Πηγή : http://krufo-sxoleio.blogspot.ca/
Άρθρον του Σεβ. Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης μακαριστού Χρυσοστόμου.
«Οψέποτε επί την πολυσχιδή ταύτην γην Θεός ελάσειε, όστις δίχα πταίσματος σαρξ γενήσεται, ακαμάτοις δε Θεότητος όροις ανιάτων παθών λύσει φθοράν».
Τον χρησμόν τούτον έδωκε κατά την Αρχαιότητα το Μαντείον των Δελφών δια της ιερείας Ευοπτίας, ερωτηθέν περί του μέλλοντος Σωτήρος και Λυτρωτού του Κόσμου. Ο δε Μέγας Αθανάσιος προς Αντίοχον λέγει περί των Ελλήνων φιλοσόφων τα επόμενα: Αλλά και την του Χριστού οικονομίαν αμυδρώς προεμύνησαν. Και γουν τις των περί αυτοίς σοφών προ πολλών της Χριστού επιδημίας χρόνων φησίν ότι «Ήξει η νεάνις, έχουσα ημίν ουράνιον γόνον». Ο άνθρωπος, αφ’ ότου δια της παραβάσεως των πρωτοπλάστων εξέπεσε της αρχικής αυτού καταστάσεως στερηθείς της χάριτος του Θεού και του εξ αυτού αγιασμού, ησθάνθην την γύμνωσιν αυτού και περιεπλάκη εις τα δίκτυα της αμαρτίας και του κακού, γενόμενος έρμαιον των κτηνωδών ορέξεων και παθών, και παίγνιον των Σατανικών εισηγήσεων και διαβολών.
Αι εν σπέρματι πνευματικαί και ηθικαί δυνάμεις του ανθρώπου, μετά την έκπτωσιν αυτού από της σκέπης και της προστασίας του Δημιουργού, εστερημέναι της ζωοπαρόχου πνοής του Θεού και της φωταυγείας της πανσθενουργού χάριτος αυτού, ήρξαντο κατά την διαρροήν των αιώνων φθίνουσαι και φυλλορροούσαι εν τω ανύδρω και αυχμηρώ εδάφει της απιστίας και ειδωλολατρείας. Την φθίσιν ταύτην και φυλλορρόησιν των πνευματικών δυνάμεων και ηθικών συναισθημάτων του ανθρώπου επηκολούθησεν εξ αντιθέτου η ενίσχυσις και επικράτησις των υλικών σκέψεων και γηίνων επιθυμιών, ως και ο πληθωρισμός και ο κορεσμός των φθαρτών και επικήρων του κόσμου τούτου αγαθών. Εφ’ ω και ο άνθρωπος, κυλιόμενος εις τον βόρβορον και τα δυσώδη τενάγη των κτηνωδών και ακολάστων παθών, τοσούτον απεμακρύνθη από τον Θεόν και τον αρχικόν αυτού προορισμόν, ώστε να απολέση και αυτά τα ίχνη της θείας αυτού καταγωγής και της ανωτέρας αυτού αποστολής. Ούτω αποξενωθείς ο άνθρωπος πάσης ανωτέρας σκέψεως και ιδεολογίας, και απορφανισθείς της θείας επιβλέψεως και προστασίας τοσαύτην ησθάνετο ροπήν και κλίσιν προς την ηδυπάθειαν και ακολασίαν και εν γένει προς το κακόν και την αμαρτίαν, ώστε εκινδύνευσε να απολέση και αυτόν τον ανθρωπισμόν και να καταταχθή εις την τάξιν των αλόγων κτηνών κατά το ψαλμικόν «Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς». Την εις τοιαύτην κτηνώδη και απέλπιδα κατάστασιν περιελθούσαν ανθρωπότητα από ηθικής και πνευματικής απόψεως μάτην επειράθησαν να σώσωσιν οι δια μέσου των αιώνων εμφανιζόμενοι από καιρού εις καιρόν διάφοροι σωτήρες και λυτρωταί θέτοντες εις χρήσιν τας γνώσεις της φιλοσοφίας, της ιστορίας, των επιστημονικών φώτων, και του πολιτισμού, του εστερημένου ηθικής πνοής και ηθικού τονισμού. Οι μεγάλοι επιστήμονες και κατακτηταί, οι περιώνυμοι σοφοί και κοινωνιολόγοι, οι βαθείς ούτοι γνώσται και μύσται της ανθρωπίνου ψυχολογίας δεν ηδυνήθησαν, δι΄ ων έγραψαν και εδίδαξαν να αναχαιτίσωσι την ακατάσχετον ορμήν της ηθικής εκλύσεως και διαφθοράς της παροινούσης κοινωνίας, ήτις εσφάδαζεν υπό τους γαμψώνυχας του μισοκάλου Αλάστορος, του σκολιού τούτου δράκοντος και θεοστυγούς τυράννου της ηθικής του ανθρώπου ελευθερίας και αισθηματολογίας. Η ολοέν αύξουσα πρόοδος της επιστήμης και του πολιτισμού, ου μόνον δεν συνετέλεσεν εις καταστολήν της ακολασίας και την ανακοπήν του ρεύματος της ηθικής του ανθρώπου παραλυσίας, αλλά και επηύξησε ταύτην, επινοηθέντων νέων τρόπων και μέσων ηδονικών απολαύσεων και κτηνωδών αισθησιασμών, καταισχυνόντων τον ανθρωπισμόν. Ίνα δε καταστή πλέον καταφανής η χρεωκοπία της επιστήμης και η αδυναμία των ανθρωπίνων μέσων προς πνευματικήν ανύψωσιν και ηθικήν ανάνηψιν της πεπτωκυίας ανθρωπίνης ψυχής, ηυδόκησεν ο Θεός, όπως κατά τους προ της θείας Γεννήσεως του Χριστού χρόνους αναφανώσιν εις τον ορίζοντα του κόσμου αι μεγαλήτεραι και φωτεινότεραι ανθρωπίνως διάνοιαι, αι θεοσοφικαί ηθικαί διδασκαλίαι των οποίων έκαμαν να λάμψη το φως του χριστιανισμού της Χάριτος και του αγιασμού, ως λάμπει ο ήλιος από το σκιόφως και την ομίχλην. Και όμως η καταστρηνιώσα και ακολασταίνουσα κοινωνία ουδεμίαν εκ των θεοσοφικών και των ηθικών τούτων διδαγμάτων είδεν ωφέλειαν και βελτίωσιν εις την σφαίραν της ανθρωπίνου αλληλεγγύης και της αληθινής και εφηρμοσμένης ηθικής. Τα γράμματα και η επιστήμη, λέγει και τις των συγχρόνων σοφών, δεν ηθικοποιούσι τους λαούς, εάν δεν συμβαδίζωσι μετά της πίστεως εις τα ανώτερα και υψηλότερα ιδανικά, η δε διδασκαλία της ηθικότητος και τα γυμνά παραγγέλματα της εκτελέσεως του καθήκοντος είναι αληθή λογοπαίγνια, αποχωριζόμενα από την πηγή και της αυθεντείας του θείου κύρους και της θείας αληθείας. Αλλά και ο ευγενέστερος εκ των πολεμίων της θεότητος του Χριστού, ο Ερνέστος Ρενάν, ωμολόγησε την αλήθειαν ταύτην, ειπών τα εξής: «Ουχί εις τους ηθολόγους και επιστήμονας, αλλά εις τον Χριστιανισμόν οφείλεται πάσα επί της γης εναπομείνασα αρετή, και παν αγνόν και υψηλόν φρόνημα». Και τούτο, διότι η ανθρωπίνη δύναμις μόνη, ως πεπερασμένη και τη φυσική ανάγκη της αμαρτίας υποκειμένη, δεν είναι ικανή να αντιδράση εις τα εμπόδια και τα θέλγητρα, άτινα προβάλλει η κακία και η αμαρτία, αντλούσα την δύναμιν και την επιβουλήν αυτής, ουχί εκ της σαρκός και του αίματος, κατά τον Απόστολον των Εθνών, αλλά εκ των αρχών, των εξουσιών των κοσμοκρατόρων του αιώνος του σκότους τούτου, εκ των πνευματικών της πονηρίας εν τοις επουρανίοις (Εφες. 6: 12-18). Τούτου ένεκα, ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ηυδόκησεν ο Θεός, όπως εξαποστείλη εις τον κόσμον τον Μονογενή Αυτού Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, όστις γεννηθείς εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εκ της Παρθένου Μαρίας, ουχί εκ θελήματος ανδρός, αλλά δια Πνεύματος Αγίου και της επισκιάσεως της δυνάμεως του Υψίστου, συνέτριψε δια του σταυρικού θανάτου και της εκ νεκρών Αναστάσεως Αυτού το κράτος του Διαβόλου, υπό την δηλητηριώδη πτέρναν του οποίου εστέναζεν ο άνθρωπος, και απαλλάξας τούτον εκ του τυραννικού ζυγού της αμαρτίας και του θανάτου, κατέστησε και πάλιν τέκνον της χάριτος και υιοθεσίας, και συγκληρονόμον της επουρανίου Αυτού αθανασίας και βασιλείας. Την υπερφυά Γέννησιν του Χριστού εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εκ της Αγίας Παρθένου, ως μέλλοντος Σωτήρος και Λυτρωτού του κόσμου, προκατείγγειλαν ου μόνον οι άγιοι Προφήται του Ιουδαϊκού λαού, αλλά και τα μεγάλα και προνομιούχα πνεύματα των εθνών, φωτιζόμενα και ταύτα αμυδρώς, κατά τον φιλόσοφον και μάρτυρα Ιουστίνον, υπό τινος ανταυγείας της θείας Χάριτος. Ούτω ο δαιμόνιος Αισχύλος εις τον Προμηθέα λέγει ότι: « ο Ζεύς θα θέση την θωπευτικήν του χείρα επί του μετώπου μιας παρθένου, και εκ της αφής του ταύτης θα γεννηθή εις υιός προσφυής γόνος, όστις θα προσενεχθή να διαδεχθή τας θλίψεις και τα βάσανα του Προμηθέως, όστις εξεικονίζει την αμαρτωλόν ανθρωπότητα, την ζητήσασαν την ατυχίαν αυτής εν τη αθετήσει και περιφρονήσει των θείων Βουλών. «Τοιούδε μόχθου, λέγει εις τον Προμηθέα, ο άγγελος Ερμής, ο εξεικονίζων την θείαν Νέμεσιν, μη τι προσδόκα, πριν αν Θεών τις διάδοχος των σων πόνων φανή, θελήση τ’ εις αναύγητον μολείν άδου κνεφέα τ’ αμφί ταρτάρου βάθη». Η αγία Μήτηρ των Κινέζων τρώγει εις την όχθην της Πηγής τον παρθένον άνθος, όπερ δίδει εις αυτήν την δύναμιν του να γεννήση ένα θείον υιόν, όστις θα λυτρώση τον κόσμον από των αμαρτιών. Εις τας προμετωπίδας αίτινες στέφουσιν εν Αιγύπτω τας πυραμίδας αι ιεραί Παρθένοι προσδοκώσι την επίσκεψιν του Θεού, όστις οφείλει να τας καταστήση μητέρας του ελευθερωτού και λυτρωτού του κόσμου. Ό,τι σκιωδώς και αινιγματωδώς προείπον και εσυμβόλισαν οι σκηπτούχοι της διανοίας μεταξύ των Εθνών, τούτο ρητώς και αποκεκαλυμμένως προκατήγγειλεν η φαεινή πλειάς των Αγίων Προφητών του Ιουδαϊκού Λαού, εν οις ο Μεγαλοφωνότατος Ησαϊας ειπών τάδε: « Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστί μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός, αυτός γαρ σώσει τον Λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών (Ματθ. 1: 21-23). Δικαίως όθεν επί τη θεία Γεννήσει του Κυρίου ημών επληρώθησαν τα σύμπαντα χαράς, τα τε ουράνια και τα επίγεια, Ποιμένων αγραυλούντων και Μάγων προσκυνούντων και Αγγέλων ανυμνούντων και λεγόντων ¨Δόξα εν Υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Διότι κατά την γηθόσυνον ταύτην των Χριστουγέννων ημέραν κατέπεσε το μεσότοιχον του φραγμού μεταξύ της Γης και του Ουρανού διελύθη η πρώην κατάρα του Θεού κατά του ανθρώπου του αμαρτωλού, εξηφανίσθη η σκοτόμαινα του κακού και της αμαρτίας, και αντί τούτων εξέλαμψεν εις τον κόσμον ο ιλαρόφωτος και σελασφόρος Αυγερινός της πνευματικής υιοθεσίας και Χάριτος, και εδόθη ο αρραβών της αποκαταστάσεως του ανθρώπου εις την προτέραν του τιμήν και δόξαν δια της ανακτήσεως της ηθικής ελευθερίας και της συμμετοχής του εις την αθανασίαν και την επουράνιον Βασιλείαν. «Πιστός ο Θεός ο καλέσας ημάς εις την αιώνιον αυτού δόξαν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών». Το Αγγέλοις άγνωστον και ανθρωπίνοις λογισμοίς ανεπίβατον τούτο Μυστήριον της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού δια της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος προεξαγγέλλει αφ’ ενός την άπειρον παντοδυναμίαν και την δόξαν του Θεού κατατροπώσαντος το κράτος του πονηρού, και αφ’ ετέρου την ειρήνευσιν της Γης δια της αναπλάσεως και αναγεννήσεως της ανθρωπίνου ψυχής, εμβολιασθείσης δια του ειρηνικού πνεύματος του Χριστού, και την σωτηρίαν του ανθρώπου εκ της δουλείας της αμαρτίας και του θανάτου,καταστάντος συγκληρονόμου της αιωνίου ζωής και δόξης του Χριστού εν ουρανοίς. Οίον όντως ευεργέτημα μας εδωροφόρησεν ο Πανάγαθος Θεός δια της γεννήσεως και ενανθρωπήσεως του Χριστού επί της Γης. Οίον πλούτον πνευματικόν και ουράνιον θησαυρόν δεν εγκλείει η πίστις εις τον Θεόν και τον Μονογενή Αυτού Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. «Αύτη εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί Σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και Ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν». Η θεία αύτη πίστις εξαίρει την διάνοιαν εις τας υπερκοσμίους σφαίρας της αληθείας του ωραίου και του αγαθού, φωτίζει και εξαγνίζει την ψυχήν, εξιλαρύνει την καρδίαν, εξευγενίζει τα αισθήματα, χαλυβδώνει την θέλησιν και τον χαρακτήρα, εμπνέει θάρρος, υπομονήν και φερέλπιδα εγκαρδίωσιν εις τας πικρίας και τας θλίψεις της ζωής, εξιδανικεύει και εξωραϊζει την απόλαυσιν της χαράς και της ευτυχίας, και εν γένει εγχειρίζει εις τον άνθρωπον την κλείδα, ίνα λύη όλα τα προβλήματα της ζωής και του θανάτου, άτινα δεν ηδυνήθη να λύση η Επιστήμη. Το ζωοπάροχον πνεύμα του Χριστού και η φερέσβιος χάρις Αυτού διήνοιξεν εις την ανθρωπίνην διάνοιαν νέους ορίζοντας ιδεών, υπερκοσμίων και υπερφυών, και εδίδαξεν εις αυτόν, ότι ούτος την αρχικήν του προέλευσιν έχει εις τον Θεόν, και ότι το τελικόν της ζωής του σκοπόν ανάγει εις τον Χριστόν, εξ ου και δι’ ου και εις ον τα πάντα. Αφού τόσα ευεργετήματα και επίγεια και ουράνια μάς δωροφορεί σήμερον η Γέννησις του Χριστού εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας, δεύτε και αναχθώμεν τη διανοία εν τη αγία πόλει Ιερουσαλήμ και αποτελούντες συνοδίαν και συναυλίαν μετά των Ποιμένων των αγραυλούντων, των Μάγων των προσκυνούντων και των Αγγέλων των ανυμνούντων, ας συμψάλωμεν και ημείς τον αγγελικόν ύμνον : «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί Γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Αμήν.
Τον χρησμόν τούτον έδωκε κατά την Αρχαιότητα το Μαντείον των Δελφών δια της ιερείας Ευοπτίας, ερωτηθέν περί του μέλλοντος Σωτήρος και Λυτρωτού του Κόσμου. Ο δε Μέγας Αθανάσιος προς Αντίοχον λέγει περί των Ελλήνων φιλοσόφων τα επόμενα: Αλλά και την του Χριστού οικονομίαν αμυδρώς προεμύνησαν. Και γουν τις των περί αυτοίς σοφών προ πολλών της Χριστού επιδημίας χρόνων φησίν ότι «Ήξει η νεάνις, έχουσα ημίν ουράνιον γόνον». Ο άνθρωπος, αφ’ ότου δια της παραβάσεως των πρωτοπλάστων εξέπεσε της αρχικής αυτού καταστάσεως στερηθείς της χάριτος του Θεού και του εξ αυτού αγιασμού, ησθάνθην την γύμνωσιν αυτού και περιεπλάκη εις τα δίκτυα της αμαρτίας και του κακού, γενόμενος έρμαιον των κτηνωδών ορέξεων και παθών, και παίγνιον των Σατανικών εισηγήσεων και διαβολών.
H συνέχεια, ‘’κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more
Αι εν σπέρματι πνευματικαί και ηθικαί δυνάμεις του ανθρώπου, μετά την έκπτωσιν αυτού από της σκέπης και της προστασίας του Δημιουργού, εστερημέναι της ζωοπαρόχου πνοής του Θεού και της φωταυγείας της πανσθενουργού χάριτος αυτού, ήρξαντο κατά την διαρροήν των αιώνων φθίνουσαι και φυλλορροούσαι εν τω ανύδρω και αυχμηρώ εδάφει της απιστίας και ειδωλολατρείας. Την φθίσιν ταύτην και φυλλορρόησιν των πνευματικών δυνάμεων και ηθικών συναισθημάτων του ανθρώπου επηκολούθησεν εξ αντιθέτου η ενίσχυσις και επικράτησις των υλικών σκέψεων και γηίνων επιθυμιών, ως και ο πληθωρισμός και ο κορεσμός των φθαρτών και επικήρων του κόσμου τούτου αγαθών. Εφ’ ω και ο άνθρωπος, κυλιόμενος εις τον βόρβορον και τα δυσώδη τενάγη των κτηνωδών και ακολάστων παθών, τοσούτον απεμακρύνθη από τον Θεόν και τον αρχικόν αυτού προορισμόν, ώστε να απολέση και αυτά τα ίχνη της θείας αυτού καταγωγής και της ανωτέρας αυτού αποστολής. Ούτω αποξενωθείς ο άνθρωπος πάσης ανωτέρας σκέψεως και ιδεολογίας, και απορφανισθείς της θείας επιβλέψεως και προστασίας τοσαύτην ησθάνετο ροπήν και κλίσιν προς την ηδυπάθειαν και ακολασίαν και εν γένει προς το κακόν και την αμαρτίαν, ώστε εκινδύνευσε να απολέση και αυτόν τον ανθρωπισμόν και να καταταχθή εις την τάξιν των αλόγων κτηνών κατά το ψαλμικόν «Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς». Την εις τοιαύτην κτηνώδη και απέλπιδα κατάστασιν περιελθούσαν ανθρωπότητα από ηθικής και πνευματικής απόψεως μάτην επειράθησαν να σώσωσιν οι δια μέσου των αιώνων εμφανιζόμενοι από καιρού εις καιρόν διάφοροι σωτήρες και λυτρωταί θέτοντες εις χρήσιν τας γνώσεις της φιλοσοφίας, της ιστορίας, των επιστημονικών φώτων, και του πολιτισμού, του εστερημένου ηθικής πνοής και ηθικού τονισμού. Οι μεγάλοι επιστήμονες και κατακτηταί, οι περιώνυμοι σοφοί και κοινωνιολόγοι, οι βαθείς ούτοι γνώσται και μύσται της ανθρωπίνου ψυχολογίας δεν ηδυνήθησαν, δι΄ ων έγραψαν και εδίδαξαν να αναχαιτίσωσι την ακατάσχετον ορμήν της ηθικής εκλύσεως και διαφθοράς της παροινούσης κοινωνίας, ήτις εσφάδαζεν υπό τους γαμψώνυχας του μισοκάλου Αλάστορος, του σκολιού τούτου δράκοντος και θεοστυγούς τυράννου της ηθικής του ανθρώπου ελευθερίας και αισθηματολογίας. Η ολοέν αύξουσα πρόοδος της επιστήμης και του πολιτισμού, ου μόνον δεν συνετέλεσεν εις καταστολήν της ακολασίας και την ανακοπήν του ρεύματος της ηθικής του ανθρώπου παραλυσίας, αλλά και επηύξησε ταύτην, επινοηθέντων νέων τρόπων και μέσων ηδονικών απολαύσεων και κτηνωδών αισθησιασμών, καταισχυνόντων τον ανθρωπισμόν. Ίνα δε καταστή πλέον καταφανής η χρεωκοπία της επιστήμης και η αδυναμία των ανθρωπίνων μέσων προς πνευματικήν ανύψωσιν και ηθικήν ανάνηψιν της πεπτωκυίας ανθρωπίνης ψυχής, ηυδόκησεν ο Θεός, όπως κατά τους προ της θείας Γεννήσεως του Χριστού χρόνους αναφανώσιν εις τον ορίζοντα του κόσμου αι μεγαλήτεραι και φωτεινότεραι ανθρωπίνως διάνοιαι, αι θεοσοφικαί ηθικαί διδασκαλίαι των οποίων έκαμαν να λάμψη το φως του χριστιανισμού της Χάριτος και του αγιασμού, ως λάμπει ο ήλιος από το σκιόφως και την ομίχλην. Και όμως η καταστρηνιώσα και ακολασταίνουσα κοινωνία ουδεμίαν εκ των θεοσοφικών και των ηθικών τούτων διδαγμάτων είδεν ωφέλειαν και βελτίωσιν εις την σφαίραν της ανθρωπίνου αλληλεγγύης και της αληθινής και εφηρμοσμένης ηθικής. Τα γράμματα και η επιστήμη, λέγει και τις των συγχρόνων σοφών, δεν ηθικοποιούσι τους λαούς, εάν δεν συμβαδίζωσι μετά της πίστεως εις τα ανώτερα και υψηλότερα ιδανικά, η δε διδασκαλία της ηθικότητος και τα γυμνά παραγγέλματα της εκτελέσεως του καθήκοντος είναι αληθή λογοπαίγνια, αποχωριζόμενα από την πηγή και της αυθεντείας του θείου κύρους και της θείας αληθείας. Αλλά και ο ευγενέστερος εκ των πολεμίων της θεότητος του Χριστού, ο Ερνέστος Ρενάν, ωμολόγησε την αλήθειαν ταύτην, ειπών τα εξής: «Ουχί εις τους ηθολόγους και επιστήμονας, αλλά εις τον Χριστιανισμόν οφείλεται πάσα επί της γης εναπομείνασα αρετή, και παν αγνόν και υψηλόν φρόνημα». Και τούτο, διότι η ανθρωπίνη δύναμις μόνη, ως πεπερασμένη και τη φυσική ανάγκη της αμαρτίας υποκειμένη, δεν είναι ικανή να αντιδράση εις τα εμπόδια και τα θέλγητρα, άτινα προβάλλει η κακία και η αμαρτία, αντλούσα την δύναμιν και την επιβουλήν αυτής, ουχί εκ της σαρκός και του αίματος, κατά τον Απόστολον των Εθνών, αλλά εκ των αρχών, των εξουσιών των κοσμοκρατόρων του αιώνος του σκότους τούτου, εκ των πνευματικών της πονηρίας εν τοις επουρανίοις (Εφες. 6: 12-18). Τούτου ένεκα, ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ηυδόκησεν ο Θεός, όπως εξαποστείλη εις τον κόσμον τον Μονογενή Αυτού Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, όστις γεννηθείς εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εκ της Παρθένου Μαρίας, ουχί εκ θελήματος ανδρός, αλλά δια Πνεύματος Αγίου και της επισκιάσεως της δυνάμεως του Υψίστου, συνέτριψε δια του σταυρικού θανάτου και της εκ νεκρών Αναστάσεως Αυτού το κράτος του Διαβόλου, υπό την δηλητηριώδη πτέρναν του οποίου εστέναζεν ο άνθρωπος, και απαλλάξας τούτον εκ του τυραννικού ζυγού της αμαρτίας και του θανάτου, κατέστησε και πάλιν τέκνον της χάριτος και υιοθεσίας, και συγκληρονόμον της επουρανίου Αυτού αθανασίας και βασιλείας. Την υπερφυά Γέννησιν του Χριστού εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εκ της Αγίας Παρθένου, ως μέλλοντος Σωτήρος και Λυτρωτού του κόσμου, προκατείγγειλαν ου μόνον οι άγιοι Προφήται του Ιουδαϊκού λαού, αλλά και τα μεγάλα και προνομιούχα πνεύματα των εθνών, φωτιζόμενα και ταύτα αμυδρώς, κατά τον φιλόσοφον και μάρτυρα Ιουστίνον, υπό τινος ανταυγείας της θείας Χάριτος. Ούτω ο δαιμόνιος Αισχύλος εις τον Προμηθέα λέγει ότι: « ο Ζεύς θα θέση την θωπευτικήν του χείρα επί του μετώπου μιας παρθένου, και εκ της αφής του ταύτης θα γεννηθή εις υιός προσφυής γόνος, όστις θα προσενεχθή να διαδεχθή τας θλίψεις και τα βάσανα του Προμηθέως, όστις εξεικονίζει την αμαρτωλόν ανθρωπότητα, την ζητήσασαν την ατυχίαν αυτής εν τη αθετήσει και περιφρονήσει των θείων Βουλών. «Τοιούδε μόχθου, λέγει εις τον Προμηθέα, ο άγγελος Ερμής, ο εξεικονίζων την θείαν Νέμεσιν, μη τι προσδόκα, πριν αν Θεών τις διάδοχος των σων πόνων φανή, θελήση τ’ εις αναύγητον μολείν άδου κνεφέα τ’ αμφί ταρτάρου βάθη». Η αγία Μήτηρ των Κινέζων τρώγει εις την όχθην της Πηγής τον παρθένον άνθος, όπερ δίδει εις αυτήν την δύναμιν του να γεννήση ένα θείον υιόν, όστις θα λυτρώση τον κόσμον από των αμαρτιών. Εις τας προμετωπίδας αίτινες στέφουσιν εν Αιγύπτω τας πυραμίδας αι ιεραί Παρθένοι προσδοκώσι την επίσκεψιν του Θεού, όστις οφείλει να τας καταστήση μητέρας του ελευθερωτού και λυτρωτού του κόσμου. Ό,τι σκιωδώς και αινιγματωδώς προείπον και εσυμβόλισαν οι σκηπτούχοι της διανοίας μεταξύ των Εθνών, τούτο ρητώς και αποκεκαλυμμένως προκατήγγειλεν η φαεινή πλειάς των Αγίων Προφητών του Ιουδαϊκού Λαού, εν οις ο Μεγαλοφωνότατος Ησαϊας ειπών τάδε: « Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστί μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός, αυτός γαρ σώσει τον Λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών (Ματθ. 1: 21-23). Δικαίως όθεν επί τη θεία Γεννήσει του Κυρίου ημών επληρώθησαν τα σύμπαντα χαράς, τα τε ουράνια και τα επίγεια, Ποιμένων αγραυλούντων και Μάγων προσκυνούντων και Αγγέλων ανυμνούντων και λεγόντων ¨Δόξα εν Υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Διότι κατά την γηθόσυνον ταύτην των Χριστουγέννων ημέραν κατέπεσε το μεσότοιχον του φραγμού μεταξύ της Γης και του Ουρανού διελύθη η πρώην κατάρα του Θεού κατά του ανθρώπου του αμαρτωλού, εξηφανίσθη η σκοτόμαινα του κακού και της αμαρτίας, και αντί τούτων εξέλαμψεν εις τον κόσμον ο ιλαρόφωτος και σελασφόρος Αυγερινός της πνευματικής υιοθεσίας και Χάριτος, και εδόθη ο αρραβών της αποκαταστάσεως του ανθρώπου εις την προτέραν του τιμήν και δόξαν δια της ανακτήσεως της ηθικής ελευθερίας και της συμμετοχής του εις την αθανασίαν και την επουράνιον Βασιλείαν. «Πιστός ο Θεός ο καλέσας ημάς εις την αιώνιον αυτού δόξαν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών». Το Αγγέλοις άγνωστον και ανθρωπίνοις λογισμοίς ανεπίβατον τούτο Μυστήριον της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού δια της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος προεξαγγέλλει αφ’ ενός την άπειρον παντοδυναμίαν και την δόξαν του Θεού κατατροπώσαντος το κράτος του πονηρού, και αφ’ ετέρου την ειρήνευσιν της Γης δια της αναπλάσεως και αναγεννήσεως της ανθρωπίνου ψυχής, εμβολιασθείσης δια του ειρηνικού πνεύματος του Χριστού, και την σωτηρίαν του ανθρώπου εκ της δουλείας της αμαρτίας και του θανάτου,καταστάντος συγκληρονόμου της αιωνίου ζωής και δόξης του Χριστού εν ουρανοίς. Οίον όντως ευεργέτημα μας εδωροφόρησεν ο Πανάγαθος Θεός δια της γεννήσεως και ενανθρωπήσεως του Χριστού επί της Γης. Οίον πλούτον πνευματικόν και ουράνιον θησαυρόν δεν εγκλείει η πίστις εις τον Θεόν και τον Μονογενή Αυτού Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. «Αύτη εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί Σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και Ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν». Η θεία αύτη πίστις εξαίρει την διάνοιαν εις τας υπερκοσμίους σφαίρας της αληθείας του ωραίου και του αγαθού, φωτίζει και εξαγνίζει την ψυχήν, εξιλαρύνει την καρδίαν, εξευγενίζει τα αισθήματα, χαλυβδώνει την θέλησιν και τον χαρακτήρα, εμπνέει θάρρος, υπομονήν και φερέλπιδα εγκαρδίωσιν εις τας πικρίας και τας θλίψεις της ζωής, εξιδανικεύει και εξωραϊζει την απόλαυσιν της χαράς και της ευτυχίας, και εν γένει εγχειρίζει εις τον άνθρωπον την κλείδα, ίνα λύη όλα τα προβλήματα της ζωής και του θανάτου, άτινα δεν ηδυνήθη να λύση η Επιστήμη. Το ζωοπάροχον πνεύμα του Χριστού και η φερέσβιος χάρις Αυτού διήνοιξεν εις την ανθρωπίνην διάνοιαν νέους ορίζοντας ιδεών, υπερκοσμίων και υπερφυών, και εδίδαξεν εις αυτόν, ότι ούτος την αρχικήν του προέλευσιν έχει εις τον Θεόν, και ότι το τελικόν της ζωής του σκοπόν ανάγει εις τον Χριστόν, εξ ου και δι’ ου και εις ον τα πάντα. Αφού τόσα ευεργετήματα και επίγεια και ουράνια μάς δωροφορεί σήμερον η Γέννησις του Χριστού εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας, δεύτε και αναχθώμεν τη διανοία εν τη αγία πόλει Ιερουσαλήμ και αποτελούντες συνοδίαν και συναυλίαν μετά των Ποιμένων των αγραυλούντων, των Μάγων των προσκυνούντων και των Αγγέλων των ανυμνούντων, ας συμψάλωμεν και ημείς τον αγγελικόν ύμνον : «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί Γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου