Έκθεση φωτογραφιών πραγματοποιείται στην εξωτερική περίφραξη του αλβανικού Προεδρικού μεγάρου που συνοδεύονται από κατηγορίες εναντίον της χώρας μας σχετικά με τη δήθεν «γενοκτονία των τσάμηδων», καθώς και από χάρτες που εμφανίζουν το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας ως «κατεχόμενα αλβανικά εδάφη».
Γράφει ο
ΛΑΜΠΡΟΣ ΤΖΟΥΜΗΣ
Αντιστράτηγος ε.α
Τσαμουριά ονομάζεται η περιοχή της Ηπείρου, που ταυτίζεται με τη Θεσπρωτία και ένα μικρό της τμήμα ανήκει σήμερα στην Αλβανία. Στο ελληνικό τμήμα της Τσαμουριάς και ιδιαίτερα στις περιφέρειες Ηγουμενίτσας, Μαργαριτίου, Φιλιατών και Παραμυθιάς ζούσαν μέχρι το 1945 περίπου 20.000-25.000 μουσουλμάνοι που είχαν την αλβανική ως μητρική γλώσσα.
Οι «Τσάμηδες» ήταν αρχικά ορθόδοξοι χριστιανοί, εκ των
οποίων κάποιοι εξισλαμίσθηκαν βιαίως μετά την ατυχή εξέγερση του Επισκόπου
Τρίκκης Διονυσίου του επονομαζόμενου «Σκυλοσόφου», στις αρχές του 17ου αιώνος,
ενώ άλλοι προσχώρησαν εκουσίως στο Ισλάμ για να αποκτήσουν αξιώματα (Σπαχήδες).
Κατά τη σύντομη προέλαση του Ιταλικού στρατού στο
ελληνικό έδαφος το 1940, οι κάτοικοι της περιοχής αυτής «Τσάμηδες», υποδέχθηκαν
με τιμές απελευθερωτή τους Ιταλούς και πρωτοστάτησαν σε λεηλασίες και επιθέσεις
εναντίον χριστιανικών χωριών. Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών το 1943, οι
«Τσάμηδες» συνεργάστηκαν με τις Γερμανικές αρχές και συμμετείχαν σε διώξεις,
καταστροφές, και μαζικές εκτελέσεις, η πιο γνωστή από τις οποίες υπήρξε η
εκτέλεση 49 κατοίκων της Παραμυθιάς το Σεπτέμβριο του 1943.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, και κάτω από την πίεση
των ανταρτών του ΕΔΕΣ οι Τσάμηδες αναζήτησαν προστασία στην Αλβανία. Σύμφωνα με
τα στοιχεία της απογραφής του 1951, στην Ελλάδα παρέμειναν περίπου 120-130
άτομα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 η ελληνική κυβέρνηση με μια σειρά
νομοθετικών διαταγμάτων απαλλοτρίωσε τις περιουσίες τους και τις απέδωσε σε
ντόπιους κατοίκους, ενώ υλοποιήθηκε και η διαδικασία για την αφαίρεση της
ιθαγένειας τους.
Το ζήτημα των «Τσάμηδων» μέχρι το 1991 ήταν ουσιαστικά
στο περιθώριο και ήλθε στο προσκήνιο με την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος
της Αλβανίας. Το 1994 η αλβανική βουλή καθιέρωσε την 27η Ιουνίου ως ημέρα
«γενοκτονίας» των «Τσάμηδων». Το 2004 ιδρύθηκε πολιτικό κόμμα από τους
αυτοαποκαλούμενους «Τσάμηδες», που στις βουλευτικές εκλογές του 2005
συγκέντρωσε περίπου το 1% των ψήφων. Ως αιτήματα αρχικά προέβαλλαν τη χορήγηση
ελληνικής ιθαγένειας, την επιστροφή των περιουσιών τους που είχαν μέχρι το
1945, την αναγνώριση τους από την Ελλάδα ως «εθνική μειονότητα και την
αποζημίωσή τους για την επί σειρά ετών εκμετάλλευση των περιουσιών τους από
τρίτους.
Το 2016, αντιπροσωπεία των αυτοαποκαλούμενων «Τσάμηδων»
προσέφυγε στον εισαγγελέα του Διεθνές Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης, που
εξετάζει κυρίως εγκλήματα πολέμου. Στα αιτήματα που υπέβαλλαν συμπεριλαμβάνεται
η αναγνώριση υποτιθέμενης γενοκτονίας σε βάρος τους, με αναφορές σε υποτιθέμενα
εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας από τις ελληνικές κυβερνήσεις μέχρι το 1945,
καθώς και διεκδίκηση επαναπατρισμού των υποτιθέμενων εκτοπισμένων πληθυσμών και
επιστροφή των ακινήτων τους.
Η αλβανική πλευρά θεωρεί ότι οι «Τσάμηδες» ζούσαν
ιστορικά στα πατροπαράδοτα δικά τους εδάφη, άρα η Τσαμουριά ανήκει στην
Αλβανία.
Το ζήτημα των «Τσάμηδων» επανέρχεται κατά καιρούς στις σχέσεις Ελλάδας –
Αλβανίας.
Οι υπεύθυνοι του ΥΠΕΞ της χώρας μας εκτός από διαβήματα
που ήδη έγιναν για το θέμα της φωτογραφίας και της έκθεσης χαρτών στο Προεδρικό
μέγαρο πρέπει να προβληματιστούν από τον αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό σχετικά με
την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής μας πολιτικής. Η Ελλάδα μέχρι στιγμής
έχει στηρίξει χωρίς όρους την ένταξη της Αλβανίας στο ΝΑΤΟ και την ευρωπαϊκή
της πορεία.
Η Ελλάδα
πρέπει να
υποχρεώσει την Αλβανία να αντιληφθεί ότι οφείλει πολλά στη χώρα μας, η οποία
προσφέρει χιλιάδες θέσεις εργασίας σε Αλβανούς υπηκόους οι οποίοι εργάζονται
εδώ (υπολογίζονται περίπου στο 1.000.000) και οι εμπορικές συναλλαγές ανάμεσα
στις δύο χώρες βρίσκονται σε πολύ υψηλά ποσοστά.
Το ελληνικό ΥΠΕΞ οφείλει, συνεπώς, με μία σειρά ενεργειών
να καταστήσει σαφές το τεράστιο κόστος για τα συμφέροντα των γειτόνων μας σε
περίπτωση που συνεχίσουν τον ίδιο αδιέξοδο δρόμο των τελευταίων ετών.
Όσο η εξωτερική πολιτική της χώρας μας ακολουθεί το δρόμο του κατευνασμού και
της υποχωρητικότητας, ο αλβανικός εθνικισμός και μεγαλοϊδεατισμός δεν πρόκειται
να υποχωρήσουν.
militaire.gr
«Ο.Τ.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου