Θεσσαλονίκη,
Πάσχα 1972
Κύριε Διευθυντά,
Χριστός Ανέστη!
Εις την απάντησίν
σας προς τον Μοναχόν Θεόκλητον Διονυσιάτην διαπράττετε κι εσείς το υπό πολλών
διαπραττόμενων σφάλμα να διαχωρίσητε, ως δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα, την
αίρεσιν του Οικουμενισμού και την καινοτομίαν του νέου εορτολογίου.
Διά τον μελετητήν
της προσφάτου Ιστορίας ο διαχωρισμός αυτός είναι εντελώς τεχνητός και
απαράδεκτος, η δε εμμονή των οψίμων κατά του Οικουμενισμού Νεοημερολογιτών
αγωνιστών εις τον διαχωρισμόν αυτών, περά τα όσα έχουν γραφεί επί του θέματος,
δίδει την εντύπωσιν εσκεμμένης παραποιήσεως της αληθείας και ελλείψεως καλής
πίστεως.
Ποίος εμελέτησε την
πρόσφατον Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν και δεν γνωρίζει ότι η αλλαγή αυτή ήτο το
πρώτον συγκεκριμένον βήμα του Οικουμενισμού εις τον Ελληνικόν χώρον; Οι
Νεοημερολογίται, διά να παραπλανήσουν τον λαόν, είχον ισχυρισθή ότι προέβησαν
εις μίαν διόρθωσιν διά λόγους αστρονομικής ακριβείας. Εάν τούτο ήτο αληθές θα
είχεν εφαρμοσθεί εις την Ελλάδα ημερολόγιον αστρονομικώς τελειότερον του
πεπαλαιωμένου ήδη ημερολογίου του Πάπα Γρηγορίου. Διατί εφαρμόσθη το επίσης εσφαλμένον
ημερολόγιον του Πάπα; Μα απλούστατα, σκοπός δεν ήτο η επίτευξις αστρονομικής
ακριβείας. Αυτό που επεδιώκετο ήτο η επίτευξις εορτολογικής ενότητος μεταξύ της
Ορθοδόξου Εκκλησίας και των αιρετικών "Εκκλησιών" της Δύσεως.
Επεδιώκετο η Ένωσις των Εκκλησιών τουλάχιστον εις τον εορτολογικόν τομέα, και
τούτο ως πρώτον βήμα. Η τακτική των Οικουμενιστών είναι πρόοδος διά βαθμίδων. Η
πρώτη βαθμίς ήτο η εορτολογική ένωσις των Εκκλησιών. Στο πρόγραμμα ήτο να
επακολουθήσουν συν τω χρόνω όσα επηκολούθησαν και όσα θα επακολουθήσουν.
Φθάνει να αναγνώση κανείς την Εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου του 1920 διά να πεισθή πλήρως. Η εγκύκλιος αυτή προτείνει ως πρώτον λίθον του οικουμενιστικού οικοδομήματος την φιλικήν προσαρμογήν της Ορθοδοξίας προς τας "Εκκλησίας" της Δύσεως "διά της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου". Γράφεται επί λέξη: "Δύναται δε η φιλία αύτη και αγαθόφρων προς αλλήλους διάθεσις εκφαίνεσθαι και τεκμηριούται ειδικώτερον ως εξής: α΄. διά της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων χριστιανικών εορτών υπό πασών των Εκκλησιών...". Εις την εγκύκλιον αυτήν παραπέμπει και ο Θυατείρων Αθηναγόρας γράφων προσφάτως ότι: "η Ορθόδοξος Εκκλησία εξήλθε των τοιχωμάτων αυτής και εδημιούργησε σχέσεις και επεδίωξε συνεργασίαν ήδη από του 1920 διά της περιφήμου Εγκυκλίου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, συνετέλεσεν εις την έναρξιν της Οικουμενικής Κινήσεως και την ίδρυσιν του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών...".
Εξ άλλου εις τα πρακτικά του περιβόητου δήθεν πανορθοδόξου συνεδρίου του Μαΐου - Ιουνίου 1923 βλέπομεν ότι η μεταρρύθμισις του ημερολογίου είχεν ως σκοπόν την "εξυπηρέτησιν εν τε τούτω τω μέρει της παγχριστιανικής ενότητος. Έπρεπε να γίνη "προς αποκατάστασιν της ενότητος των χριστιανών τουλάχιστον εν τω σημείω τούτω". Το συνέδριον εκείνο διεκήρυξε σαφέστατα ότι "η διαρρύθμισις του ημερολογίου είναι ο πρώτος λίθος διά το οικοδόμημα της ενώσεως πασών των εκκλησιών".
Όπως βλέπετε ο Οικουμενισμός δεν ενεφανίσθη μόλις σήμερον με τον Αθηναγόραν. Εγεννήθη εις την Ελλάδα το 1924 και ανδρούται έκτοτε εντός των κόλπων της κρατικής Εκκλησίας. Δεν επιτρέπεται λοιπόν, καλής πίστεως αγωνισταί, ως υμείς, να αγνοήτε την αλήθειαν αυτήν ότι το πρώτον προγεφύρωμα του Οικουμενισμού εις την Ελλάδα υπήρξε η καινοτομία του ημερολογίου. Αυτός ήτο ο λόγος διά τον οποίον οι Παλαιοημερολογίται αντιμετώπισαν εξ αρχής το θέμα ως δογματικόν, ασχέτως εάν δεν εχρησιμοποιείτο τότε ευρύτερα ο όρος "Οικουμενισμός". Η συνείδησις του ορθοδόξου λαού είχε ταυτίσει από της πρώτης στιγμής την εορτολογικήν μεταρρύθμισιν με τον εκφραγκισμόν.
Ημερολογιακόν και Οικουμενισμός δεν είναι λοιπόν δύο διαφορετικά και ανεξάρτητα θέματα αλλά ένα και το αυτό, και ο αγών κατά του Οικουμενισμού, εάν είναι συνεπής, δεν είναι δυνατόν να περιορισθή εις τα σύγχρονα κατορθώματα της παναιρέσεως αυτής, είναι υποχρεωμένος να ανασκάψη τας ρίζας της και να συνθλίψη επί της πέτρας τα νεογνά της.
Νομίζω ότι παρεξηγήσατε τον π. Θεόκλητο όσον αφορά εις το ποίους εννοεί διά της φράσεως "ακραίοι τύποι". Σίγουρα δεν εννοεί τους τρεις Μητροπολίτας τους διακόψαντας το μνημόσυνον του Αθηναγόρα. Δεν έχει, όπως λέει και ο ίδιος, πράγματι κανένα λόγον να τα βάλη μαζί των εφ' όσον ούτοι έχουν, ως και πρότερον, πλήρη Εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετά πάντων των Αρχιερέων "αφού πέραν της διακοπής του μνημοσύνου ουδέν μετεβλήθη εις τας σχέσεις των μεθ' όλης της Εκκλησίας", εννοεί της οικουμενιστικής Εκκλησίας Αθηνών, Κωνσταντινουπόλεως, Μόσχας κλπ. Η παρατήρησις του π. Θεοκλήτου είναι οξυδερκεστάτη και είναι πνευματικόν συμφέρον σας να την προσέξετε. Πράγματι ποίαν σημασίαν έχει η διακοπή του μνημοσύνου όταν παραμένει η εκκλησιαστική κοινωνία; Όταν η διακοπή του μνημοσύνου δεν σημαίνει διακοπήν κοινωνίας είναι πράξις χωρίς νόημα, είναι μία καθ' αυτό στρουθοκαμηλική ενέργεια αποσκοπούσα εις την καθησύχασιν της ιδίας συνειδήσεως και της συνειδήσεως των οπαδών. Δεν αποχωρούν οι τρεις Μητροπολίται από της φλεγομένης υπό της αιρέσεως του Οικουμενισμού οικίας, κλείνουν μόνον τους οφθαλμούς διά να μη βλέπουν τας φλόγας και διδάσκουν τους οπαδούς των να κάμουν το ίδιον. Διατί λοιπόν να καταφερθή ο π. Θεόκλητος εναντίον των; Δεν διακηρύττουν και αυτοί, όπως και εκείνος, ότι "ουκ επέστη ο καιρός" δια την εγκατάλειψι του καταποντιζομένου πλοίου; Η διαφορά μεταξύ του π. Θεοκλήτου και των τριών Μητροπολιτών είναι μόνον εις ζητήματα τακτικής. Ουδεμία διαφορά μεταξύ των υπάρχει εις ζητήματα ουσίας. Κατά τη γνώμη μου η τακτική του π. Θεοκλήτου - κοινωνία και μνημόσυνον - είναι συνεπής. Δεν είναι δυνατόν όμως να λεχθή το ίδιον και διά την τακτικήν των τριών Μητροπολιτών - κοινωνία χωρίς μνημόσυνον. Ο π. Θεόκλητος έχει κατανοήσει τελευταίως ότι κριτική του Οικουμενισμού και των οικουμενιστών με παράλληλον συνέχισιν εκκλησιαστικής κοινωνίας μετ' αυτών συνεπάγεται απαράδεκτον και αυτόχρημα γελοίαν ασυνέπειαν. Αυτός νομίζω ότι είναι και ο λόγος διά τον οποίον διέκοψε την κατά του Οικουμενισμού δημοσιογραφίαν εφ' όσον είχεν αποφασίσει - διά λόγους που ο Θεός γνωρίζη - να μη διακόψη την εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετά των οικουμενιστών. Η συνέπεια και η σοβαρότης απαιτεί ένα από τα δύο: ή σιωπήν και κοινωνίαν μετά των οικουμενιστών, ή αγώνα και διακοπή κοινωνίας. Δεν υπάρχει μέση κατάστασις εάν σεβόμεθα τους εαυτούς μας.
Μη κατηγορείτε λοιπόν τον άνθρωπον αδίκως. Δεν κατεφέρθη κατά των τριών Μητροπολιτών. Άλλους είχεν εις τον νουν του. "Ακραίοι τύποι" είμεθα ημείς, ο γράφων και οι όμοιοί μου, που δεν ηρκέσθημεν εις διακοπάς μνημοσύνων αλλά προχωρήσαμεν και εις διακοπήν κοινωνίας και εγίναμε Παλαιοημερολογίται.
Φθάνει να αναγνώση κανείς την Εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου του 1920 διά να πεισθή πλήρως. Η εγκύκλιος αυτή προτείνει ως πρώτον λίθον του οικουμενιστικού οικοδομήματος την φιλικήν προσαρμογήν της Ορθοδοξίας προς τας "Εκκλησίας" της Δύσεως "διά της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου". Γράφεται επί λέξη: "Δύναται δε η φιλία αύτη και αγαθόφρων προς αλλήλους διάθεσις εκφαίνεσθαι και τεκμηριούται ειδικώτερον ως εξής: α΄. διά της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων χριστιανικών εορτών υπό πασών των Εκκλησιών...". Εις την εγκύκλιον αυτήν παραπέμπει και ο Θυατείρων Αθηναγόρας γράφων προσφάτως ότι: "η Ορθόδοξος Εκκλησία εξήλθε των τοιχωμάτων αυτής και εδημιούργησε σχέσεις και επεδίωξε συνεργασίαν ήδη από του 1920 διά της περιφήμου Εγκυκλίου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, συνετέλεσεν εις την έναρξιν της Οικουμενικής Κινήσεως και την ίδρυσιν του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών...".
Εξ άλλου εις τα πρακτικά του περιβόητου δήθεν πανορθοδόξου συνεδρίου του Μαΐου - Ιουνίου 1923 βλέπομεν ότι η μεταρρύθμισις του ημερολογίου είχεν ως σκοπόν την "εξυπηρέτησιν εν τε τούτω τω μέρει της παγχριστιανικής ενότητος. Έπρεπε να γίνη "προς αποκατάστασιν της ενότητος των χριστιανών τουλάχιστον εν τω σημείω τούτω". Το συνέδριον εκείνο διεκήρυξε σαφέστατα ότι "η διαρρύθμισις του ημερολογίου είναι ο πρώτος λίθος διά το οικοδόμημα της ενώσεως πασών των εκκλησιών".
Όπως βλέπετε ο Οικουμενισμός δεν ενεφανίσθη μόλις σήμερον με τον Αθηναγόραν. Εγεννήθη εις την Ελλάδα το 1924 και ανδρούται έκτοτε εντός των κόλπων της κρατικής Εκκλησίας. Δεν επιτρέπεται λοιπόν, καλής πίστεως αγωνισταί, ως υμείς, να αγνοήτε την αλήθειαν αυτήν ότι το πρώτον προγεφύρωμα του Οικουμενισμού εις την Ελλάδα υπήρξε η καινοτομία του ημερολογίου. Αυτός ήτο ο λόγος διά τον οποίον οι Παλαιοημερολογίται αντιμετώπισαν εξ αρχής το θέμα ως δογματικόν, ασχέτως εάν δεν εχρησιμοποιείτο τότε ευρύτερα ο όρος "Οικουμενισμός". Η συνείδησις του ορθοδόξου λαού είχε ταυτίσει από της πρώτης στιγμής την εορτολογικήν μεταρρύθμισιν με τον εκφραγκισμόν.
Ημερολογιακόν και Οικουμενισμός δεν είναι λοιπόν δύο διαφορετικά και ανεξάρτητα θέματα αλλά ένα και το αυτό, και ο αγών κατά του Οικουμενισμού, εάν είναι συνεπής, δεν είναι δυνατόν να περιορισθή εις τα σύγχρονα κατορθώματα της παναιρέσεως αυτής, είναι υποχρεωμένος να ανασκάψη τας ρίζας της και να συνθλίψη επί της πέτρας τα νεογνά της.
Νομίζω ότι παρεξηγήσατε τον π. Θεόκλητο όσον αφορά εις το ποίους εννοεί διά της φράσεως "ακραίοι τύποι". Σίγουρα δεν εννοεί τους τρεις Μητροπολίτας τους διακόψαντας το μνημόσυνον του Αθηναγόρα. Δεν έχει, όπως λέει και ο ίδιος, πράγματι κανένα λόγον να τα βάλη μαζί των εφ' όσον ούτοι έχουν, ως και πρότερον, πλήρη Εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετά πάντων των Αρχιερέων "αφού πέραν της διακοπής του μνημοσύνου ουδέν μετεβλήθη εις τας σχέσεις των μεθ' όλης της Εκκλησίας", εννοεί της οικουμενιστικής Εκκλησίας Αθηνών, Κωνσταντινουπόλεως, Μόσχας κλπ. Η παρατήρησις του π. Θεοκλήτου είναι οξυδερκεστάτη και είναι πνευματικόν συμφέρον σας να την προσέξετε. Πράγματι ποίαν σημασίαν έχει η διακοπή του μνημοσύνου όταν παραμένει η εκκλησιαστική κοινωνία; Όταν η διακοπή του μνημοσύνου δεν σημαίνει διακοπήν κοινωνίας είναι πράξις χωρίς νόημα, είναι μία καθ' αυτό στρουθοκαμηλική ενέργεια αποσκοπούσα εις την καθησύχασιν της ιδίας συνειδήσεως και της συνειδήσεως των οπαδών. Δεν αποχωρούν οι τρεις Μητροπολίται από της φλεγομένης υπό της αιρέσεως του Οικουμενισμού οικίας, κλείνουν μόνον τους οφθαλμούς διά να μη βλέπουν τας φλόγας και διδάσκουν τους οπαδούς των να κάμουν το ίδιον. Διατί λοιπόν να καταφερθή ο π. Θεόκλητος εναντίον των; Δεν διακηρύττουν και αυτοί, όπως και εκείνος, ότι "ουκ επέστη ο καιρός" δια την εγκατάλειψι του καταποντιζομένου πλοίου; Η διαφορά μεταξύ του π. Θεοκλήτου και των τριών Μητροπολιτών είναι μόνον εις ζητήματα τακτικής. Ουδεμία διαφορά μεταξύ των υπάρχει εις ζητήματα ουσίας. Κατά τη γνώμη μου η τακτική του π. Θεοκλήτου - κοινωνία και μνημόσυνον - είναι συνεπής. Δεν είναι δυνατόν όμως να λεχθή το ίδιον και διά την τακτικήν των τριών Μητροπολιτών - κοινωνία χωρίς μνημόσυνον. Ο π. Θεόκλητος έχει κατανοήσει τελευταίως ότι κριτική του Οικουμενισμού και των οικουμενιστών με παράλληλον συνέχισιν εκκλησιαστικής κοινωνίας μετ' αυτών συνεπάγεται απαράδεκτον και αυτόχρημα γελοίαν ασυνέπειαν. Αυτός νομίζω ότι είναι και ο λόγος διά τον οποίον διέκοψε την κατά του Οικουμενισμού δημοσιογραφίαν εφ' όσον είχεν αποφασίσει - διά λόγους που ο Θεός γνωρίζη - να μη διακόψη την εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετά των οικουμενιστών. Η συνέπεια και η σοβαρότης απαιτεί ένα από τα δύο: ή σιωπήν και κοινωνίαν μετά των οικουμενιστών, ή αγώνα και διακοπή κοινωνίας. Δεν υπάρχει μέση κατάστασις εάν σεβόμεθα τους εαυτούς μας.
Μη κατηγορείτε λοιπόν τον άνθρωπον αδίκως. Δεν κατεφέρθη κατά των τριών Μητροπολιτών. Άλλους είχεν εις τον νουν του. "Ακραίοι τύποι" είμεθα ημείς, ο γράφων και οι όμοιοί μου, που δεν ηρκέσθημεν εις διακοπάς μνημοσύνων αλλά προχωρήσαμεν και εις διακοπήν κοινωνίας και εγίναμε Παλαιοημερολογίται.
Με εκτίμησιν
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΛΟΜΟΙΡΟΣ
1 σχόλιο:
Αχ! Κωστάκη μεγάλο το κρίμα σου!
Θα δώσεις λόγο που σιγοντάρεις το σχίσμα του παλαιοημερολογιτισμού!
Αχ! Κωστάκη!
Πολύ γρήγορα ξεχνάς ότι ούτε αίμα μαρτυρίου δεν ξεπλένει το σχίσμα!
Αναγνώστης
Δημοσίευση σχολίου