«῾Η ὑπερηφάνεια ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας, μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον»
(ἅγιος ᾿Εφραὶμ ὁ Σῦρος).
Βλέπεις τί λέγει; «ἀναγκάζει», δηλαδή ἡ περηφάνεια, ἡ ματαιοδοξία, βιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει μέσα του, νὰ θέλη καὶ νὰ κάνη νεωτερισμούς, ἐπειδὴ εἶναι δοῦλος αὐτῆς τῆς περηφάνειας! Κ᾿ ἔπειτα λέγει «μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ ἐπειδὴ δὲν χωνεύει «τὸ ἀρχαῖον», ἤγουν τὴν παράδοση, μὲ ἄλλα λόγια, ἐπειδὴ φαίνεται βαρὺ στὸν ματαιόδοξο νὰ παραδεχθῆ ἐκεῖνο ποὺ τοῦ παραδώσανε οἱ παλαιότεροι, «οἱ πρὸ ἡμῶν»,ὅπως εἶπε ὁ Κοραῆς.
Γιὰ νὰ παραδεχθῆ κανένας τὴν παράδοση, πρέπει νὰ ἔχη μέσα του ταπείνωση καὶ νὰ μὴ θέλη νὰ στήση τὸ δικό του θέλημα. Δὲν ὑπάρχει νεωτεριστής στὴν ᾿Εκκλησία καὶ ἄνθρωπος ποὺ νὰ θέλη νὰ γκρεμνίση ὅ,τι παραλάβαμε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ περιφρουρήσανε τὴ θρησκεία μας μὲ τὴν εὐσέβειά τους καὶ μὲ τὴν ἀσάλευτη πίστη τους, ποὺ γι᾿ αὐτὴ ὑποφέρανε κάθε κακοπάθηση, κι᾿ αὐτὸν τὸν θάνατο, ναί, δὲν ὑπάρχει νεωτεριστής τέτοιος, ποὺ νὰ μὴν εἶναι ἄπιστος.
῍Ας κρύβεται, ἂς παρουσιάζεται γιὰ εὐλαβέστατος, ἂς κάνει τὸν ταπεινόφρονα, ἂς ἀγκαλιάζει, τάχα τοὺς ἐχθρούς του, μ᾿ ἕναν λόγο: ἂς φαίνεται ἀπ᾿ ἔξω σὰν ἅγιος, πρᾶος καὶ γλυκόλογος. Στ᾿ ἀληθινὰ εἶναι ἕνας ὑποκριτής.
῾Ο ἅγιος ᾿Ιγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ὁ ἁγιώτατος ἅγιος, ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀρχαίους ἱεράρχες τῆς ᾿Εκκλησίας, μαθητὴς τοῦ ἀποστόλου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, αὐτὸς ποὺ μονομάχησε μὲ τὰ θηρία γιὰ τ᾿ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, μέσα στὸ Κολοσσαῖο τῆς Ρώμης, ἐννενῆντα χρονῶν πρεσβύτης, ἔνοιωθε ριζωμένη τέτοια πίστη μέσα στὴν καρδιά του, ποὺ ἔλεγε στοὺς μαθητές του, ὁποὺ ἐνεργούσανε νὰ τὸν γλυτώσουνε ἀπὸ τὸ μαρτύριο:
«Μή μὲ ἐμποδίζετε, τέκνα μου, νὰ πάγω στὸν ἀγαπημένο Κύριό μου. Εἶμαι σιτάρι τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ ἀλεστῶ (ἀπὸ τὰ δόντια τῶν θηρίων), γιὰ νὰ παρουσιασθῶ μπροστά του ῾῾ὡς ἄρτος εὐώδης καὶ καθαρός᾿᾿».
Πηγή: ᾿Εφημερίδα «᾿Ορθόδοξος Τύπος», ἀριθ. 50/Μάρτιος 1965, σελ. 1 καὶ 4.
(ἅγιος ᾿Εφραὶμ ὁ Σῦρος).
Βλέπεις τί λέγει; «ἀναγκάζει», δηλαδή ἡ περηφάνεια, ἡ ματαιοδοξία, βιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει μέσα του, νὰ θέλη καὶ νὰ κάνη νεωτερισμούς, ἐπειδὴ εἶναι δοῦλος αὐτῆς τῆς περηφάνειας! Κ᾿ ἔπειτα λέγει «μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ ἐπειδὴ δὲν χωνεύει «τὸ ἀρχαῖον», ἤγουν τὴν παράδοση, μὲ ἄλλα λόγια, ἐπειδὴ φαίνεται βαρὺ στὸν ματαιόδοξο νὰ παραδεχθῆ ἐκεῖνο ποὺ τοῦ παραδώσανε οἱ παλαιότεροι, «οἱ πρὸ ἡμῶν»,ὅπως εἶπε ὁ Κοραῆς.
Γιὰ νὰ παραδεχθῆ κανένας τὴν παράδοση, πρέπει νὰ ἔχη μέσα του ταπείνωση καὶ νὰ μὴ θέλη νὰ στήση τὸ δικό του θέλημα. Δὲν ὑπάρχει νεωτεριστής στὴν ᾿Εκκλησία καὶ ἄνθρωπος ποὺ νὰ θέλη νὰ γκρεμνίση ὅ,τι παραλάβαμε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ περιφρουρήσανε τὴ θρησκεία μας μὲ τὴν εὐσέβειά τους καὶ μὲ τὴν ἀσάλευτη πίστη τους, ποὺ γι᾿ αὐτὴ ὑποφέρανε κάθε κακοπάθηση, κι᾿ αὐτὸν τὸν θάνατο, ναί, δὲν ὑπάρχει νεωτεριστής τέτοιος, ποὺ νὰ μὴν εἶναι ἄπιστος.
῍Ας κρύβεται, ἂς παρουσιάζεται γιὰ εὐλαβέστατος, ἂς κάνει τὸν ταπεινόφρονα, ἂς ἀγκαλιάζει, τάχα τοὺς ἐχθρούς του, μ᾿ ἕναν λόγο: ἂς φαίνεται ἀπ᾿ ἔξω σὰν ἅγιος, πρᾶος καὶ γλυκόλογος. Στ᾿ ἀληθινὰ εἶναι ἕνας ὑποκριτής.
῾Ο ἅγιος ᾿Ιγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ὁ ἁγιώτατος ἅγιος, ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀρχαίους ἱεράρχες τῆς ᾿Εκκλησίας, μαθητὴς τοῦ ἀποστόλου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, αὐτὸς ποὺ μονομάχησε μὲ τὰ θηρία γιὰ τ᾿ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, μέσα στὸ Κολοσσαῖο τῆς Ρώμης, ἐννενῆντα χρονῶν πρεσβύτης, ἔνοιωθε ριζωμένη τέτοια πίστη μέσα στὴν καρδιά του, ποὺ ἔλεγε στοὺς μαθητές του, ὁποὺ ἐνεργούσανε νὰ τὸν γλυτώσουνε ἀπὸ τὸ μαρτύριο:
«Μή μὲ ἐμποδίζετε, τέκνα μου, νὰ πάγω στὸν ἀγαπημένο Κύριό μου. Εἶμαι σιτάρι τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ ἀλεστῶ (ἀπὸ τὰ δόντια τῶν θηρίων), γιὰ νὰ παρουσιασθῶ μπροστά του ῾῾ὡς ἄρτος εὐώδης καὶ καθαρός᾿᾿».
Πηγή: ᾿Εφημερίδα «᾿Ορθόδοξος Τύπος», ἀριθ. 50/Μάρτιος 1965, σελ. 1 καὶ 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου