του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου
Ο μεν Άγιος Συμεών ο Θεοδόχος έλαβε μακράν και πολυχρόνιον ζωήν εις τον κόσμον τούτον. Επειδή και εχρηματίσθη, ήτοι απεκαλύφθη εις αυτόν από το Πνεύμα το Άγιον, ότι να μην ιδή θάνατον, προ του να θεωρήση με τους οφθαλμούς του τον Δεσπότην Χριστόν. Όθεν όταν ο Κύριος ημών επροσφέρθη εις τον Ναόν τεσσαράκοντα ημερών νήπιον, τότε εδέχθη αυτόν εις τας αγκάλας του. Και πληροφορηθείς από το Πνεύμα το Άγιον τα περί αυτού μέλλοντα, έλαβε το τέλος της ζωής του, κατά τον ανωτέρω χρηματισμόν και την αποκάλυψιν του Αγίου Πνεύματος.
Σημείωσαι, ότι περί του Αγίου Συμεών του Θεοδόχου διάφοροι διαφόρως λέγουσιν. Ο μεν γαρ Άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, εν τω δευτέρω τροπαρίω του προς αυτόν ασματικού Κανόνος αυτού, θέλει ότι ήτον Ιερεύς, ούτω λέγων· «Εν νόμω γενόμενος, ιερουργός ιερώτατε». Ο δε κριτικός Φώτιος εν τοις Αμφιλοχίοις, προς τον ερωτήσαντα αποκρίνεται, ότι δεν ήτον Ιερεύς, ήτον όμως του Ιερέως ανώτερος. Άλλοι λέγουσιν, πως ήτον ούτος είς των εβδομήκοντα ερμηνευτών της Παλαιάς Διαθήκης, επί Πτολεμαίου του Φιλαδέλφου, και ότι ερμηνεύωντας το «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει», και απιστήσας εις αυτό, έλαβε χρηματισμόν, ότι μέλλει να ζήση έως ου να λάβη εις τας αγκάλας του τον προφητευθέντα Παρθενικόν τόκον, ως λέγει Γεώργιος ο Κεδρηνός εν τη Συνόψει, και ο Αθηνών Μελέτιος (ομοίως και Ευθύμιος ο Ζυγαδηνός εν τη ερμηνεία του β΄ κεφαλαίου του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, τόμω τρίτω) και άλλοι. Όθεν αν τούτο ήναι αληθές, ο Συμεών όταν εδέχθη τον Χριστόν, ήτον χρόνων διακοσίων εβδομήκοντα και επέκεινα. Άλλοι γενεαλογούσι τον Συμεών τούτον, πως ήτον, υιός μεν του Πατριάρχου των Εβραίων Χιλέλ, πατήρ δε του περιφήμου Γαμαλιήλ του αναφερομένου εν ταίς Πράξεσι. Και άλλοι λέγουσι, πως ήτον πρόεδρος του Συνεδρίου των Εβραίων. Οι δε ασφαλέστεροι και μόνη τη Ευαγγελική ιστορία επόμενοι, ως άνδρα απλώς πνευματοκίνητον τον Θεοδόχον γεραίρουσιν, (όρα την νεοτύπωτον Εκατονταετηρίδα). Το δε λείψανον του Αγίου τούτου Συμεών, ευρίσκεται εις τον εν Κωνσταντινουπόλει Nαόν του Αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου, τον οποίον Nαόν ανήγειρεν ο βασιλεύς Ιουστίνος (σελ. 1152 της Δωδεκαβίβλου). Σημείωσαι, ότι εν τω δευτέρω Πανηγυρικώ της Ιεράς Μονής του Βατοπαιδίου, σώζεται εγκώμιον Συμεών ταπεινού Μοναχού, εις τον Άγιον τούτον Συμεών τον Θεοδόχον, ου η αρχή· «Τήν προς τους αγαθούς των ομοδούλων τιμήν».
Η δε προφήτισσα Άννα, ήτον θυγάτηρ Φανουήλ, καταγομένη από την φυλήν του Ασήρ, ενός από τους δώδεκα Πατριάρχας τους υιούς Ιακώβ. Αφ’ ου δε εσυγκατοίκησε με άνδρα χρόνους επτά, και τούτον υστερήθη διά του θανάτου, από τότε επαράμενεν εις τον Ναόν και εκαταγίνετο εν όλη τη ζωή της εις προσευχάς και νηστείας. Όθεν επειδή αδιακόπως ευρίσκετο εις τοιαύτα θεάρεστα έργα, διά τούτο και ηξιώθη η μακαρία να ιδή τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, όταν επροσφέρθη τεσσαράκοντα ημερών νήπιον εις τον Ναόν, από την Παναγίαν Μητέρα του και από τον δίκαιον Ιωσήφ. Ανθωμολογείτο δε αύτη, ήτοι ευχαρίστει και εδοξολόγει τον Θεόν, και επροφήτευε φανερά τα περί του Χριστού εις όλους εκείνους οπού ευρέθησαν τότε εις τον Ναόν, λέγουσα τοιαύτα λόγια. Τούτο το Βρέφος, είναι εκείνος ο αυθέντης, οπού εστερέωσε τον ουρανόν και την γήν. Τούτο το Βρέφος είναι ο Χριστός, περί του οποίου όλοι οι Προφήται επροκήρυξαν. Ημείς λοιπόν την μνήμην τούτων των δύω σήμερον εορτάζοντες, κηρύττομεν διά μέσου αυτών την φρικτήν και απόρρητον του Θεού προς ημάς συγκατάβασιν. (Όρα περί αυτών εις τον Θησαυρόν του Δαμασκηνού κατά την εορτήν της Υπαπαντής.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου