Ἡ Σύναξη
Προκαθηµένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὴ Γενεύη (22- 28 Ἰανουαρίου 2016) ἀπεκάλυψε
τὸ φρόνηµα σχεδὸν ὅλων τῶν Προκαθηµένων καὶ τὸν «θρυµµατισµένο φωτισµὸ τῆς Ἱερωσύνης»
των, κατὰ τὸν Ἅγιο Μάξιµο τὸν Ὁµολογητή*. Μὲ τὸ ἄρθρο 6 τοῦ κειµένου «Ἀπόφασις
σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν χριστιανικὸ κόσµο» κατοχυρώνεται ἡ
κακοδοξία περὶ «διηρηµένης Ἐκκλησίας». Ἀναφέρει: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει
τὴν ἱστορικὴν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ὁµολογιῶν..». Τὸ ἄρθρο 6
ταυτίζεται µὲ τὴν παναιρετικὴ Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 τοῦ Πατριαρχείου Κων/λεως (ΠΡΟΣ
ΤΑΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ) ποὺ ἀναφέρει: «Ἡ παραδοχὴ ἑνιαίου ἡµερολογίου
πρὸς ταυτόχρονον ἑορτασµὸν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν»
τῶν µεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν» (θέµα α). Ἀκυρώνει τὸ ἄρθρο 7 τοῦ Συµβόλου τῆς
Πίστεως περὶ Μιᾶς Ἁγίας Κα- θολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Στὸ ἄρθρο (Ζ) τῆς
Ἐγκυκλίου τοῦ 1920 ἀλλοιώνεται ἡ ἀλήθεια τῶν δογµάτων καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις
«διὰ τῆς ἀπαθοῦς καὶ ἐπὶ τὸ ἱστορικότερον ἐξετάσεως τῶν δογµατικῶν διαφορῶν ἀπὸ
τῆς ἕδρας καὶ ἐν ταῖς συγγραφαῖς». Τὰ δύο ἄρθρα τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920, τῆς ὁποίας
οἱ ἀποφάσεις προκάλεσαν σχίσµα στὴν Ἐκκλησία τὸ 1924, ἀνατρέπουν ἐπιπλέον τὴν
θεολογία περὶ Βαπτίσµατος καὶ τὴν Ἐκκλησιολογία τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἡ ἄρνηση
τῆς δογµατικῆς ἀληθείας, σχεδὸν ὅλων τῶν Προκαθηµένων, ἐκφράζεται καὶ σὲ ἄλλα
κείµενα τῆς Συνάξεως ὅπως π.χ. στὸ κείµενο «Τὸ µυστήριο τοῦ γάµου καὶ τὰ
κωλύµατα», ποὺ καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ συνέχεια τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920, ἡ ὁποία λέγει:
«διὰ τοῦ διακανονισµοῦ µεταξὺ τῶν διαφόρων ὁµολογιῶν τοῦ ζητήµατος τῶν µικτῶν
γάµων». (θέµα ι.) Ἤδη ἀπὸ τὸ 1920 συζητεῖται ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νὰ δέχεται τοὺς
µικτοὺς γάµους (ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων). Οἱ περισσότερες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες
δέχονται ἐδῶ καὶ δεκάδες χρόνια µικτοὺς γάµους, ὅλως ἀντικανονικῶς καὶ χωρὶς
συνοδικὴ ἀπόφαση. Τὸ κείµενο τῆς Συνάξεως «Τὸ µυστήριο τοῦ γάµου καὶ τὰ
κωλύµατα», τὸ ὁποῖο δὲν ὑπεγράφη ἀπὸ τὰ Πατριαρχεῖα Γεωργίας καὶ Ἀντιοχείας, ἀναφέρει
µεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς: «Ἀπαραίτητος προϋπόθεσις διὰ τὸν γάµον εἶναι ἡ πίστις εἰς
τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, µία πίστις, τὴν ὁποίαν ὀφείλουν νὰ ἀποδέχωνται ὁ νυµφίος καὶ
ἡ νύµφη, ὁ ἀνὴρ καὶ ἡ γυνή... i. ὁ γάµος Ὀρθοδόξων µεθ᾽ ἑτεροδόξων κωλύεται κατὰ κανονικὴν ἀκρίβειαν, µὴ
δυνάµενος νὰ εὐλογηθῆ (κανὼν 72 τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλλῳ συνόδου) δυνάµενος ὅµως
νὰ εὐλογηθῆ κατὰ συγκατάβασιν καὶ διὰ φιλανθρωπίαν, ὑπὸ τὸν ρητὸν ὅρον ὅτι τὰ ἐκ
τοῦ γάµου τούτου τέκνα θέλουν βαπτισθῆ καὶ ἀναπτυχθῆ ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ 7)
Ἡ ἐφαρµογὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονοµίας σχετικῶς ὀφείλει νὰ ἀντιµετωπίζηται ὑπὸ
τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἑκάστης αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, συµφώνως πρὸς τὰς ἀρχὰς
τῶν ἱερῶν κανόνων, ἐν τῷ πνεύµατι τῆς ποιµαντικῆς διακρίσεως, ἐπὶ τῷ σκοπῷ τῆς
σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου». Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν διαστρέβλωση τοῦ 72 κανόνος τῆς Πενθέκτης
Οἰκουµενικῆς Συνόδου, πρόκειται γιὰ µία ἐκ βάθους ἀσέβεια τῶν Προκαθηµένων· µία
φοβερὴ βλασφηµία κατὰ ὅλων τῶν Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουµενικῶν Συνόδων. Στὸ
Πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρονται οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία σὲ καµία
περίπτωση δὲν δέχεται – καὶ δὲν µπορεῖ ποτὲ νὰ δέχεται – µικτοὺς γάµους.
Σύµφωνα µὲ τὸν 72ον κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουµενικῆς Συνόδου «δὲν εἶναι
συγκεχωρηµένον νὰ παίρνη ὀρθόδοξος ἄνδρας αἱρετικὴν γυναίκα, ἢ γυναίκα ὀρθόδοξος
αἱρετικὸν ἄνδρα. Εἰ δὲ καὶ τοῦτο ἤθελε κάµει τινάς, νὰ εἶναι ὁ γάµος ἄκυρος καὶ
τὸ παράνοµον αὐτὸ νὰ χωρίζεται συνοικέσιον, διότι δὲν πρέπει νὰ ἑνώνεται ποτὲ ὁ
λύκος µὲ τὸ πρόβατον, καὶ ὁ κλῆρος τῶν ἁµαρτωλῶν καὶ αἱρετικῶν µὲ τὴν µερίδα τοῦ
Χριστοῦ καὶ τῶν ὀρθοδόξων. Ὅποιος δὲ ἤθελε παραβῆ τὸν παρόντα Κανόνα, νὰ ἀφορίζεται.
(1) Ὅρα καὶ τὸν ιδ´ τῆς δ´. (1) Ἂς
φοβηθοῦν τὸ ἐπιτίµιον τῆς παρούσης Συνόδου οἱ Ἀρχιερεῖς, ὁποῦ εὑρίσκονται εἰς τὰς
ἐπαρχίας τῶν νησίων, καὶ ὅλων ἐκείνων τῶν τόπων, εἰς τοὺς ὁποίους εὑρίσκονται
Λατῖνοι, καὶ κατ’ οὐδένα τρόπον ἂς µὴ συγχωροῦν νὰ παίρνη Λατῖνος ὀρθόδοξον
γυναῖκα, ἢ Λατινὶς γυνὴ ὀρθόδοξον ἄνδρα. Ποία γὰρ κοινωνία ἠµπορεῖ νὰ γένη τοῦ ὀρθοδόξου
µέρους µετὰ τοῦ αἱρετικοῦ; ὄχι καὶ καθ’ οἱονδήτινα τρόπον φθάσουν ἄνευ τῆς εἰδήσεώς
των νὰ συζευχθοῦν τοιοῦτοι γάµοι παράνοµοι, ἂς τοὺς χωρίζουν παρευθύς, κατὰ τὸν
Κανόνα τοῦτον, ἔξω µόνον ἂν βαπτισθῆ ὀρθοδόξως τὸ λατινοφρονοῦν πρόσωπον.». (ἑρµηνεία
καὶ παραποµπή, Πηδάλιον, ἔκδ. Ρηγοπούλου, σελ. 283) Στὸ ἴδιο πνεῦµα συµβαδίζει
καὶ ὁ 31ος τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου: «δὲν πρέπει, λέγω, εἰς κανένα αἱρετικὸν
νὰ δίδουσιν οἱ Χριστιανοὶ τοὺς υἱοὺς καὶ θυγατέρας αὐτῶν πρὸς γάµου κοινωνίαν, ἵνα
µὴ µεταστρέψουσιν αὐτοὺς ἀπὸ τὴν ὀρθὴν πίστιν εἰς τὰ κακόδοξα αὐτῶν δόγµατα, µᾶλλον
δὲ αὐτοὶ νὰ λαµβάνουσιν ἐκ τῶν αἱρετικῶν, ἐὰν ὅµως αὐτοὶ ὑποσχεθοῦν καὶ
µετατεθοῦν πρῶτον ἐκ τῆς αἱρέσεως εἰς τὴν ὀρθοδοξίαν. Ὅρα καὶ τὸν ιδ´ τῆς δ’. (ἑρµηνεία,
Πηδάλιον, σελ. 433). Οἱ µικτοὶ γάµοι κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας εἶναι ἄκυροι Στῶµεν
Καλῶς Ἅγιοι Ἐπίσκοποι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας µας. Ἔχοµεν ἀνάγκη ὁµολογητῶν ἐπισκόπων
στὶς ἡµέρες µας. Ἀξίζει τέλος νὰ ἀναφέροµεν τὸν µακαριστὸν Ἅγιον Παΐσιον, ποὺ δὲν
δέχθηκε νὰ εἴπει µαζὶ µὲ αἱρετικοὺς παπικοὺς στὸ ὑπαίθριο Ἀρχονταρίκι του – ὄχι
σὲ ἱερὸ ναὸ – οὔτε τὸ «Πάτερ ἡµῶν» γιατί, ὅπως τοὺς εἶπε, «δὲν συµφωνοῦµε στὸ
δόγµα», καὶ ἐπίσης «Μεταξὺ ἡµῶν καὶ ὑµῶν “χάσµα µέγα ἐστί”». (Γέρ. Παϊσίου Ἁγιορείτου,
Λόγοι Ε´. Πάθη καὶ Ἀρετές, ἔκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου «Εὐεγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ
Θεολόγος, Σουρωτὴ Θεσσαλο- νίκης).
*ΑΓ. ΜΑΞΙΜΟΣ Ο
ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Σχόλια εἰς τὸ Περὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραχίας 5, 2.4 PG 4,164Α. Πρβλ. ΑΓ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, Περὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς
Ἱεραρχίας 3,2 PG 3, 428A.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου