Σήμερα, αγαπητοί αναγνώστες της «ορθοδόξου φωνής» θα μιλήσουμε για κάτι που έχει σημασία για όλους μας. Θα πούμε για το πότε η Αγία Γραφή θεωρεί ότι ένα ανεξήγητο
υπερφυσικό γεγονός είναι έργο του Αγίου
Πνεύματος και πότε όχι. Και ο λόγος
που γίνεται αυτό, είναι ότι υπάρχουν πολλοί πλανηθέντες χριστιανοί ορθόδοξοι, εκ των οποίων άλλοι έχουν ξεγελαστεί από τα ψευδοθαύματα των αιρετικών και των
αλλοδόξων και άλλοι δεν αποδέχονται τα πραγματικά θαύματα του Θεού, επειδή είναι
αγκιστρωμένοι στις άτυπες δοξασίες τους.
Ιδιαίτερα
πρέπει να τονίσουμε ότι η παγκόσμια πλάνη του οικουμενισμού δεν στηρίζεται τόσο
στην πνευματική νόσο της «αγαπολογίας», αλλά κυρίως στην ισχυροτάτη
πεποίθηση των οικουμενιστών πατριαρχών, επισκόπων και πρεσβυτέρων της
ορθοδόξου εκκλησίας, ότι υπάρχει Άγιο
Πνεύμα (!) στις αιρέσεις των παπιστών και των λουθηροκαλβίνων. Σε αυτή την
πλάνη δυστυχώς έχουν οδηγηθεί πάμπολοι
ορθόδοξοι αρχιερείς και ιερείς, επειδή έχουν γίνει μάρτυρες των ψευδοθαυμάτων των αντιχρίστων και
–τραγικό αυτό - τα έχουν πιστέψει! Με τον τρόπο αυτόν έχουν πλανηθεί από το πονηρό πνεύμα του Αντιχρίστου και
έχουν καταλήξει στη τραγική κολυμβαριανή κατάσταση, να αποδέχονται τις
«εκκλησίες» των αιρετικών και
φανερά μεν να κάνουν αποδεκτά πέντε και στα κρυφά
δε επτά από τα «μυστήρια» των παπιστών
και λουθηροκαλβίνων. Η μύηση και η πίστη
των οικουμενιστών στα ψευδοθαύματα του Αντιχρίστου είναι γεγονός
αδιαμφισβήτητο, επειδή έχουν διακηρύξει γυμνή τη κεφαλή το μασσωνικό πιστεύω σε
όλη την οικουμένη, ότι «όλες οι θρησκείες οδηγούν στον Θεό». Πάνω σε αυτό διαμαρτυρόμαστε και καταθέτοντας
τα αγιογραφικά κριτήρια διακρίσεως των αληθινών θαυμάτων από τα
ψευδοθαύματα, ελπίζουμε με την βοήθεια
του Θεού να οφελήσουμε πνευματικά τους αναγνώστες μας.
Πριν
όμως προχωρήσουμε στο θέμα μας, θα
πρέπει πρώτα να διευκρινήσουμε κάτι
άλλο. Και τούτο είναι, όσο και να φαίνεται απλό, πότε θεωρούμε ότι ένας
άνθρωπος είναι νεκρός και πότε ζωντανός.
Βέβαια εκ πρώτης όψεως αυτό είναι ένα πολύ απλοϊκό
ερώτημα για τον ορθόδοξο χριστιανό, επειδή η νέκρωση του σώματος,
γνωστόν τοις πάσι, ότι είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του θανάτου, ενώ η
ανάσταση των νεκρών συνιστά τον
θεμέλιο λίθο της
ζωντανής πίστης μας. Ωστόσο
υπάρχει ένα ιστορικό συμβάν, που
ίσως μας προετοιμάσει για μία αναπάντεχη απάντηση. Διηγούνται, ότι
κάποτε ο Ιούλιος Καίσαρας επιθεώρησε ένα ορυχείο στο οποίο οι Ρωμαίοι κρατούσαν
τους αιχμαλώτους σε καταναγκαστικά έργα
σκλαβωμένους. Ένας από τους σκλάβους κατάφερε να πλησιάσει τον Καίσαρα και, όπως ήταν αλυσοδεμένος, του έδειξε τις αλυσίδες του και τον εκλιπάρησε να
διατάξει τους στρατιώτες του να του πάρουν την ζωή διότι, όπως είπε, καλύτερα να είναι νεκρός
παρά ζωντανός σε μια τέτοια αιχμαλωσία.
Και ο Καίσαρας του απάντησε : «πιστεύεις αληθινά ότι αυτή την στιγμή είσαι ζωντανός»; Και πολλοί έδωσαν δίκαιο στον Καίσαρα, γιατί ο καταδικασμένος σε βαριά και απάνθρωπη αιχμαλωσία
ουσιαστικά αποδίδει την εικόνα ότι
είναι πράγματι και σωματικά και
ψυχολογικά ένας αλυσοδεμένος ζωντανός
νεκρός.
Εάν
τώρα διαβάσουμε το κατά Ιωάννην
Ευαγγέλιο, θα δούμε ότι ο Κύριος απευθυνόμενος στους Φαρισαίους τους λέγει :
«είπον ουν υμίν ότι αποθανείσθε εν ταις
αμαρτίαις υμών. εάν γαρ μη πιστεύσητε ότι εγώ ειμί ( ο υιός του
Θεού), αποθανείσθε εν ταις αμαρτίαις υμών» (Ιω,η΄,24-25). Ο Κύριος εδώ τους ομιλεί για τον θάνατο που προκαλεί η αμαρτία
των ανθρώπων. Και παρακάτω καταγγέλει τους Φαρισαίους λέγοντας : «υμείς εκ του πατρός του διαβόλου εστέ, και τας επιθυμίας του πατρός υμών θέλετε
ποιείν. εκείνος ανθρωποκτόνος ήν εξ
αρχής και εν τη αληθεία ουκ έστηκεν, ότι ουκ εστιν αλήθεια εν αυτώ» (Ιω,
η΄,44). Επειδή οι άνθρωποι ποιούν τις επιθυμίες του διαβόλου, δηλαδή την
αμαρτία, φονεύονται από τον διάβολο, διότι αυτός είναι ανθρωποκτόνος ήδη από
την εποχή του Κάϊν. Η φονικότητα όμως
του διαβόλου δεν κατευθύνεται μόνον εναντίον
του σώματος αλλά κυρίως και κατά της ψυχής του . Γνωρίζουμε όμως ότι η ψυχή μας είναι αθάνατη. Τότε με
ποιον τρόπο ο διάβολος νεκρώνει την ψυχή;
Την απάντηση θα μας την δώσει ο Κύριος. Έτσι στην παράκληση εκείνου του νέου, που ζήτησε πριν ακολουθήσει τον Κύριον σαν μαθητής, να του επιτρέψει ο Χριστός, να πάει να θάψει τον πατέρα του
που είχε μόλις πεθάνει, ο Κύριος απαντά
: « άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών
νεκρούς» (Λουκ.θ΄,59-60). Αυτή η φαινομενικά παράδοξη απάντηση εμπεριέχει μια μεγάλη αλήθεια, ότι για τον
Κύριον ο σωματικά νεκρός πατέρας του
νέου επρόκειτο να θαφθεί από νεκρούς,
ανθρώπους δηλαδή που ενώ ακόμη ήσαν
ζωντανοί στο σώμα, εντούτοις
ήδη ήταν πνευματικά νεκροί
στη ψυχή από τις αμαρτίες τους. Δεν είχαν δηλαδή Άγιο Πνεύμα να
καθοδηγεί την ψυχή τους. Και λίγο πριν ο Κύριος έλεγε προς τους Ιουδαίους :
«αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι πας ο ποιών την αμαρτίαν δούλος εστί της αμαρτίας. ο δε δούλος ου μένει εις την οικία εις
τον αιώνα. εάν ουν ο υιός υμάς
ελευθερώσει, όντως ελεύθεροι έσεσθε» (Ιω.η΄,34-36).
Ώστε ο
ποιών την αμαρτίαν είναι κιόλας νεκρός, επειδή
είναι δούλος και θύμα του
ανθρωποκτόνου διαβόλου, ο οποίος με την
αμαρτία σκοτώνει πρώτα την πνευματική
λειτουργία της ψυχής του ανθρώπου και μετά το σώμα του. Η ψυχή βέβαια του ανθρώπου είναι αθάνατη,
αλλά με την αμαρτία υποδουλώνεται πνευματικά και ζεί μέσα στο ζοφερώτατο
σκοτάδι του διαβόλου, με αποτέλεσμα να μοιάζει με έναν σκλαβωμένο σε απάνθρωπη δουλεία και
κάτω από καταναγκαστικά έργα δαιμονικής έμπνευσης. Είναι δηλαδή ο αμαρτωλός, παρόλο που το σώμα του ακόμη ζεί και αναπνέει, ένας ζωντανός –νεκρός με ψυχή αλυσοδεμένη και υποταγμένη στον διάβολο. Ο
μόνος τρόπος για να ελευθερωθεί και να αναστηθεί ο ζωντανός
-νεκρός και σκλάβος του διαβόλου είναι
να τον ελευθερώσει ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρ του κόσμου. Όπως θα δούμε παρακάτω
ένας τρόπος που ο Κύριος ελευθερώνει και ανασταίνει τον ζωντανό- νεκρό από την
αμαρτία είναι και τα θαύματα που γίνονται στο πανάγιο όνομά Του. Θαύματα που
δεν θεραπεύουν μόνο το άρρωστο σώμα, αλλά και, πρωτίστως, ανασταίνουν την πνευματικά νεκρή ψυχή του
αμαρτωλού.
Όμως
πρέπει σε αυτό το σημείο, αγαπητοί
αναγνώστες της «ορθοδόξου φωνής», να πούμε μια μεγάλη αλήθεια. Ότι στην εποχή
μας κουβαλάμε έναν πολύ βαρύ Σταυρό, ώστε πολλοί να λένε ότι είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του κόσμου λίγο πριν από την έλευση του Αντιχρίστου, να ζούμε ημέρες πολύ
μεγάλης πλάνης … Και αυτή η πλάνη βέβαια οφείλεται στην μεγάλη,
την τεράστια και πρωτοφανή από κτίσεως κόσμου αποστασία μας από τον Κύριο
ημών Ιησού Χριστό. Ο κύριος λόγος που
γίνεται αυτό, είναι επειδή η αλήθεια του
Χριστού παγκοσμίως διαστρεβλώνεται. Έτσι άλλοι Τον
αναγνωρίζουν μεν ως Υιόν του Θεού,
αλλά με αιρετική κακοήθεια Του
περιορίζουν το κράτος και την εξουσία
μόνο στον ουρανό (πχ. οι παπικοί), ενώ
έτεροι Τον θεωρούν ως ουράνιον
βασιλέα, που θα έρθει στη γή να ιδρύσει δήθεν επίγεια βασιλεία για χίλια
χρόνια (ευαγγελικοί της Αμερικής του Μπούς, του Τράμπ, της Μέρκελ, κλπ, οι
ιεχωβάδες και οι λοιποί, εβραιοποιημένοι πιά στο σύνολό τους, λουθηροκαλβίνοι).
Κάποιοι επίσης Τον Κύριον Τον θεωρούν
σαν μύστη του …Μπαθομέτ (Μασσώνοι) και
πάρα πολλοί άλλοι Τον πιστεύουν σαν έναν προφήτην αλλά κατώτερο του Μωάμεθ
(αγαρηνοί, σαρακηνοί, ισλαμιστές). Δισεκατομμύρια ασιατών πάλι Τον θεωρούν σαν
μετενσάρκωση κάποιας βουδιστικής ή ινδουϊστικής θεότητας, ενώ οι
αφρικανοί παγανιστές ως ένα πνεύμα αγαθό, αλλά με μικρότερη δύναμη από τα
δικά τους πνεύματα. Υπάρχουν τέλος και
οι πλέον επικίνδυνοι από όλους, οι οποίοι ενώ
αυτοαποκαλούνται ορθόδοξοι χριστιανοί, εντούτοις Τον «προσαρμόζουν»
κατά τον ληστήν της μυθολογίας Προκρούστην, κόβοντας και ράβοντας, ώστε τελικά
να τους προκύψει ένας ψευδόχριστος
σύμφωνα με τα δικά τους πάθη, όπως της φιλαρχίας (οικουμενιστές και οι δήθεν αντι-οικουμενιστές), της φιλαργυρίας
(ομοίως) και της φιληδονίας. Και η ζοφερή αυτή ομίχλη της αποστασίας σκεπάζει
τόσο πολύ και τόσες πολλές ψυχές, που
δεν μπορούν πια οι άνθρωποι να διακρίνουν, ακόμη και αυτήν την πεντακάθαρη ορθόδοξη αλήθεια, που λάμπει ωσαν ένας
τεράστιος φάρος μέσα στο μαύρο πέλαγος αυτής της παγκόσμιας πλάνης.
Ένα
ακόμη πολύ χαρακτηριστικό σημείο της γενικευμένης αυτής συσκοτήσεως είναι, δυστυχώς, και η έλλειψη διακρίσεως των πνευμάτων στη περίπτωση των
θαυμάτων, τα οποία γίνονται εν ονόματι του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού.
Πολλοί δεν μπορούν να διακρίνουν, εαν πράγματι ένα θαύμα είναι από Θεού, άλλοι
πάλι, υλιστές αυτοί, δεν τα παραδέχονται θεωρώντας τα ως έκτακτα κοσμικά συμβάντα, μερικοί όμως, με υστεροβουλία, τα διαβάλλουν ως
δήθεν έργα των πονηρών πνευμάτων. Η τελευταία κατηγορία ανθρώπων δεν με
ενδιαφέρει διότι είναι κακοήθης. Η δεύτερη κατηγορία αφορά τους απίστους και
αθέους και δεν ασχολούμαι μαζί τους. Η πρώτη όμως κατηγορία, εκείνη των
πιστών που δεν μπορούν να
διακρίνουν τα θαύματα από τα ψευδοθαύματα, έχει χάσει τον δρόμο της ορθόδοξη πίστης, γι’ αυτήν λοιπόν
θα αναπτύξω μερικές σκέψεις και
με την βοήθεια του Θεού ελπίζω να
οφελήσουν. Αν δεν συμβεί αυτό,
παρακαλώ να με συγχωρέσετε.
Αυτοί
λοιπόν που δεν μπορούν να διακρίνουν εάν
ένα θαύμα είναι έργον του Αγίου Πνεύματος,
ανήκουν κυρίως σε δύο
κατηγορίες. Η πρώτη είναι
εκείνων των ορθοδόξων που
πιστεύουν αφ΄ενός ότι οι
αιρετικοί είναι «αδελφές εκκλησίες» και έχουν «μυστήρια» και αφ΄ετέρου ότι οι αλλόθρησκοι μωαμεθανοί,
βουδιστές κλπ έχουν «δρόμο που οδηγεί στον Θεό»! Οι άνθρωποι αυτοί που λέγονται οικουμενιστές, έχουν τόσο πολύ πλανηθεί,
ώστε να πιστεύουν ακράδαντα ότι τα
ψευδοθαύματα που συμβαίνουν στους αιρετικούς και στους αλλοθρήσκους, είναι έργα
του Αγίου Πνεύματος ! Έτσι εξηγείται και το μεγάλο τους πάθος να
ενωθούν - και έχουν ήδη κατά πολύ ενωθεί - με τους αιρετικούς. Πρόκειται
για την παγκόσμια διαβολική πλάνη της ψευδενώσεως αιρετικών, ορθοδοξίας και
αλλοθρήσκων υπο την αιγίδα του αναμενομένου
Αντιχρίστου.
Η
δεύτερη κατηγορία είναι των ζηλωτών του
ιουλιανού καλενταρίου, οι οποίοι συστηματικά και μετά πεποιθήσεως αμφισβητούν τα
θαύματα των Αγίων γερόντων που είχαν κοινωνία με τις ορθόδοξες εκκλησίες που
ακολουθούν το γρηγοριανό ημερολόγιο. Οι παρακάτω γραμμές γράφονται γιά όσους
από αυτούς έχουν καλή
προαίρεση και μπορούν να σκεφθούν χωρίς φόβο και πάθος.
Κατ’
αρχήν ας αναρωτηθούμε με
ποιόν άνθρωπο γίνεται ένα θαύμα. Για
ποιο λόγο η θαυματουργική δύναμις χαρίζεται από τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν
σε συγκεκριμμένους ανθρώπους; Η απάντηση
έρχεται φυσικά από το Ευαγγέλιο. Και την δίνει, για παράδειγμα, ο εκ
γενετής αόμματος τυφλός, στον οποίο ο Κύριος
έπλασε αληθινά μάτια από πηλό και
πτύσμα. (Ιω.Θ΄). Ομολογεί με παρρησία στους Φαρισαίους ο τυφλός :
«οίδαμεν ότι αμαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει, αλλ’ εάν τις θεοσεβής ή (είναι)και το
θέλημα Αυτού ποιεί, τούτου ακούει». Ο τυφλός λοιπόν μας διδάσκει ότι ο Θεός
ακούει μόνον εκείνον τον άνθρωπο που
είναι θεοσεβής. Αυτόν που ποιεί το
θέλημα του Θεού. Και συνεχίζει ο τυφλός
: «ει μη ήν ούτος παρά Θεού, ουκ
ηδύνατο ποιείν ουδέν». Ποιός όμως είναι ο παρά Θεού; Φυσικά πάλι ο
θεοσεβής. Άρα μπορούμε να απαντήσουμε ότι θαύματα γίνονται, όταν υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος θεοσεβής, τον οποίον ακούει ο Θεός, επειδή αυτός ποιεί το θέλημα του Θεού.
Πάνω σε
αυτό μπορεί κάποιος να ρωτήσει. Ποιο
άραγε είναι το θέλημα του Θεού που
ποιεί ο θεοσεβής; Με άλλα λόγια, για ποιόν
σκοπό γίνονται τα θαύματα;
Απαντά
ο ίδιος ο Κύριος (Ιω. στ΄,38-41). Λέγει : «τούτο δε εστί το θέλημα του πέμψαντός μου πατρός,
ίνα παν ό δέδωκέ μοι μη απολέσω εξ αυτού, αλλά αναστήσω αυτό εν τη εσχάτη ημέρα». Επομένως αντιλαμβανόμαστε ότι ο
θεοσεβής, ο άνθρωπος παρά Θεού, κάνει θαύματα
με σκοπό να μην απολεσθεί ο άνθρωπος,
ώστε να γίνει δια του Χριστού η
ανάσταση του πεπτωκότα
αμαρτωλού. Και με ποιο τρόπο γίνεται η
ανάσταση του ανθρώπου, όταν συμβαίνει ένα θαύμα ; Απαντά
ο Κύριος : «τούτο εστι το θέλημα του πέμψαντός με, ίνα πας ο θεωρών τον υιόν και πιστεύων
εις αυτόν έχη ζωήν αιώνιον, και αναστήσω αυτόν εγώ εν τη εσχάτη ημέρα». Άρα η αιώνιος ζωή και ανάσταση
επιτυγχάνεται με την πίστη και
την θεωρία του Ιησού Χριστού. Ο
σκοπός λοιπόν του θεοσεβούς
ανθρώπου όταν κάνει θαύματα, είναι να αναστήσει τον νεκρωθέντα από τον διάβολο
άνθρωπον, ώστε ο αναστημένος εν Χριστώ
άνθρωπος να «έχη ζωήν αιώνιον θεωρών τον υιόν και πιστεύων
εις Αυτόν».
Βλέπουμε
λοιπόν ότι ο Θεοσεβής θαυματουργεί για τους
εξής λόγους. Πρώτον ο
άνθρωπος να αποκτήσει με το
θαύμα την δυνατότητα να «θεωρεί τον Υιόν» και να «πιστεύει εις Αυτόν», δεύτερον με το θαύμα έχει σκοπό να καταργήσει την
δύναμιν του διαβόλου, τον θάνατον, ανασταίνοντας
πνευματικά και σωματικά τον άνθρωπο, και τρίτον να δώσει δια του Χριστού την αιώνια ζωή στον άνθρωπο.
Όπως αναφέραμε όμως
παραπάνω, ως νεκρός άνθρωπος δεν θεωρείται μόνον ο νεκρός στο σώμα, αλλά και ο νεκρός
ως προς την πνευματική ζωή της ψυχής, όπως ακριβώς είναι ο αμαρτωλός
άνθρωπος, ο δούλος στα πάθη του, ο ζωντανός-νεκρός, που είπαμε προηγουμένως. Αυτό μας το λέει ο ίδιος ο Κύριος και στη παραβολή
του ασώτου υιού. Όταν ο άσωτος
γυρίζει με ταπείνωση και εν μετανοία στον πατέρα του, ο τελευταίος
απευθύνεται στον μεγάλο του υιό και του λέγει : «ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήν
και ανέζησεν, και απολωλώς ήν και ευρέθη» (Λουκ.ιε΄,32). Υπενθυμίζουμε ότι η
ψυχή ως προς την ουσία της είναι αθάνατη, αλλά θεωρείται νεκρή ως προς την πνευματική ζωή
της, όταν είναι δούλος του διαβόλου. Όταν
λοιπόν ο άνθρωπος πιστέψει και θεωρήσει τον Υιόν του Θεού τότε γίνεται
και το θαύμα της πνευματικής του αναστάσεως..
Τι
σημαίνει όμως η φράση του Ευαγγελίου « θεωρών τον Υιόν»; Λέγει ο Κύριος (Ιω.ιζ΄,24). «Πάτερ, ους
δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι
ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ήν δέδωκάς μοι, ότι ηγάπησάς
με προ καταβολής κόσμου». Ο άνθρωπος
επομένως θεωρεί τον Υιόν, όταν είναι μαζί Του και θεωρεί την δόξαν Του.
Αλλά ποια είναι η δόξα του Κυρίου;
Το
διαβάζουμε στο Λουκ. θ΄ 30-32. «Και ιδού άνδρες δύο συνελάλουν Αυτώ, οίτινες
ήσαν Μωυσής και Ηλίας, οί οφθέντες εν
δόξη έλεγον την έξοδον Αυτού ήν έμελλε πληρούν εν Ιερουσαλήμ. Ο δε
Πέτρος και οι συν αυτώ ήσαν βεβαρημένοι ύπνω. Διαγρηγορήσαντες δε είδον την δόξαν Αυτού». Και ο Ευαγγελιστής
Ματθαίος συμπληρώνει ( Mατθ. ιζ΄.2) «και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και
έλαμψεν το πρόσωπον Αυτού ως ο ήλιος, και τα ιμάτια Αυτού εγένοντο λευκά ως το
φώς». Η δόξα του Κυρίου είναι
το Φώς της Θεότητός Του, της Αγίας Τριάδος. Δια της
δόξης αυτής αποκαλύπτεται και θεωρείται
ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Γι’
αυτό και υπό του Αποστόλου Παύλου αποκαλείται «Κύριος της δόξης» (Κορ. β΄,8). Τι είναι όμως αυτή η δόξα Κυρίου, αυτό το θαβώρειον Φώς; Είναι μια
ενέργεια, κάπως σαν την ηλιακή, ή την πυρηνική ή την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια,
δηλαδή κοσμική ή αλλιώς κτιστή, όπως οι πάπες της Ρώμης αιρετικώς εδώ και αιώνες βλασφημούν και
δογματίζουν;
Την
απάντηση την δίνει πάλι ο Κύριος (Ιω.ιζ΄,5) : «και νύν δόξασόν με σύ πάτερ, παρά σεαυτώ τη δόξη ή είχον προ
του τον κόσμον είναι παρά σοί».
Η δόξα του Κυρίου είναι «προ του τον κόσμον είναι», δεν είναι
δηλαδή μία κοσμική, αλλά άκτιστος
ενέργεια, το Φώς της Αγίας Τριάδος,
το οποίο υπάρχει από πάντοτε και αιωνίως και η ευδοκία του Πατρός, δια του Υιού
εν Άγίω Πνεύματι, με την άκτιστο αυτή
ενέργεια δημιούργησε τον κόσμο, τον συντηρεί τον σώζει και αγιάζει. Είναι πολύ σημαντικό να ξέρουμε ότι η δόξα
του Χριστού είναι η άκτιστος ενέργεια
της Αγίας Τριάδος. Για τον λόγο αυτό ο άνθρωπος
που θεωρεί την δόξαν Κυρίου, βλέπει
το άκτιστον Φώς, και είναι
τότε μέσα στην βασιλεία των ουρανών μαζί με τον Κύριον (Μαρκ. θ΄, 1).
Τα
συναξάρια είναι γεμάτα από περιγραφές της θεωρίας του δεδοξασμένου Χριστού από τους θεόπτες
Αγίους Του. Και η Πεντηκοστή είναι το μέγα γεγονός, κατά το οποίο οι άνθρωποι γίνονται οι ζωντανοί λύχνοι του Ακτίστου φωτός, ναοί και κατοικητήρια του
Αγίου Πνεύματος. . Διότι λέγει : « όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν. Ου γαρ
λαλήσει αφ΄εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση λαλήσει, και τα ερχόμενα αναγγελεί υμίν. Εκείνος εμέ δοξάσει, ότι εκ του εμού λήψεται και αναγγελεί
υμίν»(Ιω.13-15).
Επομένως
το Άγιον Πνεύμα είναι εκείνο που, δια της ακτίστου ενεργείας του, δοξάζει,
φανερώνει στον άνθρωπο τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν ως Κύριόν του και Θεόν του. Συνεπακόλουθα ο άνθρωπος στον οποίον γίνεται η έκχυσις του
Αγίου Πνεύματος, φωτίζεται με την ενέργεια
του Αγίου Πνεύματος, του Ακτίστου Φωτός, το οποίο ανοίγει τα μάτια της ψυχής του για
να θεωρήσει τον Κύριον και να πιστέψει
σε Αυτόν. Γίνεται δηλαδή αυτό που γράφει ο Απόστολος Πέτρος «έως ού ημέρα διαυγάση και φωσφόρος ανατείλη εν
ταις καρδίαις ημών» (Πετρ.Β΄, α΄,19).
Το
γεγονός αυτό του φωτισμού έχει ως συνέπεια
άλλοτε ο πιστός, όπως οι Απόστολοι και όλοι οι Άγιοι, να θεωρεί μέσα στο Φώς τον ίδιο τον
Κύριον, δηλαδή να έχει την άμεση θεωρία του δεδοξασμένου Χριστού, του Κυρίου της δόξης, και άλλοτε η
παρουσία του Χριστού να γίνεται αόρατα και
μυστικά βαθιά μέσα στη καρδία του ανθρώπου χωρίς όμως να
βλέπει το άκτιστον Φώς ή τον Κύριον. Αυτή ακριβώς η αποκάλυψη του Χριστού στον άνθρωπο,
όταν γίνεται είτε με την θεραπεία
κάποιας ανίατης ασθένειας, είτε με την
ίαση κάποιου πάθους της ψυχής στο οποίο ο άνθρωπος ήταν αιχμάλωτος, λέγεται θαύμα η θαυματουργία δια της πίστεως. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
Λίγο
πριν αναστήσει τον Λάζαρον ο Κύριος απευθυνόμενος στην Μάρθα λέγει (Ιω. ια΄,
40). « ουκ είπον σοι ότι εάν πιστευσης, όψει την δόξαν
του Θεού;». Παρατηρούμε λοιπόν
ότι ο Κύριος θέτει, ως προϋπόθεση για να θεωρεί κάποιος την δόξαν Του, την
πίστιν προς το πανάγιον πρόσωπόν Του. Δηλαδή αν κάποιος πιστεύση αληθινά
στον Χριστό, τότε ο πιστός θεωρεί την δόξα του Θεού σαν την Μάρθα,
δηλαδή όχι σαν όραση του ακτίστου Φωτός, όπως στο όρος Θαβώρ,
αλλά βλέποντας το θαύμα, νοιώθει μετά βεβαιότητος βαθιά στην καρδιά του την παρουσία
του Χριστού, γίνεται δηλαδή μάρτυρας με την καρδία του και τα ίδια
του τα μάτια του αποτελέσματος ή των
καρπών της άκτιστης ενέργειας
του Αγίου Πνεύματος. Και το θαύμα αυτό
γίνεται δια της πίστεως.
Πολύ
χαρακτηριστικό γεγονός, που επιβεβαιώνει τα παραπάνω, είναι αυτό που βλέπουμε στην θεραπεία της
αιμορροούσης γυναικός (Μαρκ.ε΄. 30): «
και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ την εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν, επιστραφείς εν τω όχλω έλεγε. Τις μου
ήψατο των ιματίων;». Αυτή η δύναμις του Χριστού είναι η άκτιστη
ενέργεια του Αγίου Πνεύματος που θεραπεύει, αγιάζει, δοξάζει, φανερώνει τον
Χριστόν ως θεάνθρωπον Σωτήρα και ποιεί
το θαύμα. Υπ’ όψιν όμως ότι τον
Κύριον τότε συνέθλιβε ένας μεγάλος
όχλος, όπου όλοι τον έσπρωχναν και τον άγγιζαν για να θεραπευτούν από τα
νοσήματά τους, πλην όμως αυτό το έκαναν από περιέργεια, χωρίς πίστη. Γι’
αυτό οι μαθητές απόρησαν και λογικά ερώτησαν τον Κύριον: «βλέπεις τον όχλον συνθλίβοντά σε, και
λέγεις τις μου ήψατο;» (Μαρκ.ε΄.31). Το θαύμα
όμως δεν έγινε στους απίστους,
αλλά αποκλειστικά και μόνο στην πιστή αιμορροούσα, την οποία μάλιστα
ο Κύριος τιμητικά αποκαλεί θυγατέρα Του : «θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ
σε.Ύπαγε εις ειρήνην και ίσθι υγιής από της μάστιγός σου» (Μαρκ.ε΄,34). Εδώ
βλέπουμε ότι η πίστις στον Χριστόν ήταν
ο καλός αγωγός της δυνάμεως του Χριστού
ώστε να πραγματοποιηθεί το
θαύμα. Και το θαύμα ήταν όχι μόνον η σωτηρία του
σώματος, αλλά πολύ περισσότερο η σωτηρία της ψυχής.
Ας
προσέξουμε τώρα και κάτι άλλο. Η
αιμορροούσα όταν έγινε καλά « προσέπεσε
Αυτώ», δηλαδή προσεκύνησε τον Κύριον
πέφτοντας στα πόδια Του, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτόν τον Χριστόν ως Μεσσία, σωτήρα της, Κύριόν της
και Θεόν της και μάλιστα ενώπιον όλων. Η δημόσια προσκύνησις του Κυρίου από έναν
πραγματικά πιστόν άνθρωπο, που γίνεται εδαφιαίως, με το σώμα να πέφτει κυριολεκτικά στο έδαφος μπροστά
στα πόδια του Κυρίου, γίνεται αμέσως μετά το θαύμα και είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι ο πιστός είναι «θεωρών και πιστεύων» τον
Κύριον. Η προσκύνησις του
Χριστού ισοδυναμεί με ομολογία θεωρίας
του Κυρίου, ότι ο πιστός δηλαδή έγινε
γνήσιος αποδέκτης της ακτίστου ενεργείας του Αγίου Πνεύματος.
Αυτό
άλλωστε ομολογεί και ο αόμματος τυφλός όταν τον ρωτάει ο
Κύριος (Ιω.θ΄,35-38) « σύ πιστεύεις
εις τον υιόν του Θεού; Απεκρίθη εκείνος και είπε. Και τις εστί, Κύριε, ίνα
πιστεύσω εις αυτόν; Είπε δε αυτώ ο Ιησούς. Και εώρακας αυτόν και ο λαλών μετά σού εκείνος εστιν. Ο δε έφη, πιστεύω Κύριε. Και προσεκύνησεν αυτώ».
Όταν λοιπόν η αποκάλυψις του
Κυρίου, όχι τόσο στους σωματικούς
οφθαλμούς, αλλά κυρίως στην καρδία
της ψυχής του πιστού γίνεται μέσω του
θαύματος, τότε αμέσως αυτός προσκυνεί με εδαφιαία μετάνοια
τον Κύριον, συνεπώς ομολογεί και αποδίδει αμέσως την οφειλόμενη δοξολογική λατρεία στον Σωτήρα
και Θεόν του.
Το
γεγονός της προσκυνήσεως και της δοξολογίας αμέσως μετά το θαύμα παρατηρείται
σαν κανόνας παντού μέσα στην Αγία Γραφή.
Στις πράξεις των Αποστόλων, για παράδειγμα,
ο Απόστολος Πέτρος λέγει στον
χωλόν: «εν τω ονόματι Ιησού Χριστού του Ναζωραίου έγειρε και
περπάτει… Και (ο χωλός) εξαλλόμενος έστη και περιεπάτει, και εισήλθε συν αυτοίς εις το ιερόν περιπαττών
και αλλόμενος και αινών τον Θεόν (Πρ.γ΄,1-7)
Είναι
σαφές λοιπόν, ότι στο θαύμα, ακόμη και όταν ο Κύριος δεν κάνει στον πιστό
ορατή την σωματική Του παρουσία,
εντούτοις ο πιστός φωτίζεται νοερώς και με τα
μάτια της ψυχής του θεωρεί την αόρατον πνευματική παρουσίαν Του μέσα
στη καρδιά του εμμέσως δια του θαύματος.
Συντελείται δηλαδή μια μεγάλη βιωματική και συγκλονιστική αποκάλυψις,
όπου ο πιστός καταλαβαίνει μέσα στα
τρισβαθά του, ότι το θαύμα ενεργείται
πραγματικά εν ονόματι Ιησού Χριστού δια του Αγίου Πνεύματος. Αυτή η αίσθηση της καρδίας λέγεται πληροφορία. Και αυτός ο συγκλονισμός της ψυχής λέγεται κατάνυξις. Η
κατάνυξις του πιστού αποδεικνύεται με αδιάψευστο τρόπο στους
εξωτερικούς παρατηρητές από το γεγονός, που αναφέραμε παραπάνω. Όταν ο άνθρωπος, που έχει ευεργετηθεί απο το
θαύμα, έλθει σε κατάνυξη, αμέσως προσκυνεί
λατρευτικώς τον Κύριον, και στη συνέχεια αλλάζει ζωή προστρέχοντας
με βαθειά
μετάνοια στο μυστήριο της
εξομολογήσεως και της θείας ευχαριστίας.
Οι Ιουδαίοι, για παράδειγμα,
που έγιναν μάρτυρες του θαύματος της γλωσολαλιάς των Αποστόλων κατά την
Πεντηκοστή, όταν άκουσαν το κήρυγμα του Αποστόλου Πέτρου «κατενύγησαν
τη καρδία, είπον τε προς τον Πέτρον και τους λοιπούς Αποστόλους. Τι
ποιήσωμεν, άνδρες αδελφοί; Πέτρος δε έφη προς αυτούς. Μετανοήσατε και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού
Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και λήψεσθε
την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος… (και ήσαν) καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες
ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντες κατ’
οίκον άρτον, μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας, αινούντες
τον Θεόν..» (Πρ.β΄,37-47).
Έχουμε
λοιπόν σαφείς αποδείξεις ότι το
θαύμα γίνεται δια του Αγίου Πνεύματος,
όταν έχει ως αποτέλεσμα, δηλαδή ως
καρπόν, όχι τόσο μια, ανεξήγητη από την επιστήμη, σωματική ίαση, αλλά κυρίως όταν το θαύμα
μιλήσει στη καρδία του ανθρώπου,
συντελέσει δηλαδή να έλθει ο αμαρτωλός ή και οι μάρτυρες που βλέπουν το θαύμα, σε
μεγάλη κατάνυξη, μετάνοια και
ταπείνωση και μέσω αυτής να
οδηγούνται σε μεγαλύτερη πίστη και δοξολογία
προς τον Σωτήρα Ιησούν Χριστόν. Τούτο αναμφίβολα είναι έργο
του Αγίου Πνεύματος. Αυτό άλλωστε μας το φανερώνει ο ίδιος ο Κύριος, όταν
λέγει ότι «ει εν Πνεύματι Θεού εκβάλλω
τα δαιμόνια, άρα έφθασεν εφ’ υμάς η βασιλεία του Θεού» (Ματθ.ιβ΄,28).
Είπαμε
μέχρι τώρα τους καρπούς που δρέπει ο άνθρωπος, στον οποίο έγινε το από Θεού θαύμα και που είναι, η πληροφορία, η κατάνυξις, η δημόσια
ομολογία και δοξολογία του Κυρίου, η βαθειά
μετάνοια και η πίστις. Ας
δούμε τώρα και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανθρώπου που κάνει το θαύμα, δηλαδή του θεοσεβούς.
Πρώτο γνώρισμα του θεοσεβούς θαυματουργού αναμφίβολα είναι η ανυπόκριτη ταπείνωση. Ο θεοσεβής είναι ένας πολύ ταπεινός άνθρωπος. Στις Πράξεις
των Αποστόλων ο Απόστολος Πέτρος λέγει στον χωλό της ωραίας πύλης του ναού :
«αργύριον
και χρυσίον ουκ υπάρχει μοι. ό δε έχω τούτο
σοι δίδωμι. εν ονόματι Ιησού Χριστού
του Ναζωραίου έγειρε και περπάτει» (Πρ.γ΄,6). Ο Απόστολος Πέτρος από
ταπείνωση, ενώ γνωρίζει ότι έχει μέσα του την δύναμιν του Κυρίου, είναι δηλαδή
πλήρης της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, εν τούτοις δεν κάνει το θαύμα στο δικό
του όνομα, αλλά στο όνομα του Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού. Και φυσικά δεν έχει ούτε πρόκειται να αποκτήσει ποτέ
αργύρια.
Ένα δεύτερο γνώρισμα του πραγματικά θεοσεβούς θαυματουργού ανθρώπου
είναι ότι με θυμό απορρίπτει τις τιμές
και δεν θα καταδεχθεί ποτέ να τον λατρεύσουν ή να τον «θεοποιήσουν» οι
άνθρωποι . Στις Πράξεις, για
παράδειγμα, βλέπουμε ότι μετά το θαύμα
των Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα στον χωλόν
στα Λύστρα της Λυκαονίας, οι κάτοικοι τους θεοποίησαν και έτρεξαν να
θυσιάσουν σε αυτούς ταύρους και στέμματα. Όμως
«οι απόστολοι Βαρνάβας και Παύλος διαρρήξαντες
τα ιμάτια αυτών εισεπήδησαν εις τον όχλον κράζοντες και λέγοντες.
άνδρες, τι ταύτα ποιείτε; και ημείς ομοιοπαθείς
εσμέν υμίν άνθρωποι, ευαγγελιζόμενοι
υμάς από τούτων των ματαίων επιστρέφειν επί τον Θεόν ζώντα…» (Πρ.ιδ΄,8-16).
Ένα τρίτο
χαρακτηριστικό γνώρισμα του θεοσεβούς ανθρώπου που θαυματουργεί,
είναι δεν δέχεται ποτέ να διαφημιστεί. Στις Πράξεις των Αποστόλων παρατηρούμε, ότι η παιδίσκη
εκείνη που είχε πνεύμα πύθωνος, ήταν δηλαδή μία δαιμονισμένη μάντισσα,
ακολουθούσε τους Αποστόλους Παύλο και Σίλα και τους διαφήμιζε «λέγουσα, ούτοι οι άνθρωποι δούλοι του Θεού του υψίστου
εισίν, οίτινες καταγγέλουσιν ημίν οδόν σωτηρίας. τούτο δε εποίει επι πολλάς
ημέρας. διαπονηθείς δε ο Παύλος και
επιστρέψας τω πνεύματι είπε. παραγγέλω
σοι εν τω ονόματι Ιησού Χριστού εξελθείν από αυτής. και εξήλθεν αυτή τη
ώρα» (Πρ.ιστ΄,16-18). Ο θεοσεβής ουδέποτε
αυτοδιαφημίζεται σαν τους μάγους,
που μαζεύουν κοινό δίπλα τους για να επιδείξουν τις «δυνάμεις» τους. Ο
Απόστολος Πέτρος ανέστησε την Δορκάδα
κατά μόνας, «εκβαλών δε έξω πάντας ο
Πέτρος θείς τα γόνατα προσηύξετο, και επιστρέψας προς το σώμα είπε, Ταβιθά, ανάστηθι. Η δε ήνοιξε τους οφθαλμούς αυτής, και ιδούσα τον Πέτρον ανεκάθισε»
(Πρ.θ΄, 40-41) Λίγες είναι οι
εξαιρετικές περιπτώσεις , που ο θεοσεβής
ποιεί δημόσια το θαύμα. Τότε αυτό
γίνεται σκοπίμως είτε για να
καταγγείλει την απάτη των μάγων (Πρ.ιγ΄,6-13)
είτε να συγκλονισθούν οι
πεπλανημένοι και να πιστέψουν στον Κύριο (Πρ.ιστ΄,25-35) .
Ένα τέταρτο γνώρισμα του θεοσεβούς και θαυματουργού ανθρώπου είναι ότι προκαλεί
τον φθόνο και το μίσος των εχθρών του
Χριστού και πάντοτε διώκεται απηνώς
ακόμη και μέχρι θανάτου από τους
αντιχρίστους, ιδιαίτερα όταν το θαύμα έχει μεγάλο αντίκτυπο και οδηγεί πολλούς ανθρώπους στη σωτηρία. Αυτό το
παρατηρούμε παντού στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση. Δύο
απλώς ενδεικτικά παραδείγματα
είναι η πρώτη φυλάκιση και ο
ξυλοδαρμός των Αποστόλων , όταν οι
φαρισαίοι είδαν ότι «προσετίθεντο
πιστεύοντες τω Κυρίω πλήθη ανδρών
και γυναικών» διότι «δια των χειρών των
Αποστόλων εγίνετο σημεία και τέρατα εν τω λαώ πολλά» (Πρ.ε΄, 12-42) και εν
συνεχεία ο λιθοβολισμός του πρωτομάρτυρος Στεφάνου, επειδή προφανώς «επληθύνετο
ο αριθμός των μαθητών σφόδρα εν Ιερουσαλήμ», και «Στέφανος πλήρης πίστεως
και δυνάμεως εποίει τέρατα και σημεία
μεγάλα εν τω λαώ» (Πρ.στ΄,7-9).
Ένα πέμπτο επίσης γνώρισμα του θεοσεβούς θαυματουργού είναι ότι όσο πιο κοντά
βρίσκεται στον Χριστό και μεγαλώνει η
θαυματουργική του δύναμη, τόσο συγχρόνως εξασθενεί
το σώμα του από σοβαρές ή και ανίατες παθήσεις. Ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος
ομολογεί ότι « τη υπερβολή των
αποκαλύψεων ίνα μη υπεραίρωμαι,εδόθη μοι σκόλοψ
τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρωμαι» (Κορ. ιβ΄,7). Είναι σαφές, ότι στον Απόστολο
Παύλο, που η αγιότητά του έφθασε μέχρι τρίτου ουρανού, επέτρεπε ο Θεός να
κολαφίζεται από άγγελο σατάν, δηλαδή να
τον χτυπά στο σώμα του και να του προξενεί αφόρητες πληγές ο
ίδιος ο διάβολος.
Επομένως
ένας θεοσεβής θαυματουργεί πάντοτε εν ονόματι του Ιησού Χριστού, είναι ταπεινός, ανάργυρος, αποστρέφεται την δόξα και την διαφήμιση, πάσχει
από σοβαρές ασθένειες και συκοφαντείται και διώκεται σκληρά, ακόμη και μέχρι
θανάτου, από τους αντιχρίστους και τον διάβολο.
Εδώ ίσως
πρέπει να κάνουμε ένα κρίσιμο ερώτημα. Θα
μπορούσε όλα αυτά τα γνωρίσματα, να τα μιμηθεί και ένας αντίχριστος μάγος;
Θα μπορούσε επίσης ένας αιρετικός ιερέας
υποκρινόμενος όλα τα παραπάνω γνωρίσματα να θαυματουργεί;
Πριν
απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, πρέπει να κάνουμε την διάκριση μεταξύ θαυματουργίας και δαιμονικής ψευδο-θαυματοποιϊας. Ο εργαζόμενος το θαύμα είναι υπηρέτης του Χριστού, διάκονος της θείας
οικονομίας. Ο θαυματουργός είναι ο
θεοσεβής, που με την προσευχή του δεν ποιεί ο ίδιος το θαύμα, αλλά είναι εργάτης του θαύματος, πρεσβεύει δηλαδή
στον ελεήμονα Κύριο να αποστείλει την Χάριν Του στον πάσχοντα άνθρωπο.
Γι΄αυτό όταν λέμε, για παράδειγμα, ότι ο
Άγιος Σπυρίδων εποίησε το θαυμα,
εννοούμε ότι το Άγιον Πνεύμα εποίησε το θαύμα, ενώ ο Άγιος Σπυρίδων ο
θαυματουργός, εργάσθηκε, επρέσβευσε, προσευχήθηκε
για το θαύμα. Στη περίπτωση
όμως των μάγων έχουμε καθαρή
απάτη είτε ταχυδακτυλουργική είτε απάτη
δαιμονική. Πολλά βεβαίως «θαύματα» των μάγων, παίρνουν το ψευδοκάλυμμα
της χριστιανικής ευσέβειας. Πάντοτε όμως υπάρχει από κάτω ο χρηματισμός ή η εωσφορική επίδειξη κάποιων δαιμονικών δυνάμεων.
Κλασσικό
παράδειγμα τα αναστενάρια. Οι αναστενάρηδες
πατούν σε αναμμένα κάρβουνα και δεν καίγονται.
Εμφανίζονται σαν ευσεβείς, ασεβούν
όμως κατάφωρα, επειδή χορεύουν πάνω στα κάρβουνα, με τους
ήχους πίπιζας και νταουλιών, κρατώντας
στα χέρια τους τις ιερές εικόνες.
Χορό με ιερά εικόνα του Αγίου Νικολάου είναι γνωστό ότι έκανε και μία ασεβής αβάπτιστη ρωσσίδα στα
χρόνια του κομμουνισμού στη σοβιετική ένωση, αλλά τιμωρήθηκε από τον Άγιο και έμεινε παγωμένη και ακίνητη σαν
άγαλμα μέσα σε αφόρητους πόνους επι ένα
χρόνο. Μόνο όταν της διάβασε μία παράκληση στον Άγιο Νικόλαο ο επίσκοπος της
περιοχής ελευθερώθηκε από το επιτίμιό της. Αυτό είναι αρκετό για να φανεί η ασέβεια στις ιερές εικόνες των πυροβατών αναστενάρηδων. Και δεν
είναι μόνον αυτό. Ασεβούν και στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως, διότι δεν εξομολογούνται σε ιερείς, αλλά ο
ένας στον άλλον, δηλαδή μεταξύ τους, επειδή θεωρούν τους εαυτούς τους
αγίους, μια και δήθεν δεν καίγονται! Εωσφορική υπερηφάνεια, που θυμίζει τον
δεύτερο πειρασμό του Κυρίου στην έρημο (Ματθ.δ΄,5-7). Και φυσικά υπάρχει και απάτη, επειδή καίνε πουρνάρια, που
αφήνουν παχιά στάχτη πανω στα κάρβουνα για να πατάνε άφοβα. …Υπάρχει τέλος και η διαφήμιση για οικονομικούς
λόγους λόγω των τουριστών που συρρέουν να δούνε το «θαύμα» τους. Πουθενά
όμως δεν βλέπουμε ταπείνωση, αλλαγή ζωής, μετάνοια, κατάνυξη και αληθινή
χριστιανική ζωή. Άρα το γεγονός είναι καθαρά δαιμονικής εμπνεύσεως.
Ανακεφαλαιώνοντας
θα μπορούσαμε να πούμε ότι για να
διακρίνουμε εάν ένα θαύμα οφείλεται
πραγματικά στην άκτιστη ενέργεια
του Αγίου Πνεύματος πρέπει να
ερευνήσουμε τον σκοπό και τα αποτέλεσμά
του. Είναι θαύμα όταν 1.τελείται από έναν θεοσεβή άνθρωπο 2.όταν γίνεται εν ονόματι του Ιησού Χριστού 3.όταν ο σκοπός είναι να καταργηθεί ο διάβολος και τα έργα του
δια της δυνάμεως του Ιησού Χριστού 4.ώστε δια του θαύματος να αναστηθεί
ο άνθρωπος πρώτα πνευματικά και μετά
σωματικά με την άκτιστον ενέργεια του
Αγίου Πνεύματος και. 5. αυτή η ανάσταση
έχει ως ορατό από όλους μας αποτέλεσμα
και καρπό, ο ζωντανός- νεκρός από την αμαρτία να
αναστηθεί πρώτα στην ψυχή και
μετά στο άρρωστο σώμα του, να
μετανοήσει δηλαδή αληθινά, να ζητήσει με ταπείνωση την άφεσιν των
αμαρτιών του, και να δοξολογεί
με την ζωή του τον Σωτήρα του. Κάθε άλλο υπερφυσικό φαινόμενο, που δεν
πληροί τα κριτήρια αυτά είναι καθαρή δαιμονική ενέργεια και απάτη μάγων και
ψευδοχρίστων.
Και
ερχόμαστε τώρα να δούμε τα «θαύματα» των παπικών, λουθηροκαλβίνων,
πεντηκοστιανών, ιεχωβάδων, ινδουϊστών, βουδιστών, μέντιουμ, αστρολόγων, μάγων,
καφετζούδων, πνευματιστών κλπ υπηρετών του μαμωνά. Εύκολα διαπιστώνουμε τα εξής.
Κατά πρώτον δεν τελούνται απο θεοσεβείς αλλά από αντιχρίστους, φανερούς ή κρυφούς.
Κατά δεύτερον δεν γίνονται εν ονόματι του Ιησού Χριστού, αλλά εν
ονόματι αυτών των ιδίων των αντιχρίστων ή ψευδοχρίστων. Εδώ
πάντοτε υπάρχει συνέργεια δαιμονικών δυνάμεων.
Κατά τρίτον δεν παρατηρούμε μετάνοια με ταπείνωση στον αμαρτωλό οπαδό τους, ούτε
μεγαλύτερη πίστη προς τον Ιησούν Χριστόν, αλλά υπερηφάνεια και πίστη προς τον
πάπα Ρώμης, τον τάδε λουθηροκαλβινικό ψευδοποιμένα, τον γκουρού, τον αστρολόγο,
την καφετζού, το μέντιουμ, κλπ.
Κατά
τέταρτον δεν καταργείται η δύναμις του διαβόλου, αλλά επαυξάνεται επειδή ως αποτέλεσμα διαπιστώνουμε ότι η
ψυχή, αλλά και το σώμα του
ανθρώπου εκείνου που υπέστη το «θαύμα»
των αντιχρίστων, χειροτερεύει διαρκώς, διαπράττοντας όλο και χειρότερα αμαρτήματα με συνέπεια, να
καταδικάζεται ο αμαρτωλός-θύμα ψυχή τε και σώματι στο σκότος το αιώνιον. Και
αυτοί οι ίδιοι οι αντίχριστοι ψευδο-θαυματοποιοί καταδικάζονται ακόμη
περισσότερο, διότι φουσκώνουν από υπερηφάνεια και οίηση και πέφτουν στο έρεβος
της κολάσεως.
Τρανταχτή
απόδειξη ο πάπας Ρώμης και οι
λουθηροκαλβίνοι. Ουδέποτε επέστρεψαν στην ορθοδοξία παρόλα τα ψεύτικα «θαύματά» τους και τους
«αγίους» τους. Χαρακτηριστικό
γεγονός είναι, όταν κάποιος πάπας Ρώμης ή λουθηροκαλβίνος
ψευδοποιμένας κάνουν κάποιο «θαύμα» σε κάποιον πιστό τους, πολύ σπάνια ο αιρετικός πιστός θα ασπασθεί
την ορθόδοξη πίστη, αλλά σχεδόν πάντοτε θα μένει δεμένος στην αίρεσή του. Αληθινό
θαύμα του Αγίου Πνεύματος θα ήταν ο αιρετικός να φωτισθεί, να κατανυγεί , να
μετανοήσει και να αναζητήσει την αληθινή σωτηρία . Αυτό όμως συμβαίνει σπάνια και μόνο σε
ανθρώπους με άδολες καρδιές ή με φόβο Θεού. Απόδειξη
πάνω σε αυτό μας δίνει το Ευαγγέλιο.
Το θαύμα του Κυρίου προς τον Φίλιππον
τον οδήγησε αμέσως σε ομολογία πίστεως και προσκύνησιν του Χριστού (
Ιω.α΄,48-52). Το θαύμα της συσκοτήσεως του ηλίου κατά την Σταύρωσιν πάλι δια του
φόβου του Θεού και της μετανοίας οδήγησε
τον ληστήν στον παράδεισο (Λουκ. κγ΄,39-44).
Η καθαρή καρδία του εκατοντάρχου Κορνηλίου έγινε αιτία του θαύματος,
ώστε Αγγελος Κυρίου απεστάλει
στον Απόστολο Πέτρο για να τον
βαπτίσει (Πρ.ι΄,1-48).
Από όλα
αυτά λοιπόν συμπεραίνουμε, ότι τα υπερφυσικά γεγονότα, που συμβαίνουν στους
αιρετικούς παπιστές και λουθηροκαλβίνους
αλλά και στους αλλοθρήσκους δεν έχουν
και δεν μπορούν να έχουν ως αίτιο το Άγιο Πνεύμα. Ούτε θεοσεβείς υπάρχουν,
ούτε καρποί αληθούς μετανοίας και επιστροφής στην ορθοδοξία από τους αιρετικούς
πιστούς τους. Ως εκ τούτου οι
«αγαπολόγοι» οικουμενιστές πλανώνται πλάνην οικτράν να πιστεύουν ότι οι αιρετικοί έχουν Άγιον
Πνεύμα που δήθεν τους καθοδηγεί και ματαίως
αναζητούν με τους διαλόγους τους και τα συλλείτουργά τους το θαύμα της επιστροφής των αιρετικών στην
ορθοδοξία. Το Άγιον Πνεύμα δεν πνέει σε
βρώμικες καρδιές. Μάλιστα το αντίθετο γίνεται, επειδή από την φοβερά
επέλαση του οικουμενισμού αποδεικνύεται δια του Κολυμβαρίου, ότι το ακάθαρτο πνεύμα πνέει πλέον και
μέσα στις καρδιές των «αγαπολόγων».
Αυτοί μέσα στη πλάνη τους θολώνουν την ορθοδοξία, για να μοιάζει με
την πλάνη των αιρετικών, γι’ αυτό και έχουν
όλο το κρίμα της συγχύσεως και της πλάνης των ορθοδόξων πάνω τους. Οι οικουμενιστές
και οι συνοδοιπόροι τους ψευδο-αντιοικουμενιστές με την «οικονομία» της μη αποτειχίσεώς τους γκρέμισαν τους φράκτες της πίστεως, με
αποτέλεσμα σήμερα να βλέπουμε σαν
ζωντανά τα οράματα των Αγίων Αντωνίου και του Ιωάννου της Κρονστάνδης, μέσα στις εκκλησίες.
Για
τους ζηλωτάς καλενταρίους δεν έχω να πώ τίποτε παραπάνω, παρά το ότι οι 13
ημέρες του ημερολογίου δεν είναι
προϋπόθεση για να γίνει ένα θαύμα. Ούτε και η μη αποτείχιση των Αγίων
Παϊσίου, Πορφυρίου και Ιακώβου τους
στερεί την αγιότητα, διότι όταν ακόμη ζούσαν η ψευδοσύνοδος Κολυμβαρίου δεν
είχε γίνει. Εάν ζούσαν σήμερα θα είχαν
αποτειχιστεί.
Συνοψίζοντας λοιπόν τα
ψευδοθαύματα των αντιχρίστων χαρακτηρίζονται από
1.
γνωστό ή κρυφό αντίχριστο θαυματοποιό- δούλο των δαιμόνων, συνήθως αδρά αμοιβόμενον, που λατρεύεται από τους
οπαδούς του, αυτοδιαφημίζεται πολύ και χαίρει
άκρας υγείας και πολυτελούς βίου, χωρίς
ποτέ να διώκεται από τις κοσμικές δυνάμεις
2.γίνονται
τα ψευδοθαύματα εν ονόματι του
θαυματοποιού αντιχρίστου και όχι του Ιησού Χριστού
3.
Ακόμη και εάν γίνονται εν ονόματι του Ιησού Χριστού , εν τούτοις αυτό
είναι για παραπλάνηση, επειδή έχουν
σκοπό να δοξαστεί ο ίδιος ο αντίχριστος
θαυματοποιός και να πλουτίσει από τους αφελείς οπαδούς του
4.δεν οδηγούν τα ψευδοθαύματα τον άνθρωπο
σε αλλαγή ζωής με αληθινή ταπείνωση, μετάνοια και δοξολογία του Ιησού
Χριστού, αλλά σε επανάλειψη του προτέρου αμαρτωλού βίου και.
5.οδηγούν
σε χειρότερες καταστάσεις που
καταστρέφουν τελείως τον άνθρωπο σωματικά και ψυχικά, όπως οι ψυχοπάθειες, οι
αιρέσεις, η μαγεία και τέλος η αυτοκτονία του σώματος και της ψυχής.
Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου.
Καλό σαρανταήμερο των Χριστουγέννων.
1 σχόλιο:
2 Ιουνίου 1979 στην πλατεία της νίκης στην κομμουνιστική τότε Πολωνία. Ο πάπας Ιωάννης Παύλος ο 2ος προσευχόμενος στην Θεία κατ'αυτόν πρόνεια μπροστά σε 300000 ανθρώπους αναφέρει:
"Και εγώ κλαίω. Εγώ που είμαι Υιός της γης της Πολωνίας και που είμαι επίσης ο πάπας Ιωάννης Παύλος ο 2ος. Κλαίω από όλα τα βάθη αυτής της χιλιετίας, κλαίω στην αγρυπνία της Πεντηκοστής:
Άφησε το πνεύμα σου να κατέλθει.
Άφησε το πνεύμα σου να κατέλθει
και ανανέωσε το πρόσωπο της γης, το πρόσωπο αυτής της χώρας."
Αυτό είναι το πνεύμα του Αντιχρίστου που ο "αντικομμουνιστής", φιλομουσουλμάνος(πρώτος αυτός μπήκε και προσευχήθηκε σε τζαμί, στο τζαμί Umayyad), φιλειρηνιστής (Μη φοβάστε να δώσετε μία ευκαιρία στην ειρήνη, να διδάξετε την ειρήνη, να ζήσετε την ειρήνη ... Η ειρήνη θα είναι ο τελευταίος λόγος της ιστορίας είχε πει) πάπας της Φάτιμα και της Φαουστίνα Κοβάλσκας ζήτησε να κατέλθει και να ανανεώσει τον κόσμο με βάση τα νέα πιστεύω που αυτός προώθησε κατά κόρον.
Η Πολωνία όντως άλλαξε αφού πρόσφατα έχρισε μέχρι και Βασιλέα της τον ψευδοσωτήρα της νέας εποχής (https://i2.wp.com/www.thenewamerican.com/media/k2/items/cache/9ae1b773f33191448481aaddfbbcbf85_XL.jpg?w=676 )
και πλέον στόχος είναι να αλλάξει ο κόσμος.
Δημοσίευση σχολίου