Θεμιστοκλής ο άγιος Μάρτυς ήτο κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου εν
έτει σν΄ (250), καταγόμενος από τα Μύρα της Λυκίας, βοσκός τυγχάνων προβάτων.
Επειδή δε ο εκεί άρχων, Ασκληπιός ονόματι, εκίνησε διωγμόν κατά των Χριστιανών
και εζητείτο παρ΄ αυτού ο Άγιος Μάρτυς Διοσκορίδης, τούτου ένεκα ο μεν θείος
Διοσκορίδης έφυγεν εις το βουνόν και εκρύβη, οι δε ζητούντες εκείνον, ευρόντες
τον μακάριον τούτον Θεμιστοκλέα βόσκοντα τα πρόβατά του, ηρώτησαν αυτόν· ούτος
δε ο αοίδιμος, τον μεν Διοσκορίδην έκρυψε, λέγων ότι δεν γνωρίζει που
ευρίσκεται, τον δε εαυτόν του παρέδωκεν εις αυτούς, ομολογήσας ότι είναι
Χριστιανός. Παρασταθείς λοιπόν ενώπιον του άρχοντος και τον Χριστόν παρρησία
κηρύξας, εδάρη εις την κοιλίαν τοσούτον, ώστε αύτη εσχίσθη· είτα εκρεμάσθη επί
ξύλου, και εσύρθη επάνω εις σιδηρούς τριβόλους, εκ των οποίων κατακαρφωθείς εις
όλα τα μέλη του σώματος, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού και
έλαβεν ο αοίδιμος του Μαρτυρίου τον στέφανον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου