Μιχαήλ ο
Όσιος Πατήρ ημών ήτο εκ της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ, υιός ευσεβών γονέων.
Παιδευθείς και μαθών δε εις το άκρον την τε έξω σοφίαν των Ελλήνων και την
ιδικήν μας, έγινε Μοναχός· αλλά και η μήτηρ αυτού μετά των θυγατέρων της
εκουρεύθη Μοναχή εις Μοναστήριον γυναικείον, αφού απέθανεν ο πατήρ του. Επειδή
δε καλώς και θεοφιλώς ο θείος ούτος Μιχαήλ επολιτεύθη υποβάλλων τον εαυτόν του
εις πάσαν σκληραγωγίαν, χειροτονείται Πρεσβύτερος.
Έπειτα ευρών ήσυχον σπήλαιον, εισέρχεται εις αυτό όταν οι Άγιοι Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Ομολογηταί και Γραπτοί έγιναν Ιερείς και λειτουργοί του Κυρίου και επήγαν προς τον Όσιον Μιχαήλ, ο οποίος καθίσταται παρά του Ιεροσολύμων Σύγκελλος. Απεστάλησαν δε ποτε και οι τρεις ούτοι Όσιοι εις την Ρώμην από τον Πατριάρχην Ιεροσολύμων δι΄ αναγκαίαν τινά υπόθεσιν· προς τούτοις απεστάλησαν και εις την Κωνσταντινούπολιν, ίνα παρουσιάσωσι συνοδικάς τινας αναφοράς εις τε τον βασιλέα Λέοντα Ε΄ τον Αρμένιον και εικονομάχον, τον βασιλεύσαντα εν έτει ωιγ΄ (813) και εις τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Θεόδοτον. Ούτοι λοιπόν οι Όσιοι, ο Μιχαήλ, ο Θεόδωρος και ο Θεοφάνης, ευπειθείς εις τον αποστείλαντα Ιεροσολύμων, επέδωκαν τας αναφοράς, ειπόντες και αυτοί αφ΄ εαυτών εις τους αντιλέγοντας πολλά δογματικά ρήματα. Διο, οι μεν Θεόδωρος και Θεοφάνης εξορίζονται υπό του Λέοντος του Αρμενίου (813-820)· ο δε μακάριος Μιχαήλ, μετά του αδελφού του Ιώβ, εκλείσθη εις την φυλκήν του Πραιτωρίου και αλυσοδεθείς έπειτα βαρέως από τον λαιμόν υπό του βασιλέως Μιχαήλ του Τραυλού εν έτει ωκ΄ (820) εξορίζεται ομού με τον μαθητήν του εις εν Μοναστήριον της Πλουσιάδος. Όθεν εκ της πολλής κακοπαθείας έλαβον επίχυσιν οι οφθαλμοί του και το σώμα του εκυρτώθη· μόλον τούτο ο αοίδιμος ίστατο ως αδάμας γενναίος και ανίκητος. Όταν δε έλαβον την βασιλείαν η Θεοδώρα και Μιχαήλ ο υιός της, εν έτει ωμβ΄ (842), και πας τις ετίμα και προσεκύνει παρρησία τας αγίας Εικόνας, τότε και οι ευρισκόμενοι εις τας εξορίας ανεκλήθησαν και μεγάλων ηξιούντο τιμών, ο δε θείος ούτος και Ομολογητής Μιχαήλ παρεκινείτο υπό της βασιλίσσης Θεοδώρας να δεχθή το αξίωμα της πατριαρχείας της Κωνσταντινουπόλεως· επειδή όμως ούτος δεν επείσθη, Πατριάρχης μεν προεχειρίσθη ο θείος Μεθόδιος, ο δε Μιχαήλ προβάλλεται και πάλιν Σύγκελλος και λαμβάνει το εκεί μεγαλώτατον Μοναστήριον υπό την εξουσίαν του και προς ανάπαυσίν του. Όθεν ευσεβώς και θεαρέστως τον λοιπόν χρόνον της ζωής του διανύσας και φθάσας έως εις το ογδοηκοστόν πέμπτον έτος της ηλικίας του, εν ειρήνη μετέστη προς Κύριον, ίνα τύχη παρ΄ Αυτού τού της ομολογίας αφθάρτου στεφάνου.
Έπειτα ευρών ήσυχον σπήλαιον, εισέρχεται εις αυτό όταν οι Άγιοι Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Ομολογηταί και Γραπτοί έγιναν Ιερείς και λειτουργοί του Κυρίου και επήγαν προς τον Όσιον Μιχαήλ, ο οποίος καθίσταται παρά του Ιεροσολύμων Σύγκελλος. Απεστάλησαν δε ποτε και οι τρεις ούτοι Όσιοι εις την Ρώμην από τον Πατριάρχην Ιεροσολύμων δι΄ αναγκαίαν τινά υπόθεσιν· προς τούτοις απεστάλησαν και εις την Κωνσταντινούπολιν, ίνα παρουσιάσωσι συνοδικάς τινας αναφοράς εις τε τον βασιλέα Λέοντα Ε΄ τον Αρμένιον και εικονομάχον, τον βασιλεύσαντα εν έτει ωιγ΄ (813) και εις τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Θεόδοτον. Ούτοι λοιπόν οι Όσιοι, ο Μιχαήλ, ο Θεόδωρος και ο Θεοφάνης, ευπειθείς εις τον αποστείλαντα Ιεροσολύμων, επέδωκαν τας αναφοράς, ειπόντες και αυτοί αφ΄ εαυτών εις τους αντιλέγοντας πολλά δογματικά ρήματα. Διο, οι μεν Θεόδωρος και Θεοφάνης εξορίζονται υπό του Λέοντος του Αρμενίου (813-820)· ο δε μακάριος Μιχαήλ, μετά του αδελφού του Ιώβ, εκλείσθη εις την φυλκήν του Πραιτωρίου και αλυσοδεθείς έπειτα βαρέως από τον λαιμόν υπό του βασιλέως Μιχαήλ του Τραυλού εν έτει ωκ΄ (820) εξορίζεται ομού με τον μαθητήν του εις εν Μοναστήριον της Πλουσιάδος. Όθεν εκ της πολλής κακοπαθείας έλαβον επίχυσιν οι οφθαλμοί του και το σώμα του εκυρτώθη· μόλον τούτο ο αοίδιμος ίστατο ως αδάμας γενναίος και ανίκητος. Όταν δε έλαβον την βασιλείαν η Θεοδώρα και Μιχαήλ ο υιός της, εν έτει ωμβ΄ (842), και πας τις ετίμα και προσεκύνει παρρησία τας αγίας Εικόνας, τότε και οι ευρισκόμενοι εις τας εξορίας ανεκλήθησαν και μεγάλων ηξιούντο τιμών, ο δε θείος ούτος και Ομολογητής Μιχαήλ παρεκινείτο υπό της βασιλίσσης Θεοδώρας να δεχθή το αξίωμα της πατριαρχείας της Κωνσταντινουπόλεως· επειδή όμως ούτος δεν επείσθη, Πατριάρχης μεν προεχειρίσθη ο θείος Μεθόδιος, ο δε Μιχαήλ προβάλλεται και πάλιν Σύγκελλος και λαμβάνει το εκεί μεγαλώτατον Μοναστήριον υπό την εξουσίαν του και προς ανάπαυσίν του. Όθεν ευσεβώς και θεαρέστως τον λοιπόν χρόνον της ζωής του διανύσας και φθάσας έως εις το ογδοηκοστόν πέμπτον έτος της ηλικίας του, εν ειρήνη μετέστη προς Κύριον, ίνα τύχη παρ΄ Αυτού τού της ομολογίας αφθάρτου στεφάνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου