Εύπλος ο ένδοξος Μάρτυς και Διάκονος ήκμασεν επί βασιλέως Διοκλητιανού,
εν έτει 296, καταγόμενος εκ Κατάνης της εν τη Επαρχία της Σικελίας. Διαβληθείς
δε ούτος εις τον άρχοντα Καλβιασιανόν, και μη πεισθείς να αρνηθή τον Χριστόν,
πρώτον μεν εδέθη τας χείρας, τους πόδας και τα γόνατα, είτα δε εκρεμάσθη εις
ξύλον ορθόν και εξεσχίσθη με σιδηρούς όνυχας. Ελθούσα δε εις αυτόν θεϊκή τις
φωνή τον ενεδυνάμωσε. Μετά ταύτα συνέτριψαν τας κνήμας του με σιδηράς σφύρας,
και έρριψαν αυτόν εν τη φυλακή, εκεί δε ευρισκόμενος ο Άγιος δια μόνης της
προσευχής του έκαμε να αναβλύση πηγή ύδατος, ούτω δε εξήγαγον αυτόν εκ της
φυλακής. Ύστερον πάλιν τον εφυλάκισαν, και με σιδηρούς και πεπυρωμένους όνυχας
κατεπλήγωσαν τα ώτα του· τελευταίον δε απέκοψαν την αγίαν του κεφαλήν και ούτως
έλαβε παρά Κυρίου τον του μαρτυρίου άφθαρτον στέφανον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου