Ἡ «προοδευτικότητα» τῶν νεοελλήνων ταυτίζεται μὲ τὴν ἀποδοχὴ
τῆς ἐκδηλώσεως τῆς λατρείας κάθε θρησκεύματος καὶ κυρίως τοῦ Μουσουλμανισμοῦ μὲ
τὸ κτίσιμο Τζαμιῶν σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα. Ὅσοι δὲν ἐκφράζουν αὐτὴ τὴν ἄποψη εἶναι
φονταμενταλιστές, σκοταδιστές, συντηρητικοὶ καὶ βρίσκονται ἀκόμα πνευματικὰ στὴν
μεσαιωνικὴ μισαλλοδοξία τῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἴδρυση τζαμιῶν ἀποτελεῖ τὸ σεβασμὸ τῆς
ἰδιαιτερότητας καὶ τῆς ἑτερότητας τῶν ἐν Ἑλλάδι Μουσουλμάνων. Ὅπως δηλαδὴ τὸ Οἰκουμενικὸ
Πατριαρχεῖο, στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι τελεῖ ὅλες τὶς τελετὲς τῶν Ὀρθοδόξων
καὶ ὅπως μετὰ ἀπὸ 80 χρόνια ἐπαναλειτούργησε ἡ Παναγία τῆς Σουμελᾶ, πρᾶγμα ποὺ
προξένησε τὴν εὐχαριστία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη πρὸς τὴν Τουρκικὴ κυβέρνηση
γιὰ τὴν ἄδεια τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας σέ αὐτή, ἔτσι καὶ ἐμεῖς ὁφείλουμε
νὰ ἱδρύσουμε Τζαμιὰ πρὸς τὴν ἐπίτευξη τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν
Μουσουλμάνων. Ἡ Εὐρωπαϊκὴ προοπτικὴ τόσο τῆς Ἑλλάδος, ὅσο καὶ τῆς Τουρκίας, καὶ
ἡ ἀμερικανικὴ Ἔκθεση ὑπὲρ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων γιὰ τὴν Μουσουλμανικὴ
μειονότητα τῆς Θράκης ποὺ δῆθεν καταπιέζεται ὁδηγοῦν σὲ γρήγορο ρυθμὸ στὴν ἀπορθοδοξοποίηση
τῆς Ἑλλάδας καὶ τὴ μετατροπή της σὲ μουσουλμανικὸ κράτος.
Ἔτσι ἡ παροιμιώδης
φράση τοῦ μακαρίτη πλέον Σεβ. Μητροπολίτη Ἑλβετίας κ. Δαμασκηνοῦ, ὅτι «μία Ἐκκλησία
ἢ ἕνα τέμενος —χῶροι ταπεινώσεως, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἀναγνωρίζει τὴ μηδαμινότητά
του— ἀποβλέπουν στὴν ἴδια πνευματικὴ καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου»1 κερδίζει ἔδαφος
στὴν κοινὴ γνώμη. Γιὰ αὐτὸ στὸ δυτικὸ κόσμο, πολλοὶ προσπαθώντας νὰ πλησιάσουν
τοὺς λαοὺς γιὰ εἰρηνικὴ συνύπαρξη παραθεωροῦν μιὰ βασικὴ Ἰσλαμικὴ τακτική: «Τὸν
ἱερὸ πόλεμο» ἢ τὸ τζιχάντ. Τὸ Ἰσλὰμ δὲν ἀποτελεῖ κοινότητα καθαρῶς θρησκευτική. Ἀλλὰ
κοινότητα πολιτική, κοινωνικὴ καὶ οἰκονομική. Τὸ Ἰσλὰμ εἶναι ἕνα σύστημα
θεοκρατικό, στὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει διάκριση μεταξὺ θρησκείας καὶ πολιτείας2. Στὶς
Μουσουλμανικὲς χῶρες, ὅπου τὸ κράτος εἶναι θεοκρατικό, οἱ μὴ μουσουλμάνοι
πολίτες δὲν θεωροῦνται ἰσότιμοι πρὸς τοὺς Μουσουλμάνους. Τὸ Ἰσλὰμ εἶναι ἀπ᾽ ἀρχῆς
μέχρι τέλους ὁλοκληρωτισμός. Ὁ πόλεμος κατὰ τῶν ἀπίστων δὲν πρέπει νὰ εἶναι
προσωρινός. «Πρέπει νὰ εἶναι διαρκής. Ἐπιτρέπεται μόνο δεκαετὴς ἀνακωχή. Σκοπὸς
τοῦ ἱεροῦ πολέμου εἶναι ἡ ὑπαγωνὴ ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος εἰς τὸν ἰσλαμισμόν»3.
«Ἕνας τέτοιος ἱερὸς πόλεμος ἀποτελεῖ ὑποχρέωση ὁλόκληρης τῆς μουσουλμανικῆς
κοινότητας κι ἐφόσον ἐπὶ κεφαλῆς τεθεῖ ἕνας Ἰμάμης τοῦ σιϊτισμοῦ ἢ ἕνας Μαχντί
(ὁ Ἀναμενόμενος) γιὰ τοὺς Σουνίτες, κανεὶς ἀπὸ τοὺς πιστοὺς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ
μὴ ἀκολουθήσει»4. Οἱ ἐκτὸς τῆς κυριαρχίας τοῦ Ἰσλὰμ χῶρες ὀνομάζονται «Οἶκος
Πολέμου» καὶ ἀντιδιαστέλλονται ἀπὸ τὸν «Οἶκο τοῦ Ἰσλάμ». Εἶναι περιοχὲς ἀγῶνος
–ἰδιαιτέρως ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ πολυθεϊσμός, ἡ ἀθεΐα, ἡ εἰδωλολατρία –ἕως ὅτου
τεθοῦν μέσω τοῦ τζιχὰντ στὸ κράτος τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Ὁ χαρακτήρας τοῦ Ἰσλὰμ
ὑπῆρξε ἐπιθετικός. Ἐκεῖ ὅπου ἡ πειθὼ δὲν ἔφερε ἀποτέλεσμα, τὸ ξίφος ἀποδεικνύονταν
πειστικότερο5. «Δὲν εἶστε ἐσεῖς (ἐννοεῖτε οἱ μουσουλμάνοι), ποὺ τοὺς σκοτώσαμε
(τοὺς ἀπίστους), ἀλλὰ ὁ Ἀλλὰχ τοὺς σκότωσε. Καὶ δὲν εἶσαι ἐσύ, ποὺ ἔριξες (τὴ
σαΐτα ἢ τὸ βέλος) ἂν τὴν ἔριξες, ἀλλὰ ὁ Ἀλλὰχ τὴν ἔριξε, γιὰ νὰ δώσει καλὴ ἀμοιβὴ
στοὺς πιστοὺς μὲ εὐεργετικὴ δοκιμασία»6. Ὁ μαθητὴς τοῦ Ἀγιατολλὰχ Χομεϊνί, ὁ Ἀγιατολὰχ
Morteza Motahari (1920 – 1979 μ.Χ.), ἐκφραστὴς τῶν ἰσλαμικῶν
ἀπόψεων, γράφει: «Διδαχὴ περὶ τῶν ἐσχάτων —οἱ Χριστιανοὶ μιλοῦν γιὰ τὴ Δευτέρα
τοῦ Χριστοῦ παρουσία («κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς»). Ἐμεῖς οἱ μουσουλμάνοι μιλᾶμε
γιὰ τὴν ἐπάνοδο στὴ γὴ τοῦ Δωδέκατου Ἰμάμη Μαχντί, ὁ ὁποῖος θὰ συνοδεύεται ἀπὸ
313 εἰδικοὺς ἱεροὺς συνοδούς, οἱ ὁποῖοι θὰ καταστρέψουν τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Ἰσλὰμ
καὶ μετὰ τὴ νίκη τους αὐτὴ θὰ ἐγκαθιδρύσουν κράτος δικαίου, διαρκοῦς εἰρήνης καὶ
εὐημερίας». «Τὸ Ἰσλὰμ δὲν ἀνέχεται καμία ἄλλη θρησκεία. Πολεμεῖ μέχρις ἐξοντώσεως
ὅλες τὶς ἄλλες θρησκεῖες. Οἱ πιστοὶ ἄλλων θρησκειῶν εἶναι γιὰ τὸν Μωάμεθ «ἄπιστοι»,
ποὺ πρέπει νὰ ἐξαφανιστοῦν ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς. Συμβουλεύει τοὺς ὀπαδούς
του7»: «Πολεμῆστε τοὺς ἀπίστους (σκοτώνοντάς τους) μέχρις ὅτου νὰ μὴ ὑπάρχει
πειρασμὸς καὶ νὰ εἶναι ἡ θρησκεία τοῦ Ἀλλὰχ ἡ μοναδική»8! «Ὅταν συναντᾶμε τοὺς ἀπίστους
(στὴ μάχη), κτυπᾶτε τὸ λαιμό τους (νὰ τοὺς πολεμᾶτε) μέχρι νὰ τοὺς νικήσετε ἐντελῶς
(νὰ τοὺς ὑποτάξετε) καὶ τότε δέστε τους ἕνα δεσμὸ σταθερὸ (πάνω τους) –ἀσφαλίστε
τους— σὰν αἰχμαλώτους (…). Κι ἂν ἤθελε ὁ Ἀλλὰχ (θὰ μποροῦσε βέβαια) (ὁ ἵδιος) νὰ
τοὺς ἐκδικηθεῖ, κι ὅμως ἤθελε νὰ δοκιμάσει μερικοὺς ἀπὸ σᾶς τοὺς ἄλλους (…). Ὅσους
σκοτώθηκαν (πολεμώντας) ὑπὲρ τοῦ Ἀλλάχ (…) τοὺς βάζει μέσα στὸν Παράδεισο, ποὺ
τοὺς τὸν ἔχει γνωστοποιήσει καλά»9. «Ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἀπόστολος αὐτοῦ εἰσὶν ἐλεύθεροι
πάσης ὑποχρεώσεως πρὸς τοὺς πολυθεϊστάς (…). Φονεύετε τοὺς πολυθεϊστὰς ὅπου ἂν
(τοὺς) συναντήσητε (…). Ἐὰν ὅμως μετανοήσωσιν, ἐὰν τηρήσωσι τὴν προσευχή, ἐὰν ἐλεήσωσιν,
ἄφετε αὐτοὺς ἐλευθέρους (…). Πολεμεῖτε ἐναντίον τοῦ μὴ πιστεύοντος εἰς τὸν
Θεόν, οὐδ᾽ εἰς τὴν ἐσχάτην ἡμέραν καὶ μὴ θεωροῦντος ἀθέμιτον ὅ,τι ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἀπόστολος
τοῦ ἀπηγόρευσαν (…). Ὤ Προφῆτα! Καταπολέμει τοὺς ὑποκριτὰς καὶ τοὺς ἀπίστους
μεταχειριζόμενος αὐτοὺς σκληρῶς. Ἡ Γέενα ἔσται ἡ κατοικία αὐτῶν. Οἷον τρομερὸν ἐνδιαίτημα!
(…). Οἱ πιστοὶ (μουσουλμάνοι) θὰ πολεμήσωσιν ὑπὲρ πίστεως, θὰ φονεύωσι καὶ θὰ
φονευθῶσιν. Ἡ ἐπαγγελία (=ἡ ὑπόσχεση) τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀληθινὴ ἐν τῇ Πεντατεύχω, ἐν
τῷ Εὐαγγελίῳ καὶ ἐν τῷ Κορανίῳ. Τίς δὲ ἐκτὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκριβέστερος εἰς τὰς
ἐπαγγελίας αὐτοῦ10»; Οἱ Ἑβραϊκοὶ καὶ χριστιανικοὶ πληθυσμοί, ὡς κάτοχοι τῶν
Γραφῶν (καὶ ἀναγκαῖοι διὰ τὴν οἰκονομικὴ εὐμάρειαν τοῦ κράτους τῶν πολεμιστῶν),
εἶχον δικαίωμα νὰ διατηρήσουν τὴν θρησκείαν των καταβάλλοντες κεφαλικὸν φόρον. Ἐννοεῖται
ὅτι τὸ δικαίωμα τοῦτο ὑπὸ πολλῶν ἡγετῶν κατεπατήθη ἐπανειλημμένως11. Πικρὴ πεῖρα
ὅλων αὐτῶν ἔλαβαν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, Σέρβοι, Βούλγαροι,Ρουμάνοι κ.λπ..
Κατὰ τὰ μαῦρα χρόνια τῆς τυραννικῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας12. Ὅπως ἀκριβῶς οἱ
ταγοὶ τῆς δημοκρατίας ἀποκλείουν, τὴν πολιτικὴ δράση τῶν φασιστικῶν ὀργανώσεων,
ἔτσι ἀκριβῶς καὶ οἱ ἡγέτες τῆς ὀρθοδοξίας δὲν μποροῦν νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν ἵδρυση
τῶν Τζαμιῶν ἢ τοῦ τεμένους, γιατὶ ἐκεῖ διδάσκεται ὁ θρησκευτικὸς φασισμὸς τοῦ Ἰσλάμ.
Ἂν θέλουν νὰ ἔχουν Τζαμιὰ στὴν Ἑλλάδα, ἂς μᾶς παραδώσουν τὴν Ἁγία Σοφία καὶ ἂς ἐπαναλειτουργήσει
ἡ σχολὴ τῆς Χάλκης. Ὅμως ἡ ἀρχὴ τῆς ἀνεξιθρησκείας δὲν βρίσκει γόνιμο ἔδαφος στὰ
Ἰσλαμικὰ κράτη. Ἡ θέση τῆς γυναίκας στὸν Ἰσλαμικὸ κόσμο Στὸ «κοράνιο» εἶναι ἔκδηλη
ἡ μονομέρεια ὑπὲρ τῶν ἀνδρῶν καὶ ἡ ὑποτίμηση τῆς γυναίκας, ἰδιαίτερασὲ ζητήματα
γάμου καὶ διαζυγίου: «Οἱ ἄνδρες εἶναι ἀνώτεροι
τῶν γυναικῶν, ἔνεκα τῆς ἰδιότητας μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ὕψωσε τοὺς μὲν ἐπὶ τῶν
δέ, καὶ διότι οἱ ἄνδρες προικίζουν τὶς γυναῖκες ἀπὸ τὸν πλοῦτο τους»13. Τὸ ἰσλὰμ
ὄχι μόνο ἐπιτρέπει, ἀλλὰ καὶ συνιστᾶ τὴν πολυγαμία. Παράλληλα μὲ τὶς 4 νόμιμες
γυναῖκες, ὁ Μουσουλμάνος μπορεῖ νὰ ἔχει ἀπεριόριστο ἀριθμὸ ἀπὸ παλλακίδες.
Δικαιοῦται νὰ νυμφευτεῖ χριστιανὴ ἢ Ἑβραία, χωρὶς ἐκείνη νὰ ὑποχρεωθεῖ νὰ ἐγκαταλείψει
τὴ θρησκεία της. Μιὰ Μουσουλμανίδα ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ παντρευτεῖ χριστιανὸ ἢ Ἰουδαῖο.
Ἀπαγορεύεται στὸ Μουσουλμάνο νὰ νυμφευτεῖ παντρεμένη γυναίκα, ἡ ὁποία δὲν ἔχει
πάρει διαζύγιο. Δὲν ἀπαιτεῖται ὅμως διαζύγιο στὴν περίπτωση, ποὺ ἡ γυναίκα εἶναι
σύζυγος ἑνὸς ἀπίστου. Ὁ σύζυγος μὲ μεγάλη εὐκολία δίνει διαζύγιο ὡς ὁ ἔχων αὐτὸ
τὸ δικαίωμα. Λύση τοῦ γάμου ἀκόμα μπορεῖ νὰ γίνει κοινὴ συναινέσει. Μὲ καταβολὴ
ἀποζημιώσεως στὸ σύζυγο, συνήθως τὴν ἐπιστροφὴ τῆς προίκας14.
Ἡ θέση τῆς γυναίκας στὴν Ὀρθοδοξία
Στὸν
Ὀρθόδοξο κόσμο ἡ γυναίκα ἐξισώθηκε μὲ τὸν ἄνδρα, ἀφοῦ ἡ πάναγνη μητέρα τοῦ
Χριστοῦ ἐξυψώθηκε πάνω ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἁγίους καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς ἀγγελικὲς
δυνάμεις: «Ἡ Παναγία, ὡς μητέρα τοῦ Θεοῦ –ὡς Θεοτόκος– ἔχει ἀσυγκρίτως
μεγαλύτερη θέση καὶ δόξα στὸν οὐράνιο κόσμο, ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Τὰ
Χερουβὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ15. Ἡ θέση της, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ἀμέσως ἡ
πρώτη μετὰ τὴν Τριαδικὴ Θεότητα: «Ἡ τὰ δευτερεῖα κατέχουσα»16. Ὁ χριστιανισμὸς ὑπερύψωσε
τὴ γυναίκα ὡς πρὸς τὴν κοινωτική της θέση. Αὐτὴ πρὶν τὸν χριστιανισμὸ ἦταν
δούλη στὸν ἄνδρα της καὶ ὄργανο σεξουαλικῆς ἱκανοποιήσεως τῶν ὀρέξεών του. Ἡ
γυναίκα γιὰ τὰ ἔθνη ἀποτελοῦσε κάποιο εἶδος (ἀντικείμενο) πολυτελείας ἢ κάποιο
οἰκιακὸ κόσμημα. Ὁ δὲ χριστιανισμὸς τὴν ἀποκατέστησε, ὄχι μόνο ὡς ἀγαθὴ καὶ ὠφέλιμη
σύντροφο τοῦ ἄνδρα, ἀλλὰ καὶ ζωντανὴ εὐλογία τοῦ κόσμου. Ἡ γυναίκα εἶναι πιὸ εὐλαβὴς
ἀπὸ τὸν ἄνδρα καὶ μέσα στὴν οἰκογένεια καὶ ἔξω ἀπὸ αὐτή. Ἡ εὐσεβὴς μητέρα
συγκρατεῖ τὴν εἰρήνη τῆς οἰκογένειας καὶ προάγει τὴν εὐημερία τῶν ἐθνῶν17. Στὸν
πρώϊμο χριστιανισμὸ ἡ Ἐκκλησία, προβάλλοντας τὴν ἰσοτιμία τῶν δύο φύλλων, ἀξιοποίησε
μὲ τὸν καλύτερο γιὰ τὴν ἐποχὴ τρόπο τὶς δυνατότητες καὶ τὰ χαρίσματα τῶν γυναικῶν.
Πλάϊ στὸν παραδοσιακὸ ρόλο τῆς συζύγου καὶ τῆς μητέρας, ἡ γυναίκα ἀναλαμβάνει
καὶ ἄλλους ρόλους, ὅπως τῆς περιοδεύουσας ἱεραποστόλου, τῆς χαρισματούχου Προφήτιδας,
τῆς διδασκάλισσας, τῆς κοινωνικῆς ἐργάτριας18. Ἡ ὕπαρξη ἐπιπλέον τοῦ θεσμοῦ τῶν
Διακονισσῶν προσδίδει μία θεσμικὴ ἀναβάθμιση στὴ θέση τῆς γυναίκας ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Ὁ Χριστός, ὅταν ἡ αἱμορροοῦσα ἄγγιξε τὸ κράσπεδο τοῦ χιτώνα του, γιὰ νὰ
θεραπευτεῖ, ἐκεῖνος διεκήρυξε τὴ μεγάλη πίστη της19, δίνοντάς της τὴν ἴαση. Ἐξέβαλε
δαιμόνιο ἀπὸ τὴν κόρη τῆς Συροφοινίκισσας20, δέχθηκε τὴν ἔκχυση μύρου καὶ τὴν
σπόγγισμα αὐτοῦ ἀπὸ τὴν ἱερόδουλη21, συντηρήθηκε ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα τῆς Ἰωάννας τῆς
γυναίκας τοῦ Χουζᾶ, ποὺ ἦταν ἐπίτροπος τοῦ Ἡρώδου καὶ τῆς Σουσάννας22,
ἐξύμνησε τὸν πόθο τῆς Μαρίας, τῆς ἀδελφῆς τοῦ φίλου του,
τοῦ Λαζάρου πρὸς ἀκοὴ τῆς διδασκαλίας του, ὅταν ἡ ἀδελφή της, ἡ Μαρία
παραπονέθηκε στὸν Ἰησοῦ ὅτι ἡ τελευταία ἀφήνει μόνη της τὴν Μάρθα νὰ ἀσχολεῖται
μὲ τὰ οἰκιακά, ἀποκάλυψε στὴν Ἁγία Φωτεινὴ τὴν Σαμαρείτιδα ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας,
ἂν καὶ τὰ ἔθιμα τῆς ἐποχῆς ἀπαγόρευαν νὰ συνομιλοῦν μία Σαμαρείτιδα μὲ ἕναν Ἰουδαῖο
(Ἰωάν. δ, 1– 38). Αὐτὴ γίνεται ἡ πρώτη Ἀπόστολος, λέγοντας στοὺς Σαμαρεῖτες, ὅτι
βρῆκε τὸν Μεσσία, ὁ ὁποῖος ἤξερε τὸν ἄστατο βίο της καὶ ἐκεῖνοι πίστεψαν στὰ
λόγια της. Ὁ Κύριος συγχώρεσε τὴν μοιχαλίδα, ποὺ πιάστηκε ἐπ᾽ αὐτοφόρῳ λέγοντας
πὼς αὐτός ποὺ εἶναι ἀναμάρτητος, ἂς ρίξει τὸν πρῶτο λίθο (Ἰωάν. Η´ 2 – 11).
Ὑποσημειώσεις
1. Δελτίο «Ἐπίσκεψις»,
τεῦχ. 494 (31.7.1993), σελ. 23.
2.
Βασιλειάδη Νικ. Ὀρθοδοξιά – Ἰσλὰμ καὶ Πολιτισμὸς σελ. 183.
3.
Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια. Τόμος 9ος, λῆμμα «Μουσουλμανισμός», σελ.
128.
4. Ἀνδριανοπούλου Ἀνδ.,
Ὁ ἰσλαμικὸς φανατισμὸς καὶ οἱ κίνδυνοι γιὰ τὴν Ἑλλάδα, (μονογραφία), Γ´ ἐκδ.,
Libro 1990, σελ. 40 καὶ Βασιλειάδη Νικ. μν. ἔρ. σελ. 184.
5. Γιαννουλάτου Ἀναστασίου,
Ἐπισκόπου Ἀνδρούσης, (νῦν Ἀρχιεπισκόπου Τιράνων καὶ πάσης Ἀλβανίας): «Ἰσλάμ»
σελ. 209.
6.
Στάδιο 8, τὰ λάφυρα (τοῦ πολέμου), ἐδάφιο 17.
7.
Βασιλειάδη Νικ. :Ὀρθοδοξία, «Ἰσλὰμ καὶ Πολιτισμός» σελ. 187.
8.
Κοράνι Στάδιο 8, τὰ Λάφυρα (τοῦ πολέμου), ἐδάφ. 39.
9.
Κοράνι Στάδιο 47, ὁ προφήτης Μουχάμμαντ, ἐδαφ. 4,6.
10.
Κοράνι Στάδιο 9, Ἡ μετάνοια, ἐδάφ. 3, 5,14, 29, 74, 112.
11.
Γιαννουλάτου Ἀναστασίου, Ἐπισκόπου Ἀνδρούσης, (νῦν Ἀρχιεπισκόπου Τιράνων καὶ
πάσης Ἀλβανίας): «Ἰσλὰμ» σελ. 209–210.
12.
Βασιλειάδη Νικ.: μν. ἔρ. σελ. 185.
13. 4, 38.
14.
Ἐκπαιδευτικὴ καὶ Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια Τόμ. 21 Οἱ θρησκεῖες σελ. 210.
15. Κιλίφη Τιμ.: Ἀλφαβητάρι προσ
ευχῶν. Βασκανία – Ἐξορκισμοὶ καὶ ἡ νοερὰ Προσευχὴ Ἐκδ. 17ησελ. 65: «Ἄξιόν ἐστιν
ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ
μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν
Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσα, τὴν ὄντως Θεοτόκον σὲ μεγαλύνομεν.
Τὴν ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν, καὶ καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν, τὴν
λυτρωσαμένην, ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας, τὴν Δέσποιναν τοῦ κόσμου, ὕμνοις τιμήσωμεν».
Μικρὸς παρακλητικὸς κανὼν εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ
νικητήρια, Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, Ἀναγράφω Σοι ἡ πόλις Σου,
Θεοτόκε. Ἀλλ᾽ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
Ἵνα κράζω Σοι, Χαῖρε νύμφη Ἀνύμφευτε». Οἱ Χαιρετισμοὶ τῆς Θεοτόκου.
16.
Κιλίφη Τιμ.: μν. ἔρ. 65–66.
17.
Κωνσταντίνου Γ. : «Λεξικὸν τῶν Ἁγίων Γραφῶν». Ἐκδόσεις Γρηγόρη σελ. 253.
18. Συλλογικὸ ἔργο: «Ἱστορία τῆς Ὀρθοδοξίας»
Τόμ. 2οςσελ. 543.
19. Ματθ.
9, 20–22.
20.
Μαρκ. 7. 26–29.
21. Λουκ. 7. 38–45.
22. Λουκ. 8.
3.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου