Πάνω από τις Καρυές, προς το Βατοπέδι, είναι το Κελλί του Αγίου Γεωργίου
«Φανερωμένου». Εκεί ασκήτευαν έξι «Χατζή - Γεωργιάτες» με Γέροντα τον
μεγαλύτερο παράδελφό τους, Γερο - Ευλόγιο.
Αργότερα δε, είχαν προστεθή άλλοι δύο αδελφοί στην Συνοδία τους, ο Πατήρ
Παχώμιος και ο Πατήρ Γεώργιος, και έγιναν εγγόνια του Χατζή - Γεώργη.
Χαίρεται κανείς, όταν βλέπη αυτή την αγία Πατερική συνέχεια και θεία μετάδοση της Καλογερικής, από τους Όσιους Παππούδες στον Όσιο Πατέρα Χατζή - Γεώργη, και από τον Πατέρα στα παιδιά και στα εγγόνια! Αξίζει, φυσικά, να γράψη πολλά γι' αυτούς, όπως και για τον Γερο - Ευλόγιο. Επειδή όμως έγραψε και ένας Πατέρας από την Σιμωνόμετρα, πατριώτης του, γι' αυτό εγώ θα περιοριστώ μόνο σ' ένα περιστατικό από το τέλος της ζωής του, πως πάλευε με τους δαίμονες μέχρι τα βαθιά του γεράματα ο αθλητής του Χριστού Γερο - Ευλόγιος!
Όταν είχε γεράσει πια ο Γέροντας, αφού είχε περάσει τα εκατό του χρόνια, καθόταν σ' έναν καναπέ και έλεγε συνέχεια την ευχή. Μιά μέρα λοιπόν οι δύο υποτακτικοί του, ο Πατήρ Παχώμιος και ο Πατήρ Γεώργιος, είχαν πάει να μάσουν ελιές, και ο Γέροντας έκλεισε την πόρτα και ακουμπισμένος στον καναπέ έλεγε την ευχή. Για μιά στιγμή άκουσε πολύ θόρυβο μέσα στο κελλί του και διέκοψε την ευχή. Όρμησαν τότε επάνω του τριάντα δαίμονες, τον πέταξαν κάτω στο πάτωμα και τον έδειραν γερά. Φυσικά, δεν μπορούσε να σηκωθή πια το Γεροντάκι μετά από τόσο πολύ ξύλο! Όταν έγινε μεσημέρι, γύρισαν οι Πατέρες από την δουλειά και φώναζαν τον Γέροντα να τους ανοίξει την πόρτα.
Αλλά πού να ακούση το καημένο Γεροντάκι και πώς να σηκωθή στην κατάσταση πού βρισκόταν; Ο Πατήρ Γεώργιος, ανήσυχος, πέρασε από ένα παραθυράκι, άνοιξε την πόρτα, και προχώρησαν και οι δύο Πατέρες με αγωνία στο κελλί του Γέροντα. Αλλά τί να ιδούν; Τον Γερο - Ευλόγιο πεσμένο στο πάτωμα, χτυπημένο και να τους λέη ψύχραιμα:
-Ακούς! τριάντα δαίμονες μαζεύτηκαν, για να μρ δείρουν! δεν ήταν ένας και δύο!
Στο κελλί του, είχε έναν ξύλινο Σταυρό κρεμασμένο και μπροστά Του συνήθως προσευχόταν. Κάποτε, την ώρα πού προσευχόταν, ήρθε ένας διάβολος από το παράθυρο, για να πειράξη τον Γέροντα.
Βλέπει ξαφνικά ο Γερο - Ευλόγιος τον Σταυρό να ξεκρεμιέται μόνος Του, να πλησιάζη τον διάβολο, και να εξαφανίζεται αμέσως ο έξω από εδώ. Μετά είδε πάλι τον Σταυρό μόνο Του να ξανακρεμιέται στην θέση του.
Έτσι αγωνιζόταν ο Γερο - Ευλόγιος μέχρι τα εκατόν οκτώ του χρόνια. Και αφού ωρίμασε πια πνευματικά και έπρεπε να αναχώρηση απ' αυτή την ζωή για την αιώνια με τον πνευματικό του πλούτο, έλαβε πληροφορία από τον Θεό να ετοιμασθή και να ετοιμάση και τα Καλογέρια του, δίνοντας τις τελευταίες του συμβουλές μαζί με την ευχή του:
-Εγώ, Καλογέρια μου, φεύγω πιά, πηγαίνω κοντά στον Άγιο Αντώνιο. Αργότερα θα έρθετε κι εσείς εκεί κοντά, στον Παράδεισο. Εσύ, Πάτερ Γεώργιε, θα ζήσης ογδόντα χρόνια.
Ζήτησε μετά και κοινώνησε και ανεπαύθη εν Κυρίω, ο ευλογημένος του Θεού Ευλόγιος στίς 11-4-1948.
Ο Πατήρ Γεώργιος λοιπόν, όταν έκλεισε τα ογδόντα, έλεγε: - Εφέτος θα πεθάνω' έτσι μου είπε ο Γέροντας.
Ο γιατρός βλέποντας την δυνατή κράση του, του έλεγε:
- Εσύ θα ζήσης άλλα τριάντα χρόνια.
Μόλις έκλεισε τα ογδόντα ο Πατήρ Γεώργιος, έκλεισε και τα μάτια του, και όλοι θαύμασαν!
Χαίρεται κανείς, όταν βλέπη αυτή την αγία Πατερική συνέχεια και θεία μετάδοση της Καλογερικής, από τους Όσιους Παππούδες στον Όσιο Πατέρα Χατζή - Γεώργη, και από τον Πατέρα στα παιδιά και στα εγγόνια! Αξίζει, φυσικά, να γράψη πολλά γι' αυτούς, όπως και για τον Γερο - Ευλόγιο. Επειδή όμως έγραψε και ένας Πατέρας από την Σιμωνόμετρα, πατριώτης του, γι' αυτό εγώ θα περιοριστώ μόνο σ' ένα περιστατικό από το τέλος της ζωής του, πως πάλευε με τους δαίμονες μέχρι τα βαθιά του γεράματα ο αθλητής του Χριστού Γερο - Ευλόγιος!
Όταν είχε γεράσει πια ο Γέροντας, αφού είχε περάσει τα εκατό του χρόνια, καθόταν σ' έναν καναπέ και έλεγε συνέχεια την ευχή. Μιά μέρα λοιπόν οι δύο υποτακτικοί του, ο Πατήρ Παχώμιος και ο Πατήρ Γεώργιος, είχαν πάει να μάσουν ελιές, και ο Γέροντας έκλεισε την πόρτα και ακουμπισμένος στον καναπέ έλεγε την ευχή. Για μιά στιγμή άκουσε πολύ θόρυβο μέσα στο κελλί του και διέκοψε την ευχή. Όρμησαν τότε επάνω του τριάντα δαίμονες, τον πέταξαν κάτω στο πάτωμα και τον έδειραν γερά. Φυσικά, δεν μπορούσε να σηκωθή πια το Γεροντάκι μετά από τόσο πολύ ξύλο! Όταν έγινε μεσημέρι, γύρισαν οι Πατέρες από την δουλειά και φώναζαν τον Γέροντα να τους ανοίξει την πόρτα.
Αλλά πού να ακούση το καημένο Γεροντάκι και πώς να σηκωθή στην κατάσταση πού βρισκόταν; Ο Πατήρ Γεώργιος, ανήσυχος, πέρασε από ένα παραθυράκι, άνοιξε την πόρτα, και προχώρησαν και οι δύο Πατέρες με αγωνία στο κελλί του Γέροντα. Αλλά τί να ιδούν; Τον Γερο - Ευλόγιο πεσμένο στο πάτωμα, χτυπημένο και να τους λέη ψύχραιμα:
-Ακούς! τριάντα δαίμονες μαζεύτηκαν, για να μρ δείρουν! δεν ήταν ένας και δύο!
Στο κελλί του, είχε έναν ξύλινο Σταυρό κρεμασμένο και μπροστά Του συνήθως προσευχόταν. Κάποτε, την ώρα πού προσευχόταν, ήρθε ένας διάβολος από το παράθυρο, για να πειράξη τον Γέροντα.
Βλέπει ξαφνικά ο Γερο - Ευλόγιος τον Σταυρό να ξεκρεμιέται μόνος Του, να πλησιάζη τον διάβολο, και να εξαφανίζεται αμέσως ο έξω από εδώ. Μετά είδε πάλι τον Σταυρό μόνο Του να ξανακρεμιέται στην θέση του.
Έτσι αγωνιζόταν ο Γερο - Ευλόγιος μέχρι τα εκατόν οκτώ του χρόνια. Και αφού ωρίμασε πια πνευματικά και έπρεπε να αναχώρηση απ' αυτή την ζωή για την αιώνια με τον πνευματικό του πλούτο, έλαβε πληροφορία από τον Θεό να ετοιμασθή και να ετοιμάση και τα Καλογέρια του, δίνοντας τις τελευταίες του συμβουλές μαζί με την ευχή του:
-Εγώ, Καλογέρια μου, φεύγω πιά, πηγαίνω κοντά στον Άγιο Αντώνιο. Αργότερα θα έρθετε κι εσείς εκεί κοντά, στον Παράδεισο. Εσύ, Πάτερ Γεώργιε, θα ζήσης ογδόντα χρόνια.
Ζήτησε μετά και κοινώνησε και ανεπαύθη εν Κυρίω, ο ευλογημένος του Θεού Ευλόγιος στίς 11-4-1948.
Ο Πατήρ Γεώργιος λοιπόν, όταν έκλεισε τα ογδόντα, έλεγε: - Εφέτος θα πεθάνω' έτσι μου είπε ο Γέροντας.
Ο γιατρός βλέποντας την δυνατή κράση του, του έλεγε:
- Εσύ θα ζήσης άλλα τριάντα χρόνια.
Μόλις έκλεισε τα ογδόντα ο Πατήρ Γεώργιος, έκλεισε και τα μάτια του, και όλοι θαύμασαν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου