ΜΙΑ ΕΙΝΑΙ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὅσοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπ᾽
αὐτή εἶναι αἱρετικοί καί προφανῶς δέν μποροῦν νά ἀποτελέσουν «ἐκκλησία». Οἱ
Παπικοί καί οἱ Προτεστάντες εἶναι αἱρετικοί καί δέν πρέπει νά μιλᾶμε γιά τίς «ἐκκλησίες»
τους και πολύ περισσότερο γιά τήν ἕνωσή τους μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οἱ Οἰκουμενιστές
βέβαια ἔχουν διαφορετική ἄποψη. Γι᾽ αὐτό καί μιλοῦν γιά τήν ἕνωση τῶν «ἐκκλησιῶν»
καί ἀγωνίζονται με θέρμη νά τήν πετύχουν, ἀδιαφορώντας ἄν ἔρχονται σέ πλήρη ἀντίθεση
μέ τούς ἱερούς κανόνες καί τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ θεολογικός τους
διάλογος εἶναι διάλογος σκοπιμότητας καί ἀμφισβήτησης τῆς μοναδικότητας τῆς Ὀρθοδόξου
Πίστεως. Οἱ αἱρετικοί γνωρίζουν πολύ καλά τήνὈρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποία ἔχουν
ἀποσχιστεῖ.
Ἐν γνώσει τους καί ἀπό ἐγωϊσμό, φιλοδοξία καί φιληδονία ἀπομακρύνθηκαν ἀπ᾽ τήν Ἐκκλησία. Τό γεγονός αὐτό καθιστᾶ τόν ὅποιο διάλογο μαζί τους ἐκ προοιμίου ἄκαρπο. Οἱ αἱρετικοί ἀρνήθηκαν τήν πίστη πού γνώριζαν, γι᾽ αὐτό δέν χρειάζεται διάλογος γιά νά ἐπιστρέψουν. Διαβεβαίωση χρειάζεται ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἄν ἐπιστρέψουν, θά τούς γίνει ὑποδοχή ἐν πλήρῃ ἀγαλλιάσει. Ἄν ἐπιστρέψουν φυσικά ἐν μετανοία, ἐγκαταλείποντας τά αἱρετικά τους φρονήματα. Διάλογος μέ τούς αἱρετικούς δέν νοεῖται, γιατί ἁπλά ὁ διάλογος στοχεύει στήν εὕρεση τῆς ἀλήθειας, πού κανένας ἀπό τούς διαλεγόμενους δέν κατέχει πλήρως, ἐνῶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατέχει τήν ἀλήθεια καί δέν τήν ἀναζητεῖ. Οἱ αἱρετικοί ἀρνοῦνται την ἀλήθεια κι ἐπιλέγουν τό ψεῦδος καί τή διαστρέβλωση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ὑπηρετήσουν τό διάβολο καί τά ὄργανά του. Εἶναι ἐνδιαφέρουσα καί σήμερα ἡ ἐπισήμανση τοῦ ἀείμνηστου ἀρχιμανδρίτη π. Χαράλαμπου Βασιλόπουλου σχετική μέ τή σκοπιμότητα τῶν διαλόγων, πού διεξάγουν οἱ Οἰκουμενιστές μέ τούς ἑτερόδοξους, τήν ὁποία μεταφέρω ἐδῶ ἀπό τό διαφωτιστικό του βιβλίο «Ὁ Οἰκουμενισμός χωρίς μάσκα» (Β´ ἔκδοση 1995). «Οἱ Πατέρες δέν συζητοῦσαν καθόλου μέ τούς αἱρετικούς. Δεν κοίταζαν εὐγένειες καί φιλοφρονήσεις. Ὁμολογοῦσαν τήν Ἀλήθεια. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς περιόδου τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων δέν ἄνοιξε διάλογο μέ τίς «ἐκκλησίες» τῶν αἱρετικῶν. Δέν κήρυξε τόν ἑαυτό της ὀργανικό μέλος μιᾶς Κοινωνίας, πού θά τήν ἕνωνε μέ τούς Εὐνομιανούς, τούς Ἀνομοίους, τούς Ἀρειανούς, τούς Ἀπολλιναριστάς καί τούς Σαβελλιανούς. Ἀντιθέτως ὁ πρῶτος Κανών τῆς Δευτέρας Οἰκουμενικῆς Συνόδου δέν καλεῖ σέ ὀργανική ἕνωσι μέ τούς αἱρετικούς, ἀλλά τούς ἀναθεματίζει». Δέν ὑπάρχει, λοιπόν, διάλογος μέ αἱρετικούς, πού ἐξακολουθοῦν νά μένουν στήν πλάνη. Δέν μίλησαν οἱ Πατέρες μέ τούς αἱρετικούς σάν ἴσοι πρός ἴσους. Δέν ἔκαναν διάλογο “ἐπί ἴσοις ὅροις”, ὅπως θέλουν σήμερον οἱ Ἑνωτικοί. Ἀνέτρεψαν τούς ἰσχυρισμούς τους καί ὅταν ἐκεῖνοι ἔμειναν ἀμετακίνητοι στήν πλάνη, οἱ θεοφόροι Πατέρες τούς ἀπέκοψαν, τούς καθαίρεσαν καί τούς ἀναθεμάτισαν. Τούς ἀπεμάκρυναν ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας, σάν “συναγωγήν τοῦ Σατανᾶ” (σελ. 114–115)»
Ἐν γνώσει τους καί ἀπό ἐγωϊσμό, φιλοδοξία καί φιληδονία ἀπομακρύνθηκαν ἀπ᾽ τήν Ἐκκλησία. Τό γεγονός αὐτό καθιστᾶ τόν ὅποιο διάλογο μαζί τους ἐκ προοιμίου ἄκαρπο. Οἱ αἱρετικοί ἀρνήθηκαν τήν πίστη πού γνώριζαν, γι᾽ αὐτό δέν χρειάζεται διάλογος γιά νά ἐπιστρέψουν. Διαβεβαίωση χρειάζεται ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἄν ἐπιστρέψουν, θά τούς γίνει ὑποδοχή ἐν πλήρῃ ἀγαλλιάσει. Ἄν ἐπιστρέψουν φυσικά ἐν μετανοία, ἐγκαταλείποντας τά αἱρετικά τους φρονήματα. Διάλογος μέ τούς αἱρετικούς δέν νοεῖται, γιατί ἁπλά ὁ διάλογος στοχεύει στήν εὕρεση τῆς ἀλήθειας, πού κανένας ἀπό τούς διαλεγόμενους δέν κατέχει πλήρως, ἐνῶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατέχει τήν ἀλήθεια καί δέν τήν ἀναζητεῖ. Οἱ αἱρετικοί ἀρνοῦνται την ἀλήθεια κι ἐπιλέγουν τό ψεῦδος καί τή διαστρέβλωση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ὑπηρετήσουν τό διάβολο καί τά ὄργανά του. Εἶναι ἐνδιαφέρουσα καί σήμερα ἡ ἐπισήμανση τοῦ ἀείμνηστου ἀρχιμανδρίτη π. Χαράλαμπου Βασιλόπουλου σχετική μέ τή σκοπιμότητα τῶν διαλόγων, πού διεξάγουν οἱ Οἰκουμενιστές μέ τούς ἑτερόδοξους, τήν ὁποία μεταφέρω ἐδῶ ἀπό τό διαφωτιστικό του βιβλίο «Ὁ Οἰκουμενισμός χωρίς μάσκα» (Β´ ἔκδοση 1995). «Οἱ Πατέρες δέν συζητοῦσαν καθόλου μέ τούς αἱρετικούς. Δεν κοίταζαν εὐγένειες καί φιλοφρονήσεις. Ὁμολογοῦσαν τήν Ἀλήθεια. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς περιόδου τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων δέν ἄνοιξε διάλογο μέ τίς «ἐκκλησίες» τῶν αἱρετικῶν. Δέν κήρυξε τόν ἑαυτό της ὀργανικό μέλος μιᾶς Κοινωνίας, πού θά τήν ἕνωνε μέ τούς Εὐνομιανούς, τούς Ἀνομοίους, τούς Ἀρειανούς, τούς Ἀπολλιναριστάς καί τούς Σαβελλιανούς. Ἀντιθέτως ὁ πρῶτος Κανών τῆς Δευτέρας Οἰκουμενικῆς Συνόδου δέν καλεῖ σέ ὀργανική ἕνωσι μέ τούς αἱρετικούς, ἀλλά τούς ἀναθεματίζει». Δέν ὑπάρχει, λοιπόν, διάλογος μέ αἱρετικούς, πού ἐξακολουθοῦν νά μένουν στήν πλάνη. Δέν μίλησαν οἱ Πατέρες μέ τούς αἱρετικούς σάν ἴσοι πρός ἴσους. Δέν ἔκαναν διάλογο “ἐπί ἴσοις ὅροις”, ὅπως θέλουν σήμερον οἱ Ἑνωτικοί. Ἀνέτρεψαν τούς ἰσχυρισμούς τους καί ὅταν ἐκεῖνοι ἔμειναν ἀμετακίνητοι στήν πλάνη, οἱ θεοφόροι Πατέρες τούς ἀπέκοψαν, τούς καθαίρεσαν καί τούς ἀναθεμάτισαν. Τούς ἀπεμάκρυναν ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας, σάν “συναγωγήν τοῦ Σατανᾶ” (σελ. 114–115)»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου