Εἶναι πάντα εὐπρόσδεκτο καὶ παρήγορο νὰ ἐμφανίζονται κείμενα ποὺ δίνουν ἀφορμὴ στοὺς Ἕλληνες νὰ ξαναθυμηθοῦν τὶς μεγάλες στιγμὲς τῆς ἱστορικῆς τους διαδρομῆς, ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας, ὅπου ἡ νέα παγκοσμιοποίηση, ἀναδυόμενη μέσα ἀπὸ καθαρὰ ὑλιστικά, ἐξουσιαστικὰ καὶ πλουτοκρατικὰ ὁράματα, σπρώχνει σὲ δεύτερη μοίρα μακραίωνες παραδόσεις πίστης καὶ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ.
Ἡ πτώση τῆς Πόλης τὸ 1453 δὲν ἔγινε ἀπροσδόκητα, οὔτε μὲ αὐτὴν ἄρχισε ἡ Ὀθωμανοκρατία. Τὰ λάθη καὶ οἱ ἀδυναμίες τῆς «βυζαντινῆς» κοινωνίας, ἀλλὰ καὶ οἱ ἐσωτερικὲς ἰδεολογικὲς καὶ οἰκονομικὲς διαιρέσεις της, ἐπέτρεψαν τὴν ἐξάπλωση πρῶτα τοῦ τουρκικοῦ-σελτζουκικοῦ καὶ μετὰ τοῦ τουρκικοῦ-ὀθωμανικοῦ στοιχείου στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὸν ὑπόλοιπο βαλκανικὸ χῶρο καὶ τελικὰ τὴ δημιουργία τῆς ἰσχυρῆς καὶ ἀπειλητικῆς γιὰ τὸν χριστιανικὸ κόσμο Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ὅμως στὶς 29 Μαΐου 1453 ἕνα μεγάλο μέρος τῆς τεμαχισμένης ἀπὸ τὸ 1204 Ρωμανίας ἦταν ἤδη κάτω ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, τοὺς Ἄραβες καὶ τοὺς Βενετούς. Ἀπὸ τὸ 1204 ἡ Πόλη δὲν μπόρεσε νὰ ἀναλάβει τὴν πρώτη της δύναμη καὶ ὅλα ἔδειχναν πῶς βαδίζει στὴν τελικὴ πτώση. Τὸ φραγκικὸ πλῆγμα ἐναντίον της ἦταν τόσο δυνατό, ποὺ ἀπὸ τὸν 13ο αἰώνα ἡ Βασιλεύουσα, ὅπως ὀρθὰ εἰπώθηκε (Ἑλ. Γλύκατζη-Ἀρβελέρ), ἦταν «καταδικασμένη νὰ χαθῇ».
Ἡ β´ ἅλωση τῆς Πόλης τὸ
1453 σήμανε τὴν ἐπίσημη ἔναρξη τῆς Ὀθωμανοκρατίας καὶ ἦταν ἡ κατάληξη μιᾶς
μακροχρόνιας ἀποσύνθεσης τῆς πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς ὑπόστασης τοῦ Γένους. Ἀπὸ
τὸν 13ο αἰ. οἱ βυζαντινοὶ πληθυσμοὶ εἶχαν διασπαστεῖ καὶ διαμοιραστεῖ στὸ
μεγαλύτερο μέρος τους σὲ ξένους δυνάστες. Οἱ διεισδύσεις, ἔπειτα, μισθοφόρων στὸ
στρατὸ καὶ ἀλλοφύλων στὸν διοικητικὸ μηχανισμὸ τοῦ «Βυζαντίου»/Ρωμανίας ἀποδυνάμωσαν
τὴν ἐθνολογικὴ συνοχή του. Οἱ ἐμφύλιοι πόλεμοι, ἐξάλλου, (1321-1328, 1341-1355)
καὶ ἡ ἐσωτερικὴ ἀναρχία ἐπέτειναν τὴ δημογραφικὴ συρρίκνωση. Ἀνάλογη διάσπαση
παρουσίαζαν καὶ οἱ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι λαοὶ τῆς Βαλκανικῆς. Σοβαρά, ἐπίσης, λάθη στὴν
οἰκονομικὴ πολιτικὴ τῶν αὐτοκρατόρων, ὅπως ἡ συνεχὴς αὔξηση τῆς μεγάλης ἰδιοκτησίας
εἰς βάρος τῶν μικρῶν, ποὺ πιέζονταν ἀπὸ τὴ δυσβάστακτη φορολογία, ἡ καταχρηστικὴ
ἐπέκταση τοῦ θεσμοῦ τῶν «προνοιαρίων» καὶ ἡ ὑπερβολική, πολλὲς φορές, αὔξηση τῶν
μοναστηριακῶν κτημάτων, δημιούργησαν μίαν οἰκονομικὴ ὀλιγαρχία εἰς βάρος τῶν
μικροκαλλιεργητῶν τῆς γῆς, μὲ ἀπόληξη τὴν οἰκονομικὴ κρίση. Τὸ ἐμπόριο εἶχε
περιέλθει στὰ χέρια τῶν δυτικῶν καὶ οἱ δυνατότητες γιὰ οἰκονομικὴ ἀνάκαμψη
περιορίστηκαν σημαντικά. Ὑπῆρχαν ὅμως καὶ πνευματικὰ αἰτία τῆς πτώσης.
Οἱ θρησκευτικές, κοινωνικὲς
καὶ ἰδεολογικὲς ἀντιθέσεις προκάλεσαν βαθειὰ σύγχυση, ποὺ λειτούργησε διαλυτικὰ
στὸ σῶμα τῆς αὐτοκρατορίας. Ἰδιαίτερα οἱ δυτικὲς ἐπιρροὲς καὶ οἱ συνεχεῖς ὑποχωρήσεις
τῶν Πολιτικῶν στὶς παπικὲς ἀπαιτήσεις, γιὰ τὴν ἀναμενόμενη στρατιωτικὴ βοήθεια,
ὁδήγησαν στὴν πνευματικὴ ἀλλοίωση, μὲ ἄμεσο κίνδυνο ἀπώλειας τῆς πνευματικῆς καὶ
πολιτιστικῆς ταυτότητας τοῦ Γένους. Γιατὶ, ἂν τὸ « Βυζάντιο»/Ρωμανία ἔπαυε νὰ
διατηρεῖ τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ ἰδιαιτερότητά του, ἀκόμη καὶ ἂν δὲν ἔπεφτε
στὰ χέρια τῶν Ὀθωμανῶν, θὰ καταλυόταν ἐσωτερικά, μεταβαλλόμενο σὲ πνευματικὸ καὶ
πολιτικὸ προτεκτοράτο κάποιας Δυτικῆς Δύναμης.
Κατὰ τοὺς Ἀνθενωτικοὺς ἡ
πτώση ἦλθε ὡς σωτηρία, διότι κράτησε τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ καθαρότητα
καὶ συνοχὴ τοῦ Γένους, τὸ ὁποῖο στὴ δουλεία μπόρεσε νὰ ἀνασυνταχθεῖ καὶ νὰ ἐπιβιώσει.
Ἄλλωστε, ἡ δομὴ καὶ οἱ θρησκευτικὲς προϋποθέσεις τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας (ἱερὸς
νόμος καὶ θεσμὸς τῶν μιλλετίων) ἔδωσε τὴ δυνατότητα στὸ «Γένος τῶν Ρωμαίων»
(Ρούμ), δηλαδὴ τῶν ὀρθοδόξων χριστιανικῶν λαῶν τῆς Αὐτοκρατορίας, νὰ ἀναπτυχθεῖ
ὡς συντεταγμένη κοινωνία στὰ ὅρια τῆς «ἐθναρχικῆς δικαιοδοσίας» τῆς Ἐκκλησίας,
συνεχίξοντας τὸν ἱστορικὸ τρόπο ὑπαρξῆς του, μαζὶ μὲ τὴν ταυτότητά του, μέσα στὸ
εὐρὺ γένος, τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Εἶναι δὲ γεγονός, ὅτι ἡ μετὰ τὴν ἅλωση Ἱστορία
τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καὶ τῶν ἄλλων λαῶν τῆς Βαλκανικῆς εἶναι στὴν οὐσία ἱστορία
τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἐθναρχικοῦ σώματος.
Τὸ γεγονὸς τῆς πτώσης τῆς
Αὐτοκρατορίας εἶχε τεράστια σημασία πρῶτα γιὰ τοὺς ὀρθοδόξους πληθυσμούς της καὶ
τὴν κατοπινή τους πορεία. Ἡ ἅλωση ὑπῆρξε μιὰ κρισιμότατη στιγμὴ στὴν ἱστορία
τους, σηματοδοτώντας μία περίοδο μακρᾶς δοκιμασίας, μὲ μειωμένες οἰκονομικὰ καὶ
πολιτικὰ τὶς δυνάμεις τους. Ἂν οἱ ψυχικὲς καὶ πνευματικὲς δυνάμεις δὲν ἦσαν ἀκμαῖες,
εἶναι ἀμφίβολο ἂν θὰ μποροῦσε τὸ ὀρθόδοξο Γένος νὰ ὑπερβεῖ τὶς συνέπειες τῆς
πτώσης, ὅπως συνέβη μὲ ἄλλους λαοὺς στὴν ἱστορία. Ἡ ἀπώλεια, εἰδικά, τῆς
Κωνσταντινούπολης, ὑπῆρξε σημαντικότατο γεγονός. Ἡ Πόλη ἦταν ἡ συνισταμένη ὅλων
τῶν ἐλπίδων τῶν Ρωμηῶν (Ὀρθοδόξων) καὶ ἰδιαίτερα τῶν Ἑλλήνων. Ἡ διατήρηση τῆς ἐλευθερίας
της, παρὰ τὴ μεγάλη συρρίκνωση τῆς αὐτοκρατορίας, ἔτρεφε τὴν αὐτοπεποίθησή τους
καὶ συντηροῦσε τὸν ψυχισμό τους.
Ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς Ὀθωμανοὺς
ἡ ἅλωση εἶχε σημασία μεγάλη. Μὲ αὐτὴ νομιμοποιήθηκε ἡ νίκη τους πάνω στοὺς Ἕλληνες
καὶ τοὺς ἄλλους λαοὺς τῆς «Βυζαντινῆς» αὐτοκρατορίας, ἡ ὁποία μὲ τὸ πάρσιμο τῆς
Πόλης ἔγινε καὶ τυπικὰ Ὀθωμανική. Ἡ κατάκτηση τῶν ὑπολοίπων ρωμαίικων ἐδαφῶν
(Τραπεζούντας, κυρίως Ἑλλάδας) δὲν ἦταν παρὰ ἡ ὁλοκλήρωση τῆς ὑποκατάστασης τῶν
Ἑλλήνων ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς στὴν αὐτοκρατορία μας. Τὸ σπουδαῖο ὅμως εἶναι, ὅτι τὸ
ἄλλοτε βάρβαρο τουρκικὸ φύλο τῶν Ὀθωμανῶν μέσα σὲ σύντομο χρόνο μπόρεσε νὰ
συγκροτηθεῖ σὲ μία πανίσχυρη αὐτοκρατορία καὶ νὰ ἐνταχθεῖ περιθωριακὰ στὸ
σύστημα τῶν εὐρωπαϊκῶν κρατῶν, ἀποτελώντας πιὰ ἀνοιχτὴ ἀπειλὴ γιὰ τὴν ὑπόλοιπη
Εὐρώπη.
Ἡ βαθμιαία ἐπανεύρεση τῶν
ρυθμῶν τοῦ συλλογικοῦ βίου τοῦ Γένους ἦταν καρπὸς τῆς αἰσιόδοξης διάθεσης τοῦ
δυναμογόνου συλλογικοῦ φρονήματος, ποὺ τὸ ἀποτύπωσε λυρικὰ ἡ ποντιακὴ μούσα: «Ἡ
Ρωμανία κι᾿ ἂν ἐπέρασεν ἀνθεῖ καὶ φέρνει κι᾿ ἄλλο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου