Κατά τους χρόνους του Θεοδοσίου του Μικρού, εν έτει υι΄ (410), ο
πανάγαθος Θεός ηβουλήθη, με τας κρίσεις τας οποίας γνωρίζει, να πληροφορήση
τους ανθρώπους, αφ’ ενός μεν δια την κοινήν και εσχάτην πάντων ανάστασιν, αφ’
ετέρου δε, ότι πρέπει να υμνώσιν ορθώς τον Θεόν· όθεν συνεχώρησε να γίνη σεισμός
φοβερός. Δια τον φόβον δε του σεισμού όλος ο λαός της Κωνσταντινουπόλεως, ομού
με τον Βασιλέα, τον Αγιώτατον Πατριάρχην Πρόκλον και όλον τον Κλήρον,
ευρίσκοντο άπαντες ομού έξω εις την πεδιάδα, και εποίουν λιτανείας. Επειδή δε
τότε ήρξατο η αίρεσις των Θεοπασχιτών εξ επηρείας του διαβόλου, οι οποίοι
προσέθετον εις τον Τρισάγιον Ύμνον το «ο Σταυρωθείς δι’ ημάς», τούτου ένεκα
αιφνιδίως ηρπάγη έμπροσθεν πάντων εν παιδίον εις τον αέρα. Όθεν όλοι βλέποντες
το παράδοξον τούτο, με φόβον και έκπληξιν ανεφώνουν επί πολλάς ώρας το «Κύριε,
ελέησον». Και ιδού πάλιν κατεβιβάσθη το παιδίον από νεφέλης, και μετά μεγάλης
φωνής απεκάλυψεν εις όλους, ότι οι χοροί των Αγγέλων εν ουρανοίς αναφέρουσιν
εις τον Θεόν τον Τρισάγιον Ύμνον χωρίς την προσθήκην του «ο Σταυρωθείς», λέγοντες:
«Άγιος ο Θεός, Άγιος ισχυρός, Άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς». Και το μεν παιδίον
ευθύς μετά τους λόγους τούτους παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας του Θεού, ο δε
σεισμός ευθύς έπαυσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου