Πατερμούθιος,
Κόπρις και Αλέξανδρος οι Άγιοι Μάρτυρες ήσαν κατά τους χρόνους Ιουλιανού του
Παραβάτου του βασιλεύσαντος κατά τα έτη τξα΄- τξγ΄ (361 – 363). Διήνυσαν δε
πρότερον την ζωήν των εν ησυχία εις έρημόν τινα τόπον της Αιγύπτου.
Εκστρατεύσας δε ο Παραβάτης κατά των Περσών και μαθών περί των Οσίων τούτων
έστειλε και τους έφερεν έμπροσθέν του. Ηρώτησε δε πρώτον τον Πατερμούθιον πόσων
ετών είναι· αφού δε εκείνος απεκρίθη, ότι είναι τεσσαράκοντα πέντε, εξέβαλεν
αυτόν έξω. Είτα προσκαλεί τον Όσιον Κόπριν και διαφόρους μηχανορραφίας και
κολακείας μεταχειρισθείς ο πανουργότατος, έπεισεν αυτόν να αρνηθή, φευ! τον
Χριστόν.
Ύστερον δε ο Πατερμούθιος, υπενθυμίσας εις αυτόν τας νηστείας, τας προσευχάς
και τους άλλους αγώνας, τους οποίους εδοκίμασεν εις την άσκησιν, τον επέστρεψε
πάλιν εις την πίστιν του Χριστού. Τούτο μαθών ο Παραβάτης, προσέταξε να κόψωσι
την γλώσσαν του Αγίου Κόπριου και να εξαπλώσωσιν αυτόν επί εσχάρας πεπυρωμένης.
Φερόμενος δε εις την εσχάραν και βλέπων αυτήν σπινθηροβολούσαν, εδειλίασεν.
Όθεν ενδυναμωθείς πάλιν από τον Άγιον Πατερμούθιον, ετέθη μετ΄ αυτού επί της
εσχάρας, αλλ΄ υπό της θείας Χάριτος έμειναν
και οι δύο αβλαβείς. Έπειτα ερρίφθησαν αμφότεροι εις κάμινον ανημμένην
και μετά των δύο αυτών εισήλθεν εν τω καμίνω και ο Μοναχός Αλέξανδρος και
ωμολόγησε παρρησία τον Χριστόν· επειδή δε και οι τρεις έμειναν αβλαβείς,
απεκεφαλίσθησαν κατά προσταγήν του τυράννου, και ούτως έλαβον οι αοίδιμοι τους
στεφάνους του Μαρτυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου