιναν οι εκπρόσωποι του ανθρωπίνου γένους στην προσέγγιση και φιλία του προς τον Θεό. Αυτή η κατάφαση τους χάρισε τον πλούτο του Θεού, τους κατέστησε κληρονόμους της βασιλείας του, κοινωνούς της σωτηρίας. Αλλά δεν κράτησαν, για τον εαυτό τους μόνον αυτόν τον πλουτοποιό θησαυρό. Τον σκόρπισαν στον κόσμο, για να πλουτίσουν κι άλλους, όλους εκείνους, που αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια και ζητούν τον πλούτο του Θεού. Κι έγιναν έτσι οι εκπρόσωποι του Θεού στη ζωή των ανθρώπων, οι συνεργάτες του για τη σωτηρία του κόσμου. Συνεργάτες του Θεού! Ποιος τάχα θα μπορούσε να ζυγίσει το βάρος αυτού του τίτλου, να προσμετρήσει την τιμή, που προσδίδει στον άνθρωπο; Λιτά αλλά εκφραστικά τα περιγράφει ο απόστολος Παύλος με δύο λέξεις, που τις τοποθετεί συχνά δίπλα στο όνομά του· «δούλος και απόστολος Χριστού». Η εκούσια τέλεια υποταγή και αφοσίωση μέχρι θυσίας είναι το γνώρισμα του δούλου. Ως δούλος ο άνθρωπος δίνει τον εαυτό του στον Θεό. Η υψηλότερη ανάδειξη, η λαμπρότερη δόξα και τιμή είναι η απολαβή του αποστόλου. Στον απόστολο δίνει ο Θεός τον εαυτό του. Τον καθιστά πρεσβευτή και πληρεξούσιο εκπρόσωπό του! Έκαναν βέβαια και κάνουν ακόμη σημεία εντυπωσιακά και θεραπείες καταπληκτικές οι απόστολοι. Μα δεν είναι αυτά η σημαντικότερη προσφορά τους. Το μείζον έργον τους είναι ότι στάθηκαν ένα σκαλοπάτι μεταξύ ουρανού και γης. Ένα άγιο σκαλοπάτι, όπου πάτησε ο Θεός, για να κατεβεί στην καρδιά των ανθρώπων. Έμπιστοι του Θεού, πρεσβευτές του. Αλλά και έμπιστοι των ανθρώπων, διότι υπήρξαν θεόπτες· είδαν και συναναστράφηκαν τον Χριστό πριν και μετά την Ανάστασή του. Στο κήρυγμά τους κατέθεσαν την προσωπική τους αδιαμφισβήτητη εμπειρία και μάλιστα με υψηλό κόστος, την κακοπάθεια και θυσία τους. Νεκρώνει πνευματικά, αλλά και φυσικά η αμαρτία. «Τα γαρ οψώνια της αμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6: 23), αποφαίνεται ο απόστολος Παύλος, καταγράφοντας την πικρή πείρα της ανθρώπινης ψυχής. «Το δε χάρισμα του Θεού ζωή αιώνιος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών», συμπληρώνει. Σ΄ αυτό ακριβώς το χάρισμα της ζωής χρησιμοποιεί ο Κύριος ως πληρεξουσίους του τους Δώδεκα. Κι΄ όπως με την τέχνη του ψαρά κατέβαιναν στα βάθη της θαλάσσης, έτσι με την πίστη τους ανέβασε η χάρη του Θεού μέχρι τον άγιο θρόνο του, για ν΄ ανεβάσουν κατόπιν εκεί και την πιστή ψυχή. Τους ανακαίνισε και τους εξόπλισε, για να ανακαινίσουν και να αναπλάσουν αυτοί την ανθρωπότητα. Στις μέρες μας, όπου η έξαψη του καταναλωτισμού και η έπαρση του εγωϊσμού δεν αφήνουν περιθώρια, για να αναγνωρίσει ο ταλαίπωρος άνθρωπος την όποια ευεργεσία, που του προσφέρεται, η Σύναξη των δώδεκα αγίων αποστόλων, δηλαδή η συλλογική μνήμη τους στις 30 Ιουνίου, αποτελεί μία διπλή κατάθεση. Είναι αφορμή βαθειάς ευγνωμοσύνης στον Θεό και στους ίδιους για την προσφορά τους. Είναι, όμως, και δυνατή υπόμνηση, για την υπεύθυνη στάση της κάθε πιστής ψυχής στην πρόσκληση του Θεού. Την αγία πίστη, που οι απόστολοι μας δίδαξαν, να μη την αλλοιώσουμε. Την αιώνια ψυχή μας, για τη σωτηρία της οποίας ο Χριστός θυσιάστηκε και οι απόστολοι μόχθησαν, να μη τη χάσουμε. Έτσι θα ΄χουμε την ευχή και τη χάρη τους.
Και τους αναζητά ανάμεσα στους πιο άσημους και ταπεινούς της γης – στους φτωχούς ψαράδες της Γαλιλαίας—δείχνοντας έτσι ότι δεν είναι η κατά κόσμον επισημότητα, που συνιστά τους ανθρώπους στον Θεό. Θέλει να επεκτείνει την παρουσία του ο Χριστός και να διαδώσει το μήνυμά του με ανθρώπους, που θα τον εκπροσωπούσαν. Για το σκοπό αυτό, σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος, «εποίησε δώδεκα» (Μάρκ. 3:14). Στην αρχή της δημιουργίας πήρε πηλό από το χώμα της γης και «εποίησεν ο Θεός άνθρωπον» (Γεν. 1:27). Τώρα ο ίδιος ο Θεός παίρνει ανθρώπους αυτής της γης με πόθους και πάθη σαν όλους, για να τους διαπλάσει και να τους καταστήσει τη ρίζα και απαρχή της Εκκλησίας του. Συγκαταβαίνει ο παντοδύναμος Θεός και «ποιεί» τον ευτελή άνθρωπο δικό του απόστολο. Αλλά η θεϊκή συγκατάβαση επιτελεί το θαύμα μόνο μετά από τη συγκατάνευση του ανθρώπου, την ολόψυχη παράδοση της βουλήσεώς του. Μια καρδιά ανθρώπινη, μ΄ όλη την ατέλεια και την αδυναμία, που μπορεί αυτή να περικλείει μέσα της, αλλά και με ειλικρινή πίστη και άδολη αγάπη προς το Θεό. Να τι ήταν εκείνο, που τράβηξε τη ματιά του Διδασκάλου σ΄ εκείνη τη δωδεκάδα των ανθρώπων της Γαλιλαίας και τον έπεισε να τους αναθέσει την υψηλή αποστολή της συνεργασίας μαζί του, για τη σωτηρία του κόσμου. Η σοβαρότητα του έργου απαιτούσε την κατάλληλη προετοιμασία. Έτσι, πριν αποστείλει τους Δώδεκα ο Κύριος, τους δίδαξε. Πριν γίνουν απόστολοι εκείνοι, έγιναν μαθηταί του Χριστού. Ρούφηξαν το λόγο το θεϊκό, για να τον κάνουν έπειτα σπορά θεία στις ανθρώπινες ψυχές, να τον κάνουν αγκίστρι άγιο, που άγρευσε τους «τεταγμένους εις σωτηρίαν» και τους έβγαλε από τη θάλασσα του σατανοκρατούμενου κόσμου, για να τους φέρει στην αγκαλιά του Θεού· να τους καταστήσει υιούς του αγαπητούς μέλη άγια της Εκκλησίας του. Δεν είναι μονοσήμαντη η αγάπη του Θεού. Δεν είναι εγωκεντρική η πίστη. Αρνείται να χορτάσει με την προσωπική της ικανοποίηση. Αυτόχρημα συνεπάγεται και την αγάπη προς τον άνθρωπο και νοιάζεται, για το καλό του. Σπρώχνει τον αγαπώντα να μοιρασθεί με τον άλλον αυτό, που ο Θεός του χαρίζει. Να γιατί είναι ευεργέτες του κόσμου οι απόστολοι. Απαντώντας καταφατικά στην κλήση του Θεού, έγιναν οι εκπρόσωποι του ανθρωπίνου γένους στην προσέγγιση και φιλία του προς τον Θεό. Αυτή η κατάφαση τους χάρισε τον πλούτο του Θεού, τους κατέστησε κληρονόμους της βασιλείας του, κοινωνούς της σωτηρίας. Αλλά δεν κράτησαν, για τον εαυτό τους μόνον αυτόν τον πλουτοποιό θησαυρό. Τον σκόρπισαν στον κόσμο, για να πλουτίσουν κι άλλους, όλους εκείνους, που αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια και ζητούν τον πλούτο του Θεού. Κι έγιναν έτσι οι εκπρόσωποι του Θεού στη ζωή των ανθρώπων, οι συνεργάτες του για τη σωτηρία του κόσμου. Συνεργάτες του Θεού! Ποιος τάχα θα μπορούσε να ζυγίσει το βάρος αυτού του τίτλου, να προσμετρήσει την τιμή, που προσδίδει στον άνθρωπο; Λιτά αλλά εκφραστικά τα περιγράφει ο απόστολος Παύλος με δύο λέξεις, που τις τοποθετεί συχνά δίπλα στο όνομά του· «δούλος και απόστολος Χριστού». Η εκούσια τέλεια υποταγή και αφοσίωση μέχρι θυσίας είναι το γνώρισμα του δούλου. Ως δούλος ο άνθρωπος δίνει τον εαυτό του στον Θεό. Η υψηλότερη ανάδειξη, η λαμπρότερη δόξα και τιμή είναι η απολαβή του αποστόλου. Στον απόστολο δίνει ο Θεός τον εαυτό του. Τον καθιστά πρεσβευτή και πληρεξούσιο εκπρόσωπό του! Έκαναν βέβαια και κάνουν ακόμη σημεία εντυπωσιακά και θεραπείες καταπληκτικές οι απόστολοι. Μα δεν είναι αυτά η σημαντικότερη προσφορά τους. Το μείζον έργον τους είναι ότι στάθηκαν ένα σκαλοπάτι μεταξύ ουρανού και γης. Ένα άγιο σκαλοπάτι, όπου πάτησε ο Θεός, για να κατεβεί στην καρδιά των ανθρώπων. Έμπιστοι του Θεού, πρεσβευτές του. Αλλά και έμπιστοι των ανθρώπων, διότι υπήρξαν θεόπτες· είδαν και συναναστράφηκαν τον Χριστό πριν και μετά την Ανάστασή του. Στο κήρυγμά τους κατέθεσαν την προσωπική τους αδιαμφισβήτητη εμπειρία και μάλιστα με υψηλό κόστος, την κακοπάθεια και θυσία τους. Νεκρώνει πνευματικά, αλλά και φυσικά η αμαρτία. «Τα γαρ οψώνια της αμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6: 23), αποφαίνεται ο απόστολος Παύλος, καταγράφοντας την πικρή πείρα της ανθρώπινης ψυχής. «Το δε χάρισμα του Θεού ζωή αιώνιος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών», συμπληρώνει. Σ΄ αυτό ακριβώς το χάρισμα της ζωής χρησιμοποιεί ο Κύριος ως πληρεξουσίους του τους Δώδεκα. Κι΄ όπως με την τέχνη του ψαρά κατέβαιναν στα βάθη της θαλάσσης, έτσι με την πίστη τους ανέβασε η χάρη του Θεού μέχρι τον άγιο θρόνο του, για ν΄ ανεβάσουν κατόπιν εκεί και την πιστή ψυχή. Τους ανακαίνισε και τους εξόπλισε, για να ανακαινίσουν και να αναπλάσουν αυτοί την ανθρωπότητα. Στις μέρες μας, όπου η έξαψη του καταναλωτισμού και η έπαρση του εγωϊσμού δεν αφήνουν περιθώρια, για να αναγνωρίσει ο ταλαίπωρος άνθρωπος την όποια ευεργεσία, που του προσφέρεται, η Σύναξη των δώδεκα αγίων αποστόλων, δηλαδή η συλλογική μνήμη τους στις 30 Ιουνίου, αποτελεί μία διπλή κατάθεση. Είναι αφορμή βαθειάς ευγνωμοσύνης στον Θεό και στους ίδιους για την προσφορά τους. Είναι, όμως, και δυνατή υπόμνηση, για την υπεύθυνη στάση της κάθε πιστής ψυχής στην πρόσκληση του Θεού. Την αγία πίστη, που οι απόστολοι μας δίδαξαν, να μη την αλλοιώσουμε. Την αιώνια ψυχή μας, για τη σωτηρία της οποίας ο Χριστός θυσιάστηκε και οι απόστολοι μόχθησαν, να μη τη χάσουμε. Έτσι θα ΄χουμε την ευχή και τη χάρη τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου