Μια ιδιαίτερα καυστική περιγραφή του ελληνόφωνου «μαζάνθρωπου», όρου που πρώτος εισήγαγε ο ισπανός φιλόσοφος Χοσέ Ορτέγκα υ Γκασέτ (1883-1955) για να περιγράψει το τσουνάμι των κρετινάνθρωπων που κατέκλυσαν την μαζική βιομηχανική κοινωνία της Ευρώπης, είδε πρόσφατα (26 Ιουνίου 2016) το φως της διαδικτυακής δημοσιότητας με την υπογραφή του Διευθυντή Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Κώστα Κεφαλά. Ο εν λόγω κριτικός αναλυτής της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας (σύμμεικτης εκ ρωμιών και ρωμά) εισήγαγε για τον ελληνόφωνο μαζάνθρωπο τον ευρηματικό όρο «χόχολος», προερχόμενο προφανώς από την σχετλιαστική λέξη «χαχόλ» (που όμως γράφεται στην ρωσική «χοχόλ») η οποία περιγράφει πρωτογενώς τον άξεστο ουκρανό χωριάτη, και ως δάνειος λέξη έχει βρει την θέση της στην ελληνική αργκό ως «χαχόλος», πληθυντικός «χαχόλοι» (από την ελληνοποιημένη λέξη του αντίστοιχου πληθυντικού στην ρωσική «χαχλοί»).
Το άκρως εύστοχο αυτό πόνημα της κατάντιας μας (το οποίο μπορείτε να διαβάσετε κλικάροντας εδώ, γιατί αξίζει να διαβασθεί στην πλήρη του έκταση), γραμμένο με πολύ πικρό χιούμορ και βαθύτατο πόνο για την επικράτηση του χόχολου και των χοχόλων σε όλους τους τομείς του δημοσίου βίου μας, καταλήγει σε ένα εξίσου εύστοχο συμπέρασμα:
«Ο χόχολος, δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι αμφότεροι οι Εγγλέζοι και οι Ευρωπαίοι μισούν και απεχθάνονται μετά βδελυγμίας τους απάτριδες, τους γραικύλους, τους βλάκες, τα λαμόγια, τους γλύφτες και τους διεθνιστές. Παρά το γεγονός ότι ο χόχολος είναι άκρως προσαρμοστικός στις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, όπως και οι κατσαρίδες που επιβιώνουν σε όλες τις περιβαλλοντολογικές μεταβολές τα τελευταία 120 εκατομμύρια χρόνια, σήμερα βιώνει το ιδεολογικό και βιολογικό του τέλος, καθώς αδυνατεί να αντιληφθεί, σαν βλάκας που είναι, τις επερχόμενες κατακλυσμιαίες μεταβολές και την επερχόμενη “εξαφάνιση των δεινοσαύρων” της βιοποικιλότητάς του, καθώς και να κατανοήσει ότι είναι αδύνατον πλέον να περιφέρει στην Ευρώπη το “πράσινο” DNA του, επειδή το παγκοσμιοποιημένο και διεθνιστικό νεοταξικό περιβάλλον, για το οποίο με τόσο πάθος αγωνίσθηκε και αγωνίζεται να φτιάξει, έχει χώρο μόνο για τους “ευφυείς, τους μορφωμένους, τους πολύ καλούς επαγγελματίες, τους δυνατούς μονομάχους και τους ισχυρούς παίχτες”».
There is the rub, to be or not to be: «εδώ ακριβώς είναι η δυσκολία, θα υπάρξουμε ή δεν θα υπάρξουμε» σ’ έναν τέτοιο κόσμο, όπως διερωτάται ο Άμλετ, στο ομώνυμο σαιξπηρικό έργο, αφού πρώτα έχει κάνει την διαπίστωση πως «κάτι είναι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας», διάβαζε της ημετέρας Χοχολουλού, όπως κατήντησαν την πατρίδα μας οι χόχολοι και οι αδερφές χοχολουλούδες οι πανταχού παρούσες και τα πάντα πληρούσες. Όμως τα προαπαιτούμενα επιβίωσης σ’ αυτόν τον «θαυμάσιο καινούργιο κόσμο» (brave new world), τα οποία επισημαίνονται στην καταληκτική πρόταση του πονήματος, ήταν πάντοτε εν δυνάμει, και είναι παρόντα ακόμη και σήμερα, γιατί ακόμη υπάρχει μια Ελλάδα με το μεταφυσικό εκείνο υπόβαθρο το ικανό να αναστρέψει την εκφυλιστική της πορεία, αν οι άριστοι του πνεύματος αποφασίσουν να στρατευθούν – με όλη την σημασία της δυναμικής που υποκρύπτει το ρήμα – στην υπηρεσία της Μεγάλης Ανατροπής.
Το άκρως εύστοχο αυτό πόνημα της κατάντιας μας (το οποίο μπορείτε να διαβάσετε κλικάροντας εδώ, γιατί αξίζει να διαβασθεί στην πλήρη του έκταση), γραμμένο με πολύ πικρό χιούμορ και βαθύτατο πόνο για την επικράτηση του χόχολου και των χοχόλων σε όλους τους τομείς του δημοσίου βίου μας, καταλήγει σε ένα εξίσου εύστοχο συμπέρασμα:
«Ο χόχολος, δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι αμφότεροι οι Εγγλέζοι και οι Ευρωπαίοι μισούν και απεχθάνονται μετά βδελυγμίας τους απάτριδες, τους γραικύλους, τους βλάκες, τα λαμόγια, τους γλύφτες και τους διεθνιστές. Παρά το γεγονός ότι ο χόχολος είναι άκρως προσαρμοστικός στις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, όπως και οι κατσαρίδες που επιβιώνουν σε όλες τις περιβαλλοντολογικές μεταβολές τα τελευταία 120 εκατομμύρια χρόνια, σήμερα βιώνει το ιδεολογικό και βιολογικό του τέλος, καθώς αδυνατεί να αντιληφθεί, σαν βλάκας που είναι, τις επερχόμενες κατακλυσμιαίες μεταβολές και την επερχόμενη “εξαφάνιση των δεινοσαύρων” της βιοποικιλότητάς του, καθώς και να κατανοήσει ότι είναι αδύνατον πλέον να περιφέρει στην Ευρώπη το “πράσινο” DNA του, επειδή το παγκοσμιοποιημένο και διεθνιστικό νεοταξικό περιβάλλον, για το οποίο με τόσο πάθος αγωνίσθηκε και αγωνίζεται να φτιάξει, έχει χώρο μόνο για τους “ευφυείς, τους μορφωμένους, τους πολύ καλούς επαγγελματίες, τους δυνατούς μονομάχους και τους ισχυρούς παίχτες”».
There is the rub, to be or not to be: «εδώ ακριβώς είναι η δυσκολία, θα υπάρξουμε ή δεν θα υπάρξουμε» σ’ έναν τέτοιο κόσμο, όπως διερωτάται ο Άμλετ, στο ομώνυμο σαιξπηρικό έργο, αφού πρώτα έχει κάνει την διαπίστωση πως «κάτι είναι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας», διάβαζε της ημετέρας Χοχολουλού, όπως κατήντησαν την πατρίδα μας οι χόχολοι και οι αδερφές χοχολουλούδες οι πανταχού παρούσες και τα πάντα πληρούσες. Όμως τα προαπαιτούμενα επιβίωσης σ’ αυτόν τον «θαυμάσιο καινούργιο κόσμο» (brave new world), τα οποία επισημαίνονται στην καταληκτική πρόταση του πονήματος, ήταν πάντοτε εν δυνάμει, και είναι παρόντα ακόμη και σήμερα, γιατί ακόμη υπάρχει μια Ελλάδα με το μεταφυσικό εκείνο υπόβαθρο το ικανό να αναστρέψει την εκφυλιστική της πορεία, αν οι άριστοι του πνεύματος αποφασίσουν να στρατευθούν – με όλη την σημασία της δυναμικής που υποκρύπτει το ρήμα – στην υπηρεσία της Μεγάλης Ανατροπής.
Χρίστος Γούδης, δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Αθηναίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου