Περὶ τῆς «ἀντι»-Ἡμερίδος
τῆς Θεολ. Σχολῆς
2ον.-Τελευταῖον
Ἦταν µᾶλλον ἀπογοητευτικό τό φαινόµενο Καθηγητής τῆς
Θεολογικῆς Σχολῆς καί συγχρόνως ἐπίσκοπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας νά ἐπιχειρεῖ
νά ἀποκρύπτει τό πραγµατικό φρόνηµά του, ταυτιζόµενο πλήρως µέ τό γράµµα καί τό
πνεῦµα τοῦ Κειµένου τῆς Μεγάλης Συνόδου, δηλαδή τόν Οἰκουµενισµό, προκειµένου
νά ἀποκρουσθοῦν ἤ ὑποτιµηθοῦν ὡς ἀστήρικτες καί ὑπερβολικές οἱ αἰτιάσεις τῶν ἐπικριτῶν
της. Τά πράγµατα, ὅµως, γίνονταν τραγικά καί προκλητικά ὅταν γινόταν ἐπίκληση τῆς
ἱεροκανονικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καί ἐκτοξεύονταν κατά τῶν ἀµφισβητούντων
τήν ὀρθοδοξία τοῦ Κειµένου τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου περί τῶν σχέσεων τῆς Ὀρθ.
Ἐκκλησίας µετά τοῦ λοιποῦ χριστιανικοῦ κόσµου, (ἀκόµη καί) κατηγορίες περί δῆθεν
Ρωµαιοκαθολικῆς νοοτροπίας καί εὐσεβισµοῦ! Ὁ Σεβ. κ. Χρυσόστοµος Σαββᾶτος,
µέλος τῆς ἀντιπροσωπίας τῶν Ἱεραρχῶν πού θά συµµετάσχουν στήν Ἁγία καί Μεγάλη
Σύνοδο ἐκ µέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δέν δίστασε νά ἀντικρούσει- ἀπορρίψει
τήν πρόταση τοῦ Μητρ/του Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου νά θεωρηθεῖ ὡς ὀρθή ἔκφραση τῆς ὀρθοδόξου
κανονικῆς Παραδόσεως περί τοῦ τρόπου ἐπιστροφῆς τῶν αἱρετικῶν παπικῶν στήν Ἐκκλησία
τό ἐξ ἀρχῆς Βάπτισµα αὐτῶν, κατά τή σχετική Ἀπόφαση τῆς Συνόδου τοῦ 1756, ἐπί
Πατριάρχου Κυρίλλου τοῦ Ε΄, κρίνοντάς την ὡς (ἀπόφαση) τοπικῆς συνόδου, παροδικῆς
σηµασίας, ληφθείσης λόγῳ ἱστορικῶν συγκυριῶν, χωρίς θεολογικό ἀντίκρυσµα καί ἀνέρειστη
στήν κανονική παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας!
Προχώρησε µάλιστα σέ ἐπικριτικά σχόλια
κατά τοῦ συνεπισκόπου του (τόν ὁποῖο καίτοι “ἐφωτογράφισε”, ὅµως, δέν
κατονόµασε, δι’ εὐνοήτους λόγους) κάνοντας λόγο γιά θέσεις Ρωµαιοκαθολικῆς ἀντιλήψεως
περί Συνοδικότητος, ὅταν µία Τοπική Σύνοδο ἀναγορεύεται σέ Οἰκουµενικοῦ κύρους!
[Σηµ.: Ἐδῶ ἐκτιµοῦµε ὅτι τό σχόλιο ἀφοροῦσε καί τίς περί τῆς 8ης καί 9ης ὡς Οἰκουµενικοῦ
κύρους Συνόδων θέσεις καί ἀναφορές τῶν “ἀντιφρονούντων” πρός αὐτόν ἐγκρίτων Θεολόγων.]
Ἡ ὑπεράσπιση µέ µεγάλο ζῆλο, χωρίς, ὅµως, ἱκανά θεολογικά ἐπιχειρήµατα
πλαισιώθηκε ἀπό ἀφοριστικές µεγαλοστοµίες καί φιλοσοφικές-συναισθηµατικές
προσεγγίσεις περί αἱρέσεων, αἱρετικῶν καί ∆ιαλόγων, ὅπως: «Ἄνευ Συνοδικῆς ἀποφάσεως
δέν ὑπάρχει διάκριση µεταξύ Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως», «ἀποτελεῖ µονοµέρεια καί ἀτοµικό
εὐσεβισµό ἡ ἀπόρριψη ἄλλων ὡς αἱρετικῶν», ἐνῶ «µέ τόν ∆ιάλογο βρίσκεται τελικά
λίγη ἡ διαφορά πού ἀρχικά φαίνεται πολύ»! Ἐν τελευταία ἀναλύσει, ὁ κ.
Χρυσόστοµος ἔδειξε βαθύτατα ἱκανοποιηµένος, διότι, τελικῶς, θά ἀναγνωρισθοῦν ὅλα
τά, κατ’ αὐτόν, θετικά, τά ὁποῖα ἔχουν συντελεσθεῖ, ὅπως ἀνέφερε, στό πλαίσιο τῆς
παρουσίας τῶν ὀρθοδόξων µέσα στό Παγκόσµιο Συµβούλιο Ἐκκλησιῶν καί, κυρίως,
διότι (στή Μεγάλη Σύνοδο) θά ὑπάρξει πανορθόδοξος ἔγκριση στούς διεξαγόµενους
Θεολογικούς ∆ιαλόγους, παρά τήν ὑπ’ αὐτοῦ ἀγνοουµένη παταγώδη ἀποτυχία των καί
παρά τίς ὅποιες ἀντιδράσεις καί ἀντιρρήσεις γιά τόν ἀντορθόδοξο χαρακτήρα ὑπέρ-Ἐκκλησίας
τοῦ Π.Σ.Ε.! Εἶναι ἰδιαιτέρως χαρακτηριστικό ὅτι ὁ ἐκ τῶν ὀλίγων ἔνθερµος
θιασώτης τῆς ἰδέας τῆς Ἀγίας καί Μεγάλης Συνόδου καί στενός συνεργάτης τῶν ἐµπνευστῶν
καί διοργανωτῶν της κ. Χρυσόστοµος «κατηγόρησε» τούς ἀντιφρονοῦντες ὀρθοδόξους ἀντι-οἰκουµενιστές
γιά «λήψη τοῦ ζητουµένου» στήν προσπάθειά των, ὅταν ὁ ἴδιος ἐν πλήρει
συµπλεύσει µετά τοῦ πρωτεργάτου καί πρωταγωνιστοῦ τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου
Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολοµαίου ἔχουν ἰδεολογικοποιήσει τούς ∆ιαλόγους καί
µάλιστα, κατά ἐπίσηµο δήλωση τοῦ τελευταίου, ἔχουν προγραµµατίσει ἔτσι τή
λειτουργία των εἰς τρόπον ὥστε νά µή σταµατοῦν ποτέ, οὔτε στή διαπίστωση ἀδιεξόδου
καί διαφωνίας, ἀλλά νά συνεχίζονται µέχρι νά ἐπιτευχθεῖ ὁ ἀντικειµενικός σκοπός
των πού εἶναι ἡ πλήρης ἑνότητα! Ὁ τελευταῖος Εἰσηγητής τῆς Ἡµερίδος ὁµότιµος Καθηγητής
τῆς Σχολῆς κ. ∆εληκωσταντῆς κινούµενος καί ὁµιλῶν περί τῆς Ἀγίας καί Μεγάλης
Συνόδου σά νά πρόκειται γιά µία διεθνῆ διάσκεψη κοινωνιολογικοῦ περιεχοµένου
καί ἐνδιαφέροντος, ἐξέφρασε, τή χαρά καί ἱκανοποίησή του διότι, ὡς διεπίστωσε,
δέν δηµιουργήθηκε θερµό κλῖµα καί δέν ἐπεκράτησε ἔνταση καί ἀντιπαράθεση στήν Ἡµερίδα,
ὅπως φοβόταν! Αὐτό, ἄλλωστε, εἶχε σχεδόν ἐξασφαλισθεῖ µέ ἕνα «ἀκίνδυνο» ἀκροατήριο
ἐν πολλοῖς ἀνυποψίαστων φοιτητριῶν καί φοιτητῶν, οἱ ὁποῖοι µάλιστα ἀπεῖχαν καί ἀπό
τήν προβλεπόµενη σχετική συζήτηση. [Σηµείωση: Ὁ συγκεκριµένος Εἰσηγητής
τοποθετούµενος γενικῶς καί ἀπό Θεολογικῆς ἀπόψεως, τολµῶ εἰπεῖν, ἐπιδερµικῶς, ἀναφέρθηκε
τόσο στόν π. Θεόδωρο Ζήση, ὅσο καί στόν κ. Χρῆστο Γιανναρᾶ (χαρακτηρίσαντα, σέ
προσφάτως δηµοσιευθέν ἄρθρο του, τή Σύνοδο ὡς «µέτρο παρακµῆς»!), οἱ ὁποῖοι ἄσκησαν
καί ἀσκοῦν ἔντονη καί ἐµπεριστατωµένη κριτική (κυρίως ὁ πρῶτος) στήν ἐπικειµένη
Μεγάλη Σύνοδο, ἀντιπαρερχόµενος καί ἀποσιωπῶν τήν οὐσία καί τή σηµασία τῆς
στάσεώς των. Εἰς ἐπίρρωση τῶν ἀνωτέρω ἐκιµήσεών µας ἀναφέρουµε ἐνδεικτικῶς ὅτι ὁ
ἐν λόγῳ ὁµότιµος Καθηγητής καί µέλος, ὅπως προελέχθη, τῆς Γραµµατείας τῆς Ἁγίας
καί Μεγάλης Συνόδου, ἀνεφέρθη καί στόν µεγάλο Σέρβο ∆ογµατολόγο π. Ἰουστῖνο Πόποβιτς
(+), τοῦ ὁποίου τήν ἀρνητική στάση ἔναντι τοῦ ἐνδεχοµένου συγκλήσεως τῆς
Μεγάλης Συνόδου «ἐξουδετέρωσε», σχολιάζων προκλητικῶς ὅτι δέν ἀφορᾶ στή
συγκληθησοµένη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, διότι ἐκεῖνος µέν ἀναφερόταν σέ µία Οἰκουµενική
Σύνοδο, ἐνῶ αὐτή θά εἶναι ἁπλῶς Πανορθόδοξος! Τά σχόλια περιττεύουν!] Ἐν
κατακλεῖδι καί πρίν ἀποτολµήσουµε ἕνα γενικό συµπέρασµα ἀπό τήν ὅλη διοργάνωση
καί διεξαγωγή τῆς ἐν λόγω Ἡµερίδος, πρέπει νά σηµειώσουµε περί τῆς γενοµένης,
τελικῶς, µικρᾶς συζητήσεως µετά τό πέρας τῶν Εἰσηγήσεων ὅτι µᾶλλον ἔκλεισε ἄδοξα
καί χωρίς νά ἀπαντηθοῦν ἐπί τῆς οὐσίας δυό-τρία καίρια ἐρωτήµατα, τά ὁποῖα ἐτέθησαν
ἀπό τούς ὀλίγους ἐξω- φοιτητικούς παρευρεθέντας. [Σηµείωση: Ἕνα ἐκ τῶν ἐρωτηµάτων
αὐτῶν διετύπωσε µία σεβαστή καί µετά λόγου γνώσεως, ὡς διεφάνη, τοποθετηθεῖσα
κυρία ἐκ τοῦ ἀκροατηρίου, ἡ ὁποία ἐνώπιον τῶν ὑπεκφυγῶν τῶν ἐρωτωµένων νά ἀπαντήσουν
εὐθέως καί σαφῶς, ἀναγκάστηκε δευτερολογοῦσα νά ἐρωτήσει ρητορικῶς, βάσει τῶν ὅσων
ὑπερ-ἐπαινετικῶς ὐπέρ τῶν διεξαγοµένων Θεολογικῶν ∆ιαλόγων ἐλέχθησαν καί σέ συνδυασµό
µέ τό ὅτι πουθενά µέσα στά κείµενα τῆς Συνόδου, ὅπως εὐστόχως ἐπεσήµανε, δέν
γίνεται λόγος γιά µετάνοια καί ἐπιστροφή, ὅπως ἐπίσης οὔτε µία φορά δέν ἀναφέρεται
σ’ αὐτά ἡ λέξη αἵρεση καί αἱρετικός, µήπως, ἐρώτησε, οἱ ∆ιάλογοι αὐτοί πού
διεξάγετε ἔχουν καί φωτιστικό καί θεραπευτικό χαρακτήρα;.....!]. Τά ἐπίµαχα
σηµεῖα περί τά ὁποῖα µᾶλλον µεγαλύτερη σύγχυση προεκλήθη µετά καί ἀπό τή
συµβολή τῆς ἐν λόγω Ἡµερίδος, ὅσον ἀφορᾶ στά ὑπό τῆς ἐπικειµένης Ἁγίας καί Μεγάλης
Συνόδου προβλεπόµενα, θεωρούµενα, συµφωνηθέντα καί ἐγκριθησόµενα, εἶναι: α) Τό
ζήτηµα τῆς ἀναγνωρίσεως στίς αἱρετικές κοινότητες ἐκκλησιαστικότητος. Ὑπάρχει
µεῖζον πρόβληµα ὅταν, ὡς ἐλέχθη κατά τήν ἐν λόγω Ἡµερίδα, ἡ Παπική κοινότητα ὄχι
µόνο αἵρεση δέν θεωρεῖται, ἀλλά οὔτε κἄν σχίσµα. Πρόκειται γιά τήν Ρωµαιοκαθολική
ἤ ∆υτική Ἐκκλησία, ἐντός τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, µετά τῆς ὁποίας ἁπλῶς γιά
κάποιους λόγους δέν ἔχουµε κοινωνία! Τό τελευταῖο αὐτό «πρόβληµα» µάλιστα γιά
τούς τολµηροτέρους τό ἔχει «λύσει» ὁ µέγας Πατριάρχης Ἀθηναγόρας ἀπό κοινοῦ µέ
τόν συνἀδελφό του καί συνεπίσκοπό του πάπα διά τῆς περιβοήτου ἄρσεως τῆς ἀκοινωνησίας
τοῦ 1965! β) Τό ζήτηµα τῆς σχέσεως τῶν αἱρετικῶν καί σχισµατικῶν µέ τήν Ἐκκλησία.
Οἱ αἱρετικοί καί οἱ σχισµατικοί ἀπεκόπησαν λόγω τῶν αἱρέσεων καί τῶν σχισµάτων
τους ἀπό τό ἐκκλησιαστικό σῶµα, ἀλλά παραµένουν ἐντός τῆς Ἐκκλησίας! (Σηµ.: Αὐτό
µετ’ ἐµφάσεως ἐτόνισε ὁ Σεβ. Μεσσηνίας ὡς ἀδιαµφισβήτητο, θεωρῶν ὅτι ὀρθοδοξεῖ ὁµιλῶν
γιά τήν ἀποκοπή των καί ὅτι θεολογεῖ ἐπιστηµονικῶς ὁµιλῶν γιά τήν παραµονή
των!) γ) Τό ζήτηµα τῶν ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας τελουµένων ὡς µυστηρίων καί ἡ ἀναγνώριση
ὑπ’ Αὐτῆς, ὑπό προϋποθέσεις, µυστηρίων στούς αἱρετικούς. Ἐδῶ ἡ σύγχυση εἶναι
φοβερή καί, δυστυχῶς, ἐπιστηµονικῶς ἀριστοτεχνική ἡ πλάνη ἤ µᾶλλον ἡ ἐξαπάτηση.
Πιστεύοµε ὅτι σκοπίµως δέν διευκρινίζεται (ἀφοῦ µᾶλλον δέν πιστεύεται) ὅτι ἡ Ἐκκλησία
ΠΟΤΕ δέν ἀναγνωρίζει µυστήρια καί χάριν ἐκτός Αὐτῆς καί ὅτι ἡ ἀναγνώριση ἐκ
µέρους Αὐτῆς «µυστηρίων» γενοµένων ὑπό αἱρετικῶν γίνεται ΜΟΝΟΝ κατά τήν
διαδικασία µετανοίας καί ἐπιστροφῆς των στήν Ἐκκλησία καί τοῦτο ὑπό τήν ἔννοιαν
τῆς ἀποδοχῆς τοῦ τύπου καί τῆς χορηγήσεως σ’ αὐτά τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου
Πνεύµατος. δ) Τό ζήτηµα τῆς ἀπαραιτήτου Συνοδικῆς καταδίκης, ἄνευ τῆς ὁποίας δῆθεν
δέν εἶναι δυνατόν νά ὁµιλοῦµε περί αἱρέσεως καί αἱρετικῶν. Ἐν προκειµένω
γίνεται κατάχρηση τῆς ἀνάγκης Συνοδικῆς δια- κηρύξεως τῆς καταδίκης τῶν αἱρέσεων
καί τῶν αἱρετικῶν διά τήν προστασία τοῦ Ποιµνίου. Οἱ Σύνοδοι δέν κάνουν τούς αἱρετικούς
τοιούτους, ἀλλά οἱ αἱρέσεις των, τά ὁποῖα διαπιστώνουν καί ἀποδει- κνύουν ἐκεῖνες.
∆ιαφορετικά, ἐάν δηλαδή ἴσχυαν οἱ «ἐπιστηµονικές» ἀντορθόδοξες θεωρίες τῶν
τοιούτων καθηγητῶν καί ἐπισκόπων (ὅσοι φρονοῦν τά τοιαῦτα), πλῆθος Ἁγίων
Πατέρων, ἄν ὄχι ἅπαντες, ὅπως οἱ Ἅγιος Μεθόδιος Ἐπ. Πατάρων, Ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου,
Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Ἅγιος Μάξιµος ὁ Ὁµολογητής, χιλιάδες ὁσιοµαρτύρων,
ὅπως οἱ Ἁγιοσαββῖται Πατέρες κ. ἄ. π. θά ἦταν σχισµατικοί, ἀνυπάκουοι καί ἀθεολόγητοι!
ε) Τό ζήτηµα τῆς χαρισµατικῆς λειτουργίας τῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἐπισκόπων
της. Οἱ Σύνοδοι γιά νά εἶναι Ἁγίες καί Μεγάλες δέν ἀρκεῖ τό νά αὐτο-ἀποκαλοῦνται
ἔτσι, οὔτε τό νά συµµετέχουν σ’ αὐτές ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι ἤ πολλοί ἤ ἀντιπροσωπευτικῶς
ἤ οἱ ἐξ αὐτῶν εἰδήµονες! Τό τελευταῖο περί εἰδηµόνων (!) τό ἐπικαλέσθηκε ὡς ἀντεπιχείρηµα
ἔναντι ὅσων ὁµιλοῦν γιά ἔλλειµµα Συνοδικότητος καί κανονικότητος τῆς ἐπικειµένης
Μεγάλης Συνόδου, ὁ Σεβ. κ. Χρυσόστοµος στήν ἐν λόγῳ ἡµερίδα, ἐπικαλούµενος τά
σωζόµενα Πρακτικά τῆς Γ΄Οἰκουµενικῆς Συνόδου, ἐκ τῶν ὁποίων τοῦτο, κατ’ αὐτόν,
προκύπτει. Οἱ Σύνοδοι τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελοῦν καί ἀπηχοῦν τή φωνή τῆς Ἐκκλησίας
ὅταν συγκαλοῦνται καί διασκέπτονται τά µέλη αὐτῶν καί ἀποφασίζουν ἐν Ἁγίῷ
Πνεύµατι, εἴτε διαθέτοντας τά ἴδια τήν Χάρη Του, εἴτε ἀκολουθοῦντες πιστῶς καί
κατά γράµµα, δηλαδή ἐν παντί, «τάς τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους Θεολογίας καί τό τῆς Ἐκκλησίας
εὐσεβές φρόνηµα». Ὅσο περί εἰδηµόνων, παρακάµπτοντες τό πρόβληµα τῶν διακρίσεων
γενικῶς µεταξύ τῶν ἐπισκόπων, ὡς νά ὑπάρχουν διαβαθµίσεις τῆς χαρισµατικῆς ἀρχιερωσύνης
των, προφανῶς θά ἦταν ἀντιπαραδοσιακό καί καινοτόµο νά γινόταν περί αὐτοῦ δεκτό
ὁ,τιδήποτε ἄλλο, πέραν τῆς µόνης ἀσφαλοῦς πιστοποιήσεως τῆς ἁγιοπνευµατικῆς ἐµπειρίας
καί τῆς πνευµατικῆς των καταστάσεως. Καί, στ) Τό µέγα καί µακράν µεῖζον ὅλων τῶν
ὑπολοίπων ζητηµάτων, ζήτηµα τῆς Θεολογίας. ∆υστυχῶς, ἐπιβεβαιώνεται ὁσηµέραι ἡ ἐπισήµανση
καί σοφή διαπίστωση τοῦ µεγάλου ∆ογµατολόγου καί δασκάλου µας π. Ἰ. Ρωµανίδη, ὁ
ὁποῖος ἔλεγε σχετικῶς ὅτι ἕνας ἐκ τῶν λόγων διά τούς ὁποίους παραµένουν
τουλάχιστον οἱ Ἕλληνες ἀκόµη ὀρθόδοξοι εἶναι τό γεγονός ὅτι δέν καταλαβαίνουν ὅσα
λένε οἱ ἀκαδηµαϊκοί Θεολόγοι, διότι ἐάν τά καταλάβαιναν θά ἔχαναν τήν πίστη
των! Πραγµατικῶς ὑφίσταται τεράστιο θέµα, ὅταν ἡ Θεολογία τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν
καί τῶν Καθηγητῶν αὐτῶν ἡ διδασκαλία καί τό φρόνηµα δέν ταυτίζονται µέ τήν
Πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων Αὐτῆς, ὅπως διαχρονικῶς
βιώνεται καί ὁµολογεῖται µέσα στό Σῶµα Της! Ἀπαιτεῖται ἡ ταυτότητα καί δέν ἀρκεῖ
ἡ γειτνίαση, διότι ἡ ἀλήθεια δέν ὁµολογεῖται κατά προσέγγιση ἤ ποσοστά! Ἡ
γειτνίαση µάλιστα δέν ἀποκλείει τόν κίνδυνο νά ἐκλάβουµε τό ψεῦδος ὡς ἀλήθεια
καί τήν ἀλήθεια ὡς ψεῦδος, ἀφοῦ, κατά τόν µέγα στή Θεολογία Θεῖο Γρηγόριο τόν
Παλαµᾶ, οἱ λόγοι τῆς εὐσεβείας καί τῆς δυσσεβείας γειτνιάζουν καί ὅσοι δέν προσέχουν
τίς λεπτοµέρειες ἐκεῖνοι καί ἐξαπατῶνται, κατά τά ἀνωτέρω. Τέλος, µέ φόβο καί
συστολή ὑπενθυµίζω καί τήν ἄλλη σοφή καί σαφῶς θεοφώτιστη ἐπισήµανση τοῦ
προαναφερθέντος Θεολόγου Πατρός, ἡ ὁποία πρέπει νά ἀπασχολεῖ (καί) τούς
Καθηγητές τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν µας, ἄνδρες καί γυναῖκες, λαϊκούς καί Κληρικούς,
ὅτι πονηρά δόγµατα καί πονηρά πάθη ἀλληλοεισάγονται, ὅταν µᾶς ἐγκαταλείπει ἡ
χάρις τοῦ Θεοῦ! Καί, τότε καµµία στείρα ἀκαδηµαϊκή ἰδιότητα δέν µπορεῖ νά µᾶς
καθιστᾶ εἰδήµονες στά τῆς Θεολογίας, ἀλλά µᾶλλον ἐπικίνδυνους καί ἀκατάλληλους
νά τήν διακονοῦµε. Τό γενικό καί τελικό συµπέρασµά µας εἶναι ὅτι: Ἡ ἐν λόγω
διοργάνωση πραγµατοποιήθηκε ὡς «ἀντί»-Ἡµερίδα ἔναντι τῶν ἀπόψεων, θέσεων καί δηµοσιευµάτων
τῶν ἀντιτιθεµένων γιά µία σειρά τεκµηριωµένων ἐκκλησιολογικῶν, Θεολογικῶν καί
Κανονικῶν λόγων στή σύγκληση καί τά Κείµενα τῆς λεγοµένης Ἁγίας καί Μεγάλης
Συνόδου, ἡ ὁποία, ἐκτός ἀπροόπτου θά συγκληθεῖ τόν προσεχῆ Ἰούνιο στή µεγαλόνησο
Κρήτη. Τό ἔλλειµµα ἐνηµερώσεως περί αὐτῆς (τῆς Συνόδου) καί περί τῶν
προσυµπεφωνηµένων Κειµένων ἐπί τῶν διαφόρων θεµάτων της εἶναι µεγάλο καί ἀδικαιολόγητο.
Σοβαρές ἐπιφυλάξεις ὑπάρχουν γιά τήν κανονικότητα τῆς συγκλήσεως καί τόν τρόπο
λήψεως τῶν ὅποιων ἀποφάσεών της. Τό σηµαντικότερο, ὅµως, ὅλων παραµένει τό
ζήτηµα τοῦ σκοποῦ συγκλήσεώς της καί τῶν µέσων τά ὁποῖα µετέρχεται γιά τήν ἐπίτευξή
του. Τόσο ἀπό τήν γενοµένη ἐν Φαλήρῳ ἐνηµερωτική Ἡµερίδα (23/3/2016) γιά τήν Ἁγία
καί Μεγάλη Σύνοδο, ὅσο καί ἀπό τήν Ἡµερίδα πού διοργανώθηκε ἀπό τήν Κοσµητεία τῆς
Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστηµίου Ἀθηνῶν (5/4/2016), προκύπτει (ἀπό θετικῆς
καί ἀρνητικῆς σκοπιᾶς, ἀντιστοίχως) ὅτι οἱ ἐµπνευστές καί διοργανωτές τῆς
Συνόδου αὐτῆς ἐπιδιώκουν δι’ αὐτῆς τήν πανορθόδοξη νοµιµοποίηση τῶν διεξαγοµένων
Θεολογικῶν ∆ιαλόγων, τήν ἀθώωση καί ἀπαλλαγή ἀπό κάθε ἀπορριπτική κρίση τῆς
λεγοµένης Οἰκουµενι(στι)κῆς Κινήσεως µέ τήν ταυτόχρονη ἀποδοχή τῆς ἀξίας τοῦ
θεσµικοῦ ἔργου τοῦ Π.Σ.Ε. καί ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει τήν διά παραδοχῆς, ἀνοχῆς ἤ
ἐπιβολῆς, ἀποδοχή τῆς ὀρθῶς χαρακτηριζοµένης παναιρέσεως τοῦ ἀντιχρίστου καί ἐκκλησιοµάχου
Οἰκουµενισµοῦ, στήν προοπτική τῆς καί πολιτικῶς προωθουµένης πανθρησκειακῆς ἑνώσεως.
Ὁ Οἰκουµενισµός σήµερα ἀποτελεῖ τήν ἀθεωτάτη µεταστοιχείωση τῶν πάντων, δηλαδή ὅ,τι
ἀκριβῶς καί ἡ φρικτή Εἰκονοµαχία, ἡ ὁποία ταλαιπώρησε τήν Ἐκκλησία περισσότερο ἀπό
ἕνα αἰώνα. Συνιστᾶ (ὁ Οἰκουµενισµός), ἐν τελικῇ ἀναλύσει, βλασφηµία κατά τοῦ
Θείου Προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί κατάλυση τοῦ ἔργου τῆς Σωτηρίας, τό ὁποῖο
συντελεῖται µόνον δι’ Αὐτοῦ καί ἐν Αὐτῷ, ἤτοι ἐν τῇ Μιᾷ, Ἁγίᾳ, Καθολικῇ καί Ἀποστολικῇ
Ἐκκλησίᾳ Του.
Διά τό δημοσιευθέν 1ο μέρος τοῦ ἄρθρου ὁ συντάκτης του μᾶς
ἀπέστειλε τίς κάτωθι διορθώσεις: α) Στήν 6η σελίδα τοῦ φύλλου, τήν δευτέρα
στήλη καί τήν δευτέρα παράγραφο τοῦ κειμένου ἀντικαθίσταται ἡ λέξη «ἀντιθεολογική»
ἀπό τήν ὀρθή, ἀντιεκκλησιολογική, β) Στήν ὡς ἄνω σελίδα, στήλη καί τήν τρίτη
παράγραφο, ἀντικαθίσταται ἡ λέξη «τριαδικό» ἀπό τήν ὀρθή, τριαδολογικοῦ τύπου,
γ) Στήν ὡς ἄνω σελίδα, στήλη καί τήν πέμπτη παράγραφο, ἀντικαθίσταται ἡ λέξη «Ἐκκλησία»
ἀπό τή λέξη, διδασκαλία. ε) Στήν ὡς ἄνω σελίδα, στήλη καί τήν ἐνάτη παράγραφο, ἀντικαθίστανται
οἱ λέξεις «διερρηγμένην» καί «διϊσταμένας» ἀπό τίς λέξεις, διηρημένην καί
διατμηθείσας, ἀντιστοίχως, στ) Στήν ὡς ἄνω σελίδα, στήλη καί τήν τελευταία παράγραφο
ἀντικαθίσταται ἡ φράση «νά κάνει λόγο περί μή ταυτιζομένων» ἀπό τή διατύπωση,
νά κάνει ἀσαφῶς λόγο περί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου