Κατὰ τὸν καιρὸν δὲ ἐκεῖνον,
ὅταν ἔλθη ὁ Δράκων, δὲν ὑπάρχειἄνεσις ἐπὶ τῆς γῆς, ἀλλὰ θλίψις μεγάλη, ταραχὴ
καὶ σύγχυσις, θάνατοι καὶ πεῖνα εἰς πάντα τὰ πέρατα, διότι θὰ γίνουν κατὰ
τόπους λιμοί, σεισμοὶ καὶ θάνατοι διάφοροι ἐπὶ τῆς γῆς. Γενναία θὰ εἶναι ἡ ψυχή,
ἡ ὁποία θὰ δυνηθῆ νὰ κρατήση ἑαυτὴν ἀπηλλαγμένην ἀπὸ τὰ σκάνδαλα αὐτά. Διότι ἐὰν
εὑρεθῆ ἄνθρωπος ν᾽ ἀδιαφορῆ ὀλίγον, εὔκολα πολιορκεῖται καὶ γίνεται αἰχμάλωτος
τοῦ Δράκοντος τοῦ πονηροῦ καὶ δολίου, καὶ ὁ τοιοῦτος εὑρίσκεται ἀσυγχώρητος εἰς
τὴν κρίσιν, διότι ἐπίστευσεν εἰς τὸν Τύραννον ἑκουσίως. Πολλῶν προσευχῶν καὶ
δακρύων ἔχομεν ἀνάγκην, ἀγαπητοί, διὰ νὰ εὑρεθῶμεν ἀκλόνητοι εἰς τοὺς πειρασμούς,
διότι πολλὰ εἶναι τὰ φαντάσματα, τὰ ὁποῖα γίνονται ἀπὸ τὸ θηρίον...
Ἐπειδὴ εἶναι Θεομάχον θέλει ὅλοι ν᾽ ἀπωλεσθοῦν. Τοιοῦτον τρόπον μεταχειρίζεται ὁ Τύραννος, ὥστε ὅλοι νὰ βαστάζουν τὴν σφραγίδα τοῦ Θηρίου, ὅταν θὰ ἔλθη νὰ ἀπατήση τὰ σύμπαντα. Προσέχετε, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερβολὴν τοῦ Θηρίου, διότι μεταχειρίζεται διάφορα τεχνάσματα πονηρίας. Ἄρχεται ἀπὸ τὴν γαστέρα, ἵνα ὅταν τὶς μὴ ἔχων φαγητά, ἀναγκασθῆ νὰ λάβη τὴν σφραγίδα ἐκείνου, ὄχι ὡς ἔτυχεν εἰς πᾶν μέρος τοῦ σώματος, ἀλλ᾽ εἰς τὴν δεξιὰ χεῖρα καὶ εἰς τὸ μέτωπον, διὰ νὰ μὴ ἔχη ἐξουσίαν ὁ ἄνθρωπος νὰ κάμη μὲ αὐτὴν τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ, μήτε πάλιν εἰς τὸ μέτωπον νὰ σημειώση τὸ ἅγιον ὄνομα τοῦ Κυρίου. Διότι γνωρίζει ὁ ἄθλιος ὅτι ὅταν ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου σφραγισθῆ ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου λύει πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ Ἐχθροῦ, καὶ δι᾽ αὐτὸ σφραγίζει τὴν δεξιάν τοῦ ἀνθρώπου. Ἐὰν κάποιος δὲν σφραγίζεται μὲ τὴν σφραγίδα ἐκείνου, δὲν γίνεται αἰχμάλωτος εἰς τὰ φαντάσματα ἐκείνου, οὔτε ὁ Κύριος ἀπομακρύνεται ἀπ᾽ αὐτοῦ, ἀλλὰ τὸν φωτίζει καὶ τὸν σύρει πρὸς ἑαυτόν. Πρέπει νὰ ἐννοήσωμεν, ἀδελφοί, μετὰ πάσης ἀκριβείας ὅτι τὰ φαντάσματα τοῦ Ἐχθροῦ εἶναι ἀποτρόπαια. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν ἔρχεται μὲ γαλήνην, διὰ νὰ ἀποκρούση δι᾽ ἡμᾶς τὰ τεχνάσματα τοῦ Θηρίου... Ἐπειδὴ ὁ Σωτήρ, θέλων νὰ σώση τὸ ἀνθρώπινον γένος, ἐτέχθη ἐκ Παρθένου, καὶ ἐν σχήματι ἀνθρώπου ἐπάτησε τὸν ἐχθρὸν μὲ τὴν ἁγίαν δύναμιν τῆς Θεότητος Αὐτοῦ, ἠθέλησε καὶ αὐτὸς νὰ ἀναλάβη τὸ σχῆμα τῆς αὐτοῦ παρουσίας, διὰ νὰ μᾶς ἀπατήση. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν θὰ ἔλθη εἰς τὴν γῆν ἐν νεφέλαις φωτειναῖς, ὡς ἀστραπὴ φοβερά, ὁ δὲ Ἐχθρὸς δὲν θὰ ἔλθη τοιουτοτρόπως, διότι εἶναι ἀποστάτης. Γεννᾶται μὲν ἀκριβῶς ἐκ κόρης μιαρᾶς, ἀλλὰ δὲν σαρκοῦται τοιουτοτρόπως. Θὰ ἔλθη δὲ ὁ Παμμίαρος μὲ τὸ ἑξῆς σχῆμα, ὡς κλέπτης, διὰ νὰ ἀπατήση τὰ σύμπαντα. Θὰ εἶναι ταπεινός, ἥσυχος, θὰ μισῆ τὴν ἀδικίαν, θὰ ἀποστρέφεται εἴδωλα, θὰ προτιμᾶ τὴν εὐσέβειαν, ἀγαθὸς φιλόπτωχος, εὐειδὴς καθ᾽ ὑπερβολήν, εὐκατάστατος, ἱλαρὸς εἰς ὅλους, θὰ τιμᾶ πολὺ τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων, διότι αὐτοὶ προσμένουν τὴν ἔλευσιν ἐκείνου. Μεταξὺ δὲ ὅλων αὐτῶν, θὰ ἐκτελῆ σημεῖα καὶ τέρατα, φόβητρα μὲ πολλὴν ἐξουσίαν, θὰ προσπαθῆ δολίως νὰ ἀρέση εἰς ὅλους, διὰ νὰ ἀγαπηθῆ ταχέως ἀπὸ πολλούς, θὰ ἐξαπατᾶ τὸν κόσμον ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς εὐταξίας, ἕως οὗ βασιλεύση. Ὅταν λοιπὸν ἴδουν λαοὶ πολλοὶ καὶ δῆμοι τοιαύτας ἀρετὰς καὶ δυνάμεις, ἑνοῦνται ὅλοι συγχρόνως μὲ μίαν γνώμην καὶ μὲ χαρὰν μεγάλην κηρύσσουν αὐτὸν βασιλέα, λέγοντες μεταξύ των. Μήπως ἄρα εὑρίσκεται ἄνθρωπος ἄλλος τόσον ἀγαθὸς καὶ δίκαιος; Ἀνορθοῦται δὲ εὐθέως ἡ βασιλεία ἐκείνου, καὶ θὰ πατάξη μεθ᾽ ὑμῶν τρεῖς βασιλεῖς μεγάλους. Ἔπειτα ὑψοῦται ἡ καρδία του καὶ θὰ ἐμέσση ὁ Δράκων τὴν πικρότητά του. Ταράσσων δὲ τὴν οἰκουμένην κινεῖ τὰ πέρατα, θλίβει τὰ σύμπαντα καὶ μιαίνει τὰς ψυχάς. Ὄχι πλέον ὡς εὐλαβής, ἀλλὰ πολὺ αὐστηρὸς εἰς ὅλα, ἀπότομος, ὀργίλος, θυμώδης, ἀκατάστατος, φοβερός, ἀηδής, μισητός, βδελυκτός, ἀνήμερος, ἀλάστωρ, ἀναιδής, καὶ προσπαθῶν νὰ ἐμβάλη εἰς τὸν βόθρον τῆς ἀσεβείας ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Πληθύνει σημεῖα ψευδῶς καὶ ὄχι ἀληθῶς, καὶ ἐνῶ παρίσταται πολὺς λαὸς καὶ εὐφημεῖ αὐτόν, βάλλει φωνὴν ἰσχυράν, ὥστε νὰ σαλευθῆ ὁ τόπος, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἵστανται οἱ ὄχλοι, λέγων. Γνωρίσατε ὅλοι οἱ λαοὶ τὴν δύναμίν μου καὶ τὴν ἐξουσίαν, μεταθέτει ὄρη καὶ ἀνάγει νήσους ἀπὸ τὴν θάλασσαν μὲ πλάνην καὶ φαντασίαν, καὶ ἐνῶ πλανᾶ τὸν κόσμον καὶ φαντάζει τὰ σύμπαντα, πολλοὶ θὰ δοξάζουν καὶ θὰ πιστεύουν αὐτὸν ὡς Θεὸν ἰσχυρόν... Πολλοὶ δὲ τῶν Ἁγίων, ὅσοι τότε θὰ εὑρεθοῦν εἰς τὴν ἔλευσιν τοῦ μιαροῦ, χύνουν ποταμηδὸν τὰ δάκρυα μετὰ στεναγμῶν πρὸς τὸν Θεὸν τὸν Ἅγιον, διὰ νὰ λυτρωθοῦν ἀπὸ τὸν Δράκοντα, καὶ φεύγουν μετὰ μεγάλης σπουδῆς εἰς τὰς ἐρήμους καὶ κρύπτονται εἰς τὰ ὄρη καὶ τὰ σπήλαια μετὰ φόβου, καὶ πασπαλίζουν χῶμα καὶ στάκτην εἰς τὰς κεφαλάς, παρακαλοῦντες νύκτα καὶ ἡμέραν μετὰ πολλῆς ταπεινώσεως. Καὶ ὁ Ἅγιος Θεὸς θέλει χαρίσει αὐτὸ εἰς αὐτούς, δηλαδὴ ὁδηγεῖ αὐτοὺς ἡ χάρις εἰς ὡρισμένους τόπους καὶ σώζονται κρυπτόμενοι εἰς τὰς ὀπὰς καὶ τὰ σπήλαια μὴ βλέποντες τὰ σημεῖα καὶ τὰ φόβητρα τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἡ ἔλευσις δὲ αὐτοῦ γίνεται γνωστὴ εἰς τοὺς ἔχοντας τὸν νοῦν προσηλωμένον εἰς τὰ ἄνω, εἰς δὲ τοὺς ἔχοντας τὸν νοῦν εἰς βιωτικὰ πράγματα καὶ ποθοῦντας τὰ γήινα, δὲν θὰ γίνη φανερὸν αὐτό. Διότι ὅποιος εἶναι δεδεμένος πάντοτε εἰς βιωτικὰ πράγματα, καὶ ἂν ἀκούση ἀπιστεῖ καὶ βδελύσσεται τὸν λέγοντα. Οἱ δὲ Ἅγιοι θέλουν ἐνδυναμωθῆ, διότι πάντοτε ἀπέρριψαν τὴν μέριμναν τοῦ βίου αὐτοῦ.
Ἐπειδὴ εἶναι Θεομάχον θέλει ὅλοι ν᾽ ἀπωλεσθοῦν. Τοιοῦτον τρόπον μεταχειρίζεται ὁ Τύραννος, ὥστε ὅλοι νὰ βαστάζουν τὴν σφραγίδα τοῦ Θηρίου, ὅταν θὰ ἔλθη νὰ ἀπατήση τὰ σύμπαντα. Προσέχετε, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερβολὴν τοῦ Θηρίου, διότι μεταχειρίζεται διάφορα τεχνάσματα πονηρίας. Ἄρχεται ἀπὸ τὴν γαστέρα, ἵνα ὅταν τὶς μὴ ἔχων φαγητά, ἀναγκασθῆ νὰ λάβη τὴν σφραγίδα ἐκείνου, ὄχι ὡς ἔτυχεν εἰς πᾶν μέρος τοῦ σώματος, ἀλλ᾽ εἰς τὴν δεξιὰ χεῖρα καὶ εἰς τὸ μέτωπον, διὰ νὰ μὴ ἔχη ἐξουσίαν ὁ ἄνθρωπος νὰ κάμη μὲ αὐτὴν τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ, μήτε πάλιν εἰς τὸ μέτωπον νὰ σημειώση τὸ ἅγιον ὄνομα τοῦ Κυρίου. Διότι γνωρίζει ὁ ἄθλιος ὅτι ὅταν ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου σφραγισθῆ ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου λύει πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ Ἐχθροῦ, καὶ δι᾽ αὐτὸ σφραγίζει τὴν δεξιάν τοῦ ἀνθρώπου. Ἐὰν κάποιος δὲν σφραγίζεται μὲ τὴν σφραγίδα ἐκείνου, δὲν γίνεται αἰχμάλωτος εἰς τὰ φαντάσματα ἐκείνου, οὔτε ὁ Κύριος ἀπομακρύνεται ἀπ᾽ αὐτοῦ, ἀλλὰ τὸν φωτίζει καὶ τὸν σύρει πρὸς ἑαυτόν. Πρέπει νὰ ἐννοήσωμεν, ἀδελφοί, μετὰ πάσης ἀκριβείας ὅτι τὰ φαντάσματα τοῦ Ἐχθροῦ εἶναι ἀποτρόπαια. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν ἔρχεται μὲ γαλήνην, διὰ νὰ ἀποκρούση δι᾽ ἡμᾶς τὰ τεχνάσματα τοῦ Θηρίου... Ἐπειδὴ ὁ Σωτήρ, θέλων νὰ σώση τὸ ἀνθρώπινον γένος, ἐτέχθη ἐκ Παρθένου, καὶ ἐν σχήματι ἀνθρώπου ἐπάτησε τὸν ἐχθρὸν μὲ τὴν ἁγίαν δύναμιν τῆς Θεότητος Αὐτοῦ, ἠθέλησε καὶ αὐτὸς νὰ ἀναλάβη τὸ σχῆμα τῆς αὐτοῦ παρουσίας, διὰ νὰ μᾶς ἀπατήση. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν θὰ ἔλθη εἰς τὴν γῆν ἐν νεφέλαις φωτειναῖς, ὡς ἀστραπὴ φοβερά, ὁ δὲ Ἐχθρὸς δὲν θὰ ἔλθη τοιουτοτρόπως, διότι εἶναι ἀποστάτης. Γεννᾶται μὲν ἀκριβῶς ἐκ κόρης μιαρᾶς, ἀλλὰ δὲν σαρκοῦται τοιουτοτρόπως. Θὰ ἔλθη δὲ ὁ Παμμίαρος μὲ τὸ ἑξῆς σχῆμα, ὡς κλέπτης, διὰ νὰ ἀπατήση τὰ σύμπαντα. Θὰ εἶναι ταπεινός, ἥσυχος, θὰ μισῆ τὴν ἀδικίαν, θὰ ἀποστρέφεται εἴδωλα, θὰ προτιμᾶ τὴν εὐσέβειαν, ἀγαθὸς φιλόπτωχος, εὐειδὴς καθ᾽ ὑπερβολήν, εὐκατάστατος, ἱλαρὸς εἰς ὅλους, θὰ τιμᾶ πολὺ τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων, διότι αὐτοὶ προσμένουν τὴν ἔλευσιν ἐκείνου. Μεταξὺ δὲ ὅλων αὐτῶν, θὰ ἐκτελῆ σημεῖα καὶ τέρατα, φόβητρα μὲ πολλὴν ἐξουσίαν, θὰ προσπαθῆ δολίως νὰ ἀρέση εἰς ὅλους, διὰ νὰ ἀγαπηθῆ ταχέως ἀπὸ πολλούς, θὰ ἐξαπατᾶ τὸν κόσμον ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς εὐταξίας, ἕως οὗ βασιλεύση. Ὅταν λοιπὸν ἴδουν λαοὶ πολλοὶ καὶ δῆμοι τοιαύτας ἀρετὰς καὶ δυνάμεις, ἑνοῦνται ὅλοι συγχρόνως μὲ μίαν γνώμην καὶ μὲ χαρὰν μεγάλην κηρύσσουν αὐτὸν βασιλέα, λέγοντες μεταξύ των. Μήπως ἄρα εὑρίσκεται ἄνθρωπος ἄλλος τόσον ἀγαθὸς καὶ δίκαιος; Ἀνορθοῦται δὲ εὐθέως ἡ βασιλεία ἐκείνου, καὶ θὰ πατάξη μεθ᾽ ὑμῶν τρεῖς βασιλεῖς μεγάλους. Ἔπειτα ὑψοῦται ἡ καρδία του καὶ θὰ ἐμέσση ὁ Δράκων τὴν πικρότητά του. Ταράσσων δὲ τὴν οἰκουμένην κινεῖ τὰ πέρατα, θλίβει τὰ σύμπαντα καὶ μιαίνει τὰς ψυχάς. Ὄχι πλέον ὡς εὐλαβής, ἀλλὰ πολὺ αὐστηρὸς εἰς ὅλα, ἀπότομος, ὀργίλος, θυμώδης, ἀκατάστατος, φοβερός, ἀηδής, μισητός, βδελυκτός, ἀνήμερος, ἀλάστωρ, ἀναιδής, καὶ προσπαθῶν νὰ ἐμβάλη εἰς τὸν βόθρον τῆς ἀσεβείας ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Πληθύνει σημεῖα ψευδῶς καὶ ὄχι ἀληθῶς, καὶ ἐνῶ παρίσταται πολὺς λαὸς καὶ εὐφημεῖ αὐτόν, βάλλει φωνὴν ἰσχυράν, ὥστε νὰ σαλευθῆ ὁ τόπος, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἵστανται οἱ ὄχλοι, λέγων. Γνωρίσατε ὅλοι οἱ λαοὶ τὴν δύναμίν μου καὶ τὴν ἐξουσίαν, μεταθέτει ὄρη καὶ ἀνάγει νήσους ἀπὸ τὴν θάλασσαν μὲ πλάνην καὶ φαντασίαν, καὶ ἐνῶ πλανᾶ τὸν κόσμον καὶ φαντάζει τὰ σύμπαντα, πολλοὶ θὰ δοξάζουν καὶ θὰ πιστεύουν αὐτὸν ὡς Θεὸν ἰσχυρόν... Πολλοὶ δὲ τῶν Ἁγίων, ὅσοι τότε θὰ εὑρεθοῦν εἰς τὴν ἔλευσιν τοῦ μιαροῦ, χύνουν ποταμηδὸν τὰ δάκρυα μετὰ στεναγμῶν πρὸς τὸν Θεὸν τὸν Ἅγιον, διὰ νὰ λυτρωθοῦν ἀπὸ τὸν Δράκοντα, καὶ φεύγουν μετὰ μεγάλης σπουδῆς εἰς τὰς ἐρήμους καὶ κρύπτονται εἰς τὰ ὄρη καὶ τὰ σπήλαια μετὰ φόβου, καὶ πασπαλίζουν χῶμα καὶ στάκτην εἰς τὰς κεφαλάς, παρακαλοῦντες νύκτα καὶ ἡμέραν μετὰ πολλῆς ταπεινώσεως. Καὶ ὁ Ἅγιος Θεὸς θέλει χαρίσει αὐτὸ εἰς αὐτούς, δηλαδὴ ὁδηγεῖ αὐτοὺς ἡ χάρις εἰς ὡρισμένους τόπους καὶ σώζονται κρυπτόμενοι εἰς τὰς ὀπὰς καὶ τὰ σπήλαια μὴ βλέποντες τὰ σημεῖα καὶ τὰ φόβητρα τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἡ ἔλευσις δὲ αὐτοῦ γίνεται γνωστὴ εἰς τοὺς ἔχοντας τὸν νοῦν προσηλωμένον εἰς τὰ ἄνω, εἰς δὲ τοὺς ἔχοντας τὸν νοῦν εἰς βιωτικὰ πράγματα καὶ ποθοῦντας τὰ γήινα, δὲν θὰ γίνη φανερὸν αὐτό. Διότι ὅποιος εἶναι δεδεμένος πάντοτε εἰς βιωτικὰ πράγματα, καὶ ἂν ἀκούση ἀπιστεῖ καὶ βδελύσσεται τὸν λέγοντα. Οἱ δὲ Ἅγιοι θέλουν ἐνδυναμωθῆ, διότι πάντοτε ἀπέρριψαν τὴν μέριμναν τοῦ βίου αὐτοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου