Όσο πληθαίνουν γύρω μας ανησυχητικά σήμερα τα φαινόμενα της παρανομίας, της αναρχίας και της αταξίας, τόσο πιο εναγώνια γίνεται η λαχτάρα του ανθρώπου, για σωστούς και ισχυρούς νόμους, τόσο πιο επίκαιρο και λυτρωτικό φθάνει σε μας το μήνυμα της Γραφής, για τους αιώνιους νόμους του Θεού. Ο πολιτισμένος μας κόσμος γιορτάζει τη μέρα, που καθιέρωσε το σύνταγμά του, καυχάται για τους περισπούδαστους νόμους του, αλλά με τρόμο βλέπει επισφαλή την ασφάλειά του, διπλοκλειδώνει τα σπίτια και φοβάται το διπλανό του. Παρ΄ όλο, που συνθήματα, όπως «κάτω οι νόμοι!», σπέρνονται σαν ζιζάνια μέσα στην κοινωνία – φύτρα κακή από κακό χώμα, από ψυχές, που διεστράφησαν σε μία απελπισμένη αναζήτηση – εν τούτοις η ανάγκη ολοένα μεγαλώνει, για ευνομία αληθινή.
Στον άνθρωπο της εποχής μας, που ακούει βαθειά απ΄ την καρδιά του τους κραδασμούς αυτής της ανησυχίας, έχει να δώσει την απάντηση που ζητά, η αγία Γραφή, ο λόγος του Θεού. Ο Δημιουργός μας ο ίδιος, που μέσα από τα χέρια του βγήκε πλασμένη η φύση μας, έθεσε το θέλημά του αιώνια βάση, αρχή και τέλος κάθε νόμου, που ορέγεται ο άνθρωπος. Και πρώτα πρώτα, σ΄ αυτήν την άψυχη και άλογη κτίση ποιο άλλο είναι εκείνο, που κυβερνά και ρυθμίζει τα πάντα, παρά το άγιο θέλημα του Θεού; Οι φυσικοί νόμοι είναι έκφραση της απαρασάλευτης βουλήσεώς του να διαιωνίζονται όλα με σοφία και τάξη. Στο λογικό του πλάσμα δεν θα ΄δινε, λοιπόν, το θέλημά του, για να ζη με ειρήνη, φίλος με το Θεό, αγαπημένος με τον συνάνθρωπο, αρμονικός με τον εαυτό του; Ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή (Κεφ. 2, στιχ. 10-16), όπως διαπιστώνουν πλήθος πατέρων, αποκαλύπτει ότι ο Κύριος, πράγματι, μας έδωσε το θέλημά του διαβαθμίζοντάς το σε τρεις νόμους· στον έμφυτο ηθικό νόμο, στο μωσαϊκό νόμο και στον νόμο του ευαγγελίου. «Των θείων νόμων είδη τρία παρά Παύλω», γράφει ο άγιος Θεοδώρητος· «τον μεν γαρ δίχα γραμμάτων δια της κτίσεως και της φύσεως τοις ανθρώποις δεδόσθαι, τον δε δια Μωϋσέως εν γράμμασι, και τρίτον τον της χάριτος». Αυτοί, οι τρεις νόμοι υπήρξαν πάντοτε και εξακολουθούν να είναι η λύση και στο σημερινό μας πρόβλημα. Το αντίκρυσμα και το αντικατόπτρισμα του φυσικού νόμου στον άνθρωπο είναι ο έμφυτος ηθικός νόμος, που αποτελεί το σημείο επαφής και επικοινωνίας του Θεού με τον φυσικό άνθρωπο. Η θρησκευτική ορμή, που υπάρχει μέσα μας, συναντάται και τρέφεται με αυτόν τον νόμο, που το δάκτυλο του Θεού αποτύπωσε στην καρδιά μας, και έτσι συναντάμαι και γνωρίζουμε τον Θεό μέσα στην ύπαρξή μας. Ακούμε τη φωνή του καθαρή και δυνατή και επαινεί το καλό και να επιτιμά το κακό, σύμφωνα με το θέλημά του. Έχουμε την αίσθηση της ευσεβείας, της δικαιοσύνης και της σωφροσύνης, που συνιστούν ακριβώς την ανθρωπιά και μας κάνουν να ξεχωρίζουμε από τα ζώα όχι μόνο ως λογικά, αλλά και ως ηθικά όντα. Εκτιμούμε, τέλος και αξιοποιούμε το δώρο της ελευθερίας, καθώς ο έμφυτος ηθικός νόμος λειτουργεί μέσα μας σαν όργανο ασκήσεως, που και τη συνείδησή μας τελειοποιεί και τους δεσμούς μας με το Θεό συσφίγγει. Όπως είναι ο κυβερνήτης στο πλοίο και ο ηνίοχος στο άλογο, έτσι είναι ο έμφυτος νόμος διδάσκαλος στον άνθρωπο, λέει ο ιερός Χρυσόστομος και τον κάνει αυτοδίδακτο στο καλό και στο κακό. Αλλά ο Κύριος δεν μπορούσε να αφήσει το πλάσμα του έτσι, μ΄ έναν ξερό μηχανισμό μέσα του, σαν κουρδισμένο από μια απρόσωπη ανωτέρα δύναμη. Θέλησε και ήλθε σε προσωπική επαφή μαζί του διαλέγοντας ένα λαό, που τον έκανε την πνευματική του οικογένεια και του χάρισε με το χέρι του Μωϋσή το δεύτερο νόμο, το μωσαϊκό. Όπως λέει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, έδωσε νόμο, για να βοηθήσει το φυσικό, καθαρό, σωτήριο, άγιο, συμπληρωμένο με δέκα λόγους. Σ΄ αυτόν ο Θεός αποκαλύπτει το αληθινό πρόσωπό του και έρχεται σε συμφωνία με τον περιούσιο λαό του. Υπόσχεται την προστασία του και ζητά απ΄ αυτόν πίστη. Επεμβαίνει θαυμαστά στην ιστορία και διαγράφει το δικό του σχέδιο, που το υπηρετεί με παράδοξη σοφία και δύναμη. Με το μωσαϊκό νόμο μαθαίνουμε ότι υπάρχει Θεός προσωπικός, που κανονίζει αυτός την ηθική μας και ενδιαφέρεται για την υπακοή μας στο θέλημά του. Οι Ιουδαίοι ήταν υπερήφανοι για τον νόμο τους και θεωρούσαν τον εαυτό τους μοναδικά προνομιούχο. Κι όμως, δεν ήταν παρά η σκιά και ο τύπος του τέλειου νόμου, που ο απόστολος Παύλος ονομάζει «το ευαγγέλιόν μου δια Ιησού Χριστού» (στιχ. 16). Ο Κύριος δεν αρκέσθηκε στο γνόφο του Σινά, αλλά ενανθρώπησε και κατέβηκε μέχρι την αδυναμία μας, για να μας γνωρίσει αληθινά το θέλημά του. Με το λόγο του και το έργο του συνέταξε ένα νόμο ελευθερίας, που συνιστά την επίγνωση και την αγάπη του Θεού. Ο Δημιουργός γίνεται πια πατέρας, ο Θεός γίνεται αγαπητός και φίλος, ο συνάνθρωπος αδελφός. Το ευαγγέλιο εγκαθιδρύει ανάμεσά μας το καθεστώς της ειρήνης, που η καρδιά μας λαχταρά και μάταια αναζητά σε άλλους ανθρώπινους νόμους. Αιώνιος, γράφει ο μάρτυς Ιουστίνος και τελευταίος νόμος και συμφωνία εμπιστοσύνης μας δόθηκε ο Χριστός. Μετά τη συμφωνία αυτή δεν ακολουθεί ούτε νόμος ούτε πρόσταγμα ούτε εντολή. Οι τρεις νόμοι του Θεού, όπως ο ένας συμπληρώνει και δυναμώνει τον άλλο, αποτελούν εγγύηση και ασφάλεια για την ανησυχία και την αβεβαιότητα των καιρών μας. Αν στήσουμε υπάκουο το αυτί μας στη εντολή τους, ο απόστολος μας βεβαιώνει ότι διπλό θα είναι το κέρδος μας. Αφ΄ ενός θα απαλλαγούμε από «θλίψη και στενοχωρία» και αφ΄ ετέρου θα απολαύσουμε «δόξα, τιμή και ειρήνη». Αντί για τη θλίψη, που μας προκαλούν οι αδικίες και τα χτυπήματα του κόσμου, ο αιώνιος νόμος του Θεού μας εξασφαλίζει την τιμή, το σεβασμό του ενός προς τον άλλο. Κι αντί για τη στενοχώρια, που μας φέρνουν οι τύψεις και οι ενοχές της ψυχής, μας χαρίζει την ειρήνη, τη φιλία με τον Θεό πατέρα μας. Και επί πλέον, οι τρεις νόμοι απονέμουν στον καθένα, που δέχεται να γίνει υπήκοός τους, είτε φτωχός είτε πλούσιος είτε μαύρος είτε άσπρος δεν υπάρχει προσωποληψία στον Θεό κάτι απείρως ποθεινότερο και γλυκύτερο, όσο άπειροι είναι οι πόθοι του τη δόξα που μεταφράζεται σε πρόγευση αιωνιότητος και ευφροσύνη πνευματική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου