Επί της Πατριαρχίας του Γρηγορίου, ο βασιλεύς Ιωάννης, βλέπων τας
συνεχείς ήττας των Χριστιανικών όπλων και ανωφελή την αντίστασιν του αδελφού
του Κωνσταντίνου, διαψευσθείς δε εις τας προσδοκίας του περί βοηθείας εκ μέρους
των Λατίνων και μεταμελούμενος δι’ όσα εις βάρος της Ορθοδόξου Πίστεως
διέπραξε, κατελήφθη υπό νευρικού πυρετού και μετ’ ολίγον απέθανε την 30ήν Οκτωβρίου
του έτους 1448. Εις τον θρόνον ανήλθεν ο αδελφός του Κωνσταντίνος, ο
επονομαζόμενος Δράκων δια την γενναιότητά του. Ούτος προσεκάλεσεν αμέσως εξ
Εφέσου τον Άγιον Μάρκον, ίνα διορθώση την Εκκλησίαν. Ο Άγιος επρότεινεν εις τον
βασιλέα την σύγκλησιν Συνόδου, ήτις και συνεκροτήθη εις τον Ναόν της του Θεού
Σοφίας, μετεχόντων εις ταύτην και των
άλλων Ορθοδόξων Πατριαρχών.
Κατά την Σύνοδον εκείνην έγιναν τέσσαρες
Συνελεύσεις. Κατά την πρώτην καθηρέθη ο λατινόφρων Πατριάρχης Γρηγόριος,
δραπετεύσας εις Ρώμην, έγινε δε διάλογος και περί της εκπορεύσεως του Αγίου
Πνεύματος. Κατά την δευτέραν ανεφέρθησαν τα εν Φλωρεντία πραχθέντα, οι
υπογράψαντες τον όρον εκείνης, μεταξύ των οποίων ήτο και ο Τραπεζούντιος
Αμηρούτζης, εζήτησαν συγγνώμην και η Σύνοδος ηκυρώθη. Κατά την τρίτην εγένετο
διδασκαλία περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και των λοιπών δογματισθέντων,
κατά δε την τετάρτην εθεωρήθησαν άκυρα πάντα τα εις Φλωρεντίαν αποφασισθέντα.
Τέλος πάντες ωμολόγησαν ότι είναι απόβλητος η εν τω Συμβόλω προσθήκη, ότι το
Πνεύμα εκπορεύεται εκ μόνου του Πατρός, όστις είναι μόνη αιτία της υπάρξεως
Υιού και Πνεύματος. Ότι αν ο Πάπας είναι Ορθόδοξος, να συνιστά με τους λοιπούς
Πατριάρχας Σύνοδον εις την οποίαν να είναι πρώτος τη τάξει και ουχί μονάρχης.
Ωμολόγησαν επίσης ότι οι Άγιοι βλέπουσι τον Θεόν, αλλ’ ουχί τελείως προ της
Κρίσεως, ότι οι αμαρτωλοί δεν λαμβάνουν πλήρη τιμωρίαν προ ταύτης, ότι δεν
υπάρχει Καθαρτήριον Πυρ έξωθεν του Άδου και ότι η κατ’ ουσίαν μεταβολή του
Μυστηρίου γίνεται υπό τε της Αγίας Τριάδος και των Κυριακών λόγων με τας ευχάς
του Ιερέως, όντως οργάνου προς Ιερουργίαν. Εις την περίστασιν ταύτην ο Άγιος
Μάρκος ανέλαβε πάλιν τον υπέρ της Ορθοδοξίας αγώνα, προσπαθών να συνδιαλλάξη τα
διεστώτα μέρη, ενθαρρύνων μεν με την ελπίδα των θείων οικτιρμών τους νυχθημερόν
κλαίοντας δια την υπογραφήν του λατινισμού, διδάσκων δε τους άλλους να μη
φέρωνται με σκληρότητα προς τους μετανοούντας και προσφεύγοντας εις το έλεος
της Εκκλησίας αδελφούς, ούτω δε ησύχασαν αι ταραχαί μεταξύ των ομοφύλων και
ομοδόξων. Κατά τον καιρόν εκείνον ασθενήσας ολίγον ο Άγιος και προγνωρίσας ότι
εγγίζει το ποθούμενον τέλος του, εμιμήθη τον θείον Παύλον· και καθώς εκείνος
εκάλεσεν από της Μιλήτου τους Πρεσβυτέρους Εφέσου και παρήγγειλεν εις αυτούς να
προσέχουν εαυτούς και το ποίμνιον, τοιουτοτρόπως και ούτος έγραψε προς τον
Γεώργιον Σχολάριον, ίνα του λοιπού φροντίζη αντ’ αυτού και αγωνίζεται δια την
Ορθοδοξίαν. Ο Σχολάριος απεδέχθη την επιταγήν του Αγίου και απήντησε με
συγκινητικήν επιστολήν ήτις κατέληγεν ως εξής: «… Ει δε γε, κρίμασιν οις οίδε Θεός
εντεύθεν αποδημήσειαι, προς ον ητοίμασας σεαυτώ τόπον της αναπαύσεως, και δι’
ημετέραν ίσως αναξιότητα, ένθα ει αυτός άξιος, απαθής πληροφορών λέγω σοι
ενώπιον του Θεού και των Αγίων Αγγέλων των αοράτως παρισταμένων νυν ημίν, και
των παρευρεθέντων ενταύθα πολλών και αξιολόγων ανδρών, ότι έσομαι εγώ αυτός εν
τοις τοιούτοις αντί σου, και αντί του σου στόματος, όσα αυτός εσπούδασας και
παρεδίδου, στέργω και αυτός και υποστηρίζων και πάσι υποτιθείς (ήτοι διδάσκων)
μηδέν ουδ’ όλως των τοιούτων καθιθείς (ήτοι παραβαίνων) το παράταν, αλλά μέχρι
των εσχάτων κινδύνων αίματός τε και θανάτου αγωνιζόμενος. Και ει μικρά πάνυ
τυγχάνει η εμή περί τα τοιαύτα πείρα και δύναμις, αλλ’ ουν πείθομαι ότι η
μεγάλη σου αγιωσύνη αναπληρώσει τα εμά ελλείμματα, και παρών ημίν ενταύθα, τη
ενούση σοι περί τα τοιαύτα τελειότητι, και απάρας, ταις σαις προς Θεόν
παρρησιάστοις εντεύξεσι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου