Παναγιώτης Τσάλλος, Ιστορικός
Σύμφωνα με τους
Έλληνες προχριστιανικούς φιλοσόφους, η αλήθεια, δηλαδή η αντικειμενική γνώση
των πραγμάτων, είναι κάτι που απασχολεί λίγους ανθρώπους αφού οι περισσότεροι
αναπαύονται σε ότι τους σερβίρουν. Ο Θουκυδίδης[1] αναφέρει
ότι «Oὕτως ἀταλαίπωρος τοῖς πολλοῖς ἡ ζήτησις τῆς ἀληθείας, καὶ ἐπὶ τὰ ἑτοῖμα
μᾶλλον τρέπονται».[2] Η αλήθεια
όμως είναι απαραίτητη για μία σωστή βιοτή. Ο Διογένης Λαέρτιος νουθετών ημάς,
λέγει: «εὐσέβειαν ἀσκεῖν, σωφροσύνην φιλεῖν, ἀλήθειαν ἔχειν».[3] Άπειρα
είναι τα χωρία που δείχνουν ότι για τους αρχαίους Έλληνες στοχαστές η αλήθεια
ήταν το ύψιστο ζητούμενο της ζωής τους.
Στην κατά και μετά Χριστόν εποχή, η Ορθόδοξη
Εκκλησία διατύπωσε και διαφύλαξε το μυστήριον της Αληθείας με τρόπο που θα
ζήλευε και ο πιο λαμπρός αναζητητής της κοσμικής σοφίας. Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή
Ιωάννη, σε κάποιο σημείο της ανακρίσεως του Θεού από τον άνθρωπο, ο Πιλάτος
ρώτησε τον Κύριο «τὶ ἐστιν ἀλήθεια». Μπορεί ο Πιλάτος να μην έλαβε ποτέ
την απάντηση στο ερώτημά του,[4] όμως ο
Κύριος σε άλλο σημείο της επίγειας ζωής Του έδωσε ξεκάθαρα την απάντηση στον
πανανθρώπινο αυτό προβληματισμό. Αναλυτικότερα, λίγο πριν τη σύλληψη και κατά
τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, ο Κύριος όρισε άπαξ την μία και μοναδική
Αλήθεια, λέγων: «έγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή».[5] Άρα λοιπόν
ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι η Aλήθεια.[6] Ο Μέγας
Αθανάσιος λέγει περί τούτου ότι: οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ
Πατρὶ ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ Πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας
αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεὸς, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ
προσκυνεῖν.» Δέδεικται τοίνυν ἐντεῦθεν, ὡς ἡ ἀλήθεια μὲν αὐτὸς ὁ Υἱός ἐστιν, ὡς
αὐτός φησιν· «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια·» περὶ οὗ καὶ ὁ προφήτης Δαβὶδ ἐπεκαλεῖτο
λέγων· «Ἐξαπόστειλον τὸ φῶς σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου.» Οἱ ἀληθινοὶ τοίνυν
προσκυνηταὶ προσκυνοῦσι μὲν τῷ Πατρῖ, ἀλλ' ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ, ὁμολογοῦντες
Υἱὸν καὶ ἐν αὐτῷ τὸ Πνεῦμα. Ἀχώριστον γὰρ τοῦ Υἱοῦ τὸ Πνεῦμα, ὡς ἀχώριστος ὁ Υἱὸς
τοῦ Πατρός.[7] Δηλαδή
ο Μέγας της Εκκλησίας διδάσκαλος μας λέγει ότι, α) η Αλήθεια είναι Αυτός ο Υιός
και Λόγος του Θεού, και β) ο Θεός Πατήρ ζητά αληθινούς πιστούς που Τον
ομολογούν και προσκυνούν εν Αγίω Πνεύματι και Αληθεία (=Χριστώ), αδιαίρετο από
τα άλλα δύο Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω ότι
αφού όλα τα ιδιώματα των Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι κοινά, πλην του
αγέννητου, του γεννητού και του εκπορευτού, αυτό σημαίνει ότι η Αγία Τριάς
είναι η Αλήθεια. Αλήθεια ο Πατήρ, Αλήθεια ο Υιός, Αλήθεια και το Άγιον Πνεύμα.
Σε άλλο έργο του ο Μέγας Αθανάσιος μας
πληροφορεί περί της Αληθείας γράφων: «Ἀληθὴς
δέ ἐστιν ὁ Θεὸς, οὐχ ὡς μὴ ψευδόμενος· οὐδὲν γάρ ἐστιν ἐναντίον αὐτῷ· οὐδὲ ὡς ἄνθρωπος
ἑτέρῳ μαρτυρῶν τὸ ἀληθές· οὐδενὶ γὰρ ὑπεύθυνός ἐστιν· ἀλλ ' ὡς αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν
γεννῶν, καὶ Πατὴρ ὑπάρχων τοῦ Κυρίου λέγοντος· «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια·» ἀληθείας δὲ
φίλον τὸ ψεῦδος οὐκ ἄν ποτε γένοιτο. Ὅθεν ἀληθείας μὲν κατὰ τὸν ψαλμῳδὸν ἐκζητῶν
ὁ Κύριος, τὸ δὲ ψεῦδος ἀφ' ἑαυτοῦ ῥίπτει, καὶ ἀλλότριον ποιεῖ, λέγων· «Υἱοὶ ἀλλότριοι
ἐψεύσαντό μοι.» Ἐψεύσαντο γὰρ οἱ Ἰουδαῖοι κατὰ τοῦ Σωτῆρος, καὶ τὸν νόμον ἐπαγγειλάμενοι
φυλάττειν, οὐκ ἠλήθευσαν, ἀλλὰ παρηνόμουν κατὰ τοῦ δεδωκότος αὐτὸν, θάνατον ἀντὶ
χάριτος μηχανώμενοι τῷ Κυρίῳ. Ἀπεβλήθησαν γοῦν εἰκότως, καὶ ὃν, ψευσάμενοι, κατὰ
τοῦ Κυρίου θάνατον ἐπήγαγον, τοῦτον αὐτοὶ καθ' ἑαυτῶν ἀληθῶς ἐπεσπάσαντο· ὡς καὶ Ἀνανίας καὶ Σάπφειρα ἐν ταῖς Πράξεσι τῶν ἀποστόλων».[8]
Δηλαδή, επειδή ο Θεός είναι Αληθής
γι' αυτό απορρίπτει το ψεύδος και δεν έχει ουδεμία σχέση με αυτό. Κατά
τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ο εχθρός της Αληθείας είναι το ψεύδος το οποίο
είναι εκ του διαβόλου, διότι αυτός πρώτος είπε ψέμματα στην Εύα για να την
δελεάσει και να την κάνει να αμαρτήσει.[9] Γι' αυτό
είναι τόσο σημαντικό για μας τους Ορθοδόξους να υπηρετούμε την Αλήθεια και όχι
το ψεύδος, αφού υπηρετώντας το ψεύδος, υπηρετείς ουσιαστικά τον διάβολο.[10] Αξίζει εδώ
να αναφερθεί ότι κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου μας, «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ
κυρίοις δουλεύειν. Ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται
καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει».[11] Γι´ αυτό
μην ξεγελιόμαστε αδελφοί, κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να υπηρετήσει την Αλήθεια και
το ψεύδος μαζί, την Αγία Τριάδα και τον σατανά. Ουσιαστικά, όλη μας η επίγεια
ζωή είναι ένας αγώνας για να αποδείξουμε ποιόν αφέντη θέλουμε να υπηρετούμε...
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί μία ιστορία της Καινής Διαθήκης που
επιβεβαιώνει τα όσα γράψαμε προηγουμένως περί ακοινωνησίας μεταξύ
Αληθείας και ψεύδους . Διαβάζουμε στις Πράξεις των Αποστόλων ότι: «Ένας
άνθρωπος, Ανανίας ονόματι, μαζί με τη γυναίκα του την Σαπφείραν πούλησε το
κτήμα του και ξεχώρισε και κράτησε δια τον εαυτόν του ένα μέρος από τα
εισπραχθέντα χρήματα, με γνώσιν και συγκατάθεσιν της γυναικός του. Και αφού
έφερε το υπόλοιπον μέρος των χρημάτων, το έθεσε εις τους πόδας των Αποστόλων.
Του είπε δε ο Πέτρος: "Ανανία διατί άφησες τον Σατανά να γεμίσει με
πονηρίαν την καρδίαν σου; Γιατί είπες ψέματα στο Άγιο Πνεύμα και κράτησες για
τον εαυτό σου ένα μέρος από το αντίτιμο του κτήματος; Όσο ήταν απούλητο δεν
ήταν δικό σου; Κι όταν πουλήθηκε, πάλι στο χέρι σου δεν ήταν να κρατήσεις το
αντίτιμο; Γιατί σκέφτηκες να κάνεις αυτό το πράγμα; Δεν είπες ψέματα σε
ανθρώπους, αλλά στο Θεό." Ακούγοντας ο Ανανίας τα λόγια αυτά έπεσε κάτω
και ξεψύχησε. Και έπεσε μεγάλος φόβος εις όλους εκείνους που ήκουαν αυτά.
Μερικοί νέοι πήγαν και τον ετοίμασαν για την ταφή, τον έβγαλαν έξω και τον
έθαψαν. Είχαν περάσει περίπου τρεις ώρες, όταν μπήκε μέσα η γυναίκα του, μη
γνωρίζοντας τι είχε συμβεί. Την ρώτησε δε ο Πέτρος: "Πες μου, τόσο
πουλήσατε το κτήμα;" Κι αυτή είπε: "Ναι, τόσο." Ο δε Πέτρος της
είπε τότε: "Γιατί συμφωνήσατε να προκαλέσετε το Πνεύμα του Κυρίου; Κοίτα,
αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη πόρτα εκείνοι που έθαψαν τον άντρα σου. Αυτοί θα
βγάλουν κι εσένα." Την ίδια στιγμή, αυτή έπεσε μπρος στα πόδια του και
ξεψύχησε».[12]
Η ύπαρξη του ψεύδους στην πνευματική ζωή
των Ορθοδόξων έχει πάντοτε ολέθριες συνέπειες. Ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ λέγει περί του
ζητήματος ότι: «Ως μέσο καταστροφής του ανθρώπινου γένους χρησιμοποιήθηκε
από τον πεσμένο άγγελο (τον Εωσφόρο) το ψεύδος, η απάτη. Γι´ αυτό ο Κύριος ονόμασε τον διάβολο ψεύτη
και πατέρα του ψεύδους και ανθρωποκτόνο εξαρχής. Το ψεύδος το συνέδεσε στενά ο
Χριστός με την ανθρωποκτονία, γιατί η δεύτερη είναι οπωσδήποτε συνέπεια του
πρώτου. Λέγοντας, μάλιστα, πως ο διάβολος ήταν ανθρωποκτόνος εξαρχής, θέλει να
δείξει ότι το ψεύδος από την αρχή το χρησιμοποίησε, και συνεχίζει ακατάπαυστα
να το χρησιμοποιεί, ως μέσο θανατώσεως και καταστροφής των ανθρώπων. Η αρχή του
κακού είναι ο ψευδής λογισμός. Αυτός είναι η πηγή της αυταπάτης και της
δαιμονικής πλάνης. Με το ψεύδος ο διάβολος προκάλεσε τον αιώνιο θάνατο των
ανθρώπων στις ρίζες τους, στους προπάτορές του. Οι προπάτορες απατήθηκαν,
δέχτηκαν δηλαδή το ψεύδος για αλήθεια, όπως ομολόγησε η Εύα: «Το φίδι με απάτησε
και έφαγα». Έτσι προσβλήθηκαν από τη θανατηφόρα αμαρτία... ...Απ´ αυτή
τη θεώρηση για την κατάσταση του ανθρώπου ως προς τη σχέση του με το καλό και
το κακό, απορρέει ο ακόλουθος ορισμός της πλάνης: Πλάνη είναι η αποδοχή του
ψεύδους ως αλήθειας... ...Η δε κατάσταση της πλάνης είναι κατάσταση ολέθρου και
θανάτου αιώνιου».[13]
Μόνο υπό το
πρίσμα της Ορθοδόξου διδασκαλίας μπορούμε να κατανοήσουμε επαρκώς τους αγώνες
και τα μαρτύρια των Αγίων για ζητήματα πίστεως και δικαιοσύνης, δηλαδή
Αληθείας. Ζητήματα που σε εμάς τους
χλιαρούς χριστιανούς των εσχάτων χρόνων
μπορεί να φαντάζουν ασήμαντα ή και εντελώς ανύπαρκτα. Θα αναφέρω εδώ μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα
από τους βίους και τα συγγράμματα των Αγίων
που δείχνουν με σαφήνεια την βαθύτατη αγάπη αυτών προς την Αλήθεια, αλλά
και την αποστροφή τους για οτιδήποτε ψευδές. O Άγιος Ειρηναίος γράφει ότι: «Ἰωάννης
ὁ τοῦ Κυρίου μαθητὴς ἐν τῇ Ἐφέσῳ πορευθεὶς λούσασθαι καὶ ἰδὼν ἔσω Κήρινθον ἐξήλατο
τοῦ βαλανείου μὴ λουσάμενος, ἀλλ' ἐπειπών · »Φύγωμεν, μὴ καὶ τὸ βαλανεῖον
συμπέσῃ, ἔνδον ὄντος Κηρίνθου τοῦ τῆς ἀληθείας ἐχθροῦ.» Καὶ αὐτὸς δὲ ὁ
Πολύκαρπος Μαρκίωνί ποτε εἰς ὄψιν αὐτῷ ἐλθόντι καὶ φήσαντι· «Ἐπιγίνωσκε ἡμᾶς», ἀπεκρίθη
· «Ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ.» Τοσαύτην οἱ ἀπόστολοι καὶ
οἱ μαθηταὶ αὐτῶν ἔσχον εὐλάβειαν πρὸς τὸ μηδὲ μέχρι λόγου κοινωνεῖν τινι τῶν
παραχαρασσόντων τὴν ἀλήθειαν , ὡς καὶ Παῦλος ἔφησεν · «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ
μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼςὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει
ὢν αὐτοκατάκριτος».[14] Δηλαδή,
ενώ βρισκόταν στην Έφεσο, ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος πήγε μία μέρα στο λουτρό
για να λουστεί. Μόλις έφτασε είδε εντός του λουτρού τον Κήρινθον και γι´ αυτό
έφυγε αμέσως λέγοντας: Ας φύγουμε μήπως και γκρεμιστεί το λουτρό, αφού μέσα του
βρίσκεται ο εχθρός της Αληθείας, Κήρινθος. Και αυτός δε ο άγιος Πολύκαρπος
απάντησε κάποτε στον Μαρκίωνα που τον ρωτούσε αν ξέρει γι´ αυτόν, ότι: ξέρω για
σένα, ξέρω, τον πρωτότοκον υιό του Σατανά! Τόση ευλάβεια είχαν οι απόστολοι και
οι μαθητές τους, που δεν δεχόταν ούτε με τον λόγο να κοινωνήσουν με αυτούς που
παραχάραζαν την αλήθεια. Ο δε Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εκφράζοντας την
διαχρονική άποψη της Εκκλησίας περί της Αληθείας λέγει ότι: «Καὶ γὰρ οἱ τῆς
τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας τῆς ἀληθείας εἰσί· καὶ οἱ μὴ τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδὲ τῆς
τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας εἰσί, καὶ τοσοῦτο μᾶλλον, ὅσον ἂν καὶ σφῶν αὐτῶν
καταψεύδοιντο, ποιμένας καὶ ἀρχιποιμένας ἱεροὺς ἑαυτοὺς καλοῦντες καὶ ὑπ’ ἀλλήλων
καλούμενοι· μηδὲ γὰρ προσώποις τὸν χριστιανισμόν, ἀλλ’ ἀληθεία καὶ ἀκριβεία
πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα». Δηλαδή, στην Εκκλησία ανήκουν όσοι
είναι της Αλήθειας· όσοι δεν είναι της Αλήθειας δεν ανήκουν στην Εκκλησία· έστω
και αν ονομάζουν τους εαυτούς τους ποιμένες και αρχιποιμένες. Ο Χριστιανισμός
δεν χαρακτηρίζεται από τα πρόσωπα, αλλά από την αλήθεια και την ακρίβεια της
πίστεως.[15]
Τα ανωτέρω χωρία μας φανερώνουν ότι ένας
άλλος θανάσιμος εχθρός της ψυχικής μας σωτηρίας και σύμφυτος του ψεύδους είναι η αίρεση. Κατά τους Άγιους πατέρες η
αίρεση είναι η θεομίσητος προδοσία της Αλήθειας, ενώ όλοι οι αιρετικοί είναι
συκοφάντες και κατήγοροι αυτής. Οι αιρέσεις προέρχονται από υπερήφανους
ανθρώπους που ζουν υπό την επήρεια και έμπνευση του πατέρα του ψεύδους,
Εωσφόρου. Αναλυτικότερα, ο Μέγας Αθανάσιος λέγει ότι: «Αἱρετικὸς δέ ἐστι
συκοφάντης καὶ κατήγορος ἀληθείας. Αἵρεσις ἡ ψευδὴς ὑπόληψις τοῦ μὴ ὄντος
»,[16] δηλαδή ο
αιρετικός είναι συκοφάντης και κατήγορος της Αληθείας, ενώ η αίρεση είναι η
ψευδής δοξασία του μη όντος. Σε μία επιστολή του δε, ο ίδιος Άγιος γράφει: «ὅτι
θεομίσητός ἐστιν ἡ αἵρεσις, κἂν ἀνθρώπους ἔχῃ προστάτας».[17] Ο Άγιος
Ιωάννης ο Δαμασκηνός, εις εκ των σημαντικότερων Πατέρων της Εκκλησίας, μας προειδοποιεί λέγων: «Αἵρεσίς ἐστι περὶ
πίστεως οὐκ ἀληθὴς δόξα».[18]
Σύμφωνα με την παράδοση της Ορθοδόξου
Εκκλησίας τα αποτελέσματα της αιρέσεως στην ψυχή του ανθρώπου είναι τρομερά και
διόλου ευκαταφρόνητα. Ο Άγιος Απόστολος Παύλος λέγει ότι όποιος σας κηρύττει
ευαγγέλιο διαφορετικό από αυτό που σας κηρύξαμε, να είναι αναθεματισμένος,[19]ενώ ο Άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας παραγγέλλει να αποχωριζόμαστε από τον αμετανόητο
αιρετικό και να τον τοποθετούμε πιο κάτω και από τον ίδιο τον διάβολο![20] Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, «Ὥσπερ ὀφθαλμὸς
τεταραγμένος, οὕτω καὶ ἡ ψυχὴ τοῖς παρὰ φύσιν θολωθεῖσα δόγμασιν, οὐχ οἷά τε τὸ
φῶς τῆς ἀληθείας διιδέναι ἀκριβῶς, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν ποσὶ παρορᾷ»,[21] δηλαδή όπως
το ερεθισμένο μάτι δεν βλέπει με ευκρίνεια, έτσι και η ψυχή από τα παρά φύση
δόγματα εσκοτισμένη, είναι αδύνατον να δει με ακρίβεια όχι μόνο το φως της
Αληθείας, αλλά και αυτά που είναι μπροστά στα πόδια της. Πολύ σημαντική για το
θέμα μας είναι και η ιστορία από το Γεροντικό που ακολουθεί: «Ἔλεγον περὶ τοῦ
Ἀββᾶ Ἀγάθωνος, ὅτι ἀπῆλθόν τινες πρὸς αὐτόν, ἀκούσαντες ὅτι μεγάλην διάκρισιν ἔχει·
καὶ θέλοντες δοκιμάσαι αὐτὸν εἰ ὀργίζεται, λέγουσιν αὐτῶ· σὺ εἰ Ἀγάθων; ἀκούομεν
περὶ σοῦ ὅτι πόρνος εἶ, καὶ ὑπερήφανος· ὁ δὲ εἶπεν· ναί, οὕτως ἔχει· καὶ
λέγουσιν αὐτῶ· σὺ εἶ Ἀγάθων ὁ φλύαρος καὶ κατάλαλος; ὁ δὲ εἶπεν· ἐγώ εἰμι·
λέγουσι πάλιν· σὺ εἶ Ἀγάθων ὁ αἱρετικός; καὶ ἀπεκρίθη· οὔκ εἰμι αἱρετικός· καὶ
παρεκάλεσαν αὐτὸν λέγοντες· εἰπὲ ἡμῖν διατὶ τοσαῦτα εἴπομέν σοι, καὶ κατεδέξω,
τὸν δὲ λόγον τοῦτον οὐκ ἐβάστασας; λέγει αὐτοῖς· τὰ πρῶτα, ἐμαυτῶ ἐπιγράφω· ὄφελος
γάρ ἐστι τῆ ψυχῆ μου· τὸ δὲ αἱρετικός, χωρισμός ἐστιν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, καὶ οὐ
θέλω χωρισθῆναι ἀπὸ Θεοῦ».[22]
Μία άλλη τρομερή παρανόηση και πλάνη που
οδηγεί με βεβαιότητα στην αιώνια απώλεια, είναι το να λογίζεται ως ουδέν η
κοινωνία με τους αιρετικούς. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως «κοινωνία»
εννοείται κυρίως το μνημόσυνο των
αιρετικών ιεραρχών κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και οι συμπροσευχές
με αυτούς που εξέπεσαν από την αληθινή πίστη.[23] Αυτή η
πλάνη είναι ψυχοκτόνος διότι κατά την παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν
αρκεί μόνον το να μην είναι κανείς αιρετικός, αλλά και το να μην έχει ουδεμία
κοινωνία με τους αιρετικούς· η κοινωνία με τους ακοινώνητους καθιστά
αιρετικό και τον κοινωνούντα! Αναλυτικότερα, ο Β´ Κανών της εν Αντιοχεία
Συνόδου ορίζει ότι: «ή τις τοῦ Κανόνος τoῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ τοῦτον
ἀκοινώνητον εἴναι»,[24] ενώ ο Ι´
Αποστολικός παραγγέλνει: «Εἴ τις ἀκοινωνήτω, κὰν ἐν οἴκω συνεύξηται, οὗτως ἀφοριζέσθω».[25]
Επιπρόσθετα ο ΙΕ´ Κανών της ΑΒ Συνόδου ορίζει:[26] «Εάν δε οι
ρηθέντες πρόεδροι είναι αιρετικοί, και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία,
και δια τούτο χωρίζονται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προτού να γίνει ακόμη
συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνο δια
τον χωρισμό δεν καταδικάζονται, αλλά και τιμής της πρεπούσης, ως ορθόδοξοι,
είναι άξιοι, επειδή όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν
αυτόν, αλλά μάλλον ελευθέρωσαν την Εκκλησία από το σχίσμα και την αίρεσιν των
ψευδεπισκόπων αυτών».[27] Παράλληλα
με τις αποφάσεις των Συνόδων, ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης αναφέρει σε μία από
τις επιστολές του ότι «όταν κάποιος έχει εκκλησιαστική κοινωνία με την
αίρεση, δεν μπορεί να γίνει φίλος του Θεού, αλλά παραμένει εχθρός και αν ακόμη προσφέρει
όλα τα χρήματα του κόσμου. Αλλά γιατί ομιλώ περί κοινωνίας; Ακόμη και αν
συντρώγει ή πίνει ή συνδέεται φιλικά με τους αιρετικούς είναι υπεύθυνος».[28] Στην
επιστολή ιε´ γράφει ο Άγιος περί του ιδίου ζητήματος ότι «άλλοι μεν
ναυάγησαν εντελώς προς την πίστη. Άλλοι δε, αν και δεν καταποντίσθηκαν από τις
αιρετικές σκέψεις, εξαιτίας όμως της εκκλησιαστικής τους κοινωνίας με την
αίρεση χάθηκαν και αυτοί μαζί τους»·[29] αλλά και
στην εξαιρετική λθ´ επιστολή του ο Άγιος μας νουθετεί γράφων: «Έργο δε του
μοναχού είναι το να μη ανέχεται να γίνεται η παραμικρή καινοτομία στο
Ευαγγέλιο, για να μη δώσουν στους κοσμικούς κακό παράδειγμα αιρέσεως και
εκκλησιαστικής συγκοινωνίας με αιρετικούς και έτσι λογοδοτήσουν για την ψυχική
τους απώλεια (σ.σ. των λαϊκών)».[30] Σύμφωνα
λοιπόν με την διδασκαλία του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου η εκκλησιαστική
συγκοινωνία με αιρετικούς οδηγεί στην ψυχική απώλεια ακόμα και τους λαϊκούς![31] Λίαν επίκαιρο είναι και το απόσπασμα της
επιστολής του Αγίου Γερμανού που ακολουθεί· «Να φεύγετε ολοταχώς μακριά από
τους ιερείς που υπέκυψαν στη λατινική υποταγή.[32]
Να μη συγκεντρώνεστε μαζί τους στην εκκλησία, ούτε να δέχεστε από τα χέρια τους
οποιαδήποτε ευλογία. Διότι είναι καλύτερο να προσεύχεστε μόνοι σας στα σπίτια
σας προς τον Θεό, παρά να συνάγεστε στην εκκλησία μαζί με τους υποταχθέντας
λατινόφρονας. Ει δ’ άλλως θα υποστείτε την ίδια κόλαση μ’ αυτούς».[33]
Αποκαλυπτικός είναι και ο άτλαντας της Ορθοδοξίας Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός όταν
μας λέγει ότι: «Οι περισσότεροι αδελφοί, έχοντας πάρει θάρρος από την εξορία
μου, ελέγχουν με αυστηρότητα τους αλητήριους και παραβάτες της ορθής πίστεως
και των πατρικών θεσμών. Τους διώχνουν επίσης από παντού ως καθάρματα, χωρίς να
ανέχονται να συλλειτουργούν μαζί τους, ούτε να τους μνημονεύουν καθόλου στα
μυστήρια ως Χριστιανούς... ...Να συμβουλεύσεις δε τους ιερείς του Θεού να
αποφεύγουν με κάθε τρόπο την εκκλησιαστική κοινωνία με τον λατινόφρονα
μητροπολίτη τους και ούτε να συλλειτουργούν μαζί του, ούτε να τον μνημονεύουν
καθόλου, ούτε να τον θεωρούν αρχιερέα, αλλά ως μισθωτό λύκο... ...Να αποφεύγετε
λοιπόν και εσείς αδελφοί, την εκκλησιαστική κοινωνία με τους ακοινωνήτους και
το μνημόσυνο των αμνημονεύτων.»![34]
Χρειάζεται στο σημείο αυτό αδελφοί να
θυμηθούμε ότι οι Άγιοι Πατέρες ποτέ δεν δίδαξαν αντίθετα ο ένας από τον άλλον,
αφού όλοι άντλησαν την διδασκαλία τους από την Αγία Γραφή, την Ορθόδοξη
παράδοση και τη προσωπική τους φωτισμένη εμπειρία. Όταν λοιπόν οι Άγιοι
παραγγέλνουν να αποτειχιζόμαστε,[35] δηλαδή να
διακόπτουμε την εκκλησιαστική κοινωνία με αυτούς που εξέπεσαν από την ορθή
πίστη, δεν μας διδάσκουν κάτι καινοφανές και επιζήμιο, άπαγε της βλασφημίας,
αλλά διδάσκουν μία ψυχοσωτήρια πράξη που μας διαφυλάττει από τον μολυσμό
της αιρέσεως και μας κρατά σε κοινωνία με την Αλήθεια· πράξη που πηγάζει
κατευθείαν από την διδασκαλία της Αγίας
Γραφής για το ακοινώνητο μεταξύ Αλήθειας και ψεύδους, φωτός και σκότους. Γράφει
λοιπόν ο προφητάνακτας Δαυίδ ότι «Οὐκ ἐκάθισα μετὰ συνεδρίου ματαιότητος καὶ
μετὰ παρανομούντων οὐ μὴ εἰσέλθω· ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων καὶ μετὰ ἀσεβῶν
οὐ μὴ καθίσω».[36] Στην
δεύτερη επιστολή του ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει: «Εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς
καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβὰνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῶ
μὴ λέγετε. Ὁ γὰρ λέγων αὐτῶ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς»,[37]
ενώ ο Απόστολος των εθνών Παύλος παραγγέλνει να απομακρυνόμαστε από κάθε
αδελφόν που συμπεριφέρεται άτακτα και δεν πορεύεται σύμφωνα με την παράδοση.[38] Παράλληλα
μας προειδοποίησε και για τον κίνδυνο των εσωτερικών εχθρών της Αληθείας
γράφων: «Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζεται ὑμῖν παρ’ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω»,[39]
αλλά και για το ακοινώνητο μεταξύ φωτός και σκότους: «τίς δὲ κοινωνία φωτὶ
πρὸς σκότος; τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;
ἢ τίς συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων;».[40] Εξαιρετικά
σημαντική για το θέμα μας είναι και η Δεσποτική Παραβολή του ποιμένος και των
προβάτων, διότι σε αυτή ο ίδιος ο Θεός μας αποκάλυψε ότι είναι ιδίωμα της
λογικής Του ποίμνης το να μην ακολουθεί αλλότριους ποιμένες. «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω
ὑμῖν, ὁ μὴ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων, ἀλλὰ ἀναβαίνων
ἀλλαχόθεν, ἐκεῖνος κλέπτης ἐστὶ καὶ λῃστής· ὁ δὲ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας
ποιμήν ἐστι τῶν προβάτων· τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ
ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα φωνεῖ κατ' ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά· ὅταν δὲ πάντα τὰ ἴδια
ἐκβάλῃ, ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται, καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν
φωνὴν αὐτοῦ· ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσουσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι
οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν».[41]
Τα όσα εγρὰφησαν στις προηγούμενες σελίδες,
θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα τους σύγχρονους πνευματικούς εχθρούς
της Αληθείας και των ψυχών μας· αν δεν καταλάβουμε γιατί μας επιβουλεύονται,
δεν θα τους αποφύγουμε, και αν δεν τους αποφύγουμε, θα υποστούμε την ίδια
κόλαση με αυτούς. Γράφει ο Μέγας Αθανάσιος: «Βαδίζοντες τὴν ἀπλανῆ και
ζωηφόρον ὁδόν, ὀφθαλμὸν μὲν ἐκκόψωμεν σκανδαλίζοντα, μὴ τὸν αἰσθητὸν ἀλλὰ τὸν
νοητὸν. Οῖον ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ πρεσβύτερος οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας
κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον
γὰρ ἐστιν ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οῖκον, ἤ μετ’ αὐτοὺς ἐμβληθῆναι ὡς μετὰ Ἄννα καὶ
Καϊάφα εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός».[42] Ο
πρώτιστος και φοβερότερος σύγχρονος εχθρός του Χριστού και της Εκκλησίας Του
είναι ο Οικουμενισμός. Πολύ ορθά έχει σημανθεί από τους σύγχρονους πατέρες ως
παναίρεση, αφού εντός του Οικουμενισμού όλες οι διαχρονικές πλάνες και αιρέσεις
ενώνονται και υπάγονται στην υπηρεσία «του κόσμου τούτου». Πώς γεννήθηκε όμως ο
σύγχρονος Οικουμενισμός και τι ακριβώς πρεσβεύει; Η απάντηση βρίσκεται στις δύο
πατριαρχικές εγκυκλίους του 1902 και 1920 οι οποίες με αυθαίρετο και καινοφανή
τρόπο καταργούν την διαχρονική τακτική που ακολουθούσε η Εκκλησία μας στον
δημόσιο διάλογο με τους ετερόδοξους.[43] Επικρατεί
πλέον μία νέα αντίληψη στην διεξαγωγή του διαλόγου που στηρίζεται σε καθαρά
κοινωνικά και πολιτικά κριτήρια. Κάθε θεολογική αναφορά απουσιάζει και ο
θεολογικός λόγος παραχωρεί την θέση του στην κοινωνική και πολιτική διπλωματία.
Η ευχή και επιθυμία της Ορθοδόξου Εκκλησίας να επανακάμψουν στους κόλπους Της
οι αποκοπέντες από Αυτήν αιρετικοί, λαμβάνει πλέον την μορφή της επιδίωξης για
μία άνευ της Αληθείας επίτευξη της «ενώσεως των εκκλησιών».[44] Μέσα από
απαράδεκτους συγκερασμούς και σχετικοποιήσεις της Αληθείας και των δογμάτων
επιβάλλεται δια του Οικουμενισμού μία ουνιτίζουσα τακτική, η οποία παγιώθηκε
στις μέρες μας και στηρίζεται σε καθαρά νεοεποχίτικη λογική. Με βάση αυτή την
νεοεποχίτικη και ουνιτίζουσα τακτική η Αλήθεια και η ακρίβεια της Ορθοδόξου
πίστεώς μας απογυμνώνεται από τον αποκαλυπτικό και σωτηριολογικό της χαρακτήρα,
αφού εξομοιώνεται με την αίρεση, την οποία αναγνωρίζει ως μία άλλη εκδοχή της
αληθείας. Δυστυχώς αυτή η ουνιτίζουσα νεοεποχίτικη λογική του
Οικουμενισμού αποτελεί την βάση πάνω στην οποία διεξάγονται όλοι οι διάλογοι με
τους αιρετικούς ακόμη και με τους αλλοθρήσκους.[45]
Αναπαράγεται και επιβάλλεται, έτσι, η ψευδοαλήθεια και ο ψευδοχριστιανισμός των
ψευδοεκκλησιών, που με τόση ενάργεια περιέγραφε ο σύγχρονος Άγιος και μεγάλος
δογματολόγος της Εκκλησίας μας Ιουστίνος Πόποβιτς: «Ο Οικουμενισμός είναι
κοινόν όνομα για τους ψευδοχριστιανισμούς, για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής
Ευρώπης. Μέσα του βρίσκεται η καρδιά όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών, με
επικεφαλής τον Παπισμόν. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλες οι
ψευδοεκκλησίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεση παραπλεύρως εις την άλλη
αίρεση. Το κοινό ευαγγελικό όνομά τους είναι η παναίρεσις».[46] Εν
κατακλείδι, μπορούμε να πούμε ότι δια
της συμμετοχής της στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), η Ορθόδοξη
Εκκλησία του Κυρίου καταβιβάζεται εις θέσιν αιρέσεως, οι δε αιρέσεις
αναβιβάζονται εις θέσιν Εκκλησιών· ο
Χριστιανισμός, νοείται πλέον από τους "ορθόδοξους"
οικουμενιστές ως το συνονθύλευμα πάντων τούτων.[47] Για το λόγο αυτό, η παναίρεσις του
Οικουμενισμού αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό της Εκκλησίας και το «έσχατον
πτώμα», για κάθε ψυχή, η οποία πείθεται εις αυτόν.
Πρέπει συνεπώς
αδελφοί να θυμόμαστε συνεχώς ότι εάν κάποιος ονομαζόμενος Ορθόδοξος «μετὰ
μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν» φρονεί και πράττει τα του Οικουμενισμού, είναι
Οικουμενιστής. Εάν δε φρονεί και πράττει αντιθέτως, είναι όντως Ορθόδοξος.− Ωσαύτως, εάν δέχεται τις αιρέσεις ως Εκκλησίες και
υποστηρίζει την ένωση αυτών μετά της Ορθοδοξίας, είναι Οικουμενιστής. Εάν δε
ομολογεί, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Μία και μόνη εν τω κόσμω Εκκλησία
του Κυρίου και ότι οι αιρέσεις αποτελούν φυτείες του διαβόλου, οι οποίες πρέπει
να εκριζωθούν, είναι Ορθόδοξος. Εάν θεωρεί
τους ετερόδοξους ως Χριστιανούς, είναι Οικουμενιστής. Εάν κρίνει τούτους ως
ευρισκομένους εκτός της Εκκλησίας και επιθυμεί την μετάνοια αυτών και την
είσοδό τους εις την Ορθόδοξο Εκκλησία προς σωτηρία, είναι Ορθόδοξος.− Εάν
παραδέχεται τους αιρετικούς, ή και πάντας τους μη Ορθοδόξους ανθρώπους, ως εν
Χριστώ αδελφούς και συναγελάζεται, συμπροσεύχεται, συλλειτουργείται κ.λ.π. μετ´
αυτών, είναι Οικουμενιστής. Εάν δε αναγνωρίζει ως εν Χριστώ αδελφούς μόνον τους
Ορθοδόξους Χριστιανούς, είναι Ορθόδοξος.− Εάν καινοτομεί εν τη Εκκλησία και
νεωτερίζει παντοιοτρόπως, είναι Οικουμενιστής. Εάν δε κρατεί τις παραδόσεις των
Πατέρων κατά πάντα, είναι Ορθόδοξος.− Εάν συνεκφέρει τους Πατέρας μετά των
ετεροδόξων διδασκάλων και κρίνει τούτους επί ίσοις όροις, είναι Οικουμενιστής.
Εάν δε ακολουθεί τους Πατέρας και απορρίπτει τους αλλοδόξους, είναι Ορθόδοξος.−
Εάν προτάσσει την αγάπη και επιτάσσει την ορθόδοξο πίστη είναι Οικουμενιστής.
Εάν προτάσσει την ορθόδοξο πίστη και συνάπτει την αγάπη, είναι Ορθόδοξος.− Εάν
σιωπά επί της ορθοδόξου πίστεως και αποφεύγει τις δογματικές συζητήσεις και δη
συστηματικώς, είναι Οικουμενιστής. Εάν ομολογεί και υπερασπίζεται την ορθόδοξη
πίστη, είναι Ορθόδοξος.− Εάν υποστηρίζει την εξωτερική, ή διοικητική, ή
πρακτική ενότητα ή ένωση, απουσία της πίστεως, είναι Οικουμενιστής. Εάν πρεσβεύει
«τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως», είναι Ορθόδοξος.– Εάν διαχωρίζει την αγάπη από της
πίστεως, είναι Οικουμενιστής. Εάν δε φρονεί την αγάπη μετά πίστεως από Θεού,
είναι Ορθόδοξος.– Εάν νοεί την ειρήνη ως κατάπαυση των αντιαιρετικών αγώνων,
είναι Οικουμενιστής. Εάν δε επιδιώκει την ειρήνη του Θεού, δι´ αγώνος κατά της
ψευδοδοξίας και κάθε παντοίας αμαρτίας, είναι Ορθόδοξος.– Και γενικώς, εάν, ως
ελέχθη, «μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν», επιμένει να φρονεί και ενεργεί
συμφώνως προς τα διδάγματα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, είναι
Οικουμενιστής. Εάν δε φρονεί και πράττει τα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κατά την
Παράδοση των Αγίων και την διδαχή των Πατέρων, είναι Ορθόδοξος Χριστιανός.[48]
Ο δεύτερος και εξίσου τρομερός εχθρός της
Αληθείας είναι οι σύγχρονοι ψευδό-
άγιοι. Η αγιοκατάταξη ανθρώπων που δεν πληρούν τα Ορθόδοξα κριτήρια αγιότητος
της Εκκλησίας είναι τακτική στενά συνδεδεμένη με την αίρεση του
Οικουμενισμού και τα απώτερα σχέδια του άρχοντος του αιώνος τούτου. Γενεές
γενεών ρωμιών γαλουχήθηκαν με τους βίους μεγάλων Ομολογητών Αγίων που έδωσαν τα
πάντα για να υπερασπιστούν την ιερά παρακαταθήκη της Εκκλησίας μας· ο Άγιος
Μάρκος Ευγενικός, που ως άλλος Άτλαντας βάσταξε την Εκκλησία στους ώμους του, ο
Μέγας Αθανάσιος που για χάρη ενός ιώτα πέρασε τα πάνδεινα, ο Άγιος Μάξιμος ο
Ομολογητής, που όσο ζούσε χλευάστηκε όσο
κανείς για την απαρασάλευτη αφοσίωσή του στην Αλήθεια και που δικαιώθηκε μόνο
μετά τον θάνατό του... και τα συναξάρια είναι ατελείωτα! Από εδώ και στο εξής,
γενεές γενεών ρωμιών θα μεγαλώσουν με τους βίους των "αγίων" που θα
τους διδάσκουν ότι μπορούν να αγιάσουν διά μέσου των μασωνικών στοών (βλ.
Χρυσόστομο Σμύρνης) και εντός του Οικουμενισμού! Οι νεώτεροι θα διδάσκονται στα
κατηχητικά ότι αφού μπόρεσαν οι σύγχρονοι γεροντάδες να αγιάσουν προσκυνώντας
τους αιρεσιάρχες το ίδιο μπορεί να συμβεί και με αυτούς, φτάνει να κάνουν
άκριτη υπακοή στον επίσκοπο που είναι η "κεφαλή της Εκκλησίας" και αλάνθαστο κριτήριο της
"αληθείας". Οι σύγχρονοι οικουμενιστές ψευδο-άγιοι άφησαν ως
παρακαταθήκη για το μέλλον την παπική διδασκαλία ότι ο (αιρετικός)
επίσκοπος-"εκκλησία" είναι πιο σημαντικός από την Αλήθεια- Χριστό![49] Έλεγε ο
γέροντας Πορφύριος ότι «ο δεσπότης επέμεινε πολύ κι´ ο δεσπότης είναι εις
τύπον Χριστού. Δεν μπορείς να αρνείσαι στον επίσκοπο με επιμονή. Δεν μπορείς να
χαλάσεις τις σχέσεις σου με τον επίσκοπο, γιατί η προσευχή σου δεν ανεβαίνει
στον ουρανό, μένει άκαρπη». [50] Η
αντίστοιχη Ορθόδοξη διδασκαλία περί αιρετικών εκκλησιαστικών προσώπων αναλύθηκε
επαρκώς στις προηγούμενες σελίδες, γι αυτό δεν θα επιμείνω περαιτέρω , παρ όλα
αυτά, αξίζει εδώ να αναφερθεί ένα σημαντικότατο ιστορικό χωρίο που εκφράζει την
συνείδηση της Εκκλησίας επί του ζητήματος. Γράφει λοιπόν ο συγγραφέας του
κειμένου ότι «Τόν Παλαμᾶν καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ, ...τολμήσαντας
ἀκανονίστως καί ἀκρίτως ἀποκόψαι τό μνημόσυνόν μου, τῷ ἀπό τῆς ζωαρχικῆς καί ἁγίας
Τριάδος δεσμῷ καθυποβάλλομεν, καί τῷ ἀναθέματι
παραπέμπομεν».[51] Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι Ορθόδοξοι ομόφρονες αυτού λοιπόν,
τόλμησαν, σύμφωνα με τον συγγραφέα να διακόψουν το μνημόσυνό του. Ποιος είναι όμως
αυτός ο συγγραφέας; Ένας εις τύπον Χριστού δεσπότης στον οποίο, σύμφωνα με την
αιρετική διδασκαλία του γέροντος Πορφυρίου, ο Άγιος Γρηγόριος όφειλε άκρα και
άκριτη υπακοή; Την απάντηση την δίνει ο ίδιος ο συγγραφεύς στην συνέχεια της
πηγής: «Ἡ ὑπογραφή Ἰωάννης ἐλέῳ Θεοῦ ἀρχιεπίσκοπος
Κωνσταντινουπόλεως νέας Ρώμης καί οἰκουμενικός πατριάρχης»![52]
Συνεπώς λοιπόν, κατά την άκρως αιρετική διδασκαλία του γέροντος Πορφυρίου, οι
προσευχές του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά δεν ανέβαιναν στον ουρανό και
παρέμεναν άκαρπες, ίσως και χειρότερα, αφού χάλασε τις σχέσεις του με έναν
οικουμενικό πατριάρχη! Φυσικά οι αιρετικές διδασκαλίες του γέροντος, καθώς και
τα αναθέματα του πατριάρχη Ιωάννη δεν εμπόδισαν το τίμιο λείψανο του Αγίου
Γρηγορίου του Παλαμά να ευωδιάζει και να επιτελεί πλήθος θαυμάτων... Είναι
αδύνατο να μην προκαλέσει έκπληξη στην αγνή και ταπεινή Ορθόδοξη ψυχή η μελέτη
των λόγων του γέροντος Πορφυρίου· να μην αναρωτηθεί πως είναι δυνατόν από την
μία ο Άγιος Απόστολος Παύλος να φοβάται για την διακονία του και την τελική
κρίση του Θεού λέγοντας ότι τρέμει μήπως εις μάτην εκοπίασε, και από την άλλη ο
γέροντας Πορφύριος να αυτοαγιοποιείται λέγοντας πως «Όταν μας συνδέει ο
Χριστός, αποστάσεις δεν υπάρχουν. Όταν φύγω από τη ζωή αυτή, θα είναι πιο καλά.
Θα είμαι πιο κοντά σας».[53] Πώς είναι
δυνατόν αδελφοί μου οι σύγχρονοι αυτοί γέροντες να είναι ενωμένοι με την
Αλήθεια όταν κοινωνούν, τιμούν και αναγνωρίζουν τους μεγαλύτερους υποστηρικτές
του ψεύδους, δηλαδή τον αιρεσιάρχη Βαρθολομαίο και τους συν αυτώ; Ο γέροντας
Παΐσιος δήλωσε δημόσια ότι «ο Θεός μας έδωσε αυτά τα δύσκολα χρόνια τον
καλύτερο Πατριάρχη»,[54] έναν
πατριάρχη που μεταξύ άλλων συλλειτούργησε με τον πάπα, μοίρασε κοράνια,
συμποσευχήθηκε σε συναγωγές και εξύβρισε με τον χειρότερο τρόπο τους Αγίους
Πατέρες.[55] Επειδή λοιπόν αδελφοί το δηλητήριο της
πλάνης και του ψεύδους κρύβεται και σε φαινομενικά αγίους ανθρώπους, ο όντως
Άγιος Ιγνάτιος Μπριατσιανίνωφ μας προειδοποιεί λέγων ότι «η καλή γνώμη των
ανθρώπων για ένα διδάσκαλο του μοναχισμού δεν έχει καμία σημασία, αν η
διδασκαλία του έρχεται σε αντίθεση με την Αγία Γραφή και τα συγγράμματα των
Αγίων Πατέρων, αν περιέχει βλασφημία».[56]
Ίσως κάποιοι από
τους αναγνώστες να σκανδαλίστηκαν διαβάζοντας την τελευταία παράγραφο και να
λένε: «μα πώς είναι δυνατόν να μην είναι άγιοι από τη στιγμή έκαναν τόσα
θαύματα,[57]
βοήθησαν τόσους ανθρώπους, έγραψαν τόσα ωφέλιμα συγγράμματα; Κάποιο λάθος
κάνετε». Αδελφοί, θα ευχόμουν να είχα κάνει λάθος γιατί και εγώ με τα
συγγράμματα αυτών των γερόντων ξεκίνησα την πνευματική ζωή και πονάω όταν
πρέπει να γράφω την αλήθεια γι αυτούς.
Επειδή κατανοώ και σέβομαι τις τυχόν ενστάσεις σας, θα σας απαντήσω με
τα λόγια ενός μεγάλου σύγχρονου Αγίου και διδασκάλου της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Είθε το Άγιο Πνεύμα να σας φωτίσει να βγάλετε τα σωστά συμπεράσματα. Γράφει
λοιπόν ο Άγιος Ιγνάτιος ότι «ο μακάριος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, ερμηνεύοντας
την πρόρρηση του αρχαγγέλου Γαβριήλ για τον Ιωάννη, τον Πρόδρομο του Κυρίου,
λέει: Ο άγγελος βεβαιώνει ότι ο Ιωάννης θα είναι μεγάλος, αλλά μπροστά στον
Θεό. Γιατί πολλοί λέγονται μεγάλοι, αλλά μπροστά στους ανθρώπους και όχι
μπροστά στον Θεό και αυτοί είναι υποκριτές. Όταν η αμαρτωλή ζωή και η κακή
προαίρεση, που καλύπτονται από την υποκρισία, δεν γίνονται αντιληπτές από τους
κοσμικούς, αυτοί θαρρούν πως υπάρχει αρετή. Πολύ περισσότερο δεν μπορούν να
αντιληφθούν την ανεπαρκή γνώση, την γνώση την επιφανειακή, την γνώση την
άστατη. Ο κόσμος εκτιμά πολύ τις σωματικές ασκήσεις και στερήσεις, μην
μπορώντας να ξεχωρίσει αν αυτές γίνονται σωστά και ωφέλιμα ή εφάρματα και
ψυχοφθόρα. Ο κόσμος σέβεται ιδιαίτερα ότι επενεργεί στις σωματικές αισθήσεις
και ανταποκρίνεται στις αντιλήψεις του για την αρετή και τον μοναχισμό. Ο
κόσμος αγαπά ότι τον κολακεύει και τον ικανοποιεί. Ο κόσμος, όπως είπε ο
Κύριος, αγαπά ότι είναι δικό του. Αντίθετα, το μίσος του κόσμου, η συκοφαντία
του κόσμου, ο κατατρεγμός του κόσμου, αποτελούν κατεξοχήν τα γνωρίσματα του
αληθινού δούλου του Θεού. Βεβαιώθηκε κι αυτό από τον Σωτήρα. Οι άγιοι πατέρες
μας παραγγέλλουν να διαλέγουμε διδάσκαλο απλανή. Αυτό θα το γνωρίσουμε, αν η
διδασκαλία και η ζωή του συμφωνούν με την Αγία Γραφή και με τη διδασκαλία των
θεοφόρων πατέρων. Οι πατέρες λένε να αποφεύγουμε διδασκάλους αδόκιμους, για να
μη δηλητηριαστούμε από τη ψευδοδιδασκαλία τους... ...Οι πατέρες , τέλος,
διαπιστώνουν πως όσοι δεν έχουν καθαρά τα μάτια της ψυχής και δεν μπορούν να
αναγνωρίζουν κάθε δένδρο από τον καρπό του, αυτοί τιμούν σαν διδακτικούς και
πνευματικούς τους φιλόδοξους, κενόσοφους και υποκριτές, ενώ στους πραγματικά
αγίους δεν δίνουν καμία σημασία, θεωρώντας τους αμαθείς, όταν σωπαίνουν, και
υπερήφανους ή αγροίκους, όταν μιλούν».[58]
Ο τρίτος μεγάλος εχθρός του Χριστού και της
Εκκλησίας Του χρειάζεται εξαιρετική προσοχή από μέρους μας, γιατί είναι ύπουλα
καλυμμένος με το ένδυμα της ευσέβειας και των λογικοφανών επιχειρημάτων.
Αναφέρομαι στην πολυκέφαλη αίρεση των παρατάξεων του πατρίου εορτολογίου. Ο
σκοπός της παρούσης εργασίας δεν είναι να γίνει λεπτομερής αναφορά στα ιστορικά
ή θεολογικά αίτια της δημιουργίας, ανάπτυξης και εν τέλει διάσπασης και
παρακμής του σχίσματος των αυτοαποκαλούμενων ως Γ.Ο.Χ., αλλά σε μερικά
σημαντικά επιχειρήματα τα οποία θα αποδείξουν στον κάθε ευσεβή αναγνώστη τον κίνδυνο
που διατρέχει η ψυχή του εάν γίνει μέλος
αλλότριας ποίμνης... Όπως αποδείξαμε στις προηγούμενες παραγράφους, κάθε ψυχή
που θέλει να μείνει αμόλυντη από την κοινωνία του ψεύδους της αιρέσεως, πρέπει
να αποτειχιστεί. Την υποχρέωσή μας αυτή την διδασκόμαστε από την διαχρονική
παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και τις αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών
Συνόδων, ιδιαίτερα δε από τον 15ο Κανόνα της ΑΒ´ Συνόδου. Μόλις λοιπόν η
ορθόδοξη ψυχή αποφασίσει να διαχωρίσει τον εαυτό της από το ψεύδος, τότε αρχίζει ένας μεγάλος
πόλεμος λογισμών προερχόμενος εκ του πονηρού και της λογικής μας · που θα
εξομολογούμαι, που θα βαπτίζω τα παιδιά μου, που θα κοινωνώ; Λύσεις υπάρχουν,
αλλά θέλουν κόπο και αγώνα. Ακόμα όμως και αν δεν υπήρχαν, οι Άγιοι Πατέρες μας παραγγέλνουν ότι είναι
προτιμότερο να τα στερηθούμε όλα αυτά, παρά να κοινωνούμε με την αίρεση! Υπό το
βάρος αυτών των λογισμών έρχεται στον ορίζοντα η προοπτική της ένταξης σε μία
παράταξη/σύνοδο του πατρίου εορτολογίου, προοπτική που εκ πρώτης όψεως φαίνεται
η καλύτερη λύση, διότι μας παρέχει
ευκτήριους οίκους και μας διαφυλάττει από τον Οικουμενισμό, στην πράξη όμως μας
εισάγει στο χώρο μίας άλλης αίρεσης.
Σύμφωνα με την παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας ο μόνος θεάρεστος και
αποτελεσματικός αγώνας κατά των αιρέσεων είναι η διακοπή του μνημοσύνου του
οικείου επισκόπου και ο συνεχής αγώνας μας για την καταδίκη της αιρέσεως και
των φορέων της μέσω της σύγκλησης μίας ορθοδόξου συνόδου. Η σύνοδος είναι το
μόνο αρμόδιο όργανο που μπορεί να καταδικάσει τον αιρετικό και να προβιβάσει
έναν νέο, ορθόδοξο επίσκοπο στον επισκοπικό θρόνο· επ´ ουδενί λόγω δεν
επιτρέπεται η επισκοπή αυτή να έχει πάνω από έναν κάτοχο την φορά. Την παράδοση
αυτή την σεβάστηκαν και οι Ορθόδοξοι και οι αιρετικοί, γι αυτό πάντα η κάθε
μερίδα αγωνιζόταν να αναβιβάσει στο επισκοπικό αξίωμα ομόφρονές της. Όταν
λοιπόν οι Γ.Ο.Χ. έφτασαν στο σημείο της
αποτείχισης, έπρεπε να αγωνιστούν για να διώξουν τους αιρετικούς επισκόπους και
να αναβιβάσουν στις έδρες τους Ορθοδόξους. Αντ’ αυτού δημιούργησαν νέες επισκοπικές έδρες, παράλληλα με τις
προηγούμενες! Η αντικανονική και παράλογη αυτή λογική, άνοιξε τους ασκούς τους
αιόλου, αφού ο κάθε αντιφρονών μπορούσε πλέον να δημιουργήσει νέες επισκοπικές
θέσεις, νέους επισκόπους, νέες συνόδους. Αυτός είναι και ο λόγος που σήμερα
υπάρχουν τόσες πολλές παρατάξεις στο χώρο του πατρίου εορτολογίου, με την κάθε
μία από αυτές να έχει και έναν αρχιεπίσκοπο Αθηνών! Φυσικά όλες αυτές οι
σύνοδοι είναι σχισματικές και όχι μόνο δεν βοηθούν να καταδικαστεί ο
Οικουμενισμός, αλλά τον στηρίζουν κιόλας, δεδομένου ότι η κάθε σύνοδος θεωρεί
τον εαυτό της Εκκλησία κατέχουσα το πλήρωμα της αληθείας. Δια της θεωρίας αυτής
οι πιστοί αναπαύονται εκεί που βρίσκονται και σταματούν να αγωνίζονται για να
εκδιώξουν τον οικουμενιστή επίσκοπό τους, αφού ο τελευταίος είναι για τους
Γ.Ο.Χ. καθ όλα εκτός εκκλησίας! Επειδή ο
Άγιος Τριαδικός Θεός είναι η Αλήθεια και
θέλησε να μας προστατεύσει από τέτοιου είδους λάθη, φώτισε τους Πατέρες της ΑΒ´
Συνόδου να γράψουν έναν συμπληρωματικό Κανόνα πλάι στον 15ο και που εξηγεί αυτά ακριβώς που σας
προανέφερα. Ο Κανόνας αυτός είναι ο 16ος της ΑΒ´ Συνόδου και η θέση του δίπλα
ακριβώς του 15ου μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Λέγουν λοιπόν οι Πατέρες
δια του Κανόνος ότι: «Διὰ τὰς φιλονικείας τε καὶ ταραχὰς τὰς ἐν τῆ τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησία
συμβαινούσας, καὶ τοῦτο ὁρίσαι ἀναγκαῖόν ἐστι. Τὸ μηδενὶ τρόπω Ἐπίσκοπον καταστῆναι
ἐν τῆ Ἐκκλησία, ἦς ἔτι ὁ προεστὼς ζῆ, καὶ ἐν τῆ ιδία συνίσταται τιμῆ, εἰμὴ αὐτὸς
ἑκὼν τὴν Ἐπισκοπὴν παραιτήσεται. Χρὴ γὰρ πρότερον τὴν αἰτίαν τοῦ μέλλοντος τῆς Ἐπισκοπής
ἐκδιώκεσθαι, κανονικῶς ἐξεταζομένην, εἰς πέρας ἄγεσθαι, εἶθ´ οὕτω μετὰ τὴν αὐτοῦ
καθαίρεσιν, ἕτερον ἀντ´ αὐτοῦ εἰς τὴν Ἐπισκοπὴν προβιβάζεσθαι».[59]
Επειδή το σχίσμα
οδηγεί οπωσδήποτε σε αίρεση, το ίδιο συνέβη δυστυχώς και με τις παρατάξεις του
πατρίου. Η μεγαλύτερη κακοδοξία αυτών είναι η θεωρία των ακύρων μυστηρίων
εντός των Εκκλησιών του νέου
ημερολογίου. Η κακοδοξία αυτή υποστηρίζεται
καθαρά για λόγους πολιτικής σκοπιμότητος, ήτοι ο φόβος μαντρώνει τα πρόβατα
καλύτερα, και έχει τριπλό, τραγικό αποτέλεσμα. Από τη μία βλασφημείται το Άγιο
Πνεύμα διά μέσου των αναβαπτισμών, αναμυρώσεων κτλ, από την άλλη απονευρώνεται
ακόμα περισσότερο ο αγώνας κατά του Οικουμενισμού, αφού κατά τη λογική των
Γ.Ο.Χ., η επίσημη Εκκλησία δεν είναι καν Εκκλησία που αξίζει να καθαρθεί από τα
σάπια μέλη της. Το χειρότερο όλων όμως είναι ότι η κακοδοξία αυτή καταπατεί το
Κανονικό δίκαιο της Εκκλησίας που ορίζει σύγκληση εκκλησιαστικής δίκης του υπό εξέταση ιερέως
και αν αυτός βρεθεί ένοχος, τότε καθαιρείται και χάνει το δώρο του τελείν τα
μυστήρια της Εκκλησίας. Διά της κατάργησης αυτού του βήματος, άνοιξε ο δρόμος
για την καθιέρωση μίας νέας,
προτεσταντικού τύπου λογικής, ώστε ο καθένας να μπορεί πλέον να κρίνει ως άλλη
οικουμενική σύνοδος όποιον θέλει, για ότι θέλει, όποτε θέλει. Πλέον η καταδίκη
ενός αιρετικού ιερέως και η αποξένωσή του από την χάριν του τελείν τα μυστήρια
είναι μία πράξη αυτόματη που συμβαίνει μόνο μέσα στα μυαλά των ακολουθούντων
την κακοδοξία ταύτη.
Κατά τους Άγιους
Πατέρες, όταν η Εκκλησία πολεμάται από δεδομένη αίρεση, μία τοπική σύνοδος
είναι πραγματικά ορθόδοξη, μόνο εάν και εφ´ όσον συγκληθεί και καταδικάσει την
αίρεση και τους γεννήτορες και φορείς
αυτής. Η σιωπή της συνόδου για οποιοδήποτε λόγο συνιστά προδοσία της πίστεως
και συγκατάθεση. Η κάθε παράταξη των Γ.Ο.Χ. έχει και από μία πολυμελή σύνοδο, η οποία όμως ουδέποτε τόλμησε να
καταδικάσει συνοδικά τον πατριάρχη Βαρθολομαίο και την αίρεση του
Οικουμενισμού. Ο λόγος είναι φυσικά η οικουμενιστική λογική της συμπόρευσης και
συνύπαρξης, καθώς και ο φόβος του καίσαρος. Οι Άγιοι Πατέρες όμως μας
προειδοποιούν: σύνοδος που σιωπά εν καιρώ αιρέσεως, δεν είναι Ορθόδοξη!
Θα επιθυμούσα να
κλείσω την παρούσα εργασία με μία προτροπή προς όλους τους ευσεβείς αναγνώστες:
αδελφοί, γνώσεσθε την Αλήθεια, και η Αλήθεια ελευθερώσει ημάς από την
κοινωνία κάθε πλάνης και αίρεσης.[60] ΑΜΗΝ.
ΤΕΛΟΣ
ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ!
[1]Θεωρώ ότι ο κάθε ιστορικός είναι ταυτόχρονα και φιλόσοφος, διότι
προσπαθεί να εκμαιεύσει γεγονότα του παρελθόντος χρησιμοποιώντας και τον
φιλοσοφικό στοχασμό.
[2]TLG, Thucydides Hist., Historiae Book 1,
chapter 20, section 3, line 6.
[3]ΤLG, Diogenes Laertius
Biogr., Vitae philosophorum, Book 1, section 78, line 6.
[4]Ο λόγος που ο Πιλάτος δεν έλαβε ποτέ ευθεία απάντηση, βρίσκεται στα ίδια
τα λόγια του Κυρίου λίγο πριν της ερωτήσεως, όταν του είπε ότι μόνο όποιος
είναι της Αληθείας (έχει δηλαδή καλή προαίρεση να μάθει την Αλήθεια) ακούει την
φωνή Του. Ιωάν., κεφ. ιη´, στχ. 37.
[5]Ιωάν., κεφ. ιδ´, στχ. 6.
[6]Ζωὴ ἐκ ζωῆς γεγεννημένος (σ.σ. ο
Υἱός), καὶ φῶς ἐκ φωτὸς, καὶ ἀλήθεια ἐξ ἀληθείας, καὶ σοφία ἐκ
σοφοῦ καὶ βασιλεὺς ἐκ βασιλέως, καὶ Θεὸς ἐκ Θεοῦ, καὶ δύναμις ἐκ δυνάμεως. Αγίου
Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Κατήχησις ΙΑ´ Φωτιζομένων.
[7]TLG, Athanasius Theol., Epistulae quattuor ad Serapionem ,Volume 26,
page 608, line 8.
[8]TLG, Athanasius Theol., Homilia de
passione et cruce domini [Sp.] , Volume 28, page 188, line 25.
[9]Τίμιον ἡ ἀλήθεια, ὥστε καὶ αὐτὸς ὁ Χριστὸς ἔφη· Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Καὶ ἕτερος προφήτης διδάσκει· Οὗτοι οἱ λόγοι, οὓς ποιήσετε· λαλεῖτε ἀλήθειαν ἕκαστος πρὸς τὸν πλησίον ὑμῶν, καὶ ὅρκον ψευδῆ μὴ ἀγαπᾶτε. Τὸ δὲ ἐναντίον τῆς ἀληθείας τὸ ψεῦδος, ὃ καὶ ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν. Αὐτὸς γὰρ πρῶτος ψευσάμενος ἐψιθύρισε τῇ Εὔᾳ.
Ἐρᾷν τοίνυν ἡμᾶς τῆς ἀληθείας ὁ προφήτης διδάσκει, καὶ ταύτην αἰτεῖν παρὰ τοῦ Θεοῦ τῶν ὅλων σὺν προθυμίᾳ πολλῇ. Καὶ φυλάξω τὸν νόμον σου διαπαντὸς, εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος.
TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In
Psalmum 118 (homiliae 1-3) [Sp.] , Vol 55, pg 684, ln 55.
[10]Στον θαυμαστό λόγο Περί Πλάνης του Αγίου Ιγνάτιου Μπριαντσανίνωφ
αναφέρεται ότι: Όλοι, σε κάποιο βαθμό ήμαστε υποδουλωμένοι στο ψεύδος κι έχουμε
ανάγκη να ελευθερωθούμε. Ποιος θα μας ελευθερώσει; Η αλήθεια. Και η αλήθεια
είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια», βεβαίωσε.
«Θα γνωρίσετε την αλήθεια, και η αλήθεια θα σας ελευθερώσει». Με πίστη ας
ταυτιστούμε μ´ αυτήν την Αλήθεια. Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ, Ασκητικές
Εμπειρίες, Τόμος Α´, Ιερά Μονή
Παρακλήτου, σ. 300.
[11]Ματθ., στ´, 24.
[12]Πράξεις, ε´, 1-9.
[13]Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ, ό. π., σ. 301- 303.
[14]TLG, Irenaeus Theol., Adversus
haereses (liber 3)(1447:002)“Irénée de Lyon. Contre les hérésies, livre 333
voo. 22pub Cerf”, Ed. Rousseau, A., Doutreleau, L.Paris: Cerf, 1974; Sources
chrétiennes 211. Section 5, line 19-33).
[15]Παναγιώτης Τσάλλος, Ιστορικές πηγές διά την Αποτείχιση, σ. 93. Το
βιβλίο μπορείτε να το κατεβάσετε δωρεάν από την ιστοσελίδα Αποτείχιση Τώρα.
[16]TLG, Athanasius Theol., Liber de definitionibus
[Sp.] , Volume 28, page 549, line 44.
[17]TLG, Athanasius Theol., Epistula ad monachos ,
Chapter 3, section 2, line 5.
[18]TLG, Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol.,
Fragmenta philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct. T.1.6) , Section 18, line 70 .
[19]Γαλ, α´, 8.
[20] ̓Εκ τοῦ ἀμετανοήτου
αἱρετικοῦ ἀπόστηθι (σ.σ. ἀποχωρίσθητι), λοιπόν, καὶ στῆσον αὐτὸν κάτω μετὰ τοῦ Διαβόλου, μᾶλλον δὲ καὶ ἐκείνου κατώτερον. Φωνὴ τῶν Πατέρων, ̓Αρ. Φύλλου 103, ̓Ιανουάριος 2007, σ. 1.
[21]TLG, Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Sacra parallela
(recensiones secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant)
(fragmenta e cod. Volume 95, page 1165, line 34 κ.ε.
[22] Το Γεροντικόν, Εκδόσεις Αστήρ – Παπαδημητρίου, Αθήνα 1960, σ. 12.
[23]Και λέγω κυρίως, διότι κατά τους Αγίους Πατέρες ακόμα και ένας
χαιρετισμός ή ένα δείπνο αποτελεί κοινωνία με τους αιρετικούς. Βλ. παραπομπή 23,
και Β ́ επιστολή Ιωάννου, στιχ. 10.
[24]Κανών Β´, Εν Αντιοχεία Σύνοδος, Πηδάλιον, Αθήνα 1886, σ. 407.
[25]Κανών Ι´ Αποστόλων, Πηδάλιον, ό. π. , σ. 13.
[26]Και όχι δυνητικά, όπως πολλοί οικουμενιστές παράλογα ισχυρίζονται σήμερα.
Για αναίρεση των επιχειρημάτων τους, βλ. Παναγιώτης Τσάλλος, Ιστορικές πηγές
διά την Αποτείχιση. Το βιβλίο μπορείτε να το κατεβάσετε δωρεάν από την
ιστοσελίδα Αποτείχιση Τώρα.
[27]Οἱ γάρ δι ́αἵρεσιν τινά παρά τῶν ἁγίων Συνόδων ἤ Πατέρων κατεγνωσμένην
τῆς προς τον πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτούς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι την αἵρεσιν
δημοσία κηρύττοντος, και γυμνῆ τῆ κεφαλῆ ἐπ ́ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι
οὐ μόνον τῆ κανονικῆ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς
τῆς προς τον καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά και τῆς
πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γάρ Ἐπισκόπων, ἀλλά
ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και οὐ σχίσματι την ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας
κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων και μερισμῶν την Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι.
[28]Επιστολή λβ´, βιβλίο β´,P.G. 99, 1205AB.
[29]Επιστολή ιέ´, βιβλίο β´, P.G.99, 1161B-1164C.
[30]Επιστολή λθ´, P.G.99, 1049CD.
[31] Και αλλού ο Άγιος Θεόδωρος ο
Στουδίτης γράφει πως «Όσοι κοινωνούν
μαζί με τους αιρετικούς, αυτοί ως αληθώς
αποσχίζονται της Εκκλησίας». P.G. 99, 1065CD.
[32]Δυστυχώς η Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία υπέκυψε στη λατινική υποταγή δια
της κοινωνίας της με το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το τελευταίο υπέγραψε
μαζί με τον πάπα την άρση των Αναθεμάτων και της Ακοινωνησίας (δηλαδή την
ένωση) το έτος 1965. Έκτοτε όλοι οι πατριάρχες του Φαναρίου ακολούθησαν την
ίδια πολιτική ένωσης (βλ. υποταγής) με τους Λατίνους. Ενδεικτικό της προδοσίας
γεγονός είναι ότι το 2006, ο Βαρθολομαίος μνημόνευσε τον πάπα ως κανονικό
αρχιεπίσκοπο! Βλ. www.youtube.com/watch?v=j_LFqLAdnOg και
Αθανάσιος Σακαρέλλος, Έγινε η ένωση των εκκλησιών, Αθήνα 2007.
[33]Γερμανού Κων/λεως, επιστολή σταλείσα εν τη νήσω Κύπρω..., παρά Κ.Ν.
Σάθα, σελ. 17-19.
[34]Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της
Ορθοδοξίας, β ́ έκδοση, Ι.Μ. Αγίας Αναστασίας Ρωμαίας, Ρέθυμνο 2008, σ. 297,
298.
[35]Ο όρος αποτείχιση δεν είναι νεωτερισμός, όπως πολλοί οικουμενιστές
λέγουν σήμερα, αλλά πηγάζει κατευθείαν από την Πατερική γραμματεία. Τον
συναντούμε στον ΙΕ´ Κανόνα της ΑΒ´ Συνόδου, αλλά και στις ερμηνείες του ανωτέρω
Κανόνα από τον Βαλσαμώνα (Βλ. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Αθωνικά Άνθη, τόμος 1,
σελ. 123) και τον Ζωναρά (Βλ. Ράλλη- Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν
Κανόνων, τόμ. Β ́ σελ. 694).
[36]Ψαλμός ΚΕ’, στχ. 4-5.
[37]Β ́ επιστολή Ιωάν. στιχ. 10.
[38]...στέλλεσθε ὑμᾶς άπό παντός ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατά τὴν
παράδοσιν ἥν παρελάβατε παρ ́ἡμῶν.
Β´
Θεσ. γ´, 6.
[39]Γαλ´. κεφ. ά. στιχ. 8.
[40]Β´ Κορινθ., στ´, 14-15.
[41]Ιωάν. ι´, 5.
[42]P.G. 35, 33.
[43]Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός ότι η πρώτη Οικουμενιστική ενωτική
κίνηση που εγκαινίασε την πατριαρχική εγκύκλιο του 1920, επισφραγίστηκε με
παραδειγματικό τρόπο από τον Θεό. Αναλυτικότερα, κατά το έτος 1921, ο
τοποτηρητής του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως Δωρόθεος ο Προύσσης,
επισκέφτηκε τον "αρχιεπίσκοπο" Ράνταλλ Δάβιδσον εν Αγγλία, ίνα
εκφράση τα αισθήματα της Εκκλησίας αυτού προς την "εκκλησίαν" της Αγγλίας. Ο Δωρόθεος
υπήρξε ο πρώτος κάτοχος του πατριαρχικού θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως, όστις
επεσκέπτετο την Δύσιν μετά τον πατριάρχην Ιωσήφ τον Β´, τον προεδρεύσαντα εν τη
Συνόδω της Φλωρεντίας. Ούτος (ο Δωρόθεος) προσέφερεν στον αιρετικό
"αρχιεπίσκοπο" του Αγγλικανισμού το εγκόλπιον του Πατριάρχου Ιωακείμ
Γ´! Και η συνέχεια; Απέθανεν αιφνιδίως κατά την διάρκειαν της επισκέψεως
εκείνης! Το αυτό είχε συμβεί και στον προκάτοχό του Ιωσήφ τον Β´ όστις απέθανεν
αιφνιδίως, μη προφθάσας να υπογράψει την ψευδένωση με τον Πάπα. Βλ. Αριστοτέλη
Δελήμπαση, Η αίρεσις του Οικουμενισμού, Αθήνα 1972, σ. 236.
[44]Επιδίωξη που βασίζεται πάνω στην αιρετική θεωρία των κλάδων. Συμφώνως
λοιπόν, προς την πλανεμένη θεωρία των κλάδων, η Μία Αγία Καθολική και
Αποστολική Εκκλησία του Κυρίου θεωρείται μή υπάρχουσα σήμερον επί της γης. Η
Εκκλησία αυτή διηρέθη, κατακερματίσθη και διεσκορπίσθη δήθεν εις πλήθος επί μέρους
«εκκλησιών». Οι «εκκλησίες» αυτές και υπολείπονται της παλαιάς Μίας Εκκλησίας,
και συνδέονται προς αυτήν. Υπολείπονται της Μίας Εκκλησίας, διότι, ουδεμία εξ
αυτών δύναται να θεωρηθεί ως μόνη εκπροσωπούσα ταύτην, και ουδεμία έχει την
όλην αλήθειαν, αλλά μέρος αυτής. Ουδεμία των «εκκλησιών» τούτων είναι αλάθητος,
αλλά πάσαι υπόκεινται εις πλάνας. Παρά ταύτα, οι «εκκλησίες» αυτές δεν είναι
αποκομμένες της Μίας Εκκλησίας, αλλά συνδέονται προς αυτήν, ως κλάδοι δένδρου.
Ένεκα τούτου, είναι ισόκυροι και της αυτής αξίας και σημασίας. Τοιουτοτρόπως,
οι κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες εξισώνονται προς τις αιρέσεις και οι
αιρέσεις λογίζονται ισάξιες προς αυτές. Και οι Ορθόδοξες Εκκλησίες και οι
αιρέσεις, είναι όλες «εκκλησίες». Η δε συνεργασία όλων αυτών των «εκκλησιών»
επί ίσοις όροις και η ένωση τους θα τις εμπλουτίσει αμοιβαίως. Έτσι θα
πραγματοποιηθεί δήθεν το ιδανικό της Una Sancta και θα επανιδρυθεί η
απολεσθείσα Μία Εκκλησία! Τέλος, κατά την θεωρία των κλάδων, αφού η Μία
Εκκλησία είναι ανύπαρκτος, έτσι και η Αλήθεια παραμένει άγνωστος, αν και
υπάρχει σπαρμένη σε όλες τις «εκκλησίες». Εφ' όσον λοιπόν η Αλήθεια δεν είναι
γνωστή, ούτε η διάκριση του Αληθούς από του ψεύδους είναι δυνατή! Βλ.
Αριστοτέλη Δελήμπαση, ό.π., σ. 113.
[45]«Η λογική αυτή διακρίνεται για τον δογματικό μινιμαλισμό και τον
δογματικό συγκρητισμό. Δογματικός μινιμαλισμός καλείται η στάσις μειοδοσίας ως
προς τα δόγματα έναντι των ετεροδόξων, ήτοι το να κατέρχεταί τις εις το
κατώτατον όριον των δογματικών απαιτήσεων και να περιορίζει εκάστοτε εις το
ελάχιστον δυνατόν την θέσιν και την σημασίαν της πίστεως. Δογματικός δε
συγκρητισμός σημαίνει την άκριτον και ανέλεγκτον συγκόλλησιν ή συνύπαρξιν ορθών
και κακόδοξων θρησκευτικών πεποιθήσεων, χάριν της αλληλεπιδράσεως και
αλλοιώσεως αυτών, προς ενοποίησιν. Συνεπώς, δια του δογματικού μινιμαλισμού, οι
απαιτήσεις της πίστεως μειώνονται εις το ελάχιστον δυνατόν με τάσιν προς τον
αφανισμόν αυτών, ενώ δια του δογματικού συγκρητισμού η ανοχή έναντι των
πεπλανημένων θρησκευτικών πεποιθήσεων και ψευδών δογμάτων γίνεται όσο το
δυνατόν μεγαλυτέρα, φερομένη προς την αδιαφορίαν της πίστεως και το ασυγκίνητον
έναντι της χριστιανικής αληθείας». Βλ. Αριστοτέλη Δελήμπαση, ό.π., σ.108.
[46]Βλ. Άγιον Όρος, Διαχρονική μαρτυρία στους αγώνες υπέρ της Πίστεως,
Έκδοση Αγιορειτών Πατέρων- Άγιον Όρος 2014, σ. 13.
[47]Βλ. Αριστοτέλη Δελήμπαση, ό.π., σ. 161.
[48]Βλ. Αριστοτέλη Δελήμπαση, ό.π., σ. 299-300.
[49]Έλεγε ο γέροντας Πορφύριος ότι «Για να διατηρήσουμε την ενότητά μας, θα
πρέπει να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία, στους επισκόπους της. Υπακούοντας στην
Εκκλησία, υπακούουμε στον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός θέλει να γίνουμε μία
ποίμνη με έναν ποιμένα (σ.σ. τον πάπα, σύμφωνα με την λογική των
οικουμενιστών)... Να πονάμε την Εκκλησία. Να την αγαπάμε πολύ. Να μην δεχόμαστε
να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της.»
[50]Γέροντος Πορφυρίου
Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, Χανιά 2003, σ. 108.
[51]P.G. 150, 863D.
[52]Βλ. υποσημείωση 50.
[53]Γέροντος Πορφυρίου
Καυσοκαλυβίτου, ό. π., σ. 25.
[54]Βλ. ιστοσελίδα Ρομφαία, Άγιος Παΐσιος: Ο Θεός μας έδωσε τον καλύτερο
Πατριάρχη, 11 Ιουλίου 2015.
[55]Κατά την Θρονική εορτή εν έτη 1998, ο κακόδοξος πατριάρχης Βαρθολομαίος
δήλωσε: «Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών (σ.σ.
εννοεί τους Αγίους Πατέρες), υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και
ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος
του Θεού, αλλά ωφείλουμε ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων»!
Αυτόν χαρακτήρισε ο γέροντας Παΐσιος ως τον καλύτερο πατριάρχη... Τα
συμπεράσματα δικά σας.
[56]Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ, ό. π., σ. 283.
[57] Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι
πολλοί μεγάλοι Άγιοι δεν έκαναν θαύματα όσο ζούσαν, αλλά αυτό δεν εμπόδισε την
Εκκλησία, που θεωρεί την θαυματουργία ως κάτι δευτερεύον ή και αμφισβητήσιμο,
να τιμήσει τους ανθρώπους αυτούς .
Ορισμένοι από αυτούς τους Αγίους είναι οι Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, Άγιος
Θεόδωρος ο Στουδίτης, αλλά και ο κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου μας μείζων εν
γεννητοίς γυναικών, Ιωάννης ο Πρόδρομος.
[58]Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ, ό. π., σ. 284.
[59]Πηδάλιον, Αθήνα 1886, σ. 292.
[60]Ιωά., 8, 32.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου