του Ασλανίδη Σταύρου (από συνέχεια...)
Το Αδιαίρετο του Θεού. Η Διάκριση στον Θεό, στην υμνολογία.
Την αδιαίρετη διάκριση την μαρτυρεί και η υμνολογία και η πατερική γραμματεία. Διαχωρίστηκαν λίγα κείμενα και θα αναφερθούμε σε αυτά, σύμφωνα πάντα με το πώς εμείς κατανοούμε τη θεολογία τους. Στόχος είναι να φανεί η προβολή της τριθεΐας και της χριστομαχίας μέσα από την τριπρόσωπη παράσταση του Θεού, που αμαυρώνει τις εκκλησίες.
Η υμνολογία της εκκλησίας παραμένει πιστή στην προάσπιση του
δόγματος. Έχει κύριο σκοπό της να δοξάσει τη μέθεξη της Πεντηκοστής από τους
άξιους:
Στα υψηλά πνευματικά επίπεδα, πάνω από τις αισθήσεις δεν
υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις, αλλά μία είναι η όραση, η ακοή, η γνώση και η
προσκύνηση του Θεού. Μία είναι η θεοφάνεια και η θεογνωσία. Αυτό το βίωμα δεν
πέρασε απαρατήρητο ούτε παραβλέφθηκε από την υμνολογία· αντίθετα, η προστασία
του ορθού δόγματος αποτέλεσε γι' αυτήν τον κύριο στόχο της. Για την ακριβή
επίτευξη της πίστης σε αυτό, εργάζεται και κινείται το περιεχόμενό της.
Μέσα από την υμνολογία μας διδάσκεται η Τριαδική Μονάδα στο
Πρόσωπο του Θεού. Στηρίζοντας και αυτή τα δόγματα, μας κηρύσσει στη μονάδα του
Θεού, διαφυλάσσοντας το ένα όνομα και ταυτόχρονα αναφέρει τον Πατέρα, τον Υιό
και το Άγιο Πνεύμα. Μας παραδίδει το σεβασμό στη Μονάδα και ταυτόχρονα
αναφέρεται στο μυστικό Πρόσωπο του Τριαδικού Θεού.
Το δεύτερο που μας διδάσκει είναι, ποιο είναι το μεθεκτό του
Θεού, ποιος είναι ο Θεός που κατέβηκε στη γη, ποιος φανερώνεται στην όραση του
Θεού. Η προσκύνηση είναι μια άγνωστη μορφή κοινωνίας μαζί Του, την καλύπτει
μυστήριο, ενώ το μόνο που γνωρίζουμε και απεικονίζουμε και περιγράφουμε από
αυτό, είναι ο Χριστός. Όλος ο Θεός δίνεται συγκαταβατικά, είτε ως ένα Σύμβολο,
είτε ως ένας Μεσίτης, είτε με την ανθρώπινη μορφή Του και ως Σαρκωμένος Θεός,
είτε ο ίδιος μέσα από την Τριαδική Του Μονάδα. Ποτέ όμως δεν διαιρούνται σε
κομμάτια αυτά που κατά επίνοια λέγονται, ούτε δόθηκε ξεχωριστή εικόνα τους,
όνομα ή σύμβολο, κάτι διαφορετικό για το κάθε ατομικό πρόσωπο του Θεού. Αυτά
μας τα ερμηνεύει και μας τα διδάσκει και η υμνολογία μας.
Εξάλλου ένα Θεό είδαμε, όλον τον Θεό τον είδαμε στο Πρόσωπο του
Χριστού, μία η Μορφή Του, μία η Προσκύνηση Του.
«σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν, ἐκτὸς σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν,
τὸ ὄνομά σου ὀνομάζομεν».
«Θεὸν ἀνθρώποις ἰδεῖν ἀδύνατον, ὃν οὐ τολμᾷ Ἀγγέλων
ἀτενίσαι τὰ τάγματα∙ διὰ σοῦ δὲ Πάναγνε, ὡράθη βροτοῖς, Λόγος σεσαρκωμένος,
….».
«Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, φιλάνθρωπε Δέσποτα,
τὸ τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς καὶ τοὺς τῆς διανοίας ἡμῶν διάνοιξον ὀφθαλμοὺς
εἰς τὴν τῶν εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν. ... Σὺ γὰρ εἶ ὁ φωτισμὸς τῶν
ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν σὺν τῷ
ἀνάρχῳ σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σου Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ
καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν». (Θεία Λειτουργία Μ. Βασιλείου,
προσευχή του Ιερέα ψιθυριστά).
Η εκκλησία δεν παραβλέπει την αναφορά και στον απρόσιτο Πατέρα.
Όμως η Προσευχή προς τον Πατέρα δεν είναι με αναφορά σε άμεση προσέγγιση Του,
όπως γίνεται στην αναφορά που γίνεται προς τον Δεσπότη Χριστό. Στον Πατέρα
τονίζεται μόνο ότι Αυτός είναι αόρατος, ακατάληπτος και απερίγραπτος, αλλά και
η Αρχή στο “είναι” του Θεού και της Θεότητα. Εντούτοιν όταν θέλουμε να τον
“φέρουμε” ανάμεσά μας, τον παρακαλούμε και τον ευχαριστούμε, επειδή έδωσε και
έχουμε ως “μάτια” και ως “αυτιά” τον Χριστό. Τον βλέπουμε και τον ακούμε μέσα
από τον Χριστό. Μόνο με το φως του Θεού μπορούμε να δούμε το φως.
«ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον» (Ψα 103,2)
«τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον
εἰς τὸν κόσμον» (Ἰω 1,9).
«Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν» (Προσευχή Θείας
Λειτουργίας).
Τα Πάντα τα δίνει ο Πατέρας, ως Αρχή του Θεού και της Θεότητας,
αλλά η προσέγγιση Του παραμένει σταθερά χριστοκεντρική.
«Δέσποτα τῶν ἁπάντων, Κύριε οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ
πάσης κτίσεως, ὁρωμένης τε καὶ οὐχ ὁρωμένης, ὁ καθήμενος ἐπὶ θρόνου δόξης καὶ ἐπιβλέπων
ἀβύσσους, ἄναρχε, ἀόρατε, ἀκατάληπτε, ἀπερίγραπτε, ἀναλλοίωτε, ὁ Πατὴρ τοῦ Κυρίου
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος, τῆς ἐλπίδος ἡμῶν· ὅς ἐστιν εἰκὼν
τῆς σῆς ἀγαθότητος, σφραγὶς ἰσότυπος, ἐν ἑαυτῷ δεικνὺς σε τὸν Πατέρα, Λόγος ζῶν,
Θεὸς ἀληθινός, ἡ πρὸ αἰώνων σοφία, ζωή, ἁγιασμός, δύναμις, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν,
παρ’ οὗ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐξεφάνη, τὸ τῆς ἀληθείας Πνεῦμα, τὸ τῆς υἱοθεσίας χάρισμα,
ὁ ἀῤῥαβὼν τῆς μελλούσης κληρονομίας, ἡ ἀπαρχὴ τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, ἡ ζωοποιὸς δύναμις,
ἡ πηγὴ τοῦ ἁγιασμοῦ· παρ’ οὗ πᾶσα κτίσις λογική τε καὶ νοερά δυναμουμένη, σοὶ λατρεύει,
καὶ σοὶ τὴν ἀΐδιον ἀναπέμπει δοξολογίαν, ὅτι τὰ σύμπαντα δοῦλα σά». (Θεία Λειτουργία
Μ. Βασιλείου, προσευχή του Ιερέα ψιθυριστά).
Όμως η προσευχή προς τον Υιό και τον Χριστό, αλλάζει την μορφή
της και πλέον γίνεται λόγος και αίτηση προς την προσέγγιση Του Θεού μαζί μας:
ΙΕΡΕΑΣ (ψιθυριστά): «Πρόσχες, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐξ ἁγίου
κατοικητηρίου σου καὶ ἀπὸ θρόνου δόξης τῆς βασιλείας σου καὶ ἐλθὲ εἰς τὸ ἁγιάσαι
ἡμᾶς, ὁ ἄνω τῷ Πατρὶ συγκαθήμενος καὶ ὧδε ἡμῖν ἀοράτως συνών· καὶ καταξίωσον τῇ
κραταιᾷ σου χειρὶ μεταδοῦναι ἡμῖν τοῦ ἀχράντου Σώματός σου καὶ τοῦ τιμίου Αἵματος
καὶ δι’ ἡμῶν παντὶ τῷ λαῷ.»
ΔΙΑΚΟΝΟΣ: «Πρόσχωμεν.»
ΙΕΡΕΑΣ: «Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις.»
ΧΟΡΟΣ: «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός.
Ἀμήν.»
(Θεία Λειτουργία Μ. Βασιλείου, Ύψωση – Μελισμός – Ένωση – Μετάληψη).
Άλλοτε αναφερόμαστε στον Θεό μέσα από ένα πρόσωπο, στον Σωτήρα
μας, και άλλοτε αναφέρεται ο Θεός ή αναφέρεται με τρία πρόσωπα, και άλλοτε με
τη Δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Όπως προαναφέρθηκε, η κοινωνία και η προσέγγιση
και η προσκύνηση αναφέρεται στο πρόσωπο του Χριστού, ωστόσο εδώ συμπληρώνουμε
σε αυτό, ότι μόνο “από” την προσέγγιση του Χριστού στην εκκλησία και μόνο
“μαζί” με αυτήν την προσέγγιση, υπάρχει ανώτερη και άρρητη όραση του είναι η
μέθεξη προς την ενέργεια του Θεού είναι η Μεταμόρφωση Του.
«Ὁ Θεός, ὁ ἐπισκεψάμενος ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς
τὴν ταπείνωσιν ἡμῶν· ὁ στήσας ἡμᾶς τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀναξίους
δούλους σου κατενώπιον τῆς ἁγίας δόξης σου λειτουργεῖν τῷ ἁγίῳ σου θυσιαστηρίῳ·
σὺ ἐνίσχυσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος εἰς τὴν διακονίαν ταύτην
καὶ δὸς ἡμῖν λόγον ἐν ἀνοίξει τοῦ στόματος ἡμῶν, εἰς τὸ ἐπικαλεῖσθαι τὴν χάριν
τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος ἐπὶ τῶν μελλόντων προτίθεσθαι δώρων.» (Θεία Λειτουργία
Μ. Βασιλείου, ο Ιερέας ψιθυριστά, μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου ΠΡΟΣΕΥΧΗ
ΠΙΣΤΩΝ Βʹ).
Θα αναφερθούμε και σε τρία απολυτίκια για να φανεί σε ποιο
Πρόσωπο αναφέρεται και ποιος είναι ο Θεός που εορτάζεται, στις αντίστοιχες
τρεις μεγάλες εορτές. Η απάντηση σε όλα τα απολυτίκια είναι ξεκάθαρη. Η απόδοση
της επιφάνειας του Θεού γίνεται στο πρόσωπο του Χριστού. Η υμνολογία είναι το
καθημερινό ευαγγέλιο της εκκλησίας που διδάσκει τα δόγματα, και δεν θα μπορούσε
να βάλει στη θέση τους και αυτά τα εκκλησιαστικά θέματα. Μάλιστα τα λόγια της
είναι αρκετά για να στηρίξει τον πιστό λαό στην ορθοδοξία, αρκεί οι πιστοί να
τα προσέχουν. Κάθε απόπειρα για τη μετάφρασή τους, θα εισάγει τη σημερινή
κοσμική πίστη στα λόγια της παράδοσης. Ας δούμε λοιπόν ποιο Πρόσωπο του Θεού
εορτάζουμε σε τρεις πολύ μεγάλες εορτές της εκκλησίας μας.
«Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος
ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητὸν σε
Υἱὸν ὀνομάζουσα, καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές.
Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.» (Απολυτίκιο των
Θεοφανίων).
«Εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, καὶ δι'
αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι.» (Απολυτίκιον της
Πεντηκοστής)
«Τὴν ἄχραντον Εἰκόνα σου προσκυνοῦμεν
Ἀγαθέ, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός· βουλήσει
γὰρ ηὐδόκησας σαρκὶ ἀνελθεῖν ἐν τῷ Σταυρῷ, ἵνα ῥύσῃ οὓς ἔπλασας ἐκ τῆς δουλείας
τοῦ ἐχθροῦ· ὅθεν εὐχαρίστως βοῶμέν σοι· Χαρᾶς ἐπλήρωσας τὰ πάντα, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν,
παραγενόμενος εἰς τὸ σῶσαι τὸν Κόσμον.» (Απολυτίκιον της Κυριακής της
Ορθοδοξίας και Αναστυλώσεως των Εικόνων).
Στην συνέχεια θα δούμε περισσότερο αναλυτικά για το δοξαστικό
της Πεντηκοστής. Είναι ο ύμνος που καθιστά διακριτή, ασύγχυτη αλλά αδιαίρετη
και αχώριστη την Τριάδα του Θεού. Προβάλει την Τριαδική Μονάδα, αφήνοντας μία
την μορφή, ένα όνομα, μία προσκύνηση.
«Δεῦτε λαοί, τὴν τρισυπόστατον Θεότητα προσκυνήσωμεν,
Υἱὸν ἐν τῷ Πατρὶ, σὺν Ἁγίῳ Πνεύματι· Πατὴρ γὰρ ἀχρόνως ἐγέννησεν Υἱόν,
συναΐδιον καὶ σύνθρονον, καὶ Πνεῦμα Ἅγιον ἦν ἐν τῷ Πατρὶ, σὺν Υἱῷ δοξαζόμενον,
μία δύναμις, μία οὐσία, μία Θεότης, ἣν προσκυνοῦντες πάντες λέγομεν· Ἅγιος ὁ
Θεός, ὁ τὰ πάντα δημιουργήσας δι’ Υἱοῦ, συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Ἅγιος ἰσχυρός,
δι’ οὗ τὸν Πατέρα ἐγνώκαμεν, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ, Ἅγιος ἀθάνατος,
τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, τὸ ἐκ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον, Τριὰς
ἁγία, δόξα σοι.» (δοξαστικό εσπερινού Πεντηκοστής). Δόξα... Και νυν ...
Ηχος πλ. Δ' Λέοντος Δεσπότου
«Δεῦτε λαοί, τὴν τρισυπόστατον Θεότητα
προσκυνήσωμεν»: Μας λέει ο υμνωδός, ελάτε πιστοί να προσκυνήσουμε την
αδιαίρετη Θεότητα, την αχώριστη Τριάδα. Ένας είναι ο Θεός, ένα αδιαίρετο το πρό
- σωπο του σε εμάς και ταυτόχρονα τρία Πρόσωπα κατά την ύπαρξή τους. Έχει Τρεις
Υποστάσεις και μία είναι η Θεότητά τους. Ο ύμνος καλεί τους πιστούς να πάνε για
να Προσκυνήσουν την Αδιαίρετη Τριάδα που διδαχθήκαμε, με μία προσκύνηση. Τους
καλεί για να Προσεγγίσουν στη γη, στις αισθήσεις και ανώτερα αυτής, ανάλογα με
την πνευματική τους καθαρότητα, τη Μία Θεότητα, η οποία έρχεται ισοδύναμα και
κοινά και από τα τρία Πρόσωπα του Θεού. Αυτή η μονάδα δεν είναι αποτέλεσμα
κτιστής διαδικασίας. Δεν είναι μια παράσταση τριών προσώπων που μετά από
σύνθλιψη και συναλοιφή των προσώπων έγιναν μία προσκύνηση. Είναι μια θεϊκή
αδιαίρετη διάκριση, σεβαστή και άκτιστη, είναι από μια ασύγχυτη και αχώριστη
ένωση. Η υμνολογία προσπαθεί να μας δώσει το άρρητο και το πνευματικό μέσα από
τη δυνατότητα που δίνουν οι φθαρτές και χαμηλής προσέγγισης της αλήθειας,
λέξεις. Προσπαθεί με κτιστά και κοσμικά εργαλεία να μας παρουσιάσει την Αλήθεια
που είναι πάνω από κάθε αίσθηση.
«Υἱὸν ἐν τῷ Πατρὶ»: τον Υιό που βρίσκεται
μέσα (και όχι δίπλα) στον Πατέρα. Μας διδάσκει πού βρίσκεται ο Υιός όταν τον
συναντάμε και μας προτρέπει να προσκυνήσουμε τη μονάδα της Θεότητας. Με την
Πεντηκοστή και μετά από Αυτήν, μπορούμε να συναντήσουμε τον Υιό. Δεν μας λέει
για κοινωνική συνάντηση ή με τοπικά όρια να βρούμε μέσα στον Πατέρα τον Υιό,
διότι είναι Ασώματα και τα δύο Πρόσωπα. Εντούτοις συναντάμε τον ένα Θεό
Αδιάστατα και Αδιαίρετα μαζί και ταυτόχρονα και στην ίδια Μορφή. Όταν το
πρόσωπο του Θεού και η προσευχή αναφέρεται στο πρόσωπο του Πατρός, τότε λέμε
ότι ο Υιός είναι μέσα στον Πατέρα. Όταν η αναφορά γίνεται στον Υιό τότε
αλλάζουν κάπως οι λέξεις όχι η Θεολογία. Λέμε εικόνα του Πατρός είναι ο Υιός.
Στην πρώτη περίπτωση φαίνεται η αρχή, στην δεύτερη η προσέγγιση. Για να μην
ληφθούν τα δύο αθροιστικά, πότε μέσα του πατρός πότε δίπλα του έρχεται και
τρίτη έκφραση και λέει επιπλέον ότι και οι δύο είναι ένα. Ο Χριστός μας λέει
εγώ και ο πατέρας , είμαστε διακριτά δύο πρόσωπα ωστόσο κατά την διαίρεση
είμαστε ένα. Αυτά λέγονται επειδή κάθε Πρόσωπο Του είναι ο Πλήρης Θεός.
Αυτά καθιστούν ότι το εμφανιζόμενο σχήμα του Θεού έρχεται ως
Μονάδα στον κόσμο, με έναν Μεσίτη και με μία Μορφή. Η Μονάδα των τριών
Υποστάσεων φανερώνεται στη μορφή και την εικόνα του ενός Θεού και μάλιστα της
μιας Θεότητάς του. Ωστόσο η επικράτηση της μονάδας έναντι της τριάδας δεν
γίνεται κατανοητό στον κόσμο διότι μπερδεύεται με αυτό που συμβαίνει με τα
κτίσματα. Στον κόσμο διαιρείται και διαχωρίζεται ή μένει αθροιστικά και η
τριάδα και η μονάδα. Όσο αφορά το θέμα μας, αυτό ακριβως παρομοιάζεται και τίθεται
στον Θεό τους, παρουσιάζουν αθροιστικά δύο παραστάσεις η μία με τρεις θεούς και
η άλλη με την μια μορφή του Χριστού.
Αλλά δεν συνδέει κάτι ούτε προσεγγίζεται παρόμοια ο Θεός και οι
άνθρωποι. Ενώ στους ανθρώπους ξεχωρίζεται η τριάδα και απεικονίζονται με τρία
πρόσωπα οι τρεις υποστάσεις, και ενώ έχουμε αθροιστικά τριπρόσωπη εικόνα τους
και χωριστά ο καθένας τους έχει την προσωπική του εικόνα, ωστόσο στον Θεό αυτό
είναι καταδικαστέο και απορριπτέο. Στον Θεό περιορίζεται η ατομικότητα των
προσώπων, επικρατεί το Αδιαίρετο και προβάλλεται στη μονάδα Του. Ο Θεός είναι
Ομότιμος, Ομόδοξος και μία είναι η Προσκύνηση Του.
«σὺν Ἁγίῳ Πνεύματι»: μετά από το να
προσκυνήσουμε τον Πατέρα και τον Υιό μαζί, τώρα μας συμπληρώνει και μας λέει
ότι ο Θεός είναι τρία πρόσωπα. Δεν είναι πότε θεός με δύο ή με τρία πρόσωπα
πότε Αδιαίρετα, πότε στον Χριστό, αλλά με κάθε τρόπο είναι πλήρης Θεός στη
Μονάδα και μία η Θεότητα. Πάλι δεν είναι ένας ο Θεός και μία η Θεότητα, δύο
θεότητες, αλλά ένας είναι ο Θεός και είναι μεθεκτό το περιβάλλον Του. Άρα
γνωρίζουμε την ύπαρξή του Θεού από τη Θεότητα Του. Ως Θεότητα αποκαλείται τόσο
ο Θεός όσο και η ενέργεια Του.
Διότι δεν συναντάμε τον Πατέρα ως εικόνα στο Πρόσωπο του Υιού,
αλλά τους συναντάμε με το φωτισμό από το Άγιο Πνεύμα. Θα προσκυνήσουμε στον Υιό
τον Πατέρα, ωστόσο η προβολή Τους ή η προσκύνησή Τους είναι το Άγιο Πνεύμα που
κατεβαίνει από τον ουρανό. Μία η προσκύνηση λοιπόν «ἐκ τοῦ Πατρὸς διὰ τοῦ Υἱοῦ, ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι». Τρία πρόσωπα ασύγχυτα στον ουρανό και αδιαίρετα στη γη
και στην προσκύνηση του ενός πλήρη Θεού.»
Και πάλι «Υἱὸν ἐν τῷ Πατρὶ σὺν Ἁγίῳ Πνεύματι»: Αλλά
ας δούμε μαζί τη θεολογία από την Τριαδική Μονάδα του Θεού. Δεν αλλάζει σε
τίποτα όταν αναφέρεται στον Θεό η όραση ή η ακοή, ή η γεύση ή η γνώση, ή η
κοινωνία Του. Η δυνατότητα προσέγγισης του Θεού είναι μία, και αυτό δηλώνεται
σε κάθε περίπτωση. Έγινε δυνατή μόνο στο πρόσωπο του Χριστού. Αυτό ήρθε ως Δώρο
μόνο μετά το έργο του Χριστού, μετά τον Σταυρό, μετά την Ανάστασή Του, μετά την
Ανάληψη Του, μετά τη νίκη κατά της αμαρτίας, αφού κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα. Αλλά
και πριν από τον Χριστό, Αυτός ο ίδιος είναι που φανερώθηκε. Ωστόσο η γεύση
αυτή δεν συμβαίνει πριν τον Χριστό. Πριν την Πεντηκοστή δεν έχουμε την ίδια
συνθήκη στη Θεοφάνεια αλλά εκεί έφτασε η πρόγευση μόνο ως σκιά, διότι η αμαρτία
καταλύθηκε με το σταυρό και την Ανάσταση. Φάνηκε ως σκιά της σκιάς από το θαύμα
της Μεταμόρφωσης και της Πεντηκοστής. Ο Κύριος φανέρωσε, όσα Αυτός θα έφερνε
την Πεντηκοστή.
Στην καινή Διαθήκη είμαστε στη ζωντανή γεύση της Θεοφάνειας και
ταυτόχρονα η γεύση αυτή είναι δανεισμένη από τον Παράδεισο. Τα μέλλοντα έγιναν
παρόντα, χωρίς ωστόσο να καταργηθούν τα μέλλοντα. Η κτίση ανέλαβε ήδη και
ταυτόχρονα περιμένει την πλήρη ανακαίνιση της. Αφού το αληθινό θα έρθει μετά
την ανακαίνιση του κόσμου και τη δεύτερη παρουσία. Καλούμαστε λοιπόν να
προσκυνήσουμε μέσα στην Πεντηκοστή, με την ίδρυση των μυστηρίων της Εκκλησίας,
τη Θεοφάνεια. Δεν υπήρξε άλλη Θεοφάνεια, ενώ Αυτή είναι το μελλοντικό και το
μόνο αγαθό του Παραδείσου. Ο ακρογωνιαίος Λίθος και η Κεφαλή της εκκλησίας
είναι ο Χριστός, Αυτός είναι η εικόνα του Πατρός.
Ωστόσο σε εμάς ήρθε μεθεκτή όχι κάτι από την μία ουσία των τριών
υποστάσεων, ούτε κάποιο σύμβολο τους, αλλά η μία Θεότητά τους, η μία κοινή Τους
ενέργεια. Ας μιλήσουμε και για την εκτός των αισθήσεων όραση. Ο ουρανός που
έχει το θρόνο του ο Θεός είναι παντελώς απρόσιτος και ακατανόητος. Από το
περιβάλλον του Θεού, τίποτα δεν ορίζουμε εμείς. Φέρνουμε την προσκύνηση του
Τριαδικού Θεού στον κόσμο μετά από το να ακολουθούμε τα όσα μας έφερε και
δίδαξε ο Χριστός. Αυτός για παράδειγμα, είπε: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν» και
«ὁ ἑωρακὼς
ἐμὲ ἑώρακεν τὸν Πατέρα». Πραγματικά, αυτά τα ακατανόητα λόγια τα
διάβασαν οι φωτισμένοι Άγιοι και μας έδωσαν τα δόγματα, όπως της Τριαδικής
Μονάδας, και μας δίδαξαν ότι μεθεκτή από τον Θεό είναι μόνο η μία και κοινή
ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Πιστεύουμε λοιπόν και εμπιστευόμαστε τα δόγματα
της Εκκλησίας, ομολογούμε και αναφερόμαστε στην υμνολογία:
«Πατὴρ γὰρ ἀχρόνως ἐγέννησεν Υἱόν, συναΐδιον καὶ
σύνθρονον»:
Στον Θεό έχουμε αδιαίρετη διάκριση στο είναι Του. Όταν ακούμε
για Γέννηση στον Θεό, να μην πάει το μυαλό σε κάτι ευτελές, σε σωματικά
χαρακτηριστικά, αλλά να οδηγείται στα θεϊκά, σε ανώτερα πνευματικά επίπεδα της
σκέψης. διότι σε αυτά ο λόγος και η λογική δεν μπορεί να φθάσει και αρμόζει
μόνο σεβασμός. Δεν υπάρχουν λοιπόν μαίες ούτε τις δόθηκε η εξουσία για να
ξεχωρίσουν τον Πατέρα από τον Υιό, να θέσουν στα δεξιά τον ένα και στα αριστερά
τον άλλο, στον Δανιήλ φανερώθηκε ο ένας στην κοιλιά της Παναγίας ο άλλος, από
τον ουρανό με δόξα εμφανίστηκε ο ένας και στη φάτνη και στο Σταυρό ο άλλος...
Κατά το Δόγμα των ορθοδόξων ο Πατέρας Γέννησε τον Υιό πριν από
το χρόνο (χωρίς να είναι μια πράξη στο χρόνο). Η Γέννηση αυτή είναι αΐδια, δεν
άρχισε, δεν τελείωσε, δεν έφερε ως αποτέλεσμα τη διαίρεσή Τους σε δυάδα, δεν
είναι στο χρόνο, δεν άρχισε, δεν τελείωσε. Ενώ υπάρχουν οι μαίες που τοποθετούν
δίπλα στους γονείς το βρέφος και τον Υιό τους, εντούτοις δεν υπάρχουν
αντίστοιχα και στον Θεό μαίες οι οποίες απόκτησαν το φοβερό δικαίωμα να κάνουν
τριπρόσωπες παραστάσεις και τάχα να τοποθετήσουν χωριστά και δίπλα στον
αποκαλούμενο από αυτούς πατέρα, τοποθετώντας στον χρόνο και τον χώρο τον Υιό
και το Άγιο Πνεύμα.
Ο υμνογράφος βέβαια θέτει εδώ τη βάση της Θεολογίας και το
δόγμα. Μιλάει για την Αρχή και την αιτία της σχέσης των Προσώπων ενδοτριαδικά.
Πιστεύουμε σε δύο πρόσωπα, στον Πατέρα και τον Υιό ότι είναι και συναΐδια και
σύνθρονα και ομότιμα, με μία μορφή και ταυτόχρονα έξω από τον κόσμο, έξω από το
χώρο, έξω από το τόπο. Δεν είναι μια Γέννηση σαν μια πράξη ή ένα έργο, αλλά
σεβόμαστε ότι ο Πατέρας Αΐδια Γεννάει τον Υιό. Το Άγιο Πνεύμα, μαζί με τον Υιό,
είναι μέσα στον Πατέρα, ωστόσο αυτό δεν αναφέρεται σωματικά, αλλά ως έχοντες ο
Υιός και το Άγιο Πνεύμα την αιτία της ύπαρξής Τους στον Πατέρα. Η αιτία λοιπόν
δίνεται με την έκφραση εντός του Πατρός και δεν έχει τοπική διάσταση, ή αναφορά
σε εξουσία.
«μία δύναμις, μία οὐσία, μία Θεότης, ἣν προσκυνοῦντες πάντες
λέγομεν»: Στον
Θεό έχουμε διάκριση σε ουσία και ενέργεια. Αυτό που θέτει εδώ ο υμνωδός επίσης
το αναπτύσσει με αποδεικτικό τρόπο ο Αληθινός φιλόσοφος και άγιος της
εκκλησίας, Γρηγόριος ο Παλαμάς. Ο Λόγος που είναι μαζί με τον Πατέρα και το
Άγιο Πνεύμα, Αυτός και πάλι είναι ο Πλήρης και Όλος ο Τριαδικός Θεός. Ενώ Αυτός
έμεινε απρόσιτος στον ουρανό, επιπλέον Αυτός σαρκώθηκε. Αυτός έφερε στον κόσμο
τη μία κοινή της Τριάδος Θεότητα. Αυτά δεν πρέπει να διαχωρίζονται μεταξύ τους·
δεν προκύπτει από πουθενά ότι έχουμε από την μια μεριά την τριπρόσωπη παράσταση
και από την άλλη την εικόνα του Χριστού!!! Αυτά τα δύο κατά το δόγμα συμβαίνουν
ταυτόχρονα και αποδίδονται μαζί χριστοκεντρικά. Μία είναι η δύναμη, μία η
ουσία, μία η Θεότητα, όλη στον ουρανό και όλη στη γη, όλη σε άρρητη ενότητα και
όχι σε διάσπαση ή διάσταση. Η έλευση του πλήρους Τριαδικού Θεού λαμβάνεται
πάντοτε με σεβασμό ως άρρητο και ως μυστήριο. Ο Λόγος είναι ο Πλήρης Τριαδικός
Θεός. Αυτός, η Τριαδική Μονάδα του Θεού, ήλθε στο Πρόσωπό Του, ήλθε θεϊκά και
όχι τοπικά κατά τον οίκο των Χαιρετισμών: «Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καὶ τῶν ἄνω οὐδ΄ ὅλως
ἀπῆν ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή͵ οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε
καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου ἀκουούσης ταῦτα·...»
«Ἅγιος ὁ Θεός, ὁ τὰ πάντα δημιουργήσας δι’ Υἱοῦ,
συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»: Εδώ ξεκαθαρίζει ο υμνωδός ότι ο Πατήρ είναι ο Πλήρης Θεός.
Αυτό το λέει, ώστε να αποδώσουμε σε Αυτόν την Αρχή στην ενδοτριαδική σχέση. Σε
Αυτός είναι η αιτία της υπάρξεως των Προσώπων του Θεού. Όταν, όμως,
αναφερόμαστε στον κόσμο, στην προσέγγιση του Θεού ή στη δημιουργία του κόσμου,
τότε ταυτόχρονα με την αναφορά στον Πατέρα, ενώ στρέφουμε το λόγο σε εμπειρικό
ή σε βιωματικό τρόπο, τότε μιλάμε στο όνομα του Δεσπότη Χριστού. Ο Πατέρας και
Πλήρης Θεός λοιπόν έρχεται, όπως και τα Πάντα, «Διὰ τοῦ Υἱοῦ». Ο Πατέρας
είναι ο ποιητής και ο Υιός είναι Δημιουργός και Μεσίτης Θεού και ανθρώπων. «Δι’ Αὐτοῦ» γνωρίσαμε
τον Πατέρα. Το «Δι’ Αὐτοῦ», σημαίνει δια του προσώπου του, δια του έργου
Του, δια του Σταυρού, διά της Ανάστασης Του, δια της νίκης κατά του κράτους της
αμαρτίας. Τα Πάντα έγιναν για την σωτηρία του ανθρώπου από τον Χριστό και δια
όλων αυτών κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα στον κόσμο. Το «διὰ τοῦ Υἱοῦ» πάντα
δηλώνει τη μορφή του Θεού στον κόσμο και την Μεσιτεία του Χριστού μεταξύ Θεού
και ανθρώπων.
Αναφέρεται λοιπόν ο υμνωδός στην ύπαρξη του Πατρός, στο Πρόσωπο
το οποίο έχει την Αρχή στην Αγία Τριάδα. Ταυτόχρονα, μας τονίζει ότι δια του
Υιού γνωρίσαμε τον Πατέρα, και δια του Υιού πέμπεται στον κόσμο το Άγιο Πνεύμα.
Το δεύτερο μας το λέει με τη φράση «συνεργίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Όλες οι Δωρεές
έρχονται από τον Πατέρα και μας τις φέρνουν η τριάδα μαζί, μέσα από την
περιχώρηση των προσώπων. Ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, πάλι έχουν την σχέση όπως
έχει η συμβολική σχέση ανάμεσα στον λόγο και στο πνεύμα του. Ο λόγος δίνει το
έργο και κατανοείται μέσα από το πνεύμα του. Αυτά μας βεβαιώνουν για τη Μία
Τριαδική Θεότητα και αυτή είναι η φανέρωση του Αγίου Πνεύματος. Δεν είναι
σωματική ή, όπως λέγεται,μια συμβολική φανέρωση. Από πουθενά δεν στηρίζεται η
τριπρόσωπη παράσταση που παρουσιάζει με μοντέρνο τρόπο, τον θεό της τριθεΐας.
Αφού ονομάσει ως σύμβολα τα ομοιώματα των προσώπων του Θεού, μετά τα σχηματίζει
σε παράσταση εικόνας.
«Ἅγιος ἰσχυρός, δι’ οὗ τὸν Πατέρα ἐγνώκαμεν, καὶ
τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ»: Εδώ θέτει την πίστη στο ομοούσιο που έχει
το Πρόσωπο του Υιού. Είναι Πλήρης Θεός ο Υιός. Δια του Υιού φανερώθηκε η Τριάδα
του Θεού στον κόσμο. Η αναφορά του Υιού και Χριστού προσεγγίζεται μέσα από τη
γνωριμία. Σε Αυτό είδαμε τον Θεό και αυτός έφερε στον κόσμο την μορφή του Θεού.
«Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, τὸ ἐκ Πατρὸς
ἐκπορευόμενον, καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον»: Το Πανάγιο Πνεύμα είναι ο Πλήρης Θεός.
Εδώ μας λέει το ποιος το Εκπορεύει, ποιος το στέλνει, ή ποιος μας το γνώρισε, ή
μας το έδειξε, ή μας το έπεμψε. Με Αυτό κοινωνήσαμε ακατάλυπτα ή το ο Χριστός
τον έφερε χωρίς να έρθει μέσα μας. Στο άΐδιο που είναι έξω από τον χρόνο, ο
Πατέρας το Εκπορεύει, συνέχεια, ασταμάτητα, χωρίς αρχή χωρίς τέλος και χωρίς
ποτέ τελικά να χωριστεί από Αυτόν. Ωστόσο στον χρόνο, στον κόσμο, το Άγιο
Πνεύμα αναπαύεται στον Χριστό. Αυτή η γνωριμία, η γνώση του ενοίκου που
αναπαύεται στο άχραντο σώμα, είναι το ίδιο που αλλού λέχθηκε ότι στο σώμα του
Χριστού κατοικεί το πλήρωμα της Θεότητας, Ωστόσο Άγιο Πνεύμα είναι και ο Θεός
και η Θεότητα. Αποστέλλεται από όλη την Αγία Τριάδα, και από τα Τρία πρόσωπα η
Ενέργεια Του. Αυτό το μυστήριο το λέμε αλλιώς με την έκφραση ότι ο Χριστός
πέμπει το Άγιο Πνεύμα. Δεν ξεχωρίζει από Αυτόν δεν το στέλνει τοπικά, αλλά
είναι πάντα και έρχονται μαζί. Ποτέ δεν έρχεται στον κόσμο κάτι, από την ουσία
των προσώπων, αλλά πάντοτε έρχεται από τη μία κοινή Ενέργεια των Προσώπων.
Συμπερασματικά όλων αυτών λέμε ότι το Παράκλητο Πνεύμα «ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν
Πατέρα καὶ ἀναπαύεται στὸν Υἱό».
Λέμε επίσης για το Άγιο Πνεύμα το τρίτο Πρόσωπο του Θεού αλλά ως
“τρίτο” δεν αναφέρεται κατά τη σειρά του, δεν λέγονται αριθμητικά η τριάδα του
Θεού, ένα, δύο και τρία, και ούτε δηλώνονται διαφορετικά και χωριστά τα
Πρόσωπα. Λέγεται τρίτο Πρόσωπο, ώστε να παρουσιαστεί η μία ασύγχυτη αλλά
Αδιαίρετη διάκριση. Με αυτό δεν εννοούμε ότι είναι τρίτο στον ουρανό ή ότι
ξεχωρίζει το Πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος από τα άλλα Πρόσωπα με το συμβολικό ή
κωδικό όνομα «τρίτος». Το Άγιο Πνεύμα είναι όλος ο Θεός και όλος ο Θεός είναι
το Άγιο Πνεύμα. Με αυτό σταματάει κάθε ερμηνεία σε διαίρεση και αρίθμηση του
Θεού.
Ωστόσο λέγεται στη σειρά τρία ονόματα του Θεού και συνηθίζεται
το Άγιο Πνεύμα να λέγεται τρίτο, αλλά αυτό ίσως συνδέεται με την άρρητη
«εμφάνισή» Του. Πρώτα έρχεται η Αρχή και η αιτία, του Θεού. Μετά έρχεται ο
δημιουργός, δια αυτού τα πάντα. Τέλος μετά το «έργο», έρχεται η «εσωτερική»
βεβαίωσή του. Ο Πατέρας δια του Υιού, εν Αγίω Πνεύματι, κάνει τα πάντα.
«Τριὰς ἁγία, δόξα σοι.»: Ο Υμνωδός άρχισε και
τελειώνει με το ίδιο ευαγγελικό μήνυμα. Ο Θεός είναι Τριαδική Μονάδα και Τριάδα
Αδιαίρετη. Η Τριάδα που δοξάζουμε είναι πάντοτε και μόνο Αδιαίρετη, γι' αυτό
και στον ενικό Αριθμό προστίθεται στις ευχές της εκκλησίας την προσωπική αντωνυμία «σοι».
Μία είναι η δόξα του Θεού, και πάντοτε η δόξα αναφέρεται στα τρία Πρόσωπα της
Αγίας Τριάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου