ΥΠΑΡΧΟΥΝ ἄνθρωποι πού µέ ἐνθουσιασµό κάνουν τό καλό. Εἶναι
πάντα πρόθυµοι καί ἀκούραστοι. Ἔχουν ἀγαθή προαίρεση, καθαρή σκέψη καί ἀνιδιοτελῆ
ἀγάπη. Θαυµάζει κανείς τή δραστηριότητά τους. Τελειώνουν µιά συγκεκριµένη πράξη
ἤ ἕνα ἔργο ἤ µιά ἀποστολή πού τούς ἔχει ἀνατεθεῖ καί ἀµέσως κάτι ἄλλο
σκέφτονται καί προγραµµατίζουν. Χωρίς χρονοτριβή προχωροῦν στήν ὑλοποίησή του µέ
περισσότερη προθυµία. Ὅταν πάλι διαπιστώσουν ὅτι κάτι δέν ἔγινε ὅπως ἔπρεπε, ἐπανέρχονται,
ξαναµελετοῦν καί διορθώνουν. Αὐτούς τούς ἀνθρώπους, τούς ταπεινούς ἐργάτες τοῦ
καλοῦ, πού ποτέ δέν ἀρνοῦνται κάποια ἀγαθοεργία, τούς χαίρεσαι γιά τό ζῆλο καί
τήν ἀνιδιοτέλειά τους. Τούς χαίρεσαι ἀκόµα, γιατί προσφέρουν καί ἀπό τό ὑστέρηµά
τους, χωρίς ποτέ νά τό φανερώνουν.
Ὁ ἱερός Χρυσόστοµος λέει ὅτι «ἡ προθυµία φέρνει προθυµία καί ὅπως ἀκριβῶς ἡ φωτιά, µέ ὅσο περισσότερα ξύλα τροφοδοτεῖται τόσο περισσότερο δυναµώνει, ἔτσι καί ἡ προθυµία». Μέ τήν προθυµία ὁ ἄνθρωπος ξεπερνάει πολλά ἐµπόδια πού παρουσιάζονται ἤ φαντάζεται ὅτι θά παρουσιαστοῦν. Ἐπίσης διαλύει δισταγµούς, πού τοῦ δηµιουργοῦν οἱ µονίµως ἀπρόθυµοι γιά τό καλό, καί ὁδηγεῖται σέ σταθερές ἀποφάσεις. Ὁ πρόθυµος ἄνθρωπος προχωράει στήν ὑλοποίηση κάποιου ἔργου καί ὅταν δέν ὑπάρχουν οἱ στοιχειώδεις προϋποθέσεις καί τά ἀναγκαῖα χρήµατα. Εἶναι σίγουρος ὅτι µέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά πετύχει. Ἐξάλλου γιά τή δόξα Του ἐργάζεται. Ὁ ἴδιος δέν περιµένει τίποτα γιά τόν ἑαυτόν του. Ἡ ἀνταµοιβή του θά ἔλθει στήν ἄλλη ζωή. ∆έν περιµένει τό χειροκρότηµα τῶν συνανθρώπων του οὔτε καί τό ἐµπιστεύεται. Οἱ κοσµικές ἐκδηλώσεις δέν τόν ἐνθουσιάζουν, ἰδιαίτερα ὅταν διοργανώνονται ἀπό ἀνθρώπους πού δέν κουνοῦν οὔτε τό δαχτυλάκι τους δωρεάν. Τίς ἀποφεύγει, ὅπως τούς πειρασµούς τοῦ διαβόλου. Ἀρνεῖται κάθε προβολή καί κάθε ἐπιβράβευση. Ἔχει ἔντονη τήν αἴσθηση ὅτι εἶναι ἐργάτης τοῦ Θεοῦ καί ἀρνεῖται νόθευση τοῦ ἔργου του µέ τό νά θεωρεῖται σπουδαῖος καί δραστήριος ἀπό τούς κοσµικούς. Στήν ἐποχή µας οἱ πρόθυµοι ἐργάτες τοῦ καλοῦ εἶναι λίγοι. Ἴσως αὔριο οἱ ἄνθρωποι νά βαρεθοῦν τήν ἰδιοτέλεια καί τήν ἀδράνεια καί νά στραφοῦν στό καλό. Προηγουµένως, βέβαια, πρέπει νά φυτρώσει στόν ἀγρό τῆς καρδιᾶς τους τό εὐῶδες λουλούδι τῆς ἀγάπης. Χωρίς αὐτό δέν γίνεται κανείς πρόθυµος ἐργάτης τοῦ καλοῦ. Τήν ἀγάπη ὅµως τή σπέρνει καί τήν ἀναπτύσσει µόνο τό Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖνος πού ἀρνεῖται τή χριστιανική διδασκαλία καί θέλει νά κάνει τό καλό, γρήγορα ἐγκαταλείπει τήν προσπάθεια, γιατί τοῦ λείπει ἡ ἐσωτερική δύναµη τῆς προθυµίας, πού προέρχεται ἀπό τό Θεό καί ὄχι ἀπό τούς ἀνθρώπους, τά χρήµατα ἤ τά τεχνικά µέσα. Τό ἔργο τῶν πρόθυµων ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου δέν µπορεῖ νά συγκριθεῖ µέ ἐκεῖνο πού κάνουν οἱ µή κυβερνητικές ὀργανώσεις. Ὑπάρχει µιά οὐσιώδης διαφορά. Οἱ πρῶτοι ἐργάζονται ἀνιδιοτελῶς, ἀφανῶς καί πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ. Οἱ δεύτεροι διαχειρίζονται κρατικά κονδύλια, ἀµείβονται καί ὑπηρετοῦν σκοπούς, οἱ ὁποῖοι ἀπ᾿ ἔξω φαίνονται ὡραῖοι ἀπό µέσα ὅµως εἶναι ἰδιοτελεῖς καί δυσώδεις. Οἱ ἐργάτες τοῦ καλοῦ θυσιάζονται στό βωµό τῆς ἀγάπης, ἐνῶ τῶν µή κυβερνητικῶν ὀργανώσεων ἐπιδιώκουν προσωπικούς σκοπούς καί κυρίως τήν προβολή τους στόν ἀνυποψίαστο λαό, πρός ἴδιον ὄφελος.
Ὁ ἱερός Χρυσόστοµος λέει ὅτι «ἡ προθυµία φέρνει προθυµία καί ὅπως ἀκριβῶς ἡ φωτιά, µέ ὅσο περισσότερα ξύλα τροφοδοτεῖται τόσο περισσότερο δυναµώνει, ἔτσι καί ἡ προθυµία». Μέ τήν προθυµία ὁ ἄνθρωπος ξεπερνάει πολλά ἐµπόδια πού παρουσιάζονται ἤ φαντάζεται ὅτι θά παρουσιαστοῦν. Ἐπίσης διαλύει δισταγµούς, πού τοῦ δηµιουργοῦν οἱ µονίµως ἀπρόθυµοι γιά τό καλό, καί ὁδηγεῖται σέ σταθερές ἀποφάσεις. Ὁ πρόθυµος ἄνθρωπος προχωράει στήν ὑλοποίηση κάποιου ἔργου καί ὅταν δέν ὑπάρχουν οἱ στοιχειώδεις προϋποθέσεις καί τά ἀναγκαῖα χρήµατα. Εἶναι σίγουρος ὅτι µέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά πετύχει. Ἐξάλλου γιά τή δόξα Του ἐργάζεται. Ὁ ἴδιος δέν περιµένει τίποτα γιά τόν ἑαυτόν του. Ἡ ἀνταµοιβή του θά ἔλθει στήν ἄλλη ζωή. ∆έν περιµένει τό χειροκρότηµα τῶν συνανθρώπων του οὔτε καί τό ἐµπιστεύεται. Οἱ κοσµικές ἐκδηλώσεις δέν τόν ἐνθουσιάζουν, ἰδιαίτερα ὅταν διοργανώνονται ἀπό ἀνθρώπους πού δέν κουνοῦν οὔτε τό δαχτυλάκι τους δωρεάν. Τίς ἀποφεύγει, ὅπως τούς πειρασµούς τοῦ διαβόλου. Ἀρνεῖται κάθε προβολή καί κάθε ἐπιβράβευση. Ἔχει ἔντονη τήν αἴσθηση ὅτι εἶναι ἐργάτης τοῦ Θεοῦ καί ἀρνεῖται νόθευση τοῦ ἔργου του µέ τό νά θεωρεῖται σπουδαῖος καί δραστήριος ἀπό τούς κοσµικούς. Στήν ἐποχή µας οἱ πρόθυµοι ἐργάτες τοῦ καλοῦ εἶναι λίγοι. Ἴσως αὔριο οἱ ἄνθρωποι νά βαρεθοῦν τήν ἰδιοτέλεια καί τήν ἀδράνεια καί νά στραφοῦν στό καλό. Προηγουµένως, βέβαια, πρέπει νά φυτρώσει στόν ἀγρό τῆς καρδιᾶς τους τό εὐῶδες λουλούδι τῆς ἀγάπης. Χωρίς αὐτό δέν γίνεται κανείς πρόθυµος ἐργάτης τοῦ καλοῦ. Τήν ἀγάπη ὅµως τή σπέρνει καί τήν ἀναπτύσσει µόνο τό Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖνος πού ἀρνεῖται τή χριστιανική διδασκαλία καί θέλει νά κάνει τό καλό, γρήγορα ἐγκαταλείπει τήν προσπάθεια, γιατί τοῦ λείπει ἡ ἐσωτερική δύναµη τῆς προθυµίας, πού προέρχεται ἀπό τό Θεό καί ὄχι ἀπό τούς ἀνθρώπους, τά χρήµατα ἤ τά τεχνικά µέσα. Τό ἔργο τῶν πρόθυµων ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου δέν µπορεῖ νά συγκριθεῖ µέ ἐκεῖνο πού κάνουν οἱ µή κυβερνητικές ὀργανώσεις. Ὑπάρχει µιά οὐσιώδης διαφορά. Οἱ πρῶτοι ἐργάζονται ἀνιδιοτελῶς, ἀφανῶς καί πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ. Οἱ δεύτεροι διαχειρίζονται κρατικά κονδύλια, ἀµείβονται καί ὑπηρετοῦν σκοπούς, οἱ ὁποῖοι ἀπ᾿ ἔξω φαίνονται ὡραῖοι ἀπό µέσα ὅµως εἶναι ἰδιοτελεῖς καί δυσώδεις. Οἱ ἐργάτες τοῦ καλοῦ θυσιάζονται στό βωµό τῆς ἀγάπης, ἐνῶ τῶν µή κυβερνητικῶν ὀργανώσεων ἐπιδιώκουν προσωπικούς σκοπούς καί κυρίως τήν προβολή τους στόν ἀνυποψίαστο λαό, πρός ἴδιον ὄφελος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου