Αγαπητός ο εν Αγίοις Πατήρ ημών ήκμασε
κατά τους χρόνους του βασιλέως Λικινίου του κατά τα έτη τη΄ - τκγ΄ (308-323)
βασιλεύσαντος καταγόμενος εκ της Καππαδοκίας, υιός γονέων Χριστιανών. Όταν δε
ήτο νέος την ηλικίαν, επήγεν εις εν των εκεί Μοναστηρίων, εις το οποίον ευρίσκοντο
χίλιοι περίπου Μοναχοί, εξ ων συλλέξας διαφόρους αρετάς, ως η μέλισσα συλλέγει
το μέλι από τα διάφορα άνθη, έγινε δόκιμος εργάτης των εντολών του Κυρίου και
κατεδαπάνα το σώμα του με νηστείαν, αγρυπνίαν και εγκράτειαν·
διότι εν διαστήματι ογδοήκοντα ολοκλήρων ημερών έτρωγε μόνον φλοιούς των λουπιναρίων και στάκτην αντί άρτου, αλλά και τον ύπνον ενίκησε καθόσον είναι δυνατόν εις τον άνθρωπον. Ούτος ο Όσιος ήτο εύχρηστος και επιτήδειος εις τας υπηρεσίας των αδελφών του Μοναστηρίου, όλους δε τους Μοναχούς ωνόμαζε κυρίους του και ως δεσπότας αυτούς ενόμιζεν· όθεν, αξιωθείς να λάβη παρά Θεού την Χάριν των θαυμάτων, δια μόνης της προσευχής του εφόνευσε δράκοντα και ιάτρευσε παρθένον ταλαιπωρουμένην υπό ασθενείας, ένεκα δε τούτου ηγαπάτο παρά πάντων και εθαυμάζετο. Μαθών ο βασιλεύς Λικίνιος περί του Αγίου τούτου, ότι είναι ανδρείος εις το σώμα, έλαβεν αυτόν αν και άκοντα και τον συνηρίθμησε με τους στρατιώτας του. Ο δε Άγιος, και εκεί ευρισκόμενος, δεν ημέλει τους ασκητικούς αγώνας, αλλά και τας στρατιωτικάς υπηρεσίας εξετέλει ανελλιπώς και τας συνήθεις κόπους της ασκήσεως ηκολούθει· όχι δε μόνον τας των ανθρώπων ανιάτους και θανατηφόρους ασθενείας ιάτρευεν ο αοίδιμος, αλλά και τας των ίππων και βοών και παντός άλλου ζώου, δια μόνης της επιφανείας και παρουσίας του. Επειδή δε κατ’ εκείνον τον καιρόν είδεν ο Άγιος ούτος αυστηρώς τιμωρουμένους, δια την πίστιν του Χριστού, τους του Χριστού καλλινίκους Μάρτυρας, Βικτωρίνον, Δωρόθεον, Θεόδουλον και Αγρίππαν, ηθέλησε και αυτός να γίνη κοινωνός του Μαρτυρίου των· όθεν, αφ’ ου εκείνοι αποκεφαλισθέντες ετελειώθησαν και έλαβον τους στεφάνους της αθλήσεως, τότε ούτος ο μακάριος Αγαπητός εκτυπήθη μεν με ακόντιον, διεφυλάχθη όμως αβλαβής δια σωτηρίαν πολλών. Όταν δε ο Λικίνιος έπαυσε να ζη, ο δε Μέγας Κωνσταντίνος ανέλαβεν όλην την βασιλείαν των Ρωμαίων, συνέβη το ακόλουθον γεγονός: Υπηρέτης τις του βασιλέως εις υπηρεσίας χρήσιμος, εδαιμονίσθη υπό πνεύματος ακαθάρτου, εφώναζε δε και εκάλει κατ’ όνομα τον Άγιον τούτον Αγαπητόν. Όθεν ο βασιλεύς έφερεν τούτον εις το παλάτιον και άμα ούτος προσηυχήθη, εδιώχθη ο δαίμων και έλαβεν ο δούλος την ιατρείαν του· ο δε Άγιος άλλην χάριν δεν εζήτησε παρά του βασιλέως, ειμή να απαλλαχθή της στρατιωτικής υπηρεσίας και να υπάγη εις την αγαπημένην του ησυχίαν, ο δε βασιλεύς συγκατένευσεν εις τούτο πάραυτα. Αφ’ ου δε επέστρεψεν ο Άγιος εις την ησυχίαν του, ο Επίσκοπος της πόλεως Συναού, ήτις κοινώς Συνάου ονομάζεται και ευρίσκεται εις την μεγάλην Φρυγίαν μεσόγειος, κατά το τέλος της Βιθυνίας, απέχουσα τεσσαράκοντα μίλια της Νικαίας και τετιμημένη με θρόνον Επισκόπου υπό τον Ιεραπόλεως Μητροπολίτην, έλαβε τον Άγιον τούτον και άκοντα εχειροτόνησεν αυτόν Ιερέα· αφ’ ου δε μετ’ ολίγον ετελεύτησεν, εχειροτονήθη ο μέγας ούτος Αγαπητός Επίσκοπος Συναού, με ψήφον του Θεού, του κλήρου και όλου του λαού. Άμα ως ο Άγιος εγένετο Αρχιερεύς, εποίει έτι μεγαλύτερα θαύματα, ηξιώθη δε και προφητικού χαρίσματος. Και προς καθαράν απόδειξιν των λεγομένων πρέπει να αναφέρωμεν προφητείας τινάς και θαυματουργίας, τας οποίας ο Άγιος εποίησε. Γυνή τις, ακούσασα περί του Αγίου τούτου και επιθυμούσα να λάβη την ευλογίαν του, επήγε προς αυτόν· βλέπων δε αυτήν ο Άγιος της είπε πάντα όσα έπραξε παιδιόθεν και νουθετήσας αυτήν και ωφελήσας, την απέστειλε· και Διάκονον ευρισκόμενον εις την Ηράκλειαν της Θράκης και ελθόντα προς αυτόν ευλογίας χάριν, τον ήλεγξεν ο Άγιος, ότι έφθειρε παρθένον τινά. Δαμιανού δε του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Σιλανδέων (είναι δε η Σίλανδος πόλις ευρισκομένη εν Λυδία) ηφάνιζε τους αγρούς παραρρέων τον χειμώνα ποταμός. Ο δε Άγιος Αγαπητός, δια προσευχής του, έδωκεν άλλην στροφήν εις το ρεύμα του ποταμού και ούτως έμειναν αβλαβείς οι αγροί του Επισκόπου. Και άλλα πολλά εποίησεν ο Άγιος θαύματα, τα οποία περιέχει η κατ’ αυτόν ιστορία, όντα περισσότερα των εκατόν· διότι ούτος και δια μόνης της σκιάς του σώματός του και δια μόνου του λόγου του ιάτρευσεν ανίατα πάθη. Καλώς λοιπόν και θεοφιλώς πολιτευσάμενος και πλήρης ημερών γενόμενος, ανεπαύθη εν Κυρίω.
διότι εν διαστήματι ογδοήκοντα ολοκλήρων ημερών έτρωγε μόνον φλοιούς των λουπιναρίων και στάκτην αντί άρτου, αλλά και τον ύπνον ενίκησε καθόσον είναι δυνατόν εις τον άνθρωπον. Ούτος ο Όσιος ήτο εύχρηστος και επιτήδειος εις τας υπηρεσίας των αδελφών του Μοναστηρίου, όλους δε τους Μοναχούς ωνόμαζε κυρίους του και ως δεσπότας αυτούς ενόμιζεν· όθεν, αξιωθείς να λάβη παρά Θεού την Χάριν των θαυμάτων, δια μόνης της προσευχής του εφόνευσε δράκοντα και ιάτρευσε παρθένον ταλαιπωρουμένην υπό ασθενείας, ένεκα δε τούτου ηγαπάτο παρά πάντων και εθαυμάζετο. Μαθών ο βασιλεύς Λικίνιος περί του Αγίου τούτου, ότι είναι ανδρείος εις το σώμα, έλαβεν αυτόν αν και άκοντα και τον συνηρίθμησε με τους στρατιώτας του. Ο δε Άγιος, και εκεί ευρισκόμενος, δεν ημέλει τους ασκητικούς αγώνας, αλλά και τας στρατιωτικάς υπηρεσίας εξετέλει ανελλιπώς και τας συνήθεις κόπους της ασκήσεως ηκολούθει· όχι δε μόνον τας των ανθρώπων ανιάτους και θανατηφόρους ασθενείας ιάτρευεν ο αοίδιμος, αλλά και τας των ίππων και βοών και παντός άλλου ζώου, δια μόνης της επιφανείας και παρουσίας του. Επειδή δε κατ’ εκείνον τον καιρόν είδεν ο Άγιος ούτος αυστηρώς τιμωρουμένους, δια την πίστιν του Χριστού, τους του Χριστού καλλινίκους Μάρτυρας, Βικτωρίνον, Δωρόθεον, Θεόδουλον και Αγρίππαν, ηθέλησε και αυτός να γίνη κοινωνός του Μαρτυρίου των· όθεν, αφ’ ου εκείνοι αποκεφαλισθέντες ετελειώθησαν και έλαβον τους στεφάνους της αθλήσεως, τότε ούτος ο μακάριος Αγαπητός εκτυπήθη μεν με ακόντιον, διεφυλάχθη όμως αβλαβής δια σωτηρίαν πολλών. Όταν δε ο Λικίνιος έπαυσε να ζη, ο δε Μέγας Κωνσταντίνος ανέλαβεν όλην την βασιλείαν των Ρωμαίων, συνέβη το ακόλουθον γεγονός: Υπηρέτης τις του βασιλέως εις υπηρεσίας χρήσιμος, εδαιμονίσθη υπό πνεύματος ακαθάρτου, εφώναζε δε και εκάλει κατ’ όνομα τον Άγιον τούτον Αγαπητόν. Όθεν ο βασιλεύς έφερεν τούτον εις το παλάτιον και άμα ούτος προσηυχήθη, εδιώχθη ο δαίμων και έλαβεν ο δούλος την ιατρείαν του· ο δε Άγιος άλλην χάριν δεν εζήτησε παρά του βασιλέως, ειμή να απαλλαχθή της στρατιωτικής υπηρεσίας και να υπάγη εις την αγαπημένην του ησυχίαν, ο δε βασιλεύς συγκατένευσεν εις τούτο πάραυτα. Αφ’ ου δε επέστρεψεν ο Άγιος εις την ησυχίαν του, ο Επίσκοπος της πόλεως Συναού, ήτις κοινώς Συνάου ονομάζεται και ευρίσκεται εις την μεγάλην Φρυγίαν μεσόγειος, κατά το τέλος της Βιθυνίας, απέχουσα τεσσαράκοντα μίλια της Νικαίας και τετιμημένη με θρόνον Επισκόπου υπό τον Ιεραπόλεως Μητροπολίτην, έλαβε τον Άγιον τούτον και άκοντα εχειροτόνησεν αυτόν Ιερέα· αφ’ ου δε μετ’ ολίγον ετελεύτησεν, εχειροτονήθη ο μέγας ούτος Αγαπητός Επίσκοπος Συναού, με ψήφον του Θεού, του κλήρου και όλου του λαού. Άμα ως ο Άγιος εγένετο Αρχιερεύς, εποίει έτι μεγαλύτερα θαύματα, ηξιώθη δε και προφητικού χαρίσματος. Και προς καθαράν απόδειξιν των λεγομένων πρέπει να αναφέρωμεν προφητείας τινάς και θαυματουργίας, τας οποίας ο Άγιος εποίησε. Γυνή τις, ακούσασα περί του Αγίου τούτου και επιθυμούσα να λάβη την ευλογίαν του, επήγε προς αυτόν· βλέπων δε αυτήν ο Άγιος της είπε πάντα όσα έπραξε παιδιόθεν και νουθετήσας αυτήν και ωφελήσας, την απέστειλε· και Διάκονον ευρισκόμενον εις την Ηράκλειαν της Θράκης και ελθόντα προς αυτόν ευλογίας χάριν, τον ήλεγξεν ο Άγιος, ότι έφθειρε παρθένον τινά. Δαμιανού δε του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Σιλανδέων (είναι δε η Σίλανδος πόλις ευρισκομένη εν Λυδία) ηφάνιζε τους αγρούς παραρρέων τον χειμώνα ποταμός. Ο δε Άγιος Αγαπητός, δια προσευχής του, έδωκεν άλλην στροφήν εις το ρεύμα του ποταμού και ούτως έμειναν αβλαβείς οι αγροί του Επισκόπου. Και άλλα πολλά εποίησεν ο Άγιος θαύματα, τα οποία περιέχει η κατ’ αυτόν ιστορία, όντα περισσότερα των εκατόν· διότι ούτος και δια μόνης της σκιάς του σώματός του και δια μόνου του λόγου του ιάτρευσεν ανίατα πάθη. Καλώς λοιπόν και θεοφιλώς πολιτευσάμενος και πλήρης ημερών γενόμενος, ανεπαύθη εν Κυρίω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου