Εἶπαν πώς ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται·
δέν ἀνακαλύπτεται. Ὀρθό μήπως εἶναι τό συναμφότερο; Γιατί, ἐάν ἀποκαλύπτεται
μόνο, κατά κάποιο τρόπο, ὑποβιβάζεται ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Ἐάν πάλι, ἀνακαλύπτεται
καί δέν ἀποκαλύπτεται, ὑποβιβάζεται ἡ θεία ἐνέργεια καί δύναμη. Ὁ ἄνθρωπος γιά
πάντα, ἀναζητάει μέ δίψα, τό Θεό. Εἶναι στή φύση του. Μέ τόση σφοδρότητα Τόν ἀναζητάει,
ὥστε, ἄν ἤτανε δυνατό, —σάν τήν περίπτωση τοῦ Μωϋσῆ— νά τόν ἰδεῖ μέ τά μάτια τοῦ
σώματος. Πρᾶγμα ἀδύνατο. Ὡστόσο, ἔκαμε αἰσθητή τήν παρουσία Του μέ ἄλλη ὑπερφυσική
ἐνέργεια. Ὁ μέγας ἀπόστολος, ὁ Παῦλος, στήν περίφημη δημηγορία του στόν Ἄρειο
Πάγο, δίδαξε πώς ὁ Θεός, πού ἔπλασε τόν κόσμο καί ὅλα τά ἔθνη, ἔθεσε σκοπό
«ζητεῖν τόν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτόν καί εὔροιεν, καί γε οὐ μακράν ἀπό
ἑνός ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα» (Πράξ. ΙΖ΄ 27). Μέ τόσο πόθο ἀναζητούσανε οἱ ἄνθρωποι
τό Θεό, ὥστε, ἄν ἤτανε δυνατό καί μέ μόνη καί τή φιλοσοφία τους, νά Τόν κάνουνε
πιό αἰσθητό. Ἡ σχέση Θεοῦ καί κόσμου, ἀποτελεῖ τόν πυρήνα τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.
Καί ὁ πρώτιστος σκοπός τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ἦταν ἡ ἀναζήτηση καί ἡ ἀνεύρεση
τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ’ ἀφοῦ ἡ ἰδέα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἔμφυτη στόν ἄνθρωπο, γιατί νά Τόν ἀναζητήσει;
Ἁπλούστατα, γιατί πολλοί παράγοντες —ἰδιαίτερα
ἡ ἁμαρτία— σκοτίζουν τον νοῦν καί τή συνείδηση καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται «ἀδόκιμος»,
ἀκόμα καί ἄθεος. Κατά τόν Παῦλο: «ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καί ἐσκοτίσθη
ἡ ἀσύνετος αὐτῶν καρδία»(Ρωμ. Α΄ 21).
«Ἡψυχή μου εἶναι ἀνήσυχη ὡς ὅτου ἀναπαυθεῖ
κοντά Σου», ἔλεγε ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος. Τότε μονάχα ἠρεμεῖ ἡ ψυχή, ὅταν ὁ ἄνθρωπος
ἀνακαλύψει τό Θεό καί ὁ Θεός ἀποκαλυφθεῖ σ’ αὐτόν, ἀκριβῶς ὅπως συνέβη στόν ἴδιο
τόν ἱερό Αὐγουστῖνο. Οἱ συμβουλές καί οἱ προσευχές τῆς Μόνικας ἀπ’ τή μιά, καί
οἱ φιλοσοφικοί στοχασμοί μέ τή ξαφνική μελέτη λίγων στίχων τῆς Καινῆς Διαθήκης,
ἔδωκαν τό ἀποτέλεσμα: τήν ἐπιστροφή του Αὐγουστίνου στή χριστιανική πίστη. Γιά
νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀπαραίτητοι καί οἱ δύο παράγοντες: Καί ἡ θεία Χάρις
καί ἡ ἀνθρώπινη θέληση. Γιά νά σοῦ ἀποκαλύψει ὁ Θεός τόν ἑαυτό Του καί σοῦ
φανερώσει τήν παρουσία Του πρέπει ὁλόψυχα νά Τόν ἀναζητήσεις καί ἀγαπήσεις κι ὅταν
Τόν ἀγαπήσεις, τότε στήν εὐτυχία σου μέσα, ὁλοένα θά Τόν ἀναζητεῖς. Βέβαια, ὅποιος
μελετᾶ τά τοῦ Θεοῦ, βρίσκεται μέσα στό μυστήριο, ἤ μᾶλλον, μέσα σέ πολλά
μυστήρια. «Ὁ Θεό κρύβεται ἀκόμα καί μέσα στή φανέρωσή Του. Καί αὐτό εἶναι τό
μεγάλο μυστήριο τοῦ κρυμμένου Θεοῦ», παρατηρεῖ ὁ Παῦλος Εὐδοκίμωφ. Εἶναι
χαρακτηριστικές οἱ δηλώσεις κάποιων ἀθέων ἤ ἀγνωστικιστῶν, ὅπως τό σύνθημα τῆς
διαφημιστικῆς καμπάνιας τῶν ἀθέων τῆς Βρεττανίας μέ τό σλόγκαν πού τοποθέτησαν
σέ πολλά λεωφορεῖα: «Ὁ Θεός πιθανότατα δέν ὑπάρχει, γιαυτό σταματῆστε νά
στενοχωριέστε καί ἀπολαῦστε τή ζωή σας». Ἀπάντησαν, βέβαια, οἱ χριστιανοί
διαφόρων ὀργανώσεων μέ ἄλλα συνθήματα χριστιανικῆς πίστης. Ὡστόσο βλέπει κανείς
καί μέσα ἀπό τό σύνθημα τῶν ἀθέων, τήν «πιθανότητα» νά μή ὑπάρχει Θεός! Καί σ’
αὐτές, δηλαδή, τίς στιγμές τοῦ ἀγνωστικισμοῦ, τούς κυνηγάει ὁ Θεός. Ἐκεῖνο πού
τούς ἐμποδίζει ἀπ’ τήν παραδοχή τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ γοητεία τοῦ
«κόσμου». Τελευταῖα, σ’ ἕνα βιβλίο του ὁ Ἀμερικάνος Τζούλιαν Μπάρνς γράφει μ’ ἕνα
τόνο ἀφοπλιστικό: «Δέν πιστεύω στόν Θεό, ἀλλά μοῦ λείπει». Φοβερή αὐτή ἡ ὁμολογία.
Σωστό μαρτύριο γιά τόν ἄπιστο. Νά μή πιστεύει στό Θεό —γιατί, ἀσφαλῶς, τό θεωρεῖ
περιττό— καί ἀπό τήν ἄλλη, αὐτός ὁ ἀνύπαρκτος Θεός... νά «τοῦ λείπει»! Αὐτό,
δέν εἶναι παραλογισμός; Ὡστόσο, τό κενό αὐτό εἶναι ἡ πιό μεγάλη δυστυχία στόν ἄνθρωπο.
Ὅταν ἔχεις, ἄνθρωπέ μου λόγους ὑγείας, δέν τρέχεις στό γιατρό; Κι ὅταν ἔχεις ἀνάγκη
τοῦ Θεοῦ, τόν ἀφήνεις τόσο μακριά; Γιατί δέν Τόν προσκαλεῖς κοντά σου; Γιατί
τόσο πεῖσμα στήν ἄπιστη ἀπιστία σου; Γιατί δέ γεύεσαι τήν παρουσία Του στή ζωή
σου; Ἦρθες κοντά Του καί σέ ἀπογοήτευσε; Τόν ἀναζήτησες καί σ’ ἀρνήθηκε; Τοῦ
μίλησες καί δέ σ’ ἀπάντησε; Τόν πίστεψες καί δέ σέ δέχτηκε; Θέλησες τή συντροφιά
Του καί τήν ἀποποιήθηκε; Τόν ἀγάπησες καί σέ περιφρόνησε; Κάποιος εἶπε πώς, «ὁ ἥλιος
δέ χάνει τίποτε ἀπό τήν ἀξία καί τή λάμψη του, ἐπειδή ἡ νυχτερίδα δέν
καταδέχεται ν’ ἀντικρύσει τό φῶς του». Ἔτσι κι ὁ Θεός δέ χάνει ἀπ’ τό ὑπέρλαμπρο
μεγαλεῖο καί τή δόξα Του, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν καταδέχεται νά ἰδεῖ τό φῶς
Του». Πιστεύετε στό Θεό; ρώτησαν κάποτε τό μεγάλο ἠθοποιό καί σκηνοθέτη Ἀλέξη
Μινωτῆ. Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Εἶναι ἔφεση, τήν ὁποία ἔχω ἀπό παιδί. Τό θέατρο ὁλόκληρο
βασίζεται στό ἱερό. Οἱ ἀλλεπάλληλοι ρόλοι, πού ἔχω ἑρμηνεύσει ἐνίσχυσαν τήν ἔφεση,
πού εἶχα καί τή μεταφυσική διάθεση. Ὁ Ἄμλετ, ὁ Λήρ, ὁ Οἰδίποδας, μοῦ ἐνίσχυσαν
τό θρησκευτικό συναίσθημα». Ὅταν ὁ Θεός μέ χίλιους δυό τρόπους σοῦ μιλάει καί
σ’ ἀγγίζει, μή κάνεις σάν τό Θωμᾶ, σώνει καί καλά νά Τόν ἰδεῖς μέ τά μάτια τοῦ
σώματος. Σ’ ἐκεῖνον ἔκανε κι αὐτή τή χάρη. Ἐσύ ν’ ἀρκεστεῖς στίς μύριες ἄλλες
θεοφάνειές Του καί μεῖνε πιστός. Πολύ πιστός. Καί «ἄχρι θανάτου πιστός». Καὶ θὰ
σὲ σκεπάζει γιὰ πάντα ἡ ἀόρατη παρουσία Του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου