O Συναξαριστής της ημέρας.
Σάββατο, 23 Μαρτίου 2019
Σάββατο, 23 Μαρτίου 2019
Νίκων ο εν Αγίοις Πατήρ ημών έζησε
κατά τους χρόνους του ηγεμόνος Κυντιανού, κατήγετο δε εκ της επαρχίας της εν
Ιταλία Νεαπόλεως, στρατιώτης πρότερον το αξίωμα υπάρχων, ωραίος κατά το
σωματικόν κάλλος, λαμπρός την όψιν και φοβερός εις τους πολέμους. Ήτο δε ο
πατήρ του ειδωλολάτρης η δε μήτηρ του Χριστιανή. Επειδή δε κατά την εποχήν
εκείνην συνεκροτήθη μέγας πόλεμος και εις τα μέρη εκείνα συνήφθη αγών
εξοντωτικός, ενεθυμήθη ο μακάριος Νίκων τας διδασκαλίας και τας συμβουλάς της μητρός
του και στενάξας από βάθους καρδίας είπε· «Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι».
Οπλισθείς δε με το σημείον του Τιμίου Σταυρού, ώρμησεν εις το μέσον των εχθρών
και άλλους μεν εκτύπα με το ξίφος, άλλους δε έπληττε με το ακόντιον και δεν
αφήκεν αυτούς έως ότου τους ενίκησεν όλους και τους ηνάγκασε να φύγωσι
κατησχυμμένοι. Τότε άπαντες μεγάλως εξεπλάγησαν δια την μεγάλην ταύτην
ανδραγαθίαν. Επειδή λοιπόν ηκολούθησαν τα γεγονότα ως επόθουν, οι συμπατριώται
του Αγίου Νεαπολίται επανήλθον άπαντες εις την πατρίδα των, ως και ο μακάριος
Νίκων. Μετά ταύτα φανερώσας ο Άγιος εις την μητέρα του, ότι είχε σκοπόν να
βαπτισθή και να γίνη Χριστιανός, ανεχώρησεν από την Νεάπολιν με σκοπόν να υπάγη
εις την Κωνσταντινούπολιν. Φθάσας δε εις την νήσον Χίον, ανήλθεν εις το όρος αυτής
και έμεινεν εκεί επτά ημέρας καταγινόμενος εις νηστείας, αγρυπνίας και
προσευχάς. Ούτως έλαβε καλήν αγγελίαν παρά θείου Αγγέλου, όστις έδωκεν εις
αυτόν ράβδον και του είπε να καταβή εις τον αιγιαλόν φέρων μεθ’ εαυτού και την
ράβδον ταύτην. Καταβάς λοιπόν εις τον αιγιαλόν ο αοίδιμος Νίκων, εύρε πλοιάριον
και επιβιβασθείς επ’ αυτού, έφθασε μετά δύο ημέρας εις το όρος του Γάνου, ένθα,
κατά συγκυρίαν, απήντησεν αυτόν Επίσκοπος τις εις σχήμα Μοναχού, ο οποίος λαβών
αυτόν εκ της χειρός τον ωδήγησεν εις το σπήλαιον όπου κατώκει και κατηχήσας
αυτόν, τον εβάπτισεν εις το όνομα της Αγίας Τριάδος και εκοινώνησεν αυτόν των
θείων Μυστηρίων. Μετά παρέλευσιν δε τριών ετών, τον εχειροτόνησε Πρεσβύτερον
και έπειτα Επίσκοπον. Συναθροισθέντων δε εκεί συν τω χρόνω πολλών αδελφών,
εκατόν ενενήκοντα τον αριθμόν, ανέλαβε την προστασίαν τούτων ως και την
Ηγουμενίαν ο ιερός Νίκων. Έπειτα συμπαραλαβών όλους αυτούς, μετέβη εις την
Μυτιλήνην και εκείθεν εις την Ιταλίαν. Αφού δε είδε την μητέρα του και
ενεταφίασεν αυτήν αποθανούσαν, μετέβη εις την Σικελίαν και κατώκησεν εις το
εκεί ευρισκόμενον όρος του Ταυρομενίου, αποκτήσας ακόμη και άλλους εννέα
μαθητάς. Αλλ’ ο ηγεμών της Σικελίας, μαθών τα περί του Αγίου, επρόσταξε να
παρουσιασθή έμπροσθέν του, μεθ’ όλων των εκατόν ενενήκοντα εννέα μαθητών του. Τούτου
γενομένου ηρώτησεν ο ηγεμών τους μαθητάς του Αγίου εάν αρνώνται τον Χριστόν,
εκείνοι όμως οι μακάριοι δεν εδέχθησαν τοιαύτην μιαράν γνώμην. Όθεν διέταξεν ο
αλιτήριος να τανυσθώσι κατά γης και να κτυπώνται με τα ξίφη έως ου κατακοπώσι.
Τούτων δε γενομένων διέταξε κατόπιν και τους απεκεφάλισαν. Τον δε Άγιον Νίκωνα
εξήπλωσαν εκ των τεσσάρων μερών του σώματος και έκαυσαν αυτόν με ανημμένας
λαμπάδας, έπειτα τον έδεσαν εις υποζύγια ζώα, τα οποία έσυραν τον Άγιον κατά
γης και τον έρριψαν εις κρημνόν από μεγάλου ύψους. Μετά ταύτα ανασύραντες
αυτόν, τον εκτύπων εις το στόμα με λίθους, είτα απέκοψαν την γλώσσαν του και
τελευταίον τον απεκεφάλισαν. Ούτως έλαβεν ο μακάριος του Μαρτυρίου τον
στέφανον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου