Τροπάριον.
Η εμή Προμήτωρ
δεξαμένη, την γνώμην του όφεως τρυφής, της θείας εξωστράκισται· διόπερ καγώ
δέδοικα, τον ασπασμόν τον ξένον σου, ευλαβουμένη τον όλισθον.
Ερμηνεία.
Δια του Τροπαρίου
τούτου αποκρίνεται η Θεοτόκος προς τον Άγγελον, αναφέρουσα την διάνοιάν της εις
την παλαιάν πτώσιν όπου έπαθεν η προμήτωρ Εύα, και λέγει αυτώ· η παλαιά Εύα η
ιδική μου και πάντων των ανθρώπων προμήτωρ με το να εδέχθηκε την απατηλήν
συμβουλήν όπου έδωκεν εις αυτήν ο σκολιός όφις Διάβολος, ειπών: «Ου θανάτω
αποθανείσθε· ήδει γαρ ο Θεός ότι η αν ημέρα φάγητε απ΄ αυτού διανοιχθήσονται
υμών οι οφθαλμοί, και έσεσθε ως Θεοί γινώσκοντες καλόν και πονηρόν» (Γέν. γ: 4)·
η Εύα, λέγω, με το να εδέχθη αυτήν την συμβουλήν του Διαβόλου, εξωστράκισται:
ήτοι εξωρίσθη από τον παράδεισον τον εν Εδέμ: ήτοι της τρυφής· Εδέμ γαρ
εβραϊστί τρυφή ερμηνεύεται, δια το του τόπου τρυφηλόν και χαριέστατον, και δια
την ωραιότητα και ευφροσύνην την οποίαν έκαμνε τόσον εις το σώμα, όσον και εις
την ψυχήν. Εξωστράκισται δε είπε, διότι οι Αθηναίοι είχον συνήθειαν τοιαύτην,
όταν έμελλον να εξορίσουν τινά, έγραφον τα ονόματά των επάνω εις όστρακον
εκείνοι όπου εσυμφώνουν εις την εξορίαν του. Δια τούτο λοιπόν, λέγει, φοβούμαι
και εγώ τον παράδοξον τούτον χαιρετισμόν, όπου μοι προσφωνείς, ω του Θεού
Άγγελε. Χαιρετισμόν δε ωνόμασε τον κατά συνήθειαν λόγον όπου είπε προς αυτήν ο
Αρχάγγελος, ήγουν το «Χαίρε»· ξένον δε αυτόν και παράδοξον ωνόμασε δια το
«Κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου», και δια το «Ευλογημένη συ εν γυναιξίν»·
ασύνηθες γαρ αυτό είναι εις τους ανθρώπους. Ακολούθως δε είπεν η Παρθένος ότι
συστέλλομαι και φοβούμαι, μήπως ολισθήσω και εγώ ωσάν η Εύα, και λάβω καμμίαν
πτώσιν και κρημνισμόν. Όρα δε ότι δεν λέγει ούτε το Ευαγγέλιον, ούτε ο Μελωδός
εδώ, ότι εταράχθη η Παρθένος και εδειλίασε δια το σχήμα του Αγγέλου, αλλά δια
τον ασπασμόν, διαλογιζομένη το τούτου παράδοξον· ούτω γαρ φησιν ο Ψελλός: «Ούτε
γαρ την όψιν υπώπτευσεν, ούτε το σχήμα του κήρυκος εδειλίασεν· ανθρωπικώτερον
γαρ μεταπεποίητο, ως ο λόγος φθάσας εδήλωσε, και υπέσταλτο προς την των
ευαγγελίων εξαγγελίαν». Όθεν άριστα είπε και ο Νεοκαισαρείας Γρηγόριος
πανηγυρίζων εις την εορτήν. Η δε επί τω λόγω διεταράχθη· αήθης προς τας
διαλέξεις των ανθρώπων ετύγχανε, και την ησυχίαν ως μητέρα σωφροσύνης και
αγνείας ησπάζετο, καθαρόν υπάρχουσα και ακέραιον και αμόλυντον άγαλμα· αύτη την
αγγελικήν όψιν ουκ εδειλίασεν, ως οι πλείονες των Προφητών· επειδή παρθενία
αληθής προς Αγγέλους συγγένεια». Ήξευρε δε την πτώσιν της Εύας η Θεοτόκος,
τούτο μεν, διότι ήτον θεόσοφος και εκ του Αγίου Πνεύματος πεφωτισμένη, τούτο
δε, διότι εις τα άγια των αγίων ευρισκομένη δώδεκα χρόνους, ήκουε τας έξωθεν
αναγινωσκομένας θείας Γραφάς, και εξ εκείνων έμαθε την των Προπατόρων παράβασιν
και ολίσθημα, ως λέγει ο Θεσσαλονίκης θείος Γρηγόριος εν τω εις τα Εισόδια
πρώτω λόγω αυτού. Γράφει δε και ο Κρήτης Ανδρέας εν τω εις τον Ευαγγελισμόν
λόγω ταύτα: «Εικός δε την Παρθένον ευγενήτε ούσαν και Θυγατέρα Δαβίδ μη των εν
Γραφαίς αμοιρείν θείων διηγημάτων, ως παραπέμψαι τον νουν αυτίκα προς το της
Προμήτορος πτώμα, το εκ της απάτης ενθυμηθείσα ολίσθημα, και όσα τοιουτότροπα
τοις παλαιοίς προϊστόρηται».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου