Από την Κυριακὴ τοῦ Πάσχα καὶ καθ᾽ ὃλη τὴ διάρκεια τῆς ἑβδομάδας τῆς
«Διακαινησίμου», ὃπως καὶ ὃλη τὴν τεσσαρακονθήμερη περίοδο ὣς τὴν ᾽Ανάληψη τοῦ
Κυρίου, ζοῦμε τὴ συγκλονιστικότερη φάση τῆς θεανθρώπινης ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ βιώνουμε τὸ θεολογικὰ καὶ ἐσχατολογικὰ σημαντικότερο γεγονὸς γιὰ τὴν ᾽Εκκλησία
καὶ ὃλο τὸν κόσμο. Καὶ ὁ λόγος εἶναι, ὃτι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος, ὡς Υἱὸς καὶ
Λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀοράτου Θεοῦ καὶ «πρωτότοκος πάσης κτίσεως»,
μὲ τὴν ᾽Ανάστασή του, κατὰ τὸν ᾽Απ. Παῦλο, ἔγινε καὶ «πρωτότοκος ἀπὸ τοὺς νεκρούς». Σὲ
σχετικὸ σχόλιό του, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος διευκρινίζει τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ ᾽Απ.
Παῦλος δὲν εἶπε «πρωτότοκος τῶν νεκρῶν», ἀλλὰ «πρωτότοκος ἀπό τοὺς νεκρούς».
Καὶ ἡ διαφορὰ ἔγκειται,
κατ᾽ αὐτόν, ὄχι στὸ ὃτι πέθανε πρῶτος καὶ ἀναστήθηκε πρῶτος,
ἐφόσον καὶ ἄλλοι πρὶν ἀπ᾽ αὐτὸν ἀναστήθηκαν, ὃπως ἀναφέρεται στὴν Παλαιὰ καὶ στὴν
Καινὴ Διαθήκη, ἀλλά στὸ ὃτι ἀναστήθηκε πρῶτος ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ τὴν᾽Ανάστασή
του δὲν ἀκολούθησε ὁ θάνατος, ὃπως συνέβη μὲ ὃλους τοὺς ἄλλους νεκρούς, οἱ ὁποῖοι ἐπανῆλθαν στὴ ζωὴ γιὰ μερικὰ χρόνια καὶ μετὰ πέθαναν καὶ πάλι. Στὴν
περίπτωση ὃμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐπανῆλθε ὁ θάνατος, διότι «οὐκ ἔτι ἀποθνήσκει,
θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει». Μὲ τὴ φράση λοιπὸν αὐτήν, «πρωτότοκος
ἐκ τῶν νεκρῶν», ὁ ᾽Απ. Παῦλος ὑποδηλώνει τὴ θεολογικὴ «προέκταση» τῆς
᾽Ανάστασης τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἓνα γεγονός, ὃπως καὶ ὃλη του ἡ ζωή, ποὺ
ἀφορᾶ ἀποκλειστικὰ μόνο αὐτόν, ἀλλὰ ὃλους γενικὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἐπειδὴ ἀποτελεῖ
τὴν «ἀπαρχὴ» καὶ τῆς δικῆς μας ἀνάστασης, τόσο ἀπὸ ἄποψη ἠθική, ὃσο καὶ ἀπὸ ἄποψη
ἐσχατολογική. Αὐτός, ποὺ ἦταν πρῶτος στὸν οὐρανό, κατέστη καὶ «πρωτότοκος
ἐκ τῶν νεκρῶν», δηλ. πρῶτος ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς, γιὰ νὰ χαρίσει
μὲ τὴν ᾽Ανάστασή του τὴν ἀφθαρσία, κι ἔγινε ἔτσι πρῶτος μέσα στὴν ᾽Εκκλησία, ἐπειδὴ
εἶναι ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματός της. Αὐτὸ τὸ βαθυστόχαστο νόημα τῆς ᾽Ανάστασης τοῦ
Χριστοῦ πρῶ τοι συνέλαβαν καὶ βίωσαν οἱ ἃγιοι ᾽Απόστολοι, καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ
μαθητές του, οἱ ὁποῖοι, ἄν ἔμεναν μὲ τὶς ἐντυπώσεις ποὺ τοὺς ἄφησε τὸ μαρτύριο
τοῦ σταυροῦ, θὰ ἐπέστρεφαν καὶ πάλι στὴ λίμνη τῆς Γενησαρέτ, ὡς ἄσημοι ψαράδες.
῎Ισως καὶ νὰ προβληματίζονταν, γιὰ τὸ ὃτι διέθεσαν τρία χρόνια ἀπὸ τὴ ζωή τους,
ἀφήνοντας κατὰ μέρος τὶς οἰκογένειές τους, τὰ σπίτια τους καὶ τὶς δουλειές
τους, γιὰ νὰ ἀκολουθήσουν ἓνα «δημεγέρτη», ὁ ὁποῖος τόσο ἀμφισβητήθηκε
καὶ εἶχε στὸ τέλος ἓνα τόσο τραγικό, ἐπώδυνο καὶ ταπεινωτικὸ θάνατο! ῎Ας μὴ ξαχνᾶμε μὲ ποιὰ συναισθήματα οἱ δύο μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, ὁ Κλεόπας
καὶ ὁ Λουκᾶς, πορεύονταν ἀπὸ τὰ ῾ Ιεροσόλυμα πρὸς τὴν ᾽Εμμαούς, ἐπειδὴ πέρασαν ἤδη τρεῖς ἡμέρες ἀπὸ τότε ποὺ συνέβησαν τὰ γνω στὰ τραγικὰ γεγονότα κι ὃμως δὲν
εἶχαν ἀκόμη δεῖ τίποτε ποὺ νὰ στήριζε τὶς ἐλπίδες τους στὸν Μεσσία. Γι᾽ αὐτό, ὄχι
μόνο αὐτοὶ οἱ δύο, ἀλλά καὶ οἱ ἃγιοι ᾽Απόστολοι καὶ οἱ λοιποὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ
ἔγιναν ἄλλοι ἄνθρωποι, ὃταν τὸν συνάντησαν μετὰ τὴν ᾽Ανάστασή Του, συνομίλησαν
μαζί Του κι ἔλαβαν ἀπ᾽ αὐτὸν τὸ ἀνέσπερο φῶς τῆς νέας ζωῆς. Ἡ πίστη στὴν ᾽Ανάσταση
τοῦ Χριστοῦ γεννᾶ καὶ τὴν πεποίθηση στὴν «ἐν καιρῷ» ἀνάσταση καὶ ὃλων τῶν
κεκοιμημένων, διότι, ὃπως γράφει ὁ ᾽Απ. Παῦλος, ἀφοῦ πιστεύουμε ὃτι ὁ ᾽Ιησοῦς
πέθανε καὶ ἀναστήθηκε, ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς θὰ ἀναστήσει αὐτοὺς ποὺ πέθαναν
πιστεύοντας στὸν ᾽Ιησοῦ, γιὰ νὰ ζήσουν μαζί του. Ὁθάνατος καὶ ἡ ταφὴ τοῦ νεκροῦ
σώματος ποὺ ἀκολουθεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ σημαίνει καὶ τὸ τέλος τοῦ ἀνθρώπου, ἐφόσον κάποια ἡμέρα,
σύμφωνα μὲ τὸ ὃραμα τοῦ προφήτη ᾽Ιεζεκιήλ, ὁ Κύριος θὰ ἀνοίξει τοὺς τάφους καὶ
θὰ βγάλει μέσα ἀπὸ τὰ μνήματα τὰ ἀναζωογονημένα σώματα. Ὁ ᾽Απ. Παῦλος μᾶς
βεβαιώνει, ὃτι αὐτὸ θὰ συμβεῖ μὲ ὃλους τοὺς νεκρούς. Τὸ σῶμα, ποὺ μετὰ τὴ νέκρωσή
του θάπτεται στὴ γῆ, θὰ ἀναστηθεῖ ἄφθαρτο, ζωοποιημένο ἀπο τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Προάγγελος αὐτοῦ τοῦ ἐλπιδοφόρου καὶ χαροποιοῦ μηνύματος ἀποτελεῖ ἡ ᾽Ανάσταση
τοῦ Χριστοῦ. Νὰ γιατὶ χαιρόμαστε καὶ πανηγυρίζουμε γιὰ σαράντα ἡμέρες, ὃσο
κράτησε ἡ ἐπὶ γῆς παρουσία τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴν ᾽Ανάσταση, ὃπως καὶ κάθε
Κυριακή, ποὺ εἶναι μία ἐπανάληψη τοῦ εὐφρόσυνου γεγονότος ποὺ ζοῦμε αὐτὲς τὶς ἡμέρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου