Αν θέλουμε να υπάρξει ελπίδα ανάκαμψης, πρέπει να μην αντιμετωπίζονται οι πολίτες ως αναγκαίο κακό
Από τον Δημήτρη Γαρούφα*
Από ομογενειακές οργανώσεις αλλά και πληθώρα πανεπιστημιακών και επιστημόνων τέθηκε θέμα να ερωτηθούν οι πολίτες για το θέμα της επικύρωσης της συμφωνίας Ελλάδας και Σκοπίων με δημοψήφισμα, όμως ο πρωθυπουργός, ερωτηθείς επ’ αυτού στη Θεσσαλονίκη, απάντησε ότι δεν πρόκειται να διενεργηθεί δημοψήφισμα, ενώ η αλήθεια είναι ότι και η πλειονότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης ουσιαστικά δεν εγείρει τέτοιο αίτημα.
Αντίθετα, στις 30 Σεπτεμβρίου στα Σκόπια γίνεται δημοψήφισμα για τη συμφωνία και ερωτώνται οι πολίτες αν την εγκρίνουν ως προαπαιτούμενο για την ένταξη της χώρας τους στην Ε.Ε και στο ΝΑΤΟ. Μάλιστα, την προηγούμενη ημέρα θα ψηφίσουν οι πολίτες της ΠΓΔΜ που ζουν με νόμιμη άδεια παραμονής σε άλλες χώρες, προσερχόμενοι στις κατά τόπους πρεσβείες ή στα προξενεία της γειτονικής χώρας, υπό τον όρο βέβαια ότι το έχουν δηλώσει έως τις 25.8.2018. Μάλιστα, εν όψει του δημοψηφίσματος γίνονται καθημερινά ενημερωτικές συζητήσεις στα ΜΜΕ της γειτονικής χώρας και, από ό,τι φαίνεται, η έγκριση της συμφωνίας θα επιτευχθεί με μεγάλη πλειοψηφία.
Βλέπουμε ότι η γειτονική χώρα, που δεν έχει δημοκρατική υποδομή και παράδοση, τολμά και ζητά τη γνώμη των πολιτών της για ένα τόσο σοβαρό θέμα, αλλά στην Ελλάδα ο πολιτικός κόσμος δείχνει μια φοβία για τα δημοψηφίσματα, σαν να φοβάται τους πολίτες. Γι’ αυτό, άλλωστε, φρόντισαν στο Σύνταγμά μας να μπουν τόσες προϋποθέσεις για τη διενέργεια δημοψηφισμάτων, ώστε να καθίσταται αδύνατη η προκήρυξή τους αν δεν το θέλει η εκάστοτε κυβέρνηση.
Ειδικότερα, το άρθρο 44 του Συντάγματος προβλέπει ότι δημοψήφισμα μπορεί να προκηρυχθεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για κρίσιμα εθνικά θέματα μόνο με πρόταση του υπουργικού συμβουλίου και κατόπιν απόφασης με απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών και επίσης για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, εφόσον αποφασιστεί από τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών έπειτα από πρόταση των 2/5.
Σε μια πραγματικά δημοκρατική χώρα οι πολίτες δεν καλούνται μόνο να εκλέξουν βουλευτές, δημάρχους, περιφερειάρχες κ.λπ., αλλά πρέπει να επιδιώκεται η συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας σε μια διαρκή προσπάθεια να αποκτά το πολίτευμα χροιά άμεσης δημοκρατίας. Γι’ αυτό σε όλες τις ευνομούμενες χώρες προβλέπεται ο θεσμός των δημοψηφισμάτων σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο για πληθώρα θεμάτων, ούτως ώστε ο πολίτης να λειτουργεί και να αισθάνεται ως πολίτης καθημερινά.
Πιστεύω ότι στη νέα συνταγματική αναθεώρηση πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα προκήρυξης δημοψηφισμάτων για μεγάλα εθνικά ή κοινωνικά θέματα, αν, π.χ., το ζητήσει μεγάλος αριθμός πολιτών (π.χ., 1.000.000) υπό κάποιους περιορισμούς, όπως, π.χ., το θέμα για το οποίο θα μπορεί να γίνει δημοψήφισμα δεν θα πρέπει να άπτεται ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι για να γίνει νέο δημοψήφισμα θα πρέπει να περάσει ένα έτος τουλάχιστον από το προηγούμενο, ότι για να είναι δεσμευτικό το αποτέλεσμα πρέπει να συμμετάσχει τουλάχιστον το 50% των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους κ.λπ.
Τα αναφέρω αυτά από καθήκον, χωρίς να ελπίζω ότι θα αναθεωρηθεί το άρθρο 44 του Συντάγματος, γιατί ο πολιτικός κόσμος μας διαχρονικά δείχνει ότι φοβάται τους πολίτες και δεν θέλει τη συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας. Ο πολιτικός κόσμος μας στην πλειονότητά του υποτιμά τους πολίτες κι ενώ δημόσια τους κολακεύει, στην πράξη τούς αντιμετωπίζει ως αναγκαίο κακό και τρέμει στην ιδέα να έχουν λόγο για μεγάλα ή μικρά έστω θέματα... Διότι αν είχαν λόγο οι πολίτες, πολλά πράγματα μάλλον θα ήταν διαφορετικά και, φυσικά, ποτέ δεν θα ψηφιζόταν συνταγματική διάταξη που να εξασφαλίζει την ατιμωρησία επίορκων πολιτικών μέσω της σύντομης παραγραφής.
Για το θέμα της επικύρωσης όσων υπογράφηκαν στις Πρέσπες το σωστό θα ήταν να ερωτηθούν οι Ελληνες πολίτες γι’ αυτήν την «ετεροβαρή» συμφωνία, με την οποία η Ελλάδα δίνει πολλά και παίρνει λίγα, ενώ περιορίζει το ιστορικό απόθεμά της, αναγνωρίζοντας την ομιλούμενη στα Σκόπια «βουλγαροσλαβική» διάλεκτο ως «μακεδονική γλώσσα», όπως και τη «μακεδονική εθνική ταυτότητα» στους Σλάβους των Σκοπίων...
Τελειώνοντας, επισημαίνω ότι μια από τις παθογένειες της χώρας μας, που οδήγησε στην υπολειτουργία των θεσμών και την έκπτωση του πολιτικού κόσμου στη συνείδηση των πολιτών, είναι το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημά μας διαχρονικά δεν ήθελε τους πολίτες ενεργούς. Γι’ αυτό καθυστερούν τη νέα συνταγματική αναθεώρηση, καθώς γνωρίζουν ότι, αν γίνει τώρα, θα υποχρεωθούν σε στέρηση κάποιων προνομίων.
Ομως αν θέλουμε να υπάρξει ελπίδα ανάκαμψης και αναγέννησης της χώρας, πρέπει οι πολίτες να μην αντιμετωπίζονται ως αναγκαίο κακό, αλλά το πολιτικό σύστημα να επιδιώκει την ύπαρξη ενεργών και ενημερωμένων πολιτών και το δημοκρατικό μας πολίτευμα να έχει πιο συμμετοχικό χαρακτήρα.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης
Από τον Δημήτρη Γαρούφα*
Από ομογενειακές οργανώσεις αλλά και πληθώρα πανεπιστημιακών και επιστημόνων τέθηκε θέμα να ερωτηθούν οι πολίτες για το θέμα της επικύρωσης της συμφωνίας Ελλάδας και Σκοπίων με δημοψήφισμα, όμως ο πρωθυπουργός, ερωτηθείς επ’ αυτού στη Θεσσαλονίκη, απάντησε ότι δεν πρόκειται να διενεργηθεί δημοψήφισμα, ενώ η αλήθεια είναι ότι και η πλειονότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης ουσιαστικά δεν εγείρει τέτοιο αίτημα.
Αντίθετα, στις 30 Σεπτεμβρίου στα Σκόπια γίνεται δημοψήφισμα για τη συμφωνία και ερωτώνται οι πολίτες αν την εγκρίνουν ως προαπαιτούμενο για την ένταξη της χώρας τους στην Ε.Ε και στο ΝΑΤΟ. Μάλιστα, την προηγούμενη ημέρα θα ψηφίσουν οι πολίτες της ΠΓΔΜ που ζουν με νόμιμη άδεια παραμονής σε άλλες χώρες, προσερχόμενοι στις κατά τόπους πρεσβείες ή στα προξενεία της γειτονικής χώρας, υπό τον όρο βέβαια ότι το έχουν δηλώσει έως τις 25.8.2018. Μάλιστα, εν όψει του δημοψηφίσματος γίνονται καθημερινά ενημερωτικές συζητήσεις στα ΜΜΕ της γειτονικής χώρας και, από ό,τι φαίνεται, η έγκριση της συμφωνίας θα επιτευχθεί με μεγάλη πλειοψηφία.
Βλέπουμε ότι η γειτονική χώρα, που δεν έχει δημοκρατική υποδομή και παράδοση, τολμά και ζητά τη γνώμη των πολιτών της για ένα τόσο σοβαρό θέμα, αλλά στην Ελλάδα ο πολιτικός κόσμος δείχνει μια φοβία για τα δημοψηφίσματα, σαν να φοβάται τους πολίτες. Γι’ αυτό, άλλωστε, φρόντισαν στο Σύνταγμά μας να μπουν τόσες προϋποθέσεις για τη διενέργεια δημοψηφισμάτων, ώστε να καθίσταται αδύνατη η προκήρυξή τους αν δεν το θέλει η εκάστοτε κυβέρνηση.
Ειδικότερα, το άρθρο 44 του Συντάγματος προβλέπει ότι δημοψήφισμα μπορεί να προκηρυχθεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για κρίσιμα εθνικά θέματα μόνο με πρόταση του υπουργικού συμβουλίου και κατόπιν απόφασης με απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών και επίσης για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, εφόσον αποφασιστεί από τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών έπειτα από πρόταση των 2/5.
Σε μια πραγματικά δημοκρατική χώρα οι πολίτες δεν καλούνται μόνο να εκλέξουν βουλευτές, δημάρχους, περιφερειάρχες κ.λπ., αλλά πρέπει να επιδιώκεται η συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας σε μια διαρκή προσπάθεια να αποκτά το πολίτευμα χροιά άμεσης δημοκρατίας. Γι’ αυτό σε όλες τις ευνομούμενες χώρες προβλέπεται ο θεσμός των δημοψηφισμάτων σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο για πληθώρα θεμάτων, ούτως ώστε ο πολίτης να λειτουργεί και να αισθάνεται ως πολίτης καθημερινά.
Πιστεύω ότι στη νέα συνταγματική αναθεώρηση πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα προκήρυξης δημοψηφισμάτων για μεγάλα εθνικά ή κοινωνικά θέματα, αν, π.χ., το ζητήσει μεγάλος αριθμός πολιτών (π.χ., 1.000.000) υπό κάποιους περιορισμούς, όπως, π.χ., το θέμα για το οποίο θα μπορεί να γίνει δημοψήφισμα δεν θα πρέπει να άπτεται ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι για να γίνει νέο δημοψήφισμα θα πρέπει να περάσει ένα έτος τουλάχιστον από το προηγούμενο, ότι για να είναι δεσμευτικό το αποτέλεσμα πρέπει να συμμετάσχει τουλάχιστον το 50% των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους κ.λπ.
Τα αναφέρω αυτά από καθήκον, χωρίς να ελπίζω ότι θα αναθεωρηθεί το άρθρο 44 του Συντάγματος, γιατί ο πολιτικός κόσμος μας διαχρονικά δείχνει ότι φοβάται τους πολίτες και δεν θέλει τη συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας. Ο πολιτικός κόσμος μας στην πλειονότητά του υποτιμά τους πολίτες κι ενώ δημόσια τους κολακεύει, στην πράξη τούς αντιμετωπίζει ως αναγκαίο κακό και τρέμει στην ιδέα να έχουν λόγο για μεγάλα ή μικρά έστω θέματα... Διότι αν είχαν λόγο οι πολίτες, πολλά πράγματα μάλλον θα ήταν διαφορετικά και, φυσικά, ποτέ δεν θα ψηφιζόταν συνταγματική διάταξη που να εξασφαλίζει την ατιμωρησία επίορκων πολιτικών μέσω της σύντομης παραγραφής.
Για το θέμα της επικύρωσης όσων υπογράφηκαν στις Πρέσπες το σωστό θα ήταν να ερωτηθούν οι Ελληνες πολίτες γι’ αυτήν την «ετεροβαρή» συμφωνία, με την οποία η Ελλάδα δίνει πολλά και παίρνει λίγα, ενώ περιορίζει το ιστορικό απόθεμά της, αναγνωρίζοντας την ομιλούμενη στα Σκόπια «βουλγαροσλαβική» διάλεκτο ως «μακεδονική γλώσσα», όπως και τη «μακεδονική εθνική ταυτότητα» στους Σλάβους των Σκοπίων...
Τελειώνοντας, επισημαίνω ότι μια από τις παθογένειες της χώρας μας, που οδήγησε στην υπολειτουργία των θεσμών και την έκπτωση του πολιτικού κόσμου στη συνείδηση των πολιτών, είναι το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημά μας διαχρονικά δεν ήθελε τους πολίτες ενεργούς. Γι’ αυτό καθυστερούν τη νέα συνταγματική αναθεώρηση, καθώς γνωρίζουν ότι, αν γίνει τώρα, θα υποχρεωθούν σε στέρηση κάποιων προνομίων.
Ομως αν θέλουμε να υπάρξει ελπίδα ανάκαμψης και αναγέννησης της χώρας, πρέπει οι πολίτες να μην αντιμετωπίζονται ως αναγκαίο κακό, αλλά το πολιτικό σύστημα να επιδιώκει την ύπαρξη ενεργών και ενημερωμένων πολιτών και το δημοκρατικό μας πολίτευμα να έχει πιο συμμετοχικό χαρακτήρα.
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου